Το ποσοστό που καταβάλλει αυτός που κερδίζει στη λέσχη ή στο σύστημα του παιγνίου.
Ετυμολογία: < (λόγιο δάνειο) γαλλική cagnotte < οξιτανική cagnoto / canhòta < δημώδης λατινική **cania* < λατινική canis (σκύλος).
0% γκανιότα (Εδώ).
Το ποσοστό που καταβάλλει αυτός που κερδίζει στη λέσχη ή στο σύστημα του παιγνίου.
Ετυμολογία: < (λόγιο δάνειο) γαλλική cagnotte < οξιτανική cagnoto / canhòta < δημώδης λατινική **cania* < λατινική canis (σκύλος).
0% γκανιότα (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Κούκος (μονός - διπλός) με ή χωρίς καπέλο: Παραλλαγή της γνωστής σε όλους μας πόκας .
Συνήθως το λέει κάποιος μάγκας στον άλλον, ενώ έχουν κάνει μαύρο, προτρέποντας τον , να παίξουν αυτήν την συγκεκριμένη παραλλαγή της πόκας ως ένδειξη ανδρείας...
- Έχεις κανα χαρτάκι μαζί σου ; - Φυσικά, πάμε κανένα κούκο μονό a volonte' (αβολοντέ)!
Got a better definition? Add it!
Παμπάλαιος σλανγκ όρος. Με πολλαπλές χρήσεις. Αναφέρω τις κυριότερες:
Κωλόμπαρο: Η κονσοματρίς που στο τέλος της βάρδιας της, αντί να πληρωθεί, το αφεντικό της ζητάει να πληρώσει τα ποτά που ήπιε.
Ο όρος προέρχεται από την χρηστικότητα του συγκεκριμένου συμπαθέστατου ζώου, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το γεγονός ότι πρέπει να πατάει γερά και στα τέσσερα πόδια του. Δυστυχώς, ένα κουτσό άλογο ισοδυναμεί με ένα άχρηστο στην αρχή και νεκρό στη συνέχεια άλογο.
-Ο πρόεδρος υποσχέθηκε ότι θα κάνει μεταγραφές του χρόνου. -Ποιος ξέρει τι κουτσάλογο θα μας κουβαλήσει πάλι...
-Όλα τα λεφτά στο 5, έχω πληροφορία.
-Άσε μας ρε Λάκη. Όλο σότα μας δίνεις. Ο ΤΡΕ ΜΠΙΕΝ (το 5) είναι γνωστό κουτσάλογο. εγώ σε πάω στοίχημα, ότι δεν θα τερματίσει καν...
Got a better definition? Add it!
Στην γλωσσα των αλογομούρηδων, όπως και το γαϊδούρι, σημαίνει το αουτσάϊντερ άλογο, το αργό, με τις λιγότερες πιθανότητες να κερδίσει.
- Κοίτα τον κωλόφαρδο! Πόνταρε σε μουλάρι και κέρδισε!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Στην γλώσσα των αλογομούρηδων, το αουτσάιντερ άλογο, το αργό, με τις λιγότερες πιθανότητες να κερδίσει.
-Καλά πόνταρες το νούμερο 6;
-Ναι έχει καλή απόδοση.
-Επειδή είναι γαϊδούρι γι΄αυτό!
Βλ. και μουλάρι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified