Further tags

Συντομογραφία των αγγλικών λέξεων «bye bye». Αναλογεί προς τα ελληνικά: «αντίο», «τα λέμε».

Χρησιμοποιείται κατά κόρον στο τέλος της γραπτής κυρίως διαδικτυακής επικοινωνίας των νέων (μέσω msn, facebook, my space, skype κ.ο.κ.) ως αποχαιρετισμός. Επιπλέον, εμφανίζεται σε μεγάλο βαθμό και στην προφορική τους (είτε άμεση/ απευθείας είτε μέσω βιντεολήσεων) επικοινωνία.

Στην Αγγλική αποτελεί συντομογραφία πάμπολλων λέξεων, φράσεων ή λεκτικών φράσεων˙ π.χ. baby (κυρίως στο διαδίκτυο), best buddy, bachelor of business, ball bearing, base on balls, blue book, B'nai B'rith κ.ά.

Συνώνυμη (ως προς τη σημασία και την συγκειμενική της χρήση) αποτελεί η σλανγκική συντομογραφία (της Αγγλικής) cya [< see you· αντικατάσταση της λέξης «see» με το ομόφωνο γράμμα της αγγλικής αλαφαβήτου «c» + τον αγγλικό σλανγκικό τύπο της λέξης «you»: «ya»).

Νίκος: Αντέ, τα λέμε Γιωργάρα!
Γιώργος: ΒΒ μεγάλε!

Δες και έλα (κλισέ σλανγκ χαιρετούρες).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς, το συνεχές, νευρικό γέλιο που εχει την τάση να μεταδίδεται αστραπιαία στους γύρω μας, προκαλώντας εν τέλει πανδαιμόνιο.

Από το δημοφιλές ξενικό «LOL» (Laughing Out Loud) και το «ολοκαύτωμα».

- Σοβαρή εκπομπή, τι να σου πω... ριάλιτι σου λέει... αρκεί ένας να πετάξει μια μαλακία και γίνεται lol-οκαύτωμα εκεί μέσα...

Οι υπεύθυνοι του λολοκαυτώματος (από Khan, 12/11/14)

Βλ. και λολ / λωλ, lol, λολ, lol-some, Loles, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., lolen, λολάρω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ο πυλώνας του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, αυτός ο λόγιος, αυτός ο τεχνίτης του λόγου, ο μάστορας της τέχνης της διήγησης, ο γνωστός και αγαπητός στο σλανγκεπώνυμο πλήθος παράγοντας του Εδεσσαϊκού ευθύνεται για την σχεδόν μόνιμη πλέον επωδό στα σχόλια μας, το λακωνικό και σαφές «Αυτό Ακριβώς. Τίποτε Άλλο.»

Ακολουθώντας την γνωστή ιντερνετική μέθοδο του συντομεύειν, η συγκεκριμένη ατάκα έχει συρρικνωθεί στα αρχικά της, δίνοντας το «αατα» με τον τόνο όπου θέλει να τον τοποθετήσει ο καθένας και μακράν εμού το να κάνω τέτοιου είδους υποδείξεις.

Θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή στο γεγονός ότι το συγκεκριμένο λήμμα ανήκει στην Υποομάδα 1 της τετραμελούς ομάδας λημμάτων τα οποία σχετίζονται αποκλειστικά με το παρόν σάιτ. Εξηγούμαι:

Υποομάδα 1: Σλανγκοπαράγωγα
α. αατα, εκ του «Αυτό Ακριβώς. Τίποτε Άλλο.»
β. σπεκ, εκ του «ρησπέκτ», όπως πληροφορηθήκαμε πρόσφατα από τον Ύψιστο.

Υποομάδα 2: Σλανγκολειτουργικά
α. ποντοδότης, ο κατά τον πονηρόσκυλο καλός Σαμαρείτης από την εποχή των πράσινων τικ...
β. λημματολάσπη, ο κατά Ιωάννη Αυτοκινητιστή σωρός απαρατήρητων λημμάτων στο σάιτ.

poniroskylo (06/10/08)
@ironick - για τις άγνωστες λέξεις, συμφωνώ και επαυξάνω με τα χίλια, ναι, ναι, ναι, είναι απολύτως απαραίτητο, εγώ έχω κι εγώ δεν ξέρω πόσες λέξεις που είτε δεν ξέρω τι σημαίνουν ή πώς ακριβώς χρησιμοποιούνται ή που κρίνω ότι δεν είμαι ο σωστός άνθρωπος να τις ανεβάσεις λόγω έλλειψης παραστάσεων κλπ κλπ, είναι το λεγόμενο «δημόσιο πρόχειρο» το οποίο, είμαι σε θέση να γνωρίζω, ότι και η ΚΕ του σάιτ το βλέπει θετικά, ήρθε η ώρα να γίνει, εδώ και τώρα ήρθ' η ώρα, ψηφίζω, στηρίζω, διαδίδω, ζήτω ο Εδεσσαϊκός.

jesus (06/10/08)
αναφανδόν υπέρ. αατα

acg (06/10/08)
+1. AATA.

ironick (06/10/08)
να, καλά να πάθω, ήθελα να πρωτολανσάρω το αατα, χάζευα, χάζευα, ο χρόνος κύλησε ανελέητα, πάει τώρα, με προλάβατε όπως ο γκάους (αυτό το τελευταίο για τον Ιησού και τον τετραγωνισμό του κύκλου), αλλά καλά κάνατε, κάποιος έπρεπε να το κάνει.

Got a better definition? Add it!

Published

Προτεινόμενο αρκτικόλεξο για τους ΑΓΑνακτισμένους ΠΟλίτες: τους συνοικιακούς σπασαρχίδες που μονίμως διαμαρτύρονται ενάντια σε α. «παλιόπαιδα» που τα σπάνε χωρίς λόγο
β. μετανάστες στη γειτονιά τους που βρωμάνε
γ. μπουρδέλα στη γειτονιά τους που έχουν αρρώστιες και δίνουν στα παιδιά λάθος πρότυπα και το έιτζ ίσως δ. κέντρα απεξάρτησης στη γειτονιά τους που διαδίδουν τα ναρκωτικά
ε. ψυχιατρικούς ξενώνες που μεταδίδουν τη σχιζοφρένεια στ. την κατάπτωση των ηθών γενικότερα, τα σκουλαρίκια και όσους παίζουν μουσική μετά τις 11 το βράδυ

Κάνουν δηλώσεις στα κανάλια ζητώντας περισσότερη αστυνόμευση. Σεβάσμιοι ενορίτες και χειροφιλητές του κάθε παπαρούπα, συχνά κλακαδόροι μπραβοδημάρχων. Αφόρητοι ακόμα κι όταν δε δουλεύουν για την ασφάλεια (όπως τότε που υπήρχε τάξη).

Ο δήμαρχος έχει τσιμεντάρει τα πάντα και ο κόσμος ασχολείται με τους ξένους που αράζουνε στην πλατεία. Βγήκε και ένας μαλάκας ΑΓΑ.ΠΟ. στο TeleKolopetinitsa και τα έχωνε...

S.A.G.A.P.O. Ες Έι Τζι Έι Πι Όου (από Hank, 21/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

αρτί, αρτάρω, ντιέμ(ι), (αν)φόλο, φαβ

Πολύ συνηθισμένη τουιτεράδικη αργκό, που ναι, και κατά την δική μου γνώμη, έχει μεγάλη σχέση με το σεκσ και το Fuckingham (βλέπε τα περισσότερα παραδείγματα).

  • Άρτι ή αρτί είναι η κοινοποίηση, το RT, δηλ. το retweet στο ελληνικό τουίτερ (μη το φοβάστε, δε δαγκώνει ;)). Και το ρήμα, αρτάρω.

    1. Μην χαίρεστε που σας κάνει αρτι βρε κορίτσια, αλλού πηδάει ΕΔΩ
    2. Ο καλός νέος φολλοερ ειναι ο αρτι αφιχθεις.
    3. Μη μου κανετε αρτι. Μου σηκώνεται.
    4. Αν τον έχεις παίξει κι εσύ με την Σία κάνε αρτί. #debate #skai_mounares
    5. Εφαγε τη ζωη του στα αρτια ΕΔΩ
    6. Να θες να αρτάρεις Αϊβαλιώτη και να σ' έχει μπλοκαρισμένο, αυτή η μάστιγα. ΕΔΩ
  • Ντιέμ και ντιέμι είναι το προσωπικό μήνυμα, το DM (από το “Direct Message”).

    1. Αναβει φωτακι: "ΩΧ ΕΧΩ ΠΕΣΗΜΑΤΙΚΟ ΝΤΙΕΜΙ", το ανοιγεις, σου λεει οτι εχεις γινει σουργελο καπου, σου δινει το http://mintopatiseis.com/mpravomalaka
    2. τον τζονυ λυπαμαι που κατεληξε να μιλαει με μενα αντι ν καυλαντιζει στα ντιεμια (εδω)
    3. ε όχι κ ντιέμι για ορθογραφικό λάθος δεν είμαι η μπαμπινιώτισσα η βάντα είμαι #kollhmenoi_or8ografoi
  • Φόλο και το αντίθετό του ανφόλο (απ' το follow και unfollow, αντίστοιχα): να ακολουθείς κάποιον και να σταματάς, πατώντας το αντίστοιχο κουμπάκι.
    Συνώνυμο του ανφόλο: κερνάω ανφρέντο

    1. Μερικοί το έχουν πάρει πολύ σοβαρά το twitter.. Σε λίγο θα τους κάνεις ανφολο και θα σου ζητάνε διατροφή ΕΔΩ
    2. Γμτ παλεύω συνέχεια με αυτά τα ωραία σας (αρτί, φόλο, ανφόλο, ιντεράξια, ντιέμ, τιέλ, τουιτάρει) Ωραίες λέξεις, αχαχαχαχαχαχ, αλαμπουρνέζικα ΕΔΩ
  • Φαβ (απ' το favorite) = να χαρακτηρίζεις αγαπημένο ένα τουί.
    Συνώνυμο: φαβορίτα.

    1. -Πόσο καιρό είστε μαζί;
      -Γύρω στα 10 φολο/ανφολο, 400 ντιεμ, 90 αρτί και 30 φαβ ΕΔΩ
    2. Γαμάτα περνάμε Σαββατο βραδυ εδώ μέσα, αρτια, φαβ, αμένσιοτα, ντιεμ, άκυρα σχόλια, κουοτ, .... τί βρίσκουν οι άλλοι οι μαλακες εξω;.. ε παιδιά; ΕΔΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιπίνι των Βορείων Προαστίων .

Άντε πάμε Κηφισιά να χορτάσουμε βιπίνια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέλος της ΛΟΑΤ, γνωστή και ως LGBT, κοινότητας. Λεσβία, γκεί, ομοφυλόφιλος, αμφιφυλόφιλη/ος ή τρανς.

Χρησιμοποιείται όταν δεν ξέρεις τι είναι το άτομο αλλά ξέρεις ότι είναι κουήρι, ή θες να αναφερθείς συλλογικά σε ΛΟΑΤΚ πρόσωπα αλλά θες να το κάνεις με μπρίο και χάρη.

Παράδειγμα: -Θα 'ρθεις το βράδυ; έχει πάρτι στο second skin!
-Τι πάρτι, για ελτζιμπιτήδες;
-Ε ναι, στραπ-ον γιούνικορνζ. Χαμός θα γίνει, έλα!

Got a better definition? Add it!

Published

Το ναρκωτικό ecstasy, όταν βρίσκεται σε μορφή σκόνης και όχι χαπιού, συνηθίζεται να καλείται με την επιστημονική του ονομασία, δηλαδή «MDMA» ή, εν συντομία, «MD».

Εξ ου και η ελληνικότατη παράφραση: MDMA -> ΜD -> MDδια (εμντίδια)

Χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό!

- Πώς περάσατε το Σάββατο;
- Άσε, γάμησε... πήγαμε πάλι Fabric!Room 2, είχε Adam Beyer και πλακωθήκαμε στα εμντίδια... ακόμα κλαίω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο δύσμοιρος φαντάρος ο οποίος έχει φαει εμπλοκή στην χειρότερη υπηρεσία που μπορεί να του τύχει. Κεντρική πύλη ή αλλιώς «κ.π.». Έτσι παρήχθη ο όρος. Η υπηρεσία είναι η χειρότερη δυνατή γιατί χαιρετάς ανωτέρους , είσαι γυαλισμένος ξυρισμένος, πρέπει να κρύψεις το φραπεδάκι πίσω σου και γενικώς είσαι προβλεπέ.

- Σειρά τι υπηρεσία έχεις σήμερα;

- Kεντρική πύλη για άλλη μια φορά μια και ο Βυσματόπουλος έχει πάρει επ’ ώμου την ΑΟΤ. Γάμησε τα καπαπής έχω καταντήσει ο παλιός!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο που χαρακτηρίζει έγγραφο ή δικαιολογητικό που έχει περάσει από Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) για επικύρωση φωτοαντιγράφου, σφραγίδες κλπ.

Μην ξεχάσεις όλα τα δικαιολογητικά που θα καταθέσεις συνημμένα με την αίτησή σου να είναι ΚΕΠαρισμένα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified