Το μαγιώ-σλιπάκι που επιμένουν να φορούν όλοι οι σφίχτερμαν. Θερμή παράκληση να καταργηθούν πάραυτα!
Πού πας ρε Λάκη με αυτό το μαγιώ; Άμα λάχει το κάνεις και σφεντόνα;
Το μαγιώ-σλιπάκι που επιμένουν να φορούν όλοι οι σφίχτερμαν. Θερμή παράκληση να καταργηθούν πάραυτα!
Πού πας ρε Λάκη με αυτό το μαγιώ; Άμα λάχει το κάνεις και σφεντόνα;
Got a better definition? Add it!
Ετοιμόρροπος.
- Πού να κοιμηθεί εκεί το αγόρι μας; Αυτός ο καναπές είναι παρασάνταλος!
Got a better definition? Add it!
Έκφραση που αναφέρεται στο μεταφορικό μέσο που συνιστούν το ζεύγος των δύο κάτω μας άκρων (κοινώς πόδια).
Αναφέρεται ως ο πλέον προφανής (και οικολογικός) τρόπος μετακίνησης σε περιπτώσεις απουσίας εναλλακτικής λύσεως.
- Φεύγεις; Μα καλά πού θα βρεις ταξί τέτοια ώρα;
- Έλα μωρέ, κοντά είμαι. Θα πάρω το τραμ 2 στην τελική.
- Ρε μαλάκα, δεν έρχεσαι να με πάρεις με τη μηχανή; Έχω το παπί συνεργείο και δε θέλω να χαλάω λεφτά σε ταξί.
- Τότε να πάρεις το τραμ 2! Παλιοτσιγκούνη!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
το, [ουσ.] Όργανο μέτρησης ποδοσφαιρικών ικανοτήτων. Ο όρος προέρχεται από τον συνδυασμό της παραδοσιακής μονάδας μέτρησης «καντάρι» (ξέρει πολλά καντάρια μπάλα) και του ονόματος του Πάολο Μοντέρο, μυθικού δρεπανηφόρου άρματος από την Ουρουγουάη που έκανε καριέρα στη Γιουβέντους και του οποίου οι ικανότητες ισοδυναμούν με 1 unit στο καντερόμετρο (χωρίς μονάδες).
- Τι λέει ο Σέρβος χαφ του Βηταεθνικού;
- Τι να πει ρε! τον βάλανε στο καντερόμετρο και έγραψε αρνητικά ψηφία.
- Άκου να δεις φίλε, καλός ο Πελέ δε λέω, αλλά μπροστά στον Ντιέγκο δεν πιάνει μια. Ο κοντός όπου κι αν έπαιξε έσπασε τα καντερόμετρα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η διάσημη μάρκα τσιγάρων Malboro για τους μη αγγλομαθείς.
βλ. και καύλορο
Got a better definition? Add it!
Οι βρωμερές κλινάμαξες του ΟΣΕ (Ούτε Σιδηροδρόμους Έχουμε) με τα έξι κρεβάτια σε ένα χώρο 1X1m όπου στοιβάζονται ρωσοπόντιοι, φοιτητές, γύφτοι, φαντάροι, αλβανοί και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς για να ταξιδεύσουν βραδινές κυρίως ώρες από Αθήνα-Θεσσαλονίκη... Από το πολύ κλάσιμο (κλάνω...) που έπεφτε εκεί μέσα, τη ζέστη που έκανε λόγω του χαλασμένου εξαερισμού των βαγονιών και την ποδαρίλα, έπρεπε να ήσουν εφοδιασμένος με ειδική στολή ραδιοβιοχημικού πολέμου προκειμένου να βγεις ζωντανός. Ανώνυμες δημοσιογραφικές πηγές αναφέρουν ότι ο Σαντάμ Χουσεϊν είχε χρησιμοποιήσει τις κλανάμαξες στην προσπάθειά του να αναπτύξει όπλα μαζικής καταστροφής. Οι κλανάμαξες ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς την προηγούμενη δεκαετία και όλοι όσοι τις χρησιμοποίησαν θυμούνται με νοσταλγία τις ωραίες ευωδιαστές ώρες που πέρασαν σε αυτές και τους τόσους ενδιαφέροντες ανθρώπους που γνώρισαν κατά τη διάρκεια των πολύωρων ταξιδιών τους (τη δεκαετία του 90 ο μέσος χρόνος Αθήνα-Θεσσαλονίκη κάποιες φορές ξεπέρναγε τις 12 ώρες).
- Ρε μαλάκα Τάκη πάλι με κλανάμαξα θα ταξιδεύσουμε για Θεσσαλονίκη;
- Και τι θες να κάνουμε ρε Γιώργο, με 20 ευρώ τι περιμένεις να νοικιάσουμε, κάνα αεροσκάφος;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Συνώνυμο του γνωστού μπάφου. Με λίγα λόγια ένα χορταράκι του Θεού που σε ταξιδεύει σε άλλη διάσταση. Προέρχεται από το αγγλικό ρήμα joint αφού το τσιγαριλίκι περνάει από όλα τα στόματα της παρέας.
- Πώς περάσατε στο πάρτυ;
- Α, δεν έχω παράπονο. Μας περιποιήθηκαν τα παιδιά. Μέχρι και τζόιντ είχαν!
Got a better definition? Add it!
Κάτι το πολύ καθαρό, που λάμπει σαν το κέλυφος του αβγού.
— Επ, λούστραρες το γραφείο;
— Ναι, γυαλίζει!
— Μιλάμε τελείως αβγό!
Η γάτα σου είναι τελείως βρόμικη ρε... Κάν΄την κάνα μπάνιο!
Εγώ την κάνω κάθε βδομάδα και δες την, αβγό είναι!
Got a better definition? Add it!
- Πωωωώ ρε φίλε... Έφαγα χυλόπιτα χθες από το Μαράκι και είμαι χάλια σήμερα.
- 'Ντάξει, δεν έγινε ρε και τίποτα... Θα φας πολλές στη ζωή σου. Εμένα έχει σκάσει η κοιλιά μου απ' τα πιτοπούλια που έχω φάει!
- Τι να φάμε ρε συ αύριο; Έχω και δουλειά και δεν έχω χρόνο να φτιάξω τίποτα...
- Εγώ λέω να πάμε στο εστιατόριο να φάμε τίποτα πιτοπούλια με κοτόπουλο, και για το βράδυ βλέπουμε...
Got a better definition? Add it!
Χιουμοριστικός όρος για τους κολοκυθοκεφτέδες που προκύπτει από λεκτική σύντμηση. Λέγεται στα πλαίσια πειράγματος. Προκαλεί έκπληξη στον άλλο, όταν του προτείνουμε να φάει τέτοιο φαΐ γιατί το άκουσμα μιας τέτοιας λέξης παραπέμπει στη φράση «κεφτέδες του κώλου» (μάπα δηλαδή). Δικαίως απορεί ο άλλος με τέτοια πρόταση.
- Από το συγκεκριμένο εστιατόριο που πάτε να κάτσετε, σας προτείνω αβλεπί να δοκιμάστε τους κολοκεφτέδες του.
- Και προτείνεις να δοκιμάσουμε κεφτέδες του κώλου;
- Χαλάρωσε ρε ψάρακα. Σε πειράζω. Για κολοκυθοκεφτέδες μιλάω.
Got a better definition? Add it!