Further tags

Είναι το χακερόνι που ασχολείται με το ξεκλείδωμα προγραμμάτων, κατασκευάζοντας εργαλεία γνωστά και ως κρακ.

Ο Jon Lech Johansen είναι ο κράκερ που ξεκλείδωσε την κρυπτογράφηση του DVD και έδωσε στη δημοσιότητα το DeCSS.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το χακερόνι που ασχολείται με τα τηλεφωνικά δίκτυα, με απώτερο σκοπό να πραγματοποιεί δωρεάν τηλεφωνικές κλήσεις (υπεραστικές, διεθνείς) που υπό κανονικές συνθήκες θα ήταν πανάκριβες.

- Μεγάλος φρήκερ ο Μήτσος, κατάφερε και μιλάει με τη θεία του στην Ουαγκαντούγκου χωρίς να πληρώνει μία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά τους Ελληνοαμερικάνους, ο βλάκας, ο φελλός.

Εκ του αφροαμερικανοσνουπντογκικού dumbass («μπουμπουνοκώλης»).

- Γυναίκα, έδωσες κώλο στο ρουφιάνο;

- Του 'δωσα, αλλά ακόμα να 'ρθει ο ντάμπας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη γνωστή κυρίως από ρεμπέτικα τραγούδια - αναφέρεται και σε άνδρες και γυναίκες και, όπως λέει κι ο hodjas, σημαίνει αγαπητικός, αγαπητικιά. Θα έλεγα μάλιστα ότι είναι ο επίσημος γκόμενος, ή η επίσημη αγαπημένη, κατα πως τραγουδούσε κι ο μακαρίτης ο Μπιθικώτσης.

Είναι, βέβαια, τούρκικη λέξη, yavuklu και στα τούρκικα έχει ακόμα πιο συγκεκριμένη σημασία - είναι ο αρραβωνιαστικός, η αρραβωνιαστικιά, ο μνηστήρ και η μνηστή. Yavuklanmak είναι το ρήμα - αρραβωνιάζομαι.

Είναι ίσως η μόνη (;) λέξη που έχει περάσει στα Ελληνικά ως γένους αρσενικού αλλά με την κατάληξη -ου. Στο γνωστό φόρουμ rembetiko.gr είχε ανοίξει ένα φεγγάρι μια κουβέντα αν η λέξη είναι γένους αρσενικού η θηλυκού ή και τα δύο - τελικά, είναι και τα δύο όπως φαίνεται χαρακτηριστικά από το κάτωθι παραδοσιακό Χιώτικο ανέκδοτο - για την καταγραφή, δες εδώ:

«Μια γιαβουκλού (αρραβωνιασμένη) ήγραψεν του γιαβουκλού της, που ήλειπε στη ξενιτειά: «Εις υγείες και χαιρετίσματα εις ελόγου σου, Κωνσταντάρα μου. Και μάθε πως εψόφησεν η αγελάα μας τσ’ ο γάραός μας. Μα εμ πειράντζει Κωνσταντάρα μου, εσύ να ‘σαι καλά. Εσύ ‘σαι η’ η αγελάα μας τα’ ο γάραός μας».

Υπάρχει, τέλος, και το ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου με τον τίτλο «Γιαβουκλού» - δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Λέξη» το 1981.

Δες και σχετική αναφορά και το σχόλιο στο λήμμα ντερβίσης.

(Παλαμήδι, του Ρούκουνα)
Όποιον κι' αν έχεις γιαβουκλού αμάν αμάν
μωρή σουρτούκα κουρελού
θα πάθετε δουλειές κακές, αμάν αμάν,
κι' ας έμπω στις αγροτικές.

(Στου Συγγρού, του Τούντα)
Ααααχ, μ’ αυτά τα κάλλη όμορφη τσαχπίνα μου
δεν τα 'χει άλλη στο ντουνιά, καλέ μπομπίνα μου,
γι’ αυτό κι εγώ εσένα θέλω να 'χω γιαβουκλού,
να μας ζηλεύουν όλοι μέσα στου Συγγρού.

(Σμυρνιά καμωματού, του Σκαρβέλη)
Μη θαρρείς πως θα σ' αφήσω, να 'χεις άλλον γιαβουκλού
και τον κόσμο θα χαλάσω, ρε Σμυρνιά καμωματού,
ξεύρε, το 'χω αποφασίσει, όταν δω να του μιλείς,
αυτό θα 'ναι η αιτία, ρε Σμυρνιά μου, να χαθείς,
ρε Σμυρνιά μου, να χαθείς.

Γιαβουκλού, του Εγγονόπουλου (από poniroskylo, 23/07/09)«Βρε Μαρίτσα μερακλού, κάνε μένα γιαβουκλού», Μαρίτσα η Σμυρνιά, Σέμσης (1931) (από vikar, 31/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Άλκης αποκαλείται κωδικοποιημένα ο αλκοολικός, αυτός που έχει πάθος με το αλκοόλ.

Με το λήμμα αυτό αποφεύγουμε να αποδώσουμε ευθέως το χαρακτηρισμό-ρετσινιά ή ακόμη για πολλούς όρο-ταμπού του αλκοολικού, ωστόσο ο συνειρμός που προκαλείται από τα πρώτα γράμματα αλκ- είναι σαφής, ειδικά στους ξενόγλωσσους.

Αν για τους άρρενες θιασώτες των ηδύποτων επιλέχθηκε το υποκοριστικό του Αλκιβιάδης, για δε τις θήλεις επιλέξιμα είναι τα Άλκηστις, Αλκμήνη και ίσως και άλλα.

Μεγάλο λούκι το ποτό, σου λέω. Για πότε σε πίνει αυτό αντί να το πίνεις εσύ, ούτε που το καταλαβαίνεις. Ρώτα όλους τους άλκηδες που μαζεύονται στους ΑΑ κάθε απόγευμα να σου πουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ανέκδοτο λέει ότι όταν είπαν στην βασίλισσα της Γαλλίας ότι ο λαός δεν έχει να φάει ψωμί, αυτή απάντησε «τότε γιατί δεν τρώνε παντεσπάνι;», qu'ils mangent de la brioche, γαλλιστί, όπου το brioche δεν είναι ακριβώς παντεσπάνι, αλλά τέσπα. Εξάλλου, όπως λέει η Βικούλα, η αδικημένη από την Ιστορία βασίλισσα δεν μπορεί να είπε ποτέ κάτι τέτοιο, γιατί πρόκειται για ανέκδοτο, που είχε εφεύρει ο Jean-Jacques Rousseau, πολύ πριν η Μαρία Αντουανέτα έρθει στην γαλλική αυλή. Δες εδώ. Τέσπα ήταν μια προπαγανδιστική συκοφαντία ενάντια στην Μαρία Αντουανέτα μας.

Βάσει αυτής της έστω ψευδούς ιστορίας, Μαρία Αντουανέτα χαρακτηρίζεται ένας άνθρωπος πολύ υψηλόφρων, που σνομπάρει τα προβλήματα άλλων, κυρίως κοινωνικοοικονομικά προβλήματα, τα οποία θεωρεί ανάξια λόγου. Ή επειδή αυτός έχει λύσει ανάλογα προβλήματα οι απόψεις του είναι τελείως ουτοπικές. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για μοντέλες, που τους ζητάνε να πουν την γνώμη τους για πολιτικά-κοινωνικά ζητήματα κι αυτές είναι τελείως άσχετες. Για πολιτικούς, οι οποίοι σνομπάρουν τους διαδηλωτές ως «ταραξίες», και σε παρόμοιες περιπτώσεις.

Την αδικοχαμένη πάντως βασίλισσα της Γαλλίας απεκατέστησε η σκηνοθέτις Sophia Coppola στην ομώνυμη ταινία, όπου στο πλαίσιο (χα, σε πρόλαβα Άλλε) μιας απενοχοποιημένης ποστίλας, η Μαριώ παρουσιάζεται ως μια κοπελίτσα που ήθελε απλώς να κάνει την ζωή της, αλλά ο Λουί ήταν λούλης (τό 'χει το όνομα) και για να δουν δροσιά τα σκέλια της έπρεπε να τρέχει σε parties της αριστοκρατίας –γενικά η ταινία ήταν sex, whigs & rock n' roll.

Στο Δ.Π. υπό Bubis.

Από το www.flickr.com :

Στο debate φάνηκε ότι ο Καραμανλής είχε πλήρως καταλάβει τι συνέβη με το φοιτητικό κίνημα του χειμώνα, όταν σαν Μαρία Αντουανέτα περιέγραψε την κατάσταση ως εβδομαδιαίο ραντεβού με ταραξίες.
Αυτό θα πει να είσαι κοντά στην κοινωνία και να έχεις αίσθηση της πραγματικότητας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλάχος Έλληνας που έφυγε μικρός από το χωριό του και πήγε στην Αμερική.

Προέρχεται από την βλαχο-ελληνο-αμερικάνικη προφορά που έχει και δεν μπορεί να μιλήσει καλά ούτε ελληνικά αλλά ούτε και αμερικάνικα-αγγλικά.

Όλοι οι ελληνοαμερικάνοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γνωστός ρέιβερ (raver στα αγγλικά) που χορεύει σαν τρελός, χοροπηδάει και κουνάει χέρια-πόδια σαν το κατσίκι.

... θα τον βρείτε σε όλα τα μεγάλα club που παίζει mainstream & dance μουσική.

(από jesus, 05/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για γκέι φυλή που χαρακτηρίζεται από πληθωρική σωματική διάπλαση, πολλή τριχοφυΐα, μούσι και γκαρνταρόμπα που περιλαμβάνει απαραιτήτως πουκάμισο - τραπεζομάντηλο ξυλοκόπου.

Μπαμπαρκούδοι (daddy bears) αποκαλούνται οι μεγαλόσωμοι αρκούδοι οι οποίοι θέλγονται από αρκουδάκια (cubs). αρκούδους δηλαδή μικρότερης ηλικίας ή μεγέθους. Πουστρόλυκοι (gay wolves) δε αποκαλούνται οι πιο μυώδεις και εκδρομικοί αρκούδοι.

Η σεξουαλική ιαχή του αρκούδου προς άλλον αρκούδο είναι «woof!» ή «γκρρ!»

Η υποκουλτούρα των αρκούδων ξεκίνησε στο Σαν Φρανσίσκο (πού αλλού;) στις αρχές των '80s από γκέι που ένιωθαν άβολα με το πρότυπο της γυμνασμένης και τριχοφοβικής πλην ντυμένης στην τρίχα αδελφής-συλφίδας. Στην Ελλάδα, συνειδητοποιημένοι αρκούδοι έκαναν το ντεμπούτο τους στα τέλη των '90s.

Εκ του αγγλικού bear.

Ασίστ: The slangus formerly known as Hank.

- Στην Ελλάδα οι αρκούδοι μαζεύονταν ατύπως στο Alecos Island Bar. Το 1998 (πραγματοποιήθηκε η) πρώτη προσπάθεια συσπείρωσης των ελλήνων αρκούδων, οργανώνοντας το πρώτο πάρτυ, τυπώνοντας μπλουζάκια και περιμένοντας ελάχιστο κόσμο - αλλά μαζεύτηκαν 200 άτομα. Ακολούθησαν δύο συναντήσεις και πάρτυ, την πρώτη Παρασκευή κάθε μήνα. Από το 2001 έγιναν μερικά bear in the sun πάρτυ, σε ξενοδοχεία κλεισμένα όλα από αρκούδους. Τα πάρτι κράτησαν περίπου 2 χρόνια, ύστερα το bear κίνημα έγινε πιο ιντερνετικό. (από εδώ)

- Ο gay χώρος έχει πολλάκις κατηγορηθεί για δουλική υποταγή στα κελεύσματα της μόδας. Το αμερικανικό πρότυπο του ωραίου gay άνδρα (και σταδιακά και του str8) τον θέλει μυώδη, άτριχο πατόκορφα και, βρέξει - χιονίσει, με εφαρμοστό T-shirt. Υπάρχουν όμως άνδρες που ακολουθούν διαφορετικά πρότυπα: οι bears (αρκούδοι στα καθ'ημάς) είναι gay άνδρες που δεν κατασκηνώνουν σε γυμναστήρια, εχουν κοιλίτσα και γενικά εγκαταλείπουν το πρότυπο του Μπραντ Πιτ στο βασίλειο του σελιλόιντ.
(Time Out Athens, Μάρτιος 2005)

Ο γουτσισμός μεταξύ αρκούδων ειναι εκ των ων ουκ άνευ... (από Vrastaman, 30/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αμφιφυλόφιλος ή αμφί, από το αγγλικό bi, που αποτελεί σύντμηση του bisexual.

Είναι αυτός/-ή που σεξουαλικώς την έχει δει έτσι-γιουβέτσι, εμ σαμπού εμ κοντισιονέρ, και πάει και με άντρες και με γυναίκες.

Υπάρχει ατέλειωτη φαινομενολογία, που ο υπογράφων ως «μαζεμένος» και «πιστός» στρέιτ δεν έχει τα φόντα να αναλύσει, αλλά φαντάζομαι ότι ένας τύπος μπάι με την καλή έννοια είναι ο παγγαμικός, αυτός που γαμάει πολύ και δεν αυτοπεριορίζεται στις γυναίκες, αλλά του αρέσουν και τα αγοράκια. Μπορεί να είναι παντρεμένος, αλλά ταυτοχρόνως να τον βάζει τον φορτιστήρα στην πρίζα κανενός αρκουδακίου-baby cub. Ίσως τέτοια περίπτωση να ήταν ο Κεμάλ Ατατούρκ, και πάντως ήταν πολλοί αρχαίοι ημών πρόγονοι με προεξάρχοντα τον πουστοπατέρα θεώνε τε και ανθρώπωνε μπάι και ουχί πούστη Δία. Επίσης, πολλοί αρχαίοι ημών κατακτητές Άραβες και Τουρκαλάδες που επέβαλαν το οθωμανικό δίκαιο στα τσογλάνια μας.

Άλλος μπάι μπορεί να είναι η κρυφή, αυτός που κάνει γάμο βιτρίνα, ή μπορεί να παλεύει να δει τι μπορεί να κάνει με τις γυναίκες, αλλά τὸ πεπρωμένον φυγεῖν ἀδύνατον. Λ.χ. ο Πέρι, το προσπάθησε πολύ με το Λίλιαν πριν βρει τον παράδεισό του στην αγκαλιά του Παρασκευά στις ακτές της Ναμίμπια, όπου τον έχουμε αφήσει μέχρι νεωτέρας.

Εξάλλου, στην αντιουσιοκρατική (anti-essentialist) εποχή μας, μπορούμε να εννοήσουμε επιτέλους έναν αυθεντικό μπάι, που να μην είναι ούτε κρυφή, ούτε γαμαωδέρνουλας. Υπάρχουν ακόμη κοινωνικές αντιστάσεις σ' αυτό, λ.χ. η Carrie Bradshaw παραδέχτηκε ότι την ενόχλησε που ένας γκόμενός της, όταν της είπε θα βγω για λίγο with my ex εννοούσε άντρα και όχι γυναίκα. Παραδέχτηκε, όμως, ότι για τη νέα γενιά, αυτό μπορεί να είναι απολύτως φυσικό ή έστω αναμενόμενο (για να μην χρησιμοποιήσουμε μια ιδεολογικά βεβαρημένη έκφραση), λ.χ. να χωρίζεις από μια γυναίκα, για να τα φτιάξεις με τον άντρα των ονείρων σου, αλλά μετά άμα στραβώσει και μ' αυτόν, να κυνηγάς ένα πιπίνι, μετά ένα τεκνό κ.ο.κ.

Τέλος, να μην ξεχνούμε τις λεσβίες μπάι που είναι η φαντασίωση κάθε άντρα. Για κάποιο λόγο τις γυναίκες μπάι τις αποδεχόμαστε προς το παρόν πιο εύκολα από ό,τι τους άντρες.

Συνώνυμα κατά Χότζα: αμφίβιος, μπάι μπάι ντάρλινγκ.

Να μην συγχέεται με: bye sexual.

  1. Όταν ο Πέρι είδε για πρώτη φορά το Λίλιαν εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από την ομορφιά του που του είπε: «Πες μου ποιος σε γαμεί μανάρα μου, να πάω να του φιλήσω τον πούτσο!». Άκων επροφήτευσε, γιατί λίγες βδομάδες αργότερα βρέθηκε να φιλάει τον πούτσο του Βάγγουρα, με τις γνωστές συνέπειες, που εκτίθενται στην Σλάνγκου Λιλιάδα τώρα στο τζαμπέ με την Φραπέ Slangossip.

Υ.Γ. Α, και το λήμμα: Ο Πέρι είναι θέσει μπάι, αν και μάλλον τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρα θα τον έλεγες.

  1. Εντάξει, γουστάρουμε τα τριολέ με σούπερ σέξι μπάι σβάκια, αλλά θα θέλαμε στην μέση μια σβόγκα-σουγκλάκο; Εκεί σε θέλω κάβουρα! (no pun intended).

  2. Όταν τον βρήκε στο κρεβάτι με τον κουμπάρο, της είπε: «Όχι, δεν είναι αυτό που νομίζεις! Δεν είμαι φούστης! Είμαι μπάι, είμαι το Άλφα μέλος του ΛΟΑΤ και περήφανος γι' αυτό!».

Βλ. και AC/DC

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified