Πολλές φορές κάποιος που πάει κάποιον, τον αποκαλεί ωραίο, με την έννοια πως έχει γαμάτο χαρακτήρα.

Θα μπορούσε λοιπόν, κάποιος άλλος (μιλάμε για ετεροφυλόφιλο, γνωστό του πρώτου ομιλητή), που δεν έχει την ίδια γνώμη με τον πρώτο ομιλητή για τον θεωρούμενο ωραίο και θέλει να αντιδράσει σ' αυτό που άκουσε, να απαντήσει με ειρωνικό στιλ: «χύνω όταν τον βλέπω», κάνοντας κατάλληλες κινήσεις της γλώσσας του σώματος (ανασήκωμα των βλεφάρων, κούνημα κεφαλιού, αργόσυρτη φωνή, κ.λπ.).

Τι πετυχαίνει έτσι;

Δίνει απαξιωτικά και ειρωνικά, με έμμεσο τρόπο, στον άλλο να καταλάβει, πως έχει εντελώς διαφορετική άποψη. Γι’ αυτό και δηλώνει εμφατικά «χύνω όταν τον βλέπω» (άτοπο: και το ερωτικό άναμμα, αλλά και προφανώς η αμεσότητα εκσπερμάτωσης), σε συνδυασμό με τη γλώσσα του σώματος του, την ώρα που λέει την ατάκα (βλ. παράγραφο 2).

Είναι προφανές, πως μέσω αυτής της αντίδρασης του, έχει μέσα του μαζεμένα τα... φορτία, για τον ωραίο της υπόθεσης. Η εκφραστικότητά του δε, μπορεί να γίνει τόσο αποτελεσματικότερη, όσο πιο ενθουσιώδης εμφανίζεται ο πρώτος ομιλητής.

Μήτσος:
- Πολύ τον πάω το Γιάννη. Φανταστικός τύπος! Ωραίος!
Πέτρος (με ειρωνικό ύφος):
- Ναι βέβαια. Τι να σου πω; Χύνω όταν τον βλέπω!

Δες και γειώσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλάκις αναφερόμεθα εις αλλοδαπούς το όνομά των μας μπερδεύει και δε μπορούμε να το εκφέρουμε σωστά. Πλην όμως πρέπει να συννενοηθούμε ότι αναφερόμαστε στο συγκεκριμένο άτομο. Ούτως, μία κοινή ονομασία αν επρόκειτο δια Ισπανό ή Αργεντίνο ή εν πάσει περιπτώσει ισπανόφωνο είναι Jimenes Gavaces (χυμένες γαβάθες). Προσοχή! Η αντίστοιχη Ισπανίδα δεν είναι η πασίγνωση: Μαρία Ντολόρες Χτύπα Τονμου Ώρες! Ούτο παραπέμπει εις... έτεραι καταστάσεις!

Καυλαγόρας: «Εσυναντήθην εχθες αποσπερίς μετά του... εεε... Χουάν... Αντόνιο... α πλέον! Εκουράσθη με τα ακατάληπτα επίθετα των Ιβήρων και λοιπών λατινόφωνων!»

Φιφακλής: «Μην κουράζεσαι φίλτατε σοφολογιότατε! Πες απλά ότι εσυναντήθεις με τον Χυμένες Γαβάθες και ήμεθα εντός!»

Καυλαγόρας: «Μα δεν εχύθει καμία γαβάθα! Που εντός εννοείς; Όπως λέμε: Βατεύω την μ' εαυτόν ιερόδουλη εντός;»

Φιφακλής: «Ωχχχχ.... βατεύω τε και το μ' εαυτόν κέρατο εντός!»

Δες και το λήμμα phonetics και τα σχετικά σχόλια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση με χιουμοριστική ή ειρωνική χροιά που απευθύνεται, ή αναφέρεται σε άτομο που, για ψύλλου πήδημα, είτε παίρνει τα τηλεφωνήματα της αρκούδας, είτε μιλάει στο τηλέφωνο με τις ώρες για διάφορα θέματα. Για τι είδους θέματα μιλάει; Από σοβαρά, μέχρι περί ανέμων και υδάτων. Για οτιδήποτε.

Τη φήμη της εξάρτησης με το τηλέφωνο την έχουν συνήθως οι γυναίκες, αλλά και οι άντρες τις συναγωνίζονται επάξια. Τα άτομα αυτά έχουν φάει την... εξάρτηση και τον... εθισμό.

Στη δουλειά ψάχνουν να βρουν αφορμή να παίρνουν τα... άπειρα τηλέφωνα, για οποιαδήποτε προσωπική υπόθεση σοβαρή ή όχι (π.χ: γιατί έκλασε το γατί; πώς χέστηκε το παιδί; κλπ).

Όσον αφορά τις εταιρικές υποχρεώσεις, κάνουν τα... τηλεφωνήματα καταντώντας μια απλή δουλειά πρότζεκτ, σπαταλώντας τον... χρόνο.

Θυμόνται πάντα τους άλλους στη γιορτή τους. Κι όταν μιλάμε για τους άλλους, δεν μιλάμε απλά για συγγενείς και κολλητούς. Μιλάμε για μια ταξιαρχία άτομα. Η ατζέντα του κινητού τους έχει σίγουρα πάνω από χίλιες καταχωρήσεις. Στις δικές τους γιορτές δε, αποδεικνύονται οι τι - τζέι!

Όταν βρίσκονται εκτός σπιτιού και τύχει να έχουν ξεχάσει το κινητό τους, ή τύχει αυτό να την έχει δει άραβας, τρελαίνονται.

Όταν φέρνεις αυτούς τους τύπους στο μυαλό σου, τους φαντάζεσαι με ένα τηλέφωνο στο χέρι. Πολλές φορές αναρωτιέσαι: πώς δεν παθαίνουν αγκύλωση μ' αυτήν την κατάχρηση;

Σχετικά με τον τίτλο του λήμματος τώρα: Κανονικά θα 'ταν πιο λογικό να μιλήσει κανείς για φυσιοθεραπεία στον ώμο, ή στον καρπό, αλλά μπαίνει ο όρος φυσιοθεραπεία στα δάκτυλα για να εστιάσει έτσι στην ενδόμυχη ανάγκη τους να ξεκινήσουν, την επικοινωνία τους, αλλά και γιατί έτσι, το χιουμοριστικό ή το ειρωνικό στοιχείο του πράγματος, επιτυγχάνεται ευκολότερα.

  1. Ειρωνική χρήση.
    - Καλά ρε Κώστα... Απ' το πρωί είσαι μόνιμα κολλημένος στο τηλέφωνο και κοντεύει μεσημέρι. Και να πω ότι έχεις να πεις και τίποτα το σοβαρό; Κάθε μέρα το ίδιο βιολί. Πού το πας; Θες να πάθεις καμιά φυσιοθεραπεία στα δάκτυλα, μ' αυτό το ατελείωτο μπλα-μπλα σου;

  2. Χιουμοριστική χρήση.
    - Πάλι στο τηλέφωνο είσαι; Πάλι το 'χεις ρίξει στο μπίρι-μπίρι; Εμ, σε βλέπω για φυσιοθεραπεία στα δάκτυλα... Δεν τη γλιτώνεις... Μπουχαχα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαγικό ξόρκι που χρησιμοποιούσαμε στο δημοτικό όταν παίζαμε κρυφτό και αμέσως ελευθερώνονταν όλοι οι φυλακισμένοι. Όταν έφτανες στο σημείου που φύλαγε ο αντίπαλος, έφτυνες δείχνοντας έτσι την αποστροφή σου στο πρόσωπό του και ο τελευταίος έπρεπε να πει «φτου ξελευθερία για όλους» ώστε να ελευθερώσει, σαν άλλη διάσωση του στρατιώτη Ράιαν, τους πιασμένους στο παιχνίδι.

Φτου ξελευθερία για όλουυυυυυυυυυς!!! Πάλι καλά που είμαι εγώ και σας ελευθέρωσα παιδιά! Νίκο.. ξαναφυλάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευθύς εξαρχής: Η έκφραση δεν σημαίνει πρήζω τ' αρχίδια κάποιου.

Σημαίνει, αν την παραφράσουμε, διογκώνω τεχνηέντως τον ανδρικό εγωισμό, την υπεροψία, το αίσθημα ανωτερότητας και εξουσίας κάποιου, με σκοπό είτε να τον δουλέψω ψιλό γαζί, είτε να τον χειραγωγήσω σε συμπεριφορά που με συμφέρει. Διότι πιο εύκολα εξουσιάζεται αυτός που διψά για εξουσία.

Αποτελεί λογικά μια παραλλαγή της έκφρασης φουσκώνω τα μυαλά (κάποιου) όπου, αντί για τον επηρεασμό της ευθυκρισίας και του εγωισμού, γενικά, του «θύματος», επικεντρώνουμε ειδικά στις ανασφάλειες που νιώθει αυτός σαν άντρας ή σαν επικεφαλής άλλων ανθρώπων, ώστε να στηριχτεί ψυχολογικά πάνω μας και εμείς να τον κάνουμε ότι θέλουμε.

  1. - Καλά μιλάμε έχεις πολύ σουξέ!
    - Σοβαρά;
    - Τι λες τώρα! Με το που μπήκαμε σε στάμπαραν δυο παστάκια στην είσοδο.
    - Τελικά ωραίους συνδυασμούς κάνω ο πούστης με τα ρούχα...
    - Με την μιλφατζού που σε καρφώνει από απέναντι τώρα τι θα κάνεις;
    - Καλή ε;
    - Πήγαινε μαλάκα! Βουρ! Και μην το παίξεις ευγενικός! Αυτές γουστάρουν τσαμπουκά και αντριλίκια! Τό 'χεις, τό 'χεις!
    - Έφυγα παιδιά, δεν θα κλείσει μπούτι όλη νύχτα, θα της δώσω το μουνί στο χέρι της καριόλας που κοιτάει κιόλας!
    - Καλά ρε, τι του είπες και έφυγε καρφωτός;
    - Κόψε φάση φίλε, θα πέσει το γέλιο της αρκούδας! Του φούσκωσα τ' αρχίδια και τον έστειλα να την πέσει με στυλ γοριλέ στην γυναίκα του αφεντικού!
    - Μπράβο μαλάκα. Θα μας πετάξουν έξω, θα φάμε και ξύλο... Το μυαλό στην κωλότσεπη τό 'χεις...

  2. - Τρίτο γκρουπάκι κι εσύ ρε σειρά; Το κατσίκι στην σκοπιά θα το φάμε ρε γαμώτο...
    - Κάτσε στην άκρη και κοίτα πως θα με πάει ο δίκας στο δεύτερο γκρουπάκι...
    - Για πε!
    - Θα του φουσκώσω τ' αρχίδια με ένα «παρουσιάστε» και δυο-τρεις παπαριές και μετά θα του πετάξω ότι και καλά ο λοχαγός το παίζει χαλίφης στη θέση του χαλίφη και μου άλλαξε το αδειόχαρτο. Αυτόν θα τον σκίσει κι εμένα θα με στείλει συστημένο σπίτι!
    - Μεγάλη λούγκρα είσαι αδερφέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορικά σημαίνει την επερχόμενη βύθιση, το ναυάγιο όσον αφορά κυρίως στο οικονομικό.

Χρησιμοποιείται, βέβαια, και στον αισθηματικό τομέα, π.χ. όταν μια σχέση ή ένας γάμος οδεύει ολοταχώς προς διάλυση. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται κατά κόρον και στα δημοσιονομικά της Ελλάδας.

  1. Ο Χατζημήτσος βάρεσε κανόνι. Τα λεφτά που μας χρωστάει θα τα πάρουμε του αγίου πούτσου. Πάμε για φούντο!

  2. - Τα 'μαθες; Ο Απόστολος και η Γεωργία πάνε για φούντο.
    - Ε, τι περίμενες; Αυτός είναι πουτσοκέφαλος κι αυτή τον παίρνει απ' όλες τις μπάντες. Πώς θα κάναν προκοπή;

  3. - Πάλι μας βάλαν στην επιτήρηση οι Αλμούνηδες.
    - Τι περίμενες, αφού πάμε για φούντο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ανούσιος, πλην απαραίτητος και ενίοτε διασκεδαστικός, πρόλογος.

Προέρχεται προφανώς από την θεματολογία των σχετικών ταινιών, όπου φερέλπιδες σεναριογράφοι επιθυμούν να δώσουν μια επίφαση καθημερινότητας σε αυτό που θα ακολουθήσει.

Η υπόθεση σε τσόντα έχει αναδειχθεί στην πλέον αφαιρετική και αισθητικά πλήρη μορφή της από τον μαιτρ του είδους, Γκουσγκούνη.

Ντριν, ντριν!
- Ναι;
- Δημητράκη, εσύ είσαι; Ο κυρ Κώστας, είμαι ο διαχειριστής.
- Ναι, κυρ Κώστα.
- Η μαμά τι κάνει, καλά είναι;
- Καλά είναι κυρ Κώστα, μαγειρεύει μέσα (αρχίσαμε τώρα την υπόθεση σε τσόντα)
- Α, μπράβο, να της δώσεις χαιρετίσματα. Κοίτα Δημητράκη, πες τον μπαμπά σου, ότι πήρα για το μαζούτ.....

Ήρθα για το μαζουτ... (από Vrastaman, 07/11/08)(από Khan, 25/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικότατη καθημερινή έκφραση αποδοκιμασίας ή αγανάκτησης. Σα να λέμε τα πιάσαμε τα λεφτά μας, δέσαμε μούτσο, όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφη τραβεστί και δεν συμμαζεύεται.

Βλ. μήδι 1. αατα.

(από Jonas, 27/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που σημαίνει βαρεμάρα, πρήξιμο, ενόχληση κτλ. Συνήθως αναφέρεται σε μια υποχρεωτική διαδικασία.

-Πωπω ρε φίλε, αυτό το δίωρο έκθεσης με σκοτώνει.
-Μεγάλο τσουρέκι ρε συ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Είμαι υπεραπασχολημένος και αγχωμένος με κάτι, είμαι πολυάσχολος.

  2. Ως μεταβατικό ρήμα

(α) τρέχω κάποιον: κρατώ κάποιον απασχολημένο, αγχώνω κάποιον αναθέτοντάς του καθήκοντα. Συνώνυμα: αγγαρεύω (β) τρέχω ένα πρόγραμμα (ζαργκόν πληροφορικής): εκτελώ το πρόγραμμα (γ) τρέχω μία επιχείρηση: διευθύνω/είμαι υπεύθυνος για την επιχείρηση

  1. Ως απρόσωπο ρήμα τρέχει: συμβαίνει (κάτι απρόοπτο).
  1. - Μη χάνεσαι ρε βλάκα έτσι, πάμε για έναν καφέ στην τελική.
    - Δεν προφταίνω ρε συ, τρέχω ακόμη με την διπλωματική. Αν δεν τελειώσει αυτή η μαλακία, δεν με βλέπω να χαλαρώνω καθόλου.

  2. (α) Διδακτορικό είναι αυτό ή χαμαλίκι ρε πούστη; Ό,τι γραφειοκρατία και να προκύψει, εμένα θα τρέξει ο μαλάκας...
    (β) Διόρθωσα εκείνο το μπαγκ που σού 'λεγα, αλλα πάλι δεν μπορώ να το τρέξω το γαμίδι...
    (γ) Έπαθε ένα ατύχημα ο κυρ-Γιώργης, και το ουζερί για την ώρα το τρέχει ο γιος του.

  3. Τι τρέχει ρε, γιατί τέτοια μούτρα; Συνέβη κάτι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified