Συντομογραφία για το αγγλικό «For The Penis» και σημαίνει για τον πούτσο literally!!
Ftp είστε όλοι ρε. Για να κουνιόμαστε λίγο να τελειώνουμε καμιά φορά..
Συντομογραφία για το αγγλικό «For The Penis» και σημαίνει για τον πούτσο literally!!
Ftp είστε όλοι ρε. Για να κουνιόμαστε λίγο να τελειώνουμε καμιά φορά..
Got a better definition? Add it!
Δημόσια Επιχείρηση Ξαπλωμένης Αρίδας. Χρησιμοποιείται κυρίως για/από τους τεμπέληδες για να δείξουν ότι δεν κάνουν απολύτως τίποτα.
(Ο1)- Ρε συ ο Κώστας που δουλεύει;
(Ο2)- O Kώστας; Στέλεχος στη Δ.Ε.Ξ.Α.!
(Ο1)- Πού είπαμε ότι δουλεύεις ρε Τάκη;
(Ο2)- Στη Δ.Ε.Ξ.Α. ρε. Άσε ,βαράω κάτι υπερωρίες...
Got a better definition? Add it!
Πάρα πολλοί ηλικιωμένοι μαζεμένοι. Από τα «ΚΑΠΗ» (Κέντρα Αποκατάστασης Ηλικιωμένων) και την κατάληξη -αριό, όπως παπαδαριό, φοιτηταριό, αληταριό, πουταναριό κ.ο.κ.
Κάποτε ήταν ωραία σ' αυτήν την παραλία, αλλά τώρα έχει μαζευτεί πολύ καπηδαριό! Με πούλμαν τους φέρνουνε ρε πστ μου!
Got a better definition? Add it!
Αγγλικό αρκτικόλεξο για το Granny I'd like to fuck. Υπερθετικός του μιλφέιγ και της μιλφούς. Για ακραίες περιπτώσεις γεροντοφιλίας.
Τρομερό τζιλφ η Εντίθ Πιαφ, φαίνεται να σκέφτηκε ο Τεό Σαγκαπώ. Δεν εξηγείται αλλιώς!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το να έχεις μεγάλο τουπέ ρε παιδί μου, να περπατάς ψηλομύτικα και (κυρίως) να αγνοείς τους άλλους.
«Σνομπάρω» σημαίνει δεν καταδέχομαι να δώσω σημασία σε κάποιον.
Η ετυμολογία, από το λατινικό όρο sine nobilitate (s. nob.) που σημαίνει «χωρίς τίτλο ευγενείας». Δηλαδή αυτοί που συμπεριφέρονταν λες και είναι ευγενείς χωρίς να είναι.
Σούλα! Σε αγαπώ λέμε! Μίλα μου ρε Σούλα, μη με σνομπάρεις γαμώτο!
Got a better definition? Add it!
«For the win», στα αγγλικάνικα. Αποτελεί τρόπο επαίνου ή ανάδειξης ενός προσώπου ή πράγματος, ακολουθώντας μέσα στη πρόταση το εν λόγω ουσιαστικό ή κύριο όνομα, ακριβώς όπως το παλιό, καλό κι ελληνικό «και πάσης Ελλάδος».
Συναντάται κυρίως στον ιντερνετικό γραπτό λόγο (fora, blogs, IRC κ.ο.κ.)
sakis4evah89: Sakis kai pashs ellados re, gamw ta spitakia sas kai th Gyrovision sas koloevropeh
Ronaldinho91: lol what;
3sakis4evah89: Sakis ftw re, ante gamithite
Ronaldinho91: Oh, ok then
Got a better definition? Add it!
Τζιεμπικός (GMP-ικός): Από το GMP (Good Manufacturing Practice).
Έτσι χαρακτηρίζεται οτιδήποτε καλύπτει με ασφάλεια τα συγκεκριμένα κριτήρια που έχουμε δώσει.
Με λίγα λόγια είναι GMP compliant.
- Είδες την νέα αναλύτρια;
- Tζιεμπικό μωρό μεγάλε μου.
- Απόψε παίζει παρτάκι στου Αποστόλη του engineer, θα έρθεις;
- Πάντα κάνει τζιεμπικές καταστάσεις ο Τόλης. Μέσα είμαι.

Got a better definition? Add it!
Καπάκι λέγεται και ο μόνιμος, ημιμόνιμος ή ευκαιριακός θαμώνας των Κ.Α.Π.Η. Συνήθως πρόκειται για άτομο που έχει καβατζάρει τα δεύτερα –ήντα και επιπλέον λανσάρει κοιλίτσες, πατσαδάκια, καμιά ψιλοαναπηρία, διπλοσάγωνο, φάτσα πλισέ, ασιδέρωτη, σε συνδυασμό με συμπεριφορά αφήστε με να εκφραστώ, αφήστε με να ζήσω κι ας είμαι κάπως.
Η εξουσία προωθεί πολιτική ίσων ευκαιριών προς όλες τις μη προνομιούχες ομάδες (ηλικιωμένοι, άτομα με ειδικές ανάγκες –δεξιότητες, άτομα εξαρτημένα από ουσίες) κι έχει εξοβελίσει ακόμα και απ ’τη γλώσσα την μιζέρια, την ασθένεια και την ατυχία στη φυσική επιλογή λόγω μιας γενικής τάσης να φαίνεται πολιτικά ορθή αφενός, αφεδύολόγω του ότι όλοι οι πολίτες της χώρας είναι δυνητικοί καταναλωτές (βλ. γιαγουμποδάνεια).
Στη δεκαετία του ’60 ο συνταξιούχος έβγαινε μόνο στο καφενείο. Η φιγούρα της μαυροφορεμένης γιαγιάς-νίτζα ακόμα πουλιέται στα νησιά το καλοκαίρι σαν σουβενίρ. Από την άλλη πλευρά τα μέσα μαζικής αποβλάκωσης θεοποιούν και βαλσαμώνουν τη νεότητα θεωρώντας την υπέρτατο αγαθό. Κορίτσια που μόλις βγήκαν από τη θερμοκοιτίδα (δεν τα γνωρίζει ούτε η μάνα τους), αιώνια ποθητά, μεγαλοστελέχη και νοικοκυρές ταυτόχρονα, χρησιμοποιούν όλη μέρα πιστωτικές, αγόρια βελούδινα οδηγούν αυτοκίνητα αστραπές σε εξωτικά μέρη, δεκαπέντε αδύνατοι άνθρωποι γύρω από το τραπέζι με τις μακαρονάδες, μικρά, έξυπνα παιδάκια τρώνε νόστιμο, χρωματιστό, γρήγορο φαγητό. Έτσι, το καπάκι αποκτά μια ψυχολογία ό,τι φάμε ό,τι πιούμε...
Αλλά η Ελλάδα δεν συνορεύει με το Λουξεμβούργο. Ζει στα γεωπολιτικά της αδιέξοδα. Και η πολιτική των ίσων ευκαιριών, εκτός από τη λαϊκίστικη χροιά που παίρνει λόγω μεσογειακού κλίματος, διηθείται αργά, αφού μέσα στη μάζα υφέρπει ο ρατσισμός (παράλjυτε, μόγκολε, ρετάρντ) και τα ανυπόστατα πρότυπα που προωθούνται από την τηλεόραση, τα περιοδικά, τον κινηματογράφο, θεωρούνται υπαρκτά (δεν ξέρω πότε, αλλά εγώ εκείνη την παρέα που πίνει καφεδούμπες κάνοντας ιππασία στο Λούρο θα τη βρω όπως και δήποτε).
Βέβαια δεν χαρακτηρίζεται εύκολα «καπάκι» ο ευθυτενής, περιποιημένος, ιδανικού βάρους ηλικιωμένος/-η που γνωρίζει από αμοιβαία κεφάλαια και κάνει διακοπές στην Βενετία. Ούτε ο Μπάρμπα –Γιώργος, ο θείος του Καραγκιόζη, που ζει σε στενή συνάφεια με τη φύση (εκτός αν πάει στο κεφαλοχώρι για ουκρανιζερί). Αυτοί εμπίπτουν σε άλλες κατηγορίες. Έχει δηλαδή το καπάκι και μια εσάνς παρακμιακού ξεσαλώματος.
Τηρουμένων των αναλογιών, καπάκι, για έναν δεκατριάχρονο είναι ο τριαντάρης που τα δίνει όλα στα μπουζούκια, για τον τριαντάρη, ο πενηντάρης που γλείφεται για τα πιπίνια και για τον πενηντάρη, μια ορατή και αναπόφευκτη απειλή όποτε παύει να χρησιμοποιεί τη λέξη μπας και τη γλυτώσει (αμ δε...).
Βροχερό Πάσχα σε επαρχιακό ξενοδοχείο Δ΄φεύγα κατηγορίας μυρωδιές οβελία και βε-σε ομού. Στη γωνία νέουρες με γυαλί, μαλλί και παντελόνι λη και κινητό σα προέκταση του χεριού.
- Κόψε ρε Νίνο τα καπάκια πάνω στα τραπέζια, χτυπιούνται σα να μην υπάρχει αύριο. Όρε πλάκες. Να φωνάξουμε τον αγροτικό λέω γω...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Από το Π.Ε. που χρησιμοποιείται στον στρατό για χαλασμένα όπλα, εξαρτήματα κλπ. Σημαίνει «Προς Επισκευήν». Χρησιμοποιείται όταν έχουμε περιέλθει σε κατάσταση διάλυσης, είτε από ψυχική είτε από σωματική ταλαιπωρία. Χρησιμοποιείται επίσης και με την κυριολεκτική σημασία του, π.χ. «Ο μαλάκας τράκαρε το καινούριο αμάξι του μπαμπά του και το 'βγαλε ΠΕ».
Πώ ρε μαλάκα, από χθες βράδυ μετράω ανταλλακτικά. Βγήκα ΠΕ, σου λέω.
Η γκόμενα δεν παίζεται, όλη νύχτα χθες μ' έβγαλε ΠΕ!
Το γάμησε το αμάξι, όλο χειρόφρενα και σπινιαρίσματα, το' βγαλε ΠΕ.


Πρβλ Π.Ε.Ε./ B.L.R.
Got a better definition? Add it!
Πουλ-λή Μούρ-η Τζά-μπα Φρά-γκα
(Όπου πουλλή, το γνωστό και ως πολλή)
Δηλαδή, όλο φιγούρα και καθόλου αποτέλεσμα, όλο μόστρα και μηδέν εις το πηλίκον.
Λέγεται για περιστάσεις όπου, ενώ μας έχει δημιουργηθεί η εντύπωση ότι θα γίνουμε μάρτυρες γεγονότων τόσο εντυπωσιακών που θα τα θυμόμαστε για πολύ καιρό, τελικά μάπα το καρπούζι.
Το αρκτικόλεξο εκφράζει απογοήτευση, κυρίως για τα χαμένα χρήματα που δώσαμε για να δούμε κάτι δήθεν σπουδαίο. Ωστόσο, δεν περιορίζεται μόνο σε τέτοιες καταστάσεις, καθώς πολλές φορές, μόνο και μόνο ο χαμένος χρόνος και η προσοχή που αφιερώσαμε είναι αρκετά για να ξεστομίσουμε το Πουλ Μουρ Τζα Φρα.
Ασίστ: Ράδιο Αρβύλα
Παράδειγμα Πουλ Μουρ Τζα Φρα είναι η κλασσική σκηνή στην οποία ο Ιντιάνα Τζόουνς βρίσκεται αντιμέτωπος με έναν ιθαγενή, ο οποίος, με σκοπό να τον τρομάξει ή/και να τον μπερδέψει, εκτελεί κινήσεις πολεμικής προετοιμασίας, σχεδόν χορευτικές, και τελικά ο Ιντιάνα Τζόουνς τραβάει το πιστόλι και τον καθαρίζει στην ψύχρα.
Δεα και πολ μουρ, πουλ μουρ, Paul Moore, πουλμούρ, πουλάω μούρη αλλά και τζάμπα μάγκας, μαγκιά φωνή και κώλο χουνί και μαγκιά, κλανιά και κώλο φινιστρίνι
Got a better definition? Add it!