Αγγλικό αρκτικόλεξο για το Granny I'd like to fuck. Υπερθετικός του μιλφέιγ και της μιλφούς. Για ακραίες περιπτώσεις γεροντοφιλίας.
Τρομερό τζιλφ η Εντίθ Πιαφ, φαίνεται να σκέφτηκε ο Τεό Σαγκαπώ. Δεν εξηγείται αλλιώς!
Αγγλικό αρκτικόλεξο για το Granny I'd like to fuck. Υπερθετικός του μιλφέιγ και της μιλφούς. Για ακραίες περιπτώσεις γεροντοφιλίας.
Τρομερό τζιλφ η Εντίθ Πιαφ, φαίνεται να σκέφτηκε ο Τεό Σαγκαπώ. Δεν εξηγείται αλλιώς!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τζιεμπικός (GMP-ικός): Από το GMP (Good Manufacturing Practice).
Έτσι χαρακτηρίζεται οτιδήποτε καλύπτει με ασφάλεια τα συγκεκριμένα κριτήρια που έχουμε δώσει.
Με λίγα λόγια είναι GMP compliant.
- Είδες την νέα αναλύτρια;
- Tζιεμπικό μωρό μεγάλε μου.
- Απόψε παίζει παρτάκι στου Αποστόλη του engineer, θα έρθεις;
- Πάντα κάνει τζιεμπικές καταστάσεις ο Τόλης. Μέσα είμαι.

Got a better definition? Add it!
Ακολουθώντας το παράδειγμα του Ιησού, θα ήθελα να παραθέσω μία οσοδήποτε μεγάλη ΟΧΙ εξαντλητική λίστα λέξεων για τον πούστη. Προκειμένου να καταγραφούμε στο Record Guiness έχω συμπεριλάβει:
1) Λέξεις με συνθετικό το -πούστης, ακόμη κι αν μπορεί να σημαίνει έναν στρέιτ με «πούστικη» συμπεριφορά.
2) Και μη σλανγκ λέξεις που σημαίνουν τον ομοφυλόφιλο από όλες τις εποχές του ελληνισμού, αρχαία, ρωμαίικη, τουρκοκρατία κτλ.
3) Όλο το φάσμα από τον ύποπτο και μετρό (που δεν είναι εγνωσμένος πούστης) ως και την εγχειρισμένη τρανσέξουαλ.
4) Ο,τιδήποτε έχει υποπέσει στην αντίληψή μου ως λημματογραφημένο στο slang.gr, ακόμη κι αν αποτελεί ακραία τεχνητή λεξιπλασία που δεν είναι ομιλουμένη σλανγκ.
5) Ξένες λέξεις για το πούστη, που έχουν μπει στην σλανγκ μας, και που τις κατανοούμε αμέσως.
Δεν έχω συμπεριλάβει τις γυναίκες λεσβίες.
Το αποτέλεσμα είναι 465 (!) μέχρι στιγμής λέξεις, στις οποίες είμαι σίγουρος ότι θα βρείτε να προσθέσετε πολλές ακόμη.
Περιττεύει.
Got a better definition? Add it!
Από το UFO (ελληνιστί: ΑΤΙΑ). Ο βλάκας λόγω αφηρημάδας, τόσο που λες πως δεν ανήκει στον γήινο και ανθρώπινο κόσμο.
Πληθ.: ούφα. Υπερθετικός: ουφάρα, ουφάκλα.
Είσαι μεγάλη ουφάρα! Πότε θα πάψεις να χαιρετάς αγνώστους στον δρόμο νομίζοντας ότι είναι γνωστοί;...
Βλ. και ούφο με σκούφο - και με φλογέρα
Got a better definition? Add it!
Ξεκίνησε ως αργκό του παιχνιδιού CounterStrike και γενικέυτηκε.
Προέρχεται από το εγγλέζικο OMG (Oh My God) και αναφέρεται σε επίτευγμα κάποιου που οφείλεται κυρίως στην τύχη (ενώ συνήθως ο δρων το αποδίδει στην ικανότητά του).
CounterStrike: Ο Α σκοτώνει τον Β, μονόσφαιρο, μέσα από τοίχο. B: - Ε ρε μαλάκα Α, είσαι ομιτζής.
Ο ομιτζής τα κατάφερε και την έριξε τη γκόμενα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το ξεσκί με τάσεις PSE, δηλαδή Porn-Star Experience.
Η κοπέλα σου λέω τό 'χει το ξεπσέ. Πολύ απλά, τό 'χει!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ετυμολογία: αγγλ. M.I.L.F., επιθ. προσδ, χαϊδ. μιλφάκι. Γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας με προκλητική εξωτερική εμφάνιση.
- Πωπω ρε Λάκη κοίτα μια μιλφού που μπήκε.
- Ρε συ φόρτωσα ένα μιλφάκι προχτές, όλα τα λεφτά.
Αρχικά της φράσης: Mother I'd Like to Find/F*ck (από την ταινία «American Pie»)
Got a better definition? Add it!
Από το αγγλικό αρκτικόλεξο milf που σημαίνει «mother I'd like to fuck», δηλαδή «μαμά που θα ήθελα να μπηπ», δηλαδή «μεσόκοπη, ώριμη γυναίκα(ρα) που θα ήθελα να μπηπ».
Επί το σλανγκικότερον: Μιλφέιγ, μιλφού και μιλφατζού. Το μεγάλο δίλημμα του εραστή είναι: Μιλφέιγ ή παστάκι; Ή και νουαζέτα, για τους πιο προχωρημένους. Το αρκτικόλεξο milf έχει οδηγήσει σε μια σειρά από αντίστοιχα αρκτικόλεξα, άπερ παρακάτω:
gilf = granny I'd like to fuck.
dilf = daddy I'd like to fuck.
gilf = grandpa I'd like to fuck.
hilf = hydraulicus I'd like to fuck.
shilf= Sakis hydraulicus I'd like to fuck.
silf = souvlatzis I'd like to fuck.
bilf = betatzis I'd like to fuck.
silf = Slangos I'd like to fuck.
cilf = carcinoslangosaurus I'd like to fuck.
filf = fatty I'd like to fuck.
nilf = nanos I'd like to fuck.
kilf = kipouros I'd like to fuck.
albilf = Albanian I'd like to fuck.
rilf = Romanian I'd like to fuck (no pun intended)
pilf = proistamenos I'd like to fuck
shrilf = shrink I'd like to fuck.
Και πολλά, πολλά άλλα...
Σλανγκοφοριάζουσα: Άσε, αυτός ο καβουροσλανγκόσαυρος είναι σκέτη κόλαση! Σωστό cilf! Πολύ τακτικός, πολύ νοικοκυρεμένος, πολύ εργατικός, καβουροσλανγκοσαυράκι για σπίτι! Δουλεύει σαν albilf σου λέω!
Φίλη της: Ηλικίες έχουμε τεστάρει; Κι αν σου βγει κανάς gilf;
Σ.: Αξίζει τον κόπο η προσπάθεια!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Νεόκοπο σλανγκομιμήδι του (προ)εφηβικού πιπιναριού νέας κοπής, εκ της σύντμησης του αγγλικάνικου «you only live once» (YOLO). Carpe diem, όπως έλεγαν και οι αρχαίοι ημών λατίνοι, αλλά όχι με την καλή έννοια.
Το γιόλο μεταδίδεται (ταγκαρισμένο ή αμένσιοτο) από καβλαντιζόμενα σβαγκουροπρεπή μειράκια τ. μπιλήμπερ, ντιρέκτιονερ, στάνερ (και δεν συμμαζεύεται), μέσω τοιουίτερ, φατσομπουκιού, ασκεφέμ, ιμάτζιν, κ.ταλ.
Πέον να σημειωθεί ότι τα γιόλο είναι επικίνδυνα για τους νέους μας καθώς συχνά συνεπάγονται ριψοκίνδυνα καφριλίκια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ραπερόνι Ervin McKinness που τιττύβισε το εξής κύκνειο τσίου πριν αφήσει το τελευταίο του yo! στην άσφαλτο: «Drunk af going 120 drifting corners #FuckIt YOLO.»
1
Και επειδή όλοι γνωρίζουμε ότι ο κόσμος θα καταστραφεί σε λίγες μέρες... γιόλο.
2.
- Γιόλο.
- Ποιος ήρθε;
- Γιόλο λέω.
- Τι είναι γιόλο; Ξέρω τη Γιόλου το χωριό στα ακάμωτα της Πάφου, ξέρω τη Γιόλα της θεία μας που έχουμε να δούμε από πριν γεννηθείς, κεσκεσέ Γιόλο, παιδί μου;
3.
Αναβάζει η άλλη σέλφι στο αμάξι και γραφει γιόλο και στο επόμενο φανάρι τρακάρει και πεθαίνει.
4.
Γιόλο, γιόλο, κι όλο γιόλο, Ο άντρας μου θα φάει ανφόλο
5.
Τώρα δε λέει ο κόσμος ''πάμε γι'άλλα'' αλλά ''πάμε γιόλο''.
6. «Χέιτερς γκοννα χέιτ. Γιόλο. Σουάγκ. Μπιτς πληζ .» Τσεκουριά στο γόνατο, μπετόβεργα στο σβέρκο. Όχι κατ'ανάγκη με αυτή τη σειρά.
7.
Σιγά ρε γιόλο, που για να κάνεις μπάντζι τζάμπινγκ είχες καταπιεί εφτά ηρεμιστικά.
Got a better definition? Add it!
Ο μόνος εγκυρος ορισμός είναι ο παρακάτω για τον οποίο παρατίθεται και ντοκουμέντο(1998):
Swag ή s.w.a.g. είναι το αρκτικόλεξο της φράσης SEX WEED ALCHOL GRAFFITI χρησιμοποιούμενο κατά κόρον απο ράπερς και γκραφιτάδες τη δεκαετία του 90, αντιπροσωπεύοντας τη νοοτροπία της κουλτούρας του δρόμου. Γενικότερα λέγοντας ''ο τάδε έχει το SWAG'' σημαίνει ότι ο τάδε έχει αέρα / στυλ / είναι άνετος.
Δημοφιλείς αλλά λανθασμένοι ορισμοί οι εξής: something we all get, sex weed alcohol girls, secretely we are gay.
Εν έτει 2013 το SWAG έχει μάλλον αρνητική έννοια αφού αντιπροσωπεύει την κουλτούρα του κλαρινογαμπρού.
Παράγωγο του SWAG είναι η σουαγκίλα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified