Ο πάρα πολύ χοντρός άνθρωπος με τα κρέατα να ξεχειλίζουν.
Πηγή: GATZMAN.
-Τι του βρίσκει η Λάουρα κι έμπλεξε με τον Επαμεινώνδα, το κρεοπωλείο η αφθονία!
-Έχει λεφτά αισθήματα!
Ο πάρα πολύ χοντρός άνθρωπος με τα κρέατα να ξεχειλίζουν.
Πηγή: GATZMAN.
-Τι του βρίσκει η Λάουρα κι έμπλεξε με τον Επαμεινώνδα, το κρεοπωλείο η αφθονία!
-Έχει λεφτά αισθήματα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Διττή προσωπικότητα. Προσπαθεί με καλή πρόθεση και προσπαθεί και δώσου και άντε και αχ και βαχ.
Αλλά και μαλάκας, διότι δεν καταλαβαίνει την μεγάλη εικόνα, βλέπει μόνο όσα του αφήνουν να δει ή όσα μπορεί να δει, και προσπαθεί ξανά μανά από την αρχή, αλλά μέχρι εκεί... δεν πας παραπέρα, λέει το σύστημα.
Kαι γράφει… και γράφει… και δώσ' του… αλλά έχει κολλήσει…
Bλέπεις ο δρόμος δεν χωράει άλλα αυτοκίνητα να γράψει ο καημένος υπάλληλος της δημοτικής αστυνομίας!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η κούνια στα ποντιακά.
Επίσης (και για ευνοήτους λόγους) και η γυναίκα που κουνιέται πολύ όταν περπατάει, η κουνιότα (ανεξαρτήτως πάχους).
Κατ' επέκταση και κατά Χάρρυ Κλυν, η κουνίστρα, η κουδουνίστρα και για να μην το κουράζουμε, ο πούστης σε οποιαδήποτε από τις 268 καταγεγραμμένες από τον συνάδελφο Χανκ βερσιόν.
Πάει εξαιρετικά με το «μωρή», περίπου όσο το κατούρημα με το κλάσιμο.
Ασσίστ: ..., άντε καλά και λίγο ο ΡΤΠ;)
- Πού χάθηκες βρε παλιόπαιδο; Έτσι κάνει ο κόσμος; Μαύρα μάτια κάναμε να σε δούμε... Γιατί δεν περνάς από το σπίτι το βράδυ να πιούμε τίποτε, να την πέσουμε, να ρίξουμε καμιά βουτιά στην πισίνα...
- Ίσα μωρή λαϊστέρα που μου θες και βραδυνό μπάνιο στην πισίνα! Λουγκρητία! Σιγά μη μαγειρέψεις κι ένα καλό γεύμα.
- Καλά ντε... Άμα είναι ξεκωλιάρης ο άνθρωπος...
Got a better definition? Add it!
Ιδιαίτερα άκομψος χαρακτηρισμός για γυναίκα, που υποδηλώνει:
Στριμμένη, μέγαιρα.
Η εν λόγω φιλοφρόνηση συνήθως αποδίδεται ως «άντε μωρή ψαροκασέλα».
«Αυτή ήταν η πρώτη και τελευταία φορά για πολύ καιρό, που είδα την πεθερά μου. Έκτοτε, χεστήκαμε δυο-τρεις φορές στο τηλέφωνο που έπαιρνε και ζητούσε το γιο της, σε στυλ 'δως μου τον Κώστα' -ούτε γεια ούτε μαγιά- και της έλεγα 'λάθος κάνετε', ή 'πέθανε' και της το ‘κλεινα, ώσπου μια μέρα τόλμησε να μου την πει και την αρχίζω τα μπινελίκια 'μωρή κλινάμαξα άμα θέλεις το γιόκα σου να τον παίρνεις στο κινητό, παλιομαούνα με το κεφάλι πάπιας στο μπαστούνι, που κρίμα στην πάπια κρίμα και στο μπαστούνι, ψαροκασέλα ξεμεντεσωμένη, αν ξανατηλεφωνήσεις εδώ, θα σου κάνω βουντού να γίνεις κομοδίνο!'»
(από βλόγιο)
«(η Τζούλια Αλεξανδράτου) είναι πολυ ωραια κοπελα αλλα μεχρι εκει ο χαρακτηρας της την κανει να μοιαζει σαν ψαροκασελα» (από βλόγιο)
Μια παλιά ψαροκασέλα
με γοβάκια και ομπρέλα
τα σκαλάκια στην πλατεία
τ`ανεβαίνει τρία τρία.
(Η μπαλάντα των σκουπιδιών, Στίχοι: Σταμάτης Δαγδελένης, Μουσική: Νίκος Κυπουργός, Πρώτη εκτέλεση: Έλλη Πασπαλά)
Got a better definition? Add it!
Πώς είναι δυνατόν να πουλήσει κάποιος άμμο σε Άραβα, ή χιόνι σε Εσκιμώο; Μ' άλλα λόγια: πώς κάποιος να πουλήσει σε κάποιον, κάτι που δεν υπάρχει περίπτωση να χρειαστεί, γιατί πολύ απλά, αν θέλει να το χρησιμοποιήσει το έχει σε υπερεπάρκεια.
Όπως κάτι τέτοιο φαντάζει στους πολλούς ανέφικτο, για κάποιους άλλους δεν είναι. Σε αυτούς τους κάποιους αναφέρεται ο όρος.
Όταν εκφέρουμε τον όρο αναφερόμαστε σε κάποιους biri biri makers που σα διαόλου κάλτσες κάνουν τα... τερτίπια, βάζουν τις... επικοινωνιακές τρικλοποδιές, μπουρδουκλώνουν τα πράγματα, δημιουργούν... τις ανασφάλειες για το πλέον ξεκάθαρο θέμα, ενώ υπόσχονται τον ουρανό με τ' άστρα προκειμένου να τουμπάρουν τους Αφελίμ και να πετύχουν τον Χ σκοπό τους.
Αυτοί αντιμετωπίζουν τον άλλο σαν το μέσο που θα τους οδηγήσει στο στόχο τους. Μοντελοποιούν τις αντιδράσεις των Αφελίμ, ώστε με ευέλικτες και ευφυείς πρακτικές να μπορούν να τους χειριστούν καταλλήλως, ώστε το θεωρούμενο πρότζεκτ τους να στεφθεί με επιτυχία.
Έτσι οι τύποι, ως γριές πουτάνες και μεγάλοι μαγίστροι στο είδος τους, μη έχοντας ηθικούς ενδοιασμούς, δεν κωλώνουν σε τίποτα και στο κατάλληλο timing κάνουν την ενδεδειγμένη κίνηση.
Σημείωση:
1) Αντί να ειπωθεί η όλη φράση, θα μπορούσε να αναφερθεί μια μόνο από τις φράσεις: «πουλάει χιόνι στους Εσκιμώους», «πουλάει άμμο στους Άραβες», αφού έχουν την ίδια σημασία.
2) Στην πρώτη συνιστώσα φράση, αντί για τη λέξη χιόνι, θα μπορούσε να αναφερθεί είτε ή λέξη πάγος είτε η λέξη ψυγεία, και στη δεύτερη, αντί της λέξης Άραβες, η λέξη Βεδουίνους. Το νόημα δεν αλλάζει.
- Πώς γίνεται ρε γαμώτο, να παραμυθιαζόμαστε μονίμως από τους πολιτικούς;
- Σου 'πε κανείς πως είναι τυχαίοι φίλε μου; Αυτοί ρε, είναι γκουρού στο να πουλάνε χιόνι στους Εσκιμώους και άμμο στους Άραβες. Τι συζητάμε;
Παρόλα αυτά, η μαμά του διατυμπάνιζε ότι ήταν τόσο έξυπνος που μπορούσε να πουλήσει χιόνι στους Εσκιμώους και άμμο στους Άραβες.
Δες
Got a better definition? Add it!
Κλητική προσφώνηση που χρησιμοποιείται όταν έχουμε οικειότητα με κάποιον, αλλά όχι τόσο πολύ, ώστε να τον προσφωνήσουμε μαλάκα με την καλή έννοια.
Ανάλογα με τον επιτονισμό μπορεί να πάρει διαφορετικές σημασίες, όπως και εμφατικό θαυμασμό.
Είναι η original generic προσφώνηση που άνοιξε τον δρόμο για τόσες και τόσες άλλες. Λ.χ.:
Τεχνολογικές: Τρισδιάστατε, τριφασικέ, υπερηχητικέ, ανοξείδωτε, αλκαλικέ, ευρυζωνικέ, ασύρματε, υψηλής ευκρίνειας.
Μεταφυσικές: Ανυπέρβλητε, ακατάβλητε, ανύπαρκτε, απόλυτε, υπερβατικέ, απροσδιόριστε, μέγιστε, τρισμέγιστε, κολοσσιαίε, άσπιλε, άμωμε, άψογε.
Συνήθεις: Άρχοντα, τεράστιε.
Χωροχρονικές: Διηπειρωτικέ, διαπλανητικέ, διαγαλαξιακέ, υπερατλαντικέ, υπερπόντιε.
Και πολλές άλλες. Ασίστ: Άψογος acg.
Σχετικά: αρχηγός, γιατρέ μου, μάστορας, ψηλός
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο πάρα πολύ χοντρός άνθρωπος, το κρεοπωλείο η αφθονία.
Πηγή: GATZMAN.
Τι του βρήκε του Επαμεινώνδα το Λαουράκι, αυτός είναι κινητό χασάπικο!
Βλ. και liposan, αβοκάντο, αρκούδα, βόιδαγλας, βους, βυζόχερος, εύχοντρος, ζελές, θωρηκτό Ποτέμκιν, ιπποπόταμος, κουμπαράς, Μπίλιας, μπόγος, ντουλάπα, ξίγκι, Οβελίξ, πατσοκοιλιάς, σμπόκος, τόφαλος, χοντρολίπαρος, χοντρομπαλάς
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Επειδή η έκφραση πάρε τα αρχίδια μου είναι αμφίσημη και μπορεί να παρεξηγηθεί ως επιτακτικό κάλεσμα για ευνουχισμό, πολλοί προκρίνουν το σερβίρισμα γλαρόσουπας.
Το μυστικό της γλαρόσουπας έγκειται στην παρουσίαση: «θα σερβίρουμε γλαρόσουπα εντός ολίγου» ή «μη φας έχουμε γλάρο» ή και ακόμα το τιραμισουρεαλιστικό «μη φας και έχουμε γλαρόσουπα και μπούτι από ελικόπτερο».
Τα συμφραζόμενα της γλαρόσουπας έχουν επαρκώς αναλυθεί, συνεπώς θα επικεντρωθούμε σε ιστορική αναδρομή του γλάρου ως έδεσμα και θα προτείνουμε νέο σλανγκολειτουργικό τρόπο σερβιρίσματος.
Ιστορική αναδρομή
Η σχέση κυνηγού - θηράματος μεταξύ ανθρώπου και γλάρου χάνεται στην προϊστορία (Fisher and Lockley, 1989). Πολλά ευρήματα τεκμηριώνουν την κατανάλωση γλάρων από την εποχή των παγετώνων. Κατά τον μεσαίωνα, ο γλάρος αναδείχτηκε σε είδος πρώτης ανάγκης για τους παράκτιους πληθυσμούς της Βρετανίας, όπου θεωρείται νοστιμότατο έδεσμα μέχρι και σήμερα. Στις δε Εβρίδες της Σκωτίας, ο γλάρος είναι το παραδοσιακό Χριστουγεννιάτικο έδεσμα, ενώ οι απηυδισμένοι από το πολύ αρνί Νεοζηλανδοί το θεωρούν πρώτης τάξεως μεζεκλίκι. Περισσότερες πληροφοριές εδώ.
Οι κλασσικές συνταγές περιλαμβάνουν γλαρόπιτα, γλάρο μαριναρισμένο με μέντα, καπνιστό γλάρο σουφλέ. Οι σεφ της nouvelle cuisine μπόλιασαν την παράδοση με καινοτόμες ιδέες παράγοντας πιάτα όπως γλάρο με πιπερόριζα, γλάρο Veronique και mille-feuilles από mousse γλάρου. Περί ορέξεως... τζιτζίκια γιαχνί!
Νέος τρόπος σερβιρίσματος
Τα αρχίδια των παροικούντων σε διαδικτυακές κοινότητες έχουν πλειστάκις ζαλιστεί από εκνευριστικά και επίμονα τρολ. Πολλοί χάνουν το παιχνίδι απευθύνοντάς τους τον λόγο, με αποτέλεσμα οι τρολεατζήδες να θεριεύουν. Πρώτη γραμμή αμύνης μέχρι πρόσφατα εθεωρείτο το «don’t feed the trolls» (το καθ’ ημάς «να ταΐζετε τους καβουροσλανγκόσαυρους, όχι τα τρολ»). Η αιχμή του δόρατος στην αντιμετώπιση των τρολ πλέον έχει στραφεί αλλού: ταΐστε τα τρολ, αλλά με συνταγές μαγειρικής! Κάθε φορά που κάποιο τρολ γράφει μαλακίες, η γιαλομικά ενδεδειγμένη γιατρειά είναι η ανάρτηση συνταγών, πράγμα που αφενός μεν προάγει την γευσιγνωσία αφεδύο δε ξενερώνει τα τρολ σε σημείο που αναζητούν θύματα αλλού. Και ποια καλύτερη προσέγγιση, σημειολογικά, από την ανάρτηση συνταγών γλαρούσουπας!
ΓΛΑΡΟΣΟΥΠΑ à la Ιωνάθαν Λίβινγκστον
ΥΛΙΚΑ ΣΥΝΤΑΓΗΣ
1 Γλάρος
Νερό θάλασσας
1 κρεμμύδι κομμένο στη μέση
2 καρότα κομμένα στη μέση
3 πατάτες κομμένες στα τέσσερα
3 κοτσάνια σέλινο με φύλλα
1 κουταλιά της σούπας καλά υδρογονωμένου λίπους
διάφορα μυρωδικά
λίγο τυρί
λίγο πιπέρι
αλάτι
8 κουταλιές της σούπας ρύζι
2 αβγά γλάρου
1 λεμόνι
ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΣΥΝΤΑΓΗΣ
Ξεκινάμε αυτήν την υπέροχη συνταγή γλαρόσουπας ξεπουπουλιάζοντας το πουλί. Ακρωτηριάζουμε τα άκρα, αφαιρούμε το ράμφος και τα εντόσθια και πλένουμε το γλάρο καλά μέσα και έξω ώστε να φύγει η έντονη ψαρίλα. Τοποθετούμε ευλαβικά το πλι στην μπανιέρα και προσθέτουμε άφθονο θαλασσινό νερό.
Αφήνουμε τον γλάρο να επιπλέει για τουλάστιχον 12 ώρες και μετά αλλ'αζουμε νερό. Επαναλαμβάνουμε την διαδικασία αυτή τρεις φορές μέχρι να σιτέψει επαρκώς.
Μεταφέρουμε το κουφάρι σε κατσαρόλα και προσθέτουμε περισσότερο θαλάσσιο νερό. Μόλις πάρει βράση, αδειάζουμε το πρώτο νερό (για να μη μυρίζει). Ξαναγεμίζουμε με ζεστό θαλάσσιο νερό (που έχουμε ήδη βράσει). Αφήνουμε να πάρει πάλι βράση και χαμηλώνουμε τη φωτιά, αφαιρώντας τον αφρό λίγο-λίγο, τηρώντας πάντα όλες τις προφυλάξεις για την επεξεργασία βιοεπικίνδυνων απόβλητων.
Μετά προσθέτουμε και τα υπόλοιπα υλικά και βράζουμε για αρκετή ώρα.
Όταν μαλακώσει ο γλάρος, αφαιρούμε όλα τα υλικά, αφήνουμε μόνο το ζουμί.
Προσθέτουμε το ρύζι και το αφήνουμε να βράσει για ένα τέταρτο περίπου.
Σε μπολ χτυπάμε τα αβγά γλάρου και το χυμό του λεμονιού, για να γίνει το αβγολέμονο.
Στο ίδιο μπολ προσθέτουμε μια κουτάλα βαθιά μαγειρέματος ζουμί και ανακατεύουμε καλά.
Αβγοκόβουμε τη σούπα ρίχνοντας λίγο-λίγο το αβγολέμονο κι ανακατεύοντας γρήγορα και φιλώντας στον αέρα, για να μη μας κόψει. Προσθέτουμε αν θέλουμε τα τρυφερά βιοενεργά κρεατάκια του γλάρου, ψιλοκομμένα.
Η σούπα έχει εξαιρετικές υπακτικές ιδιότητες και πρέπει να σερβίρεται πάντα κρύα.
Got a better definition? Add it!
Ή «παίρνω αμπάριζα και βγαίνω».
Συχνότατα χρησιμοποιείται και σε παρελθόντα χρόνο, σαν «πήρα αμπάριζα», «πήρε αμπάριζα».
Η λέξη αμπάριζα είναι Αλβανικής προελεύσεως και σημαίνει ή «ορμητήριο» ή «φωτιά», δεν γνωρίζω ακριβώς.
Η δε φράση προέρχεται από την «αμπάριζα», ένα παλιό αγορίστικο παιδικό παιχνίδι ανοιχτού χώρου, που παιζόταν από δύο ομάδες:
Ένας παίκτης της μιας ομάδας έβγαινε από την αμπάριζά του και πλησίαζε την αντίπαλη αμπάριζα προκαλώντας και κοροϊδεύοντας τους παίκτες της. Τότε κάποιος αναλάμβανε να τον κυνηγήσει και ο πρώτος παίκτης υποχωρούσε προς το στρατόπεδό του, ώστε να ακουμπήσει την αμπάριζά του για να ανανεώσει την «φωτιά» και να είναι δυνατότερος από τον καταδιώκοντα. Ή, μπορούσε ένας άλλος παίκτης να «βγει» από την αμπάριζα για να καταδιώξει τον επελαύνοντα αντίπαλο. Όποιος δηλαδή «έβγαινε» τελευταίος από την αμπάριζα, ήταν πιο δυνατός. Και γι' αυτό το φώναζαν: «παίρνω αμπάριζα και βγαίνω». Δηλαδή; δεν υπολογίζω κανέναν και ορμάω μέσα σ' όλα.
Μέχρι φυσικά ν' ακουγόταν ένα νεότερο «παίρνω αμπάριζα και βγαίνω».
-Τί γίνεται, θα τα καταφέρεις με τους χτίστες;
-Βρε παίρνω αμπάριζα και ζήτω που χεστήκανε!
===
-Τα έβγαλε πέρα ο Γιώργος με τους συγγενείς του; -Ρε πήρε αμπάριζα σου λέω και δεν ξέρανε που να κρυφτούνε.
Got a better definition? Add it!
Ο Φούφουτος είναι η εμφατικά προσωποποιημένη μορφή ενός ανύπαρκτου ή άγνωστου χαρακτήρα (= ο κανένας, κάποιος).
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον: «Ο κανένας ή ο τάδε, ο δείνα, ο άγνωστος, ο οποιοσδήποτε», ο «δεν ξέρω 'γω». Συνήθως ειρωνικά ή περιπαιχτικά.
2.- Αλήθεια σου λέω, δεν της το είπα εγώ!
- Ποιος τότε; Ο Φούφουτος;
Εννοεί: «Ο κανένας της το είπε; Σίγουρα (κατ’ εμέ) εσύ το είπες!»
- Και ποιος λες να τα έχει τώρα με την Τιτίκα;
- Ο Φούφουτος... Πού θες να ξέρω;
(= τα έχει με κάποιον ή κανέναν, δεν με ενδιαφέρει / δεν ασχολούμαι).
Όταν κάποιος ακούει ήχο ή κουδούνισμα, αλλά και στις δύο περιπτώσεις δεν υπάρχει ανθρώπινη επαφή / επιβεβαίωση / επικοινωνία (ανεξαρτήτως αν ήταν ανθρωπογενής ή τυχαία η πηγή του ήχου), τότε:
- Άκουσα θόρυβο στην πόρτα / χτύπησε το τηλέφωνο, πήγαινε να δεις ποιος είναι!
Πάει ο άλλος και δεν βρίσκει άνθρωπο, ή στο τηλέφωνο δεν απαντήσανε. Τότε λέει:
- Ο Φούφουτος ήταν (=κανένας).
Όταν ένας άνθρωπος δεν επιθυμεί να λάβει μέρος σε κάτι, λέει:
- Θωμά, θα έρθεις το βράδυ στη συγκέντρωση;
- Θα έρθει ο Φούφουτος!
(=δεν θα πάει ο Θωμάς, κάτι δεν του αρέσει...).
Η ιστορία με τον Οδυσσέα και τον Πολύφημο, όπου ο Οδυσσέας ονοματίζει τον εαυτό του ως Κανένας, δείχνει πόσο μακριά πίσω στο χρόνο πάει ο Φούφουτος!
Got a better definition? Add it!