Further tags

Λανθασμένα, το επάγγελμα του ηλεκτρολόγου μηχανικού.

Εδώ επικρατεί μεγάλη σύγχυση. Αρχικά, όλοι οι απόφοιτοι του Πολυτεχνείου (αρχικά ήταν μόνο ένα, το Μετσόβιο, αλλά σήμερα υπάρχουν περισσότερα πολυτεχνεία, όπως επίσης και πολυτεχνικές σχολές στα πανεπιστήμια) έχουν την ιδιότητα του μηχανικού: ηλεκτρολόγος μηχανικός, χημικός μηχανικός, μηχανολόγος μηχανικός κοκ. Η ιδιότητα του μηχανικού δίνει κάποια δικαιώματα, όπως να χτίζεις κτίρια πέραν κάποιου μεγέθους, να φτιάχνεις ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις κλπ. Η σύγχυση προκλήθηκε αφενός γιατί στο μυαλό πολλών μηχανικός = αυτός που ασχολείται με μηχανές (δηλ. αυτό που κανονικά λέγεται μηχανολόγος) και γιατί παλιότερα (ως τη δεκαετία του 1970) υπήρχε στο Πολυτεχνείο ενιαία σχολή ηλεκτρολόγων - μηχανολόγων (σήμερα έχουν διαχωριστεί), οπότε κάποιος όντως αποκαλούταν ηλεκτρολόγος - μηχανολόγος (σκέτο, χωρίς το μηχανικός).

Μου κάνει πιο πολύ για μπαμπαδισμός, λόγω της συσχέτισης με περασμένες δεκαετίες, αλλά λέγεται και από νεότερες γενιές.

- Ο γιος μας, ηλεκτρολόγος μηχανολόγος, έγινε πιτσαδόρος, ας όψεται το ΠΑΣΟΚ! (από αξέχαστο προεκλογικό σποτάκι της ΝΔ)

Υπήρχε καλύτερη Ελλάδα και τη θέλαμε... (από earendil_ath, 20/09/12)Won\'t you please help me, I\'m screwed you see. (από Galadriel, 21/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συχνά χρησιμοποιείται με την έννοια του γλείφτη, σφουγγοκωλάριου, της βδέλλας που κολλάει και απομυζά, κ.λ.π.

Κολαούζος ωστόσο αντιθέτως σημαίνει οδηγός, μπροστάρης (εκ του Οθωμανικού kilavuz, που σημαίνει οδηγός).

Οι οδηγοί των καραβανιών της βαλκανικής τα έλεγαν τα άλογά τους κολαούζους, δηλ. οδηγούς, διότι ήξεραν το δρόμο (π.χ Γιάννενα – Βουκουρέστι), και έτσι ενώ ο αναβάτης μπορούσε να αποκοιμηθεί στο σαμάρι, αυτά πήγαιναν μόνα τους, χωρίς έλεγχο των χαλινών. Αν κάποιος δεν ήξερε το δρόμο, έπαιρνε ένα κολαούζο (άνθρωπο και άλογο) και έβρισκε το δρόμο του προορισμού του. Εξ ου και το «χωριό που φαίνεται, κολαούζο». Ο πιο γνωστός κολαούζος της ιστορίας των ελληνικών καραβανιών της Βαλκανικής ήταν ο Γιαννιώτης Ρόβας («Ο Ρόβας εξεκίνησε, μεσ’ τη Βλαχιά να πάει, νύχτα σελώνει τ’ άλογο, νύχτα το καλιγώνει..»).

Πηγή: Δημ. Σταθακόπουλος, 24grammata.com

Χωριό που φαίνεται, κολαούζο δε θέλει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη μουαρέ δεν έχει να κάνει με το «μου αρέσει», αν και χρησιμοποιείται στη γλώσσα των νέων από όσο ξέρω. Είναι παλιά αργκό έκφραση, και χρησιμοποιείται για κάποιον που δε ξηγιέται ωραία, δεν συνεργάζεται σωστά πχ στον εργασιακό μας χώρο, κυρίως σε τυπογραφία (γραφικές τέχνες).

Εδώ να εξηγήσω γιατί κυρίως χρησιμοποιείται από τυπογράφους και γενικά ανθρώπους του κλάδου. Η λέξη μουαρέ πραγματικά σημαίνει το ανεπιθύμητο σχέδιο που βγαίνει όταν δεν συμπίπτουν οι μοίρες στο ράστερ δυο φιλμς. Το μουαρέ σχηματίζεται είτε λόγω εκτύπωσης με ελαφρά μετατόπιση δύο τουλάχιστον χρωμάτων, είτε λόγω χρήσης κακής γωνίας η μεγέθους του ράστερ των φιλμ.

Στελλάκη κάνεις μουαρέ, να πούμε.

(από Khan, 06/10/12)μουαρέ (από horeutakis, 06/10/12)

βλ. και κάνω νερά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαϊδευτικά:

  1. ♪♫ Να κατέβω στο κέντρο να δω κάνα δισκάκι
    είχα καιρό να πάρω κανένα χιπχοπάκι ♪♫
    (ΗΜΙΖ, Υο!)

- Για μπείτε και κατεβάστε (είναι φρι ντε) το χιπχοπάκι που συμετέχει και η καλύτερη τραγουδίστρια που έβγαλε αυτός ο πλανήτης!!!!
(Υο Υο!)

  1. - Αφιερωμένο στο Ιεροφάντη ή Mech10 που είναι χιπχοπακι παλιο και ατομο με γνωση και δυναμη. (Καρα-Υο!)

- Τ' άκουσι η μεγάλη'μ η κόρη'μ που είνι χιπχοπάκι στο γούστο κι έμινε'μ. Χωρίς πλάκα, το παιδί κοιτάει ακόμα το κενό σα να έχει πιει 3 μπάφους μαζί. Μήπως πρέπει ν' ανησυχώ;
(είμαι από χωρ-ΥΟ!)

(από Khan, 11/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι τραχειοτομημένοι, διασωληνωμένοι και ενίοτε χωρίς εγκεφαλική λειτουργία ασθενείς που δέχονται περίθαλψη μέχρις εσχάτων σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.

Μακάβρια ιατρική αργκό.

- Πως πάει η δουλεία;
- Κλασικά στον ΕΚΑΒ... όλη μέρα παραλαμβάνω πτώματα με εξιτήριο από ιδιωτικές κλινικές και τα περιφέρω από νοσοκομείο σε νοσοκομείο του Ε.Σ.Υ. μπας και βρεθεί κρεβάτι σε Μ.Ε.Θ....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως το επάγγελμα της στριπτίζούς θεωρείται υποτιμητικό, έτσι και προγραμματιστές οι οποίοι βασίζονται εκτενώς σε χρήση έτοιμων script θεωρούνται κατώτερης ικανότητας από τους συναδέλφους τους.

Ο Ιβάν είναι μεγάλη σκριπτιτζού, να'ναι καλά το google και τα forums του arch linux..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζούμε σε ενδιαφέρουσες εποχές: ακατανόμαστα καράβια βγήκαν στη στεριά και πιάσανε τα όρη σαν συνέπεια μιας αχαρτογράφητης ανωμαλίας στο συνεχές του χρονοχώρου.

Χάθηκε κάθε αρχιμήδειο παστό. Εξ ουστ και το ανά οθόνης λήμμαν που εκσφενδονίζουν μεταξύ τους αλλόκοτα μεταλλαγμένες (π)ορδές ορφανών με μισοάδεια τα τηγάνια.

- Τα «ορφανά» του ΠΑΣΟΚ βρήκαν στέγη στην Κουμουνδούρου. Παλιοί συνεργάτες του Ακη Τσοχατζόπουλου και πρώην πολιτικοί φίλοι του Γιώργου Παπανδρέου φέρεται να έχουν συμβάλει στην οργανωτική ανασύνταξη και την εκλογική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ
(εδώ)

- Χρυσή αυγή τα ορφανά του χίτλερ, ο καλύτερος προστάτης της κατοχικής κυβέρνησης..... (εκεί)

- Υπέρ της ανθελληνικής προπαγάνδας τα ορφανά του Χότζα (ΔΗΜΑΡ) (παραπέρα)

- Δυόσμοι, παστό και τηγάν κινήσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αϊτήδες αποκαλούνται οι πληροφορικάριοι (ή αν προτιμάτε, πληροφορικάντηδες). Εκ του αγγλικάνικου I.T. (ινφομέησιο τεχνόλοντζυ) ή, 'παταετυμολογικά, εκ του Ε.Τ. (έξτρα πρίμα τερρεστριάλ).

Mόνη σχέση με την Δημοκρατία της Αϊτής είναι τα ζόμπι και το βουντού.

Πάσα: notheitis.

- Έτσι λοιπόν χαίρομαι που υπάρχει ένα ενεργό «παράθυρο» σε ένα κόσμο που δεν αποτελείται 99% από καμένους αϊτήδες, γκοθοπατέρες, καταστραμμένους παίχτες ΜΜΟ και άλλα περίεργα πλάσματα της διαδικτυακής νύχτας.
(εδώ)

- Milisame omws me tous aitides (IT) zitisame, pirame, dwsame exigiseis kai telika ti glitwsa ti steni, pou an empaina tha ginotan akoma pio steni, giati min ksexname oti gia giapwnezika dedomena einai kai poly terastios..
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιά για όσους δουλεύουν και αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών (ΔΠΥ). Το φαινόμενο γνωρίζει αυξανόμενη άνθιση σε ολοένα και περισσότερα επαγγέλματα την εποχή των τροϊκανών. Για ενδελεχή και εμπεριστατωμένη ανάλυση, βλ. τον ορισμό και τα σχόλια του λήμματος μπλοκάκι.

Αγγλιστί: new kid on the block.

Ασίστ: sarant και khan.

- Το περίεργο είναι που η λέξη “μπλοκάκιας” λείπει επίσης από το slang.gr, που είναι (εύλογα) πολύ πιο ενημερωμένο από τα μεγάλα έντυπα λεξικά. Για να είμαι όμως δίκαιος, το slang.gr έχει λήμμα “μπλοκάκι” και με εύστοχον ορισμό.
(sarant, Η αβάσταχτη ελευθερία του μπλοκάκια)

- Έχεις αμοιβή, δεν έχεις μισθό, διότι είσαι κι εσύ ένας μπλοκάκιας: τύποις ελεύθερος επαγγελματίας με υποχρεώσεις μισθωτού, αλλά χωρίς άδειες και δώρα, χωρίς επιδόματα πτυχίου ή οικογένειας, χωρίς δικαίωμα στην απεργία, χωρίς αποζημίωση όταν απολύεσαι και με εξοντωτικές ασφαλιστικές εισφορές στον ΟΑΕΕ που ξεπερνούν το ήμισυ του μισθού σου και πληρώνονται ανεξαρτήτως του αν δουλεύεις ή όχι.
(εκεί)

- Ο Μπλοκάκιας, ο Μπιρμπίλης κι ο Μεχμέτ Αγάς ... (παραπέρα)

Το άσμα του μπλοκάκια (από Khan, 04/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified