Further tags

Συνώνυμο του πουτσοχώραφο.

Μέρος γεμάτο με άντρες.

- Έχετε γυναίκες στη σχολή σου;
- Μπα φίλε, πουτσολίβαδο είμαστε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάρα πολύ σπάνιο ψάρι που συναντάται πάρα πολυ σπάνια στην παραλία της περιοχής Δουνέικα στο Νομό Ηλείας.
Προσοχή: Εάν τυχόν το συναντήσετε ποτέ, υπάρχει να σας μπει στο κώλο!

Πετράν και Αλέκος είναι καθ' οδόν για Δουνέικα.

Πέτρος:- Ρε μαλάκα τι ακούγετε «μπα μπα μπαπ» κατω απο το αμάξι;
Αλέκος:- Πουτσομούρες θα είναι ρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξακουστό ελληνικό έθιμο. Σε αντίθεση με τα διάφορα πανηγύρια που γίνονται μια φορά τον χρόνο και σε κάποιο μέρος της Ελλάδας, αυτό γίνεται κάθε μέρα σε όλη την Ελλάδα.

Ο εορτασμός γίνεται σε μαγαζιά ή μέρη που μαζεύονται (σχεδόν) αποκλειστικά άντρες (βλέπε αρχιδαριό), οι οποίοι μάλιστα ευελπιστούν κιόλας να βρουν τίποτα γκομενάκια, να γίνει κανένα κονέ. Τα γκομενάκια βέβαια είτε δεν πατάνε σε αυτό το μέρος (αν είναι γνωστός αρχιδόκαμπος), είτε έχουν μεταναστεύσει μετά από την μαζική εισβολή σβέρκων, οπότε απομένει μόνο η ψωλαρία.

Οι γυναίκες δυστυχώς τείνουν να γιορτάζουν μακριά από τη σβερκαρία, σε μέρη θυελλώδη, όπου γίνεται το φημισμένο του μουνιού το πανηγύρι.

  1. - Πού μας έφερες ρε μαλάκα Βαγγέλη; Εδώ θα παίξουμε ξιφομαχία να πούμε!
    - Ρε μαλάκα, την άλλη φορά που είχα έρθει με τη δικιά μου γινότανε του μουνιού το πανηγύρι!
    - Σήμερα έχει πουτσοπανήγυρο φαίνεται...

  2. - Είχε γκόμενες στο πάρτι του Γιώργου χθες;
    - Άσε φίλε, πουτσοπανήγυρος!! Κάτι λίγες είχε, αλλά ήταν καμπιονάτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δρόμος, συνήθως του κέντρου της Αθήνας, με μεγάλη πιθανότητα και συχνότητα εμφάνισης ναρκομανών (κατά προτίμηση σε οριζοντιωμένη στάση).

-Ρε Μήτσο πάμε μια μέχρι Εξάρχεια για κανα μπυρόνι;
-Πωπω ρε φίλε, όποτε βγαίνω μαζί σου όλο σε πρεζοδρόμια κάνουμε βόλτα.

Got a better definition? Add it!

Published

Το μπαρ με «κορίτσια», κοινώς κωλόμπαρο. Επειδή όταν θέλουν επαφή (για ποτά) με πελάτη, πλησιάζουν λέγοντας «πώς σε λένε;».

- Δεν βγαίνω με τον Θανάση. Αυτός μόνο σε πωσελενετζίδικα πάει. Και ξεφορτώνει κανονικά, με ανατρεπόμενο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χώρος όπου κανονίζονται ρουσφέτια με αντάλλαγμα ψήφους, χρήματα ή άλλα ρουσφέτια. Μπορεί να είναι το πολιτικό γραφείο βουλευτή, τα τοπικά γραφεία κόμματος ή κάποιο Υπουργείο ή δημόσια υπηρεσία. Μπορεί, κατά συνεκδοχή, να αναφέρεται και σε έναν ολόκληρο πολιτικό σχηματισμό, ειδικά όταν βρίσκεται στην εξουσία και προβαίνει π.χ. σε συλλήβδην διορισμούς ημετέρων.

Ρουσφετοπώλης είναι αυτός που κάνει ή μεσολαβεί για τα ρουσφέτια.

Σχετικά λήμματα: δόντι, βύσμα, κονέ

- Τους έχει σιχαθεί η ψυχή μου όλους ... Βάλανε τους πρασινοφρουρούςσε όλα τα πόστα οι μεν, ήρθανε οι άλλοι και μας άλλαξαν τα φώτα στο bluetooth ... Δεν είναι κόμματα αυτά, ρε ... ρουσφετοπωλεία έχουν καταντήσει ...

Βλ. και χαυλιόδοντας, bluetooth

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συνάθροιση ανδρών (σβέρκων) αποκλειστικά ή ανδρών σε υπερβολικό αριθμό συγκριτικά με τις γυναίκες.

Συνώνυμα: καραπουτσαριό, αρχιδαριό, αρχιδόκαμπος, ψωλαρία, πουτσοπανήγυρος.

- Πήγαμε στο μαγαζί να χαζέψουμε κανένα γκομενάκι, αλλά μαλακίες!
- Τι, σβερκαρία;
- Αρχιδόκαμπος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημετάδε (είμαι-τάδε) ονομάζεται το πλέον γνωστό αξιοθέατο στο αγαπητό σε όλους μας νησί, την Ίφκινθο... Το σημετάδε ατενίζει από ψηλά τις κρυστάλλινες παραλίες της Ιφκίνθου που βρέχονται από τα καταγάλανα νερά της Μεσογείου καθώς και τα γραφικά στενοσόκακα της χώρας. Μπορείς να το δεις με το που προσεγγίζεις το μακρινό, αλλά συνάμα κοντινό στις ψυχές μας, νησί από το μικρό καϊκάκι που θα σε μεταφέρει σ' αυτόν τον επίγειο παράδεισο... Περισσότερες πληροφορίες πάνω στο νησί.

- Μάλιστα, στην Ίφκινθο φίλε μου...
- Ίφκινθο;...
- Εκεί είναι και το σημετάδε αν έχεις ακουστά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σουηδανία, η [ουσ., κύριο όνομα]

Εξωτική χώρα την οποία πανάρχαιοι χάρτες τοποθετούν βόρεια της Ατλαντίδας, 1000 ναυτικά μίλια ανατολικά της Φρουτοπίας.

Είναι παγκοσμίως γνωστή για τους κατοίκους της οι οποίοι για ανεξήγητους επιστημονικά λόγους φέρονται να είναι όλοι θηλυκά, περί τα δύο μέτρα ύψος, με ξανθά μαλλιά και στήθη που παραπέμπουν σε διαφήμιση του γάλα Αρόζα. Οι εν λόγω κάτοικοι αποδημούν μαζικά κάθε καλοκαίρι στα νησιά του Αιγαίου προς γενική τέρψη όλων των φυλών παραθεριστών (ακόμα και των αλάδωτων).

Τα ανωτέρω χαρακτηριστικά καθιστούν τις κατοίκους της Σουηδανίας την ιδανική προέλευση τουριστών οπουδήποτε νοτίως της Θάσου.

- Τι έλεγε το νησί φετος;
- Μαγεία φιλαράκο, είχε σκάσει καραβιά από Σουηδανία και κάναμε Πάσχα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified