Παίρνω πίπες, κάνω στοματικό σε άντρα.
-Τι έγινε ρε μαλάκα χθες με την γκόμενα;
-Ε μωρέ με πίπωσε και την έστειλα σπίτι...
Παίρνω πίπες, κάνω στοματικό σε άντρα.
-Τι έγινε ρε μαλάκα χθες με την γκόμενα;
-Ε μωρέ με πίπωσε και την έστειλα σπίτι...
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται για να τονίσουμε ότι περνάμε δύσκολες / έντονες στιγμές.
Θα δεις τον Χριστό φαντάρο εκεί που πας!
Got a better definition? Add it!
Προέρχεται από την αγγλική λέξη lag που σημαίνει αργοπορία και χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις που κολλάμε και χάνουμε τα λόγια μας.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση που χρησιμοποιείται στον στρατό και συγκεκριμένα στα τεθωρακισμένα όταν σε βάζουν αγγαρεία στον όρχο αρμάτων.
Διοικητής Ίλης: Παπαδόπουλε και Δημητριάδη. Όρχο αρμάτων και γρηγορα.
Φαντάρος: Πω πω ρε σειρούλες, χοσέ αρμάντο που φάγατε πρωινιάτικα.
Got a better definition? Add it!
Ταλαιπωρώ, πρήζω, στριμώχνω.
Δεν πρόκειται να ξαναβγώ με τη Νατάσα, κάθε φορά μου κάνει τα τρία δύο: τη μια δεν της αρέσει το φαγητό, την άλλη το μαγαζί δεν έχει εξαερισμό, δεν πά' να γαμηθεί ν' ασπρίσει, λέω 'γω...
Got a better definition? Add it!
Εκπλήσσομαι, μένω μαλάκας, μένω κάγκελο.
- Μαλάκα είδες τι πίπινους κυκλοφορεί ο Νίκος;
- Ναι ρε, τα είδα προχθές και έμεινα παγωτό! Τρομερά!
Βλ. και παθαίνω πλάκα, καγκελώνω, μένω καρότο, μένω κούκλα, μένω πίπα.
Got a better definition? Add it!
Το λέμε όταν κάτι είναι τέλειο, γαμάει, είναι τρομερό. Δηλώνει γενικότερα ενθουσιασμό για κάτι που μας αρέσει. Ακριβώς το ίδιο ισχύει και για την λέξη κεντάει αλλά αυτή χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά.
- Σ' άρεσε το τραγούδι;
- Μαλάκα πλάκα με κάνεις, το κομμάτι σπέρνει!
Got a better definition? Add it!
Στον στρατό, η μονάδα που είναι πολύ «εύκολη», δεν έχει πολλές αγγαρείες, έχει καλή διοίκηση, και γενικά περνάνε καλά όλοι οι φαντάροι.
Πολύ τυχερός ο Γιώργος, υπηρετεί με απόσπαση σε μια μικρή μονάδα που έχει μόνο μια σκοπιά και το φαγητό τους το φέρνουν απο άλλο στρατόπεδο. Και ο διοικητής τους έχει όλους μία-μία. Εντελώς χυμείο δηλαδή!
Εκ του χύμα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Στον στρατό, η εύκολη μονάδα. Συνώνυμο με το χυμείο.
Υπηρέτησα σε μια μονάδα εντελώς ρέκλα. Κάθε μήνα άδεια, μέρα παρα μέρα εξόδους και αγγαρείες πολύ λίγες!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όπως και η ποντικομαχία, είναι ο τσακωμός μεταξύ νέων στο στρατό.
Νέοι, εδώ είναι ο θάλαμος, διαλέξτε το κρεββάτι σας και δε θέλω να δώ γαλομαχίες, ποιος θα πάρει το πάνω και ποιός το κάτω!
Got a better definition? Add it!
Published