Further tags

Χαρακτηρίζει άτομα που δεν έχουν στόχους, οράματα και που δεν προβληματίζονται ούτε για το παρόν ούτε για το μέλλον τους... Γενικότερα έχουν γραμμένους τους πάντες και τα πάντα... Αγαπημένο τους hobby το ξύσιμο των όρχεων... Συνήθως άτομα που δεν αξίζει να εμπιστεύεσαι ή να τους αναθέτεις εργασίες... Αποφύγετέ τους ευγενικά (σας έχουν γραμμένους έτσι κι αλλιώς)...

- Ρε μαλάκα, τέλειωσες με τις δουλειές;
- Μπάαα....
- Καλά ρε μαλάκα, τίποτα δεν κάνεις όλη μέρα; Τόσο γραφαρχιδιστής είσαι;

Βλ. και σταρχιδιστής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αγάμητη, αυτή που σου βγάζει το άχτι για να την πηδήξεις (όλο μη και μη είναι). Επίσης χρησιμοποιείται και σαν έκφραση για κάποια που έχει πολύ σεμνό λουκ και μοιάζει με την προαναφερθείσα περιγραφή.

  1. Καλά, άσε μου λίγο να σου πιάσω τα βυζάκια, σαν την μυξοπαρθένα κάνεις!

  2. Πω, πω χάλια είναι αυτή ρε! Αυτή είναι μυξοπαρθένα!

(από Galadriel, 07/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γελοίος, εκείνος που του αρέσει να βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο, το σούργελο της παρέας.

- Κοίτα πάλι τι βλακείες κάνει!
- Αφού ξέρεις ρε φίλε, ο τύπος είναι τέρμα κλόουν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημοτικοί αστυνόμοι (παιδιά της Ντόρας Μπακογιάννη).

.....

(από Vrastaman, 01/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Χαρακτηρισμός για άτομο που μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοολούχων ποτών έχει οδηγηθεί σε μέθη.

  2. Χαρακτηρισμός για άτομο που κλαίει για τη γκόμενα που έχασε.

  3. Χελώνα αφού επιχείρησε να περάσει την εθνική οδό.

  1. Κοίτα τον! Πάλι λιώμα είναι!

  2. Τον καημένο τον Μάκη! Από τότε που τον άφησε η Μαρία έχει γίνει λιώμα!

  3. Μπαμπά κοίτα την χελώνα! Είναι λιώμα μετά τη εμπειρία με το φορτηγό του θείου Λάκη!

Δες και λιάρδα, κωλίδι, κόκαλο, κόκκαλο, πίτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σφιγγοκωλάριος ονομάζεται ο «μη μου άπτου», συνήθως δύστροπος / γκρινιάρης άνθρωπος, ο οποίος είναι κολλημένος με το savoir vivre και τους τύπους γενικότερα.

Εκεί που άκουγα (insert band) στο λεωφορείο, έρχεται ένας σφιγγοκωλάριος και μου λέει «σας παρακαλώ, ενοχλούμεθα σφόδρα από τον θόρυβο που εξέρχεται από τα ακουστικά σας...».

Μάλλον εκ του σφιχτού κώλου, βλ. αντίθεση με σφουγγοκωλάριος. Βλ. και πρωκτικάντζα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι είναι μούφα όταν είναι ψεύτικο ή φτιαχτό ή δεν είναι καλό.

  1. -Πω πω, μούφα το ντυσιματάκι της κοπελιάς ε;
    -Ναι. Μάλλον το πήγαινε για τρέντυ, αλλά δεν τα κατάφερε.

  2. -Πω πω, μούφα η ταινία.
    -Κρίμα τα λεφτά μας ρε...

  3. -Είναι πολύ μούφα η γκόμενα.
    -Ναι το παίζει και πολύ κάποια.

(από Galadriel, 02/03/09)(από Galadriel, 02/03/09)(από Galadriel, 02/03/09)Μούφα ενεργειακό βραχιόλι (από Vrastaman, 05/11/12)

Βλ. και μάπα, σότο, αντ. τίγκα, τέφα, μπέργκετ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο ως μουνί της λάσπης.

Πού πας ντυμένος έτσι ρε μουνί της λάσπης; Ουστ!

βλ. και χριστιανοσλάνγκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιγκούνης.

- Μα τι ψωριάρης είναι αυτός ο Κώστας; Ακόμα και για εναν καφέ να βγει με τη κοπέλα του, ζητάει να πληρώνουν μισό - μισό. Απορώ πώς είναι μαζί του ακόμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φοβητσιάρης.

Μα καλά τι χέστης είσαι εσύ; Φοβάσαι να πας στην αποθήκη να σκοτώσεις μια κατσαρίδα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified