Further tags

Όρος της πόκας. Κακό πράμα γενικώς κι εκνευριστικό για το υπόλοιπο καρρέ, αφού ο καραμπίνας κάνει τα εξής faux pas:

(α) Αφού έχει πάρει κάποια κόλπα κι έχει μαζέψει ένα πακέτο μπροστά του, πάει πάσο συ-νέ-χει-α, προσπαθώντας να διαφυλάξει τα κεκτημένα.

(β) Σα να μην έφτανε αυτό, σε κάποια φάση κι αφού έχει πασάρει περί τις 3,256 φορές, ανακοινώνει -ενώ ακόμη το παιχνίδι είναι σε καλό σημείο και δεν προμηνύεται ότι θα τελειώσει σύντομα- ότι σε ένα γύρω από το χέρι του θα πρέπει δυστυχώς να αφήσει το καρρέ γιατί θα φύγει η μπέιμπυ-σίττερ, αύριο έχει να ξυπνήσει ποοοοολύ νωρίς, η γυναίκα του δεν αισθανόταν και πολύ καλά και ανησυχεί, άσε που πρέπει να γουρδώσει το περπούτσι παράμοιρα...

- Κούκος μονός παζ σε ένα ταμπλό.
- Ναι... μη μου βγάλετε σ' αυτή τη γύρα γιατί πρέπει να κάνω ένα τηλέφωνο... Α, και μάλλον πρέπει σε λίγο να την κάνω γιατί...
- Γιατί είσαι μέγας καραμπίνας ρε γκιόζη. Μας έχεις φλομώσει στο πάσο εδώ και μία ώρα... Άντε τον πούλοβιτς μπας και παίξουμε καθόλου, το φελέκι μου μέσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην ιατρική διάλεκτο, ο νευρολόγος ή και, δευτερευόντως, ο καρδιολόγος.

Σε έχει δει ηλεκτρολόγος ή θα σε δει κατόπιν αορτής;

(από patsis, 02/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην ιατρική διάλεκτο ο ορθοπεδικός.

- Τελικά είναι ορθοπαιδικός ή ορθοπεδικός;
- Πέσ' το μαραγκός να τελειώνουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως σωστά έχει επισημανθεί από πολλά άτομα, οι λέξεις που σχετίζονται με την ιδιότητα του μαλάκα στη χώρα μας είναι πάρα πολλές. Όπως οι Εσκιμώοι έχουν τις... λέξεις για τον πάγο και το χιόνι, οι Κοζάκοι για τα άλογα (βλ. σχόλιο Βασίλη-7 στο λήμμα μαλέφας), εμείς έχουμε τις... λέξεις για τον μαλάκα.

Διακεκριμένοι επιστήμονες, έχουν γράψει τις... μελέτες για την επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος στη γλώσσα. Έτσι εξηγείται ο λόγος για τον οποίον, στη χώρα που άκμασε προ αιώνων το αθάνατο αρχαίο ελληνικό πνεύμα και ακμάζει σήμερα η μαλακία, έχουμε πολλές μαλακοειδείς λέξεις.

Αν ήταν, η μαλακία επιστήμη... τότε στα σίγουρα, η κάθε σχετική λέξη με τη λέξη μαλάκας, θα μπορούσε να σχετίζεται με έναν αυτόνομο μεταπτυχιακό κύκλο σε κάποιο πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ (πού αλλού;)

Ο όρος «μαλάκας υπηρεσίας», θυμίζει αξιωματικό υπηρεσίας, λοχία υπηρεσίας, κλπ, αλλά εδώ είπαμε... έχουμε να κάνουμε με μαλάκα. Για να δούμε λοιπόν, σε ποιες περιπτώσεις θα μπορούσε να αναφερθεί ο όρος;

Ως μαλάκας υπηρεσίας θα μπορούσε να θεωρείται:

- Κάποιος μαλάκας (μαλακάκος, μαλάκας με πατέντα, γκράντε μαλάκας, οποιοσδήποτε. Όλοι οι καλοί μαλάκες χωράνε) που σε δεδομένη στιγμή λέει, ή κάνει κάποια μαλακία, υπηρετώντας έτσι την «επιστήμη» της μαλακίας.

- Κάποιος που χωρίς να θεωρείται μαλάκας, είπε ή έκανε σε ανύποπτο χρόνο ερασιτεχνική, εθελοντική προσφορά στη μαλακία. Μπορεί να 'χε το ακαφελόγιστο, μπορεί να 'ταν μπαγιάτικο μύδι απ' την εξάντληση... Δεν παίζει ρόλο. Την προσφορά του, την έκανε.

- Κάποιο πρόσωπο με θεσμοθετημένο ρόλο, αντί να υπηρετεί το ρόλο που του ανετέθη, φαίνεται πως υπηρετεί άλλο ρόλο. Το ρόλο του μαλάκα. Φυσικά, μαλάκας υπηρεσίας θεωρείται κι αυτός που συνέβαλε σ' αυτό. Π.χ: θεωρείται έτσι, ένας μαλάκας πρωκτυπουργός, αλλά κι ο «κυρίαρχος» λαός που τον ψήφισε.

Σε αυτή τη χώρα πάντως, από δυο πράγματα δεν πάσχουμε. Από ελπίδα και από μαλακία. Γι' αυτό και μονίμως τρέφουμε ελπίδες, για τον νέο πρωθυπουργό (που μπορεί να είχε ξανακυβερνήσει στο παρελθόν και να φόρτιζε στο μεταξύ σε φάση αγρανάπαυσης). Κάνουμε τη μαλακία να τον ψηφίσουμε, και μετά σα μαλάκες της παρέας, τρώμε στη μάπα ένα ακόμα μαλάκα με πατέντα. Αφού σιγουρευτούμε πως τη φάγαμε, αγνοώντας πως το 'χουμε ξανά δει το έργο (λες κι είναι ταινία της Φίνος Φίλμ), ανυπομονούμε για το πότε θα 'ρθει η ώρα, να ξανακάνουμε τη μαλακία, να βγάλουμε τον επόμενο μαλάκα.
Ρε αν η ελπίδα κι η μαλακία είχαν αξία, ζάπλουτοι θα 'μασταν.

- Κάποιος γκόμενος κάποιας, από κάποιους πρώην της (που αυτή έτζασε), ή από κάποιους επίδοξους εραστές της (που τους πρόσφερε χυλόπιτα).

  1. Από πρόσφατο αληθινό περιστατικό στην εταιρεία.

Οι υπάλληλοι βαράνε μαλακία στους κουλούς (τουτέστιν δεν κάνουν τίποτα) και το 'χουν ρίξει σε κοινωνική κριτική. Σε κάποια φάση γίνεται κουβέντα για τη μαλακία κάποιου, που σημειωτέον δεν είναι ο μοναδικός μαλάκας της παρέας. Ξαφνικά... εμφανίζεται ένα άτομο (Γιάννης) και φτάνει ακριβώς, στο εξής σημείο της κουβέντας.

Βασίλης:
- Βρήκε ο μαλάκας φθηνό απορρυπαντικό στα Λίντλ κι αγόρασε 170 κιλά!
Γιάννης:
- Χα! Ποιος ήταν ο μαλάκας υπηρεσίας βρε παιδιά; Έχουμε πολλούς, που να πάρει.

  1. - Καλά ρε μεγάλε... Να κάνει τη μαλακία κανένας άσχετος να πω εντάξει. Αλλά εσύ που 'σαι γκουρού σ' αυτά, να πας να πιστέψεις τις μαλακίες αυτού του μπιριμπριτζή πωλητή και να αγοράσεις αυτή τη.... μπαγκατέλα; Τίποτα. Τίποτα. Ήσουν ο μαλάκας υπηρεσίας κι η υπηρεσία σου μόλις τελείωσε. Ας μην το κρύψωμεν άλλωστε.

  2. - Αισθάνομαι μαλάκας υπηρεσίας όταν με την ψήφο μου συμβάλλω στο να έρθουν στην κυβέρνηση οι αποτυχημένοι του παρελθόντος.
    - Μην απογοητεύεσαι. Είμαστε απόγονοι των Αφελίμ φίλε. Με δυο λόγια: Μαλάκες είμαστε, μαλακίες κάνουμε, μαλάκες βγάζουμε. Λογικό δεν είναι;
    - Μαλάκες οι απόγονοι των Ε;
    - E... Αυτή σου τη μαλακία πάλι που την πας; Mα άευροςάνθρωπος, να πηγαίνεις να χρεώνεσαι, για να αγοράζεις τα βιβλία του εθνικού συνωμοσιολόγου;

  3. - Τώρα, η παλιοπουτάνα, έχει μαλάκα υπηρεσίας τον Τέρη.
    - Για την πρώην σου, που σε έτζασε, λες, ε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H λέξη γωριλάς, προκύπτει εκ των λέξεων γορίλλας και ωριλά.

Αναφέροντας τον όρο, αναφερόμαστε εμφατικά στον ωτορινολαρυγγολόγο (ωριλά) που, κρύβοντας άγριες διαθέσεις γορίλλα μέσα του, δεν ενδιαφέρεται να γιατρέψει τους ασθενείς του, αλλά να γιατρέψει την ασθένειά του, που δεν είναι άλλη από την φιλαργυρία του. Αυτός θεωρεί την ανάγκη του άλλου πηγή γιατρειάς της δικής του ανάγκης (ματαχρή).

Εννοείται πως βλέπει τους ασθενείς ως πελάτες. Ξέρει πως ο κόσμος δίνει πρώτη προτεραιότητα στο θέμα της υγείας του, γεγονός που το εκμεταλλεύεται σαν πονηρή αλεπού και έτσι προσπαθεί να σφάξει οικονομικά, τους δόλιους τους ασθενείς. Καλό λαμόγιο!

Μπορεί να έχει γνώσεις & δεξιότητες γορίλλα σε ωριλά θέματα (με την έννοια πως δεν κατέχει το άθλημα). Ωστόσο όμως, μπορεί να είναι γάτος που, με τα επικοινωνιακά του παιχνίδια, να μπορεί να τουμπάρει τα μπιφτέκια ανάποδα, παγιδεύοντας τον ασθενή. Μιλάμε ωστόσο για παιχνίδια με ημερομηνία λήξεως, αφού αργά ή γρήγορα θα φανεί η αλήθεια.

Ένας τέτοιος γωριλάς θα μπορούσε, χωρίς να είναι ικανός να κάνει τίποτα ουσιαστικό για τον ασθενή, να βρίσκει τρόπους να δικαιολογεί την απραξία του. Με διάφορα επικοινωνιακά τεχνάσματα θα μπορούσε να συντηρεί στον ασθενή την ελπίδα, για να μπορεί να τον αρμέγει κανονικά. Θα μπορούσε ακόμη, να του κάνει τη... ζημιά στο χειρουργείο και να τη δικαιολογήσει κι από πάνω. Εμ... Σαράντα χρόνια... Γιατρός σπούδασε, ή δικηγόρος;

Αποτείνω τις ευχαριστίες μου στον ΡΤΠ, που με τη διεισδυτική ματιά του, ως σκυλί γατόνι, θεώρησε πως ο όρος θα μπορούσε να έχει χρηστική αξία και ανέβασε το λήμμα στο Δ.Π. Θένκια επίσης στην ironick που άνοιξε το δρόμο στο λήμμα ωριλά, αλλά και στον Βράσταμαν που, αφενός συνέχισε τον δρόμο μιλώντας για τους ωτορινολαρυγγοφάγους, αφεδύο, επειδή ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο γωριλά στα νερά μας (slang.gr), και αφετρία για το κατάλληλο μήδι του, που επισυνάπτω και εδώ.

Σημείωση

1) Οπως έχει αναφερθεί και εδώ αλλά όπως φαίνεται και εδώ (βλ. σχόλια), δεν μιλάμε για όλους τους ωτορινολαρυγγολόγους. Μιλάμε για τους κακούς ωριλάδες που αμαυρώνουν τη φήμη των καλών συναδέλφων τους.

2) Ο γωριλάς έχει κάνει την... πλαστική, ώστε να μη διακρίνει κανείς εύκολα το γορίλλα που κρύβει μέσα του.

3) Όπως φαίνεται, οι γωριλάδες σφάζουν. Κάποιοι βεβαίως σφάζουν με το γάντι (χειρουργικό, ή μεταφορικό).

4) Την ιδιότητα κάποιου να πλουτίσει εκμεταλλευόμενος άλλους δεν την έχουν, κατ' αποκλειστικότητα, οι αναποτελεσματικοί ωριλάδες. Θα μπορούσαν να την έχουν οι πάντες που, ανεξαρτήτως επαγγέλματος, σκέφτονται με αντίστοιχο τρόπο (απομύζηση κόσμου) και τους τυχαίνουν οι κατάλληλες ευκαιρίες για να το κάνουν.

5) Υπάρχουν παραδείγματα που αντανακλούν πρακτικές και επικοινωνιακά τερτίπια γωριλάδων. Για λόγους αποφυγής πλατειάσματος, παραπέμπω σ' αυτά, στα σχόλια μου, στο λήμμα ωριλά. Εκεί, διακρίνονται εύκολα αυτά που πληρούν τον ορισμό «γωριλάς».

Συζήτηση, κάπου στη Αθήνα.
- Άλλα σου λέω, αλλά ακούς. Βγάλε τα γράσα απ' τα αυτιάεπιτέλους.
- Άσ' τα... Αφενός έχω καραμπινάτο ωριλά πρόβλημα και αφεδύο, έχω πρόβλημα στο ότι δεν μπορώ να βρω σωστόν ωριλά. Έχω πάει σε δέκα και οι δέκα ήταν γωριλάδες, άρτι αφιχθέντες από τη ζούγκλα. Τους έδιωξε ο Ταρζάν κι ήρθαν στην Μπανανία. Άσ' τα... Είτε έπεφτα σε άσχετους μπλαμπλαδολόγους, είτε σε χασάπηδες, είτε σε εκμεταλλευτές του κερατά. Δεν ψάχνω για γαμημένο ωριλά. Όχι. Για ωριλά ψάχνω. Ξέρεις κανέναν;
- Ναι ξέρω έναν ωριλά με Ω κεφαλαίο. Αλλά είναι στη Θεσσαλονίκη.
- Ναι ρε και εγώ ξέρω κάποιον υπόγειο. Με τον πόνο μου παίζεις;

Βραστό μήδι (από GATZMAN, 21/04/09)Ιπποκράτης:Δε θα μπορούσα ποτέ να φαντάστώ πως κάποιος γωριλάς, θα έδινε τον όρκο μου. Ποιός είμαι ο Ταρζάν, ή ο Μάκης; (από GATZMAN, 21/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εργασιακή απασχόληση που έχει να κάνει με τον σχεδιασμό-υλοποίηση εγκαταστάσεων φωτισμού όπως επίσης και τη διακόσμηση χώρoυ.

- Ρε Γιώργο δε με είπες, τι δουλειά κάνει ο Στάθης ;
- Φίλε Μήτσο, ο Στάθης είναι Light-Designer!
- Ααααα! Φωτάς δηλαδή!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φραπομούνα, η νέα -μούνα, που, αν δεν την είχε ανακαλύψει ο Vrastaman, θα έπρεπε να την εφεύρουμε, συνδυάζει δύο από τις μεγαλύτερες εποποιίες του σάιτ μας: Την saga του φραπέ και την saga της -μούνας. Πρόκειται για μια ιδεώδη σλανγκική σύνθεση, μια σλανγκική Dream Team, που θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με μια *λολομούνα, ένα *λολοφραπέ, ή ένα frappé dentatum, τα οποία δεν μπορούν να υπάρξουν, οπότε την καθιστούν μοναδική.

Νιώθω μικρός για να περιγράψω τοιαύτη σλανγκική οντότητα. Οπότε περιμένοντας να συμπληρωθώ ή και να διαψευστώ από έτερο Σλάνγκο επιθυμώ ως νύξη μονάχα να εισαγάγω μια ρεβιζιονιστική υπόθεση εργασίας.

Αν ως φραπεδιάρα εννοούμε την επαγγελματία του φραπέ και φραπαιδοιάρα (κατά Γκατσάνδρα) την μουνάρα τοιαύτη, τότε η φραπομούνα είναι ο generic term, που περιλαμβάνει και τις ερασιτέχνιδες και ίσως κυρίως αυτές.

Κι έρχομαι στον ρεβιζιονισμό: Μια περίπτωση φραπομούνας παρουσιάζει ο Luis Bunuel (Ισπανός, άρα μεσογειακή διαστροφή) στην ταινία του «το Ημερολόγιο μιας Καμαριέρας» (Le Journal d' une Femme de Chambre) με Μισέλ Πικολί και Ζαν Μορώ (ή Μωρό;). Εκεί η φραπομούνα είναι μια θεούσα, που δεν θέλει να κάνει σεξ με τον άντρα της σε περίοδο νηστείας, και ο εξομολόγος της την συμβουλεύει να κάνει φραπέ για το καλό και των δύο. Καθότι το φραπέ (εφόσον γίνεται αλτρουιστικά) σε αντίθεση με το γαμήσι δεν είναι θανάσιμο αμάρτημα. Φραπεδιασθείς ήταν ο Μισέλ Πικολί, αναπληρωματική φραπεδιάρα το Ζαν Μωρό, κύρια φραπομούνα η Françoise Lugagne.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι γενικά εφόσον το φραπέ: α) Αφενός είναι κάτι εξαιρετικά αλτρουιστικό που δεν προσπορίζει ηδονή στην γυναίκα. β) Αφεδύο, είναι κάτι που δεν χαρακτηρίζει μια πιο τελειωμένη κοπέλα (με την καλή έννοια), όπως το στοματικό και το πρωκτικό.

Τελικά, το φραπέ χαρακτηρίζει μια κατά βάση συντηρητική γυναίκα, η οποία είναι ενσωματωμένη σε πατριαρχικές δομές, αλλά χωρίς να γίνεται σκλάβα του σεξ. Θέλει να παρέχει ηδονή στον κύρη του σπιτιού και να τον οδηγήσει στην ολοκλήρωση. Αυτό φαίνεται και σε περιπτώσεις, όπου λόγω περιόδου, προχωρημένης εγκυμοσύνης, ίσως πένθους, ή κάποιου ψυχολογικού λόγου, ή λόγου υγείας, η φραπομούνα δεν μπορεί να κάνει κολπικό σεξ, αλλά δεν είναι και έτοιμη να πει στον παρτενέρ της μεγαλόψυχα κι αν έχω και περίοδο, έχω και άλλη δίοδο ή να γίνει τίγραινα για χάρη του έρωτά τους. Είναι όμως πρόθυμη να παράσχει απλόχερα το καφέ της Χαράς.

Οπότε την φραπομούνα την αντιλαμβάνομαι βασικά ως μια παραδοσιακή μορφή της καλής νοικοκυράς, που είναι δούλα και κυρά, μιας ευμενούς δέσποινας που ξέρει να τηρεί τις ισορροπίες για να στηρίξει το σπιτικό της.

Βεβαίως, ίσως αδικώ το φραπέ παρουσιάζοντας το ως γινόμενο μόνο εξ ανάγκης (περίοδος, εγκυμοσύνη, λόγοι υγείας). Μπορεί να γίνεται και στα πλαίσια μερακιών στα προκαταρκτικά ή και στα άφτερ, ή από τον πρώτο γύρο στον δεύτερο και το νιοστό στα πλαίσια ορθοπεϊκής ασκήσεως. Ή όταν οι παρτενέρ ροντάρουν κι είναι σαν δυο παιδιά που ανακαλύπτουν τον κόσμο. Σε κάθε περίπτωση πάντως η φραπομούνα μου κάνει για χειρώναξ και μου θυμίζει αυτές τις δυνατές Ελληνίδες της παράδοσής μας, που ήξεραν να στηρίξουν το σπίτι τους, το νοικοκυριό, τον Ελληνισμό. (Άλλωστε, όταν οι άλλοι δεν είχαν ακόμη ανακαλύψει τον καφέ, εμείς είχαμε αναγάγει σε τέχνη το ανασεισιφαλλίζειν).

Τα πράγματα αλλάζουν με τις επαγγελματίες φραπομούνες. Αφενός είναι οι φραπεδιάρες των ευαγών ιδρυμάτων. Που κι αυτές στο κάτω κάτω είναι συγκριτικά αξιοπρεπείς παρουσίες. Όπως και οι φραπομούνες διαφόρων στυλ peep show (όχι απαραίτητα πιπ σόου), ιδίως στο εξωτερικό, που κι αυτές μπορεί να είναι πτωχές πλην τίμιες βιοπαλαίστριες, όπως έδειξε πρόσφατη αγγλική ταινία. Αφεδύο, πρωταγωνίστριες τσόντας που ρίχνουν τον φραπέ είτε για λόγους ορθοπεϊκής, είτε στην τελική διασπερμάτευση, κατά το διαφημιστικό σλόγκαν μην τα πιείτε, λουστείτε.

Ενδιάμεση κατηγορία μπορεί να αποτελέσουν οι παιγνιώδεις φραπομούνες, που το εξασκούν σε λάθος ώρες, λ.χ. κατά την οδήγηση, αντί ξυπνητηριού, για να σου αποσπάσουν την προσοχή από την δουλειά ή από την λημματογράφηση στο slang.gr κ.τ.λ. Σε φραπομούνες αποδίδονται πολλά από τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα εν Ελλάδι.

Συνώνυμο: αυνανισμός à deux (κατά το ναρκισσισμός à deux).
Υπερθετικό: φραπομούνα με ρόζους.
Αντίστοιχο του vagina dentata: φραπομούνα με νύχια, vagina unguita.

- Τά 'μαθες; Θα κυκλοφορήσει το σίκουελ του Teeth! Λέγεται Nails κι έχει πρωταγωνίστρια μια φραπομούνα που ευνουχίζει τους εραστές της με τα νύχια της!
- Ετς! Γουστάρω! Θα φχαρστθούμε ταινία τρόμου! Μόνο μπλακ δικέ μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επαγγελματικός κλάδος με την εύσλανγκο κατάληξη -άς, που είναι πιο αντιπαθητικός από τους πληκτράδες, φωτάδες κτλ. Είναι αυτοί που σε προετοιμάζουν για Εξετάσεις Έκθεσης, μαθαίνοντάς σου πώς να λύνεις το πρόβλημα της αστυφιλίας και της αλλοτρίωσης του σύγχρονου ανθρώπου.

Στα 18 μου έλυσα το πρόβλημα της αστυφιλίας και της αλλοτρίωσης, χάρη στον εκθεσά μου. Στα 30 μου, όμως, δεν έχω λύσει ακόμη το πρόβλημα της ανεργίας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το εκθεσάς, είναι αυτός που σε προετοιμάζει για τους διαγωνισμούς Α.Σ.Ε.Π. Άλλη μισητή φυσιογνωμία.

Κι αν σε προετοιμάζει κι ασεπάς, στην Ίφκινθο με την αράδα σου θα πας! (στην καλύτερη των περιπτώσεων!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το είχα διαβάσει στο Nitro προ 15 ετίας σε άρθρο με σλανγκιές.

Βάμβακας είναι το τελειωμένο πρεζόνι, που έχει φτάσει να σουτάρει τα υπολείμματα της ηρωίνης που βρίσκονται σε βαμβάκια από προηγούμενες χρήσεις του (ή και χρήσεις άλλων, οπότε μιλάμε για πραγματικά τελειωμένη φάση). Σκληρό μεν, αλλά σλάνγκ.

- Πω ρε φίλε, κοίτα τον βάμβακα πώς έχει γύρει! Θα φάει τα μούτρα του!
- Δεν παίζει! Μπορεί να κάνει «καθίσματα» για δύο μέρες συνεχόμενα, αλλά δεν πρόκειται να πέσει - στο τσακ πάντοτε το σώνει!

(σ.σ. μεγάλη αλήθεια, προερχόμενη απ' την παρατήρηση)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified