Το ποσοστό που καταβάλλει αυτός που κερδίζει στη λέσχη ή στο σύστημα του παιγνίου.

Ετυμολογία: < (λόγιο δάνειο) γαλλική cagnotte < οξιτανική cagnoto / canhòta < δημώδης λατινική **cania* < λατινική canis (σκύλος).

0% γκανιότα (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Τσίκεν ή τσίκεν γκέιμ είναι ένα παιχνίδι όπου δύο οδηγοί κατευθύνουν τα οχήματά τους ο ένας πάνω στον άλλο προς μία σύγκρουση. Ο ένας από τους δύο θα πρέπει να στρίψει, αλλιώς θα συγκρουστούν και θα σκοτωθούν ή έστω χτυπήσουν άσχημα και οι δύο. Όμως αν τελικά ο ένας κ(ι)οτέψει και στρίψει, σώζοντας τη ζωή και των δύο θα στιγματιστεί ως τσίκεν (=κοτόπουλο στα αγγλικά), δηλαδή ως κότα, ως κλασομέντας, ως δειλός και θα θεωρηθεί ότι έχασε το παιχνίδι και την πρόκληση. Για περισσότερα, δες στη Βικούλα. (Ίσως και να λανθάνει υπαινιγμός στις κοκορομαχίες, αν και πιθανότερος φαίνεται ο υπαινιγμός στο κοτόπουλο ως μεταφορά για τον δειλό άνθρωπο).

Από το παιχνίδι αυτό μεταξύ οχημάτων, το τσίκεν έχει περάσει στη θεωρία παιγνίων, όπου έχει αναλυθεί και μαθηματικώς (βλ. εδώ και εδώ), καθώς και σε εφαρμογές της στην οικονομία και την πολιτική. Δύο παραδείγματα μεταξύ πολλών είναι: Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η κούρσα πυρηνικών εξοπλισμών μεταξύ Η.Π.Α. και Ε.Σ.Σ.Δ., με πιθανή κατάληξη την καταστροφή όλου του πλανήτη (η οποία προς το παρόν ευτυχώς αποφεύχθηκε). Προσφάτως, τη διαπραγμάτευση στην Ευρωζώνη, μεταξύ ισχυρών χωρών, όπως η Γερμανία, και της αδύναμης Ελλάδας, όπου όμως υπήρχε η εντύπωση ότι αν η Ελλάδα εγκατέλειπε την Ευρωζώνη, η ίδια μεν θα καταστρεφόταν, αλλά ενεδέχετο να συμπαρασύρει σε καταστροφικές συνέπειες και την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Το ιδιότυπο αυτό τσίκεν φαίνεται ότι προσπάθησε να παιχτεί από τον σενσέι της θεωρίας παιγνίων Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος φιλοδόξησε να βαρουφακήσει ή βαρουfuckήσει τους ισχυρούς της Ευρωζώνης πλην μάλλον με τον κώλο. Σημειωτέον πάντως ότι το ασύμμετρο τσίκεν όπου λ.χ. ο ένας οδηγός έχει τριαξονική νταλίκα και ο άλλος οδηγός Fiat Punto (πού ν' το;) είναι μία από τις πιθανές μορφές τσίκεν, καθώς ο αδύναμος οδηγός ευελπιστεί ότι ναι μεν ο ίδιος θα κινδυνεύσει να καταστραφεί ολοσχερώς, πλην όμως αν κάνει την καμικαζιά, μπορεί να κιοτέψει ο ισχυρός φοβούμενος τις έστω μικρές ζημιές που μπορεί να του επισυμβούν. Βεβαίως το ασύμμετρο τσίκεν μπορεί να αποβεί μονομερώς καταστροφικό για τον αδύναμο.

  1. Δηλαδή δεν βλεφάρισαν οι Γερμανοί στο τσίκεν γκέιμ του Γιάνη; Ποιος να το φανταζότανε. (Από το Τουίτερ).
  2. Επικοινωνιακό τσίκεν γκέιμ, μήπως φοβηθούν και παζαρέψουμε τίποτα ευρώ απ' τους κουτόφραγκους, γιατί τον Πούτιν κότσο δεν μπορεί να τον πιάσει ένας Τσίπρας. Σχόλιο: τα μόνα τσίκεν εδώ είναι όσοι νομίζουν ότι "οι κουτόφραγκοι" δεν καταλαβαίνουν την ανούσια μπλόφα του Τσίπρα. Πρέπει να είναι πολύ μπουνταλάδες οι "οι κουτόφραγκοι" για να μην κατάλαβαν ότι ο Πούτιν είπε νιετ σε δανεισμό της Ελλάδος, είπε νιετ σε αγορά ελληνικών ομολόγων, είπε νιετ σε αγορά αγοτικών προϊόντων, η δήθεν συμφωνία για αγωγό είναι άνευ αξίας, και ο Λαφαζάνης θα περιμένει του Αγίου Ποτέ να εισπράξει τα €5 δισ. (Πχόρουμ).
  3. Επειδή η κατάσταση που ζούμε δεν είναι λιτότητα για να σωθεί η χώρα αλλά τσίκεν γκέιμ για να τα τσεπώνουν οι τραπεζίτες. (Αλλού στο Διαδίκτυο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κούκος (μονός - διπλός) με ή χωρίς καπέλο: Παραλλαγή της γνωστής σε όλους μας πόκας .

Συνήθως το λέει κάποιος μάγκας στον άλλον, ενώ έχουν κάνει μαύρο, προτρέποντας τον , να παίξουν αυτήν την συγκεκριμένη παραλλαγή της πόκας ως ένδειξη ανδρείας...

- Έχεις κανα χαρτάκι μαζί σου ; - Φυσικά, πάμε κανένα κούκο μονό a volonte' (αβολοντέ)!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παμπάλαιος σλανγκ όρος. Με πολλαπλές χρήσεις. Αναφέρω τις κυριότερες:

  • Ποδόσφαιρο: Ένας παίχτης που κυριολεκτικά σέρνεται μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Είτε παίζει είτε δεν παίζει, ένα και το αυτό.
  • Ιππόδρομος: Ένα άλογο που σπανίως τερματίζει, και αν γίνει το θαύμα και τερματίσει καταλαμβάνει την αριθμητική θέση των συμμετεχόντων αλόγων (π.χ. όγδοο στα 8 που έτρεχαν). Υπάρχει και ιπποδρομία κουτσάλογων (όλα τα κουτσάλογα τρέχουν μαζί).
  • Υπάλληλος: Κάνει εντελώς τα ανάποδα απο αυτά που του λες. Όχι μόνο δεν προσφέρει, αλλά καταστρέφει κιόλας.
  • Κωλόμπαρο: Η κονσοματρίς που στο τέλος της βάρδιας της, αντί να πληρωθεί, το αφεντικό της ζητάει να πληρώσει τα ποτά που ήπιε.

    Ο όρος προέρχεται από την χρηστικότητα του συγκεκριμένου συμπαθέστατου ζώου, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το γεγονός ότι πρέπει να πατάει γερά και στα τέσσερα πόδια του. Δυστυχώς, ένα κουτσό άλογο ισοδυναμεί με ένα άχρηστο στην αρχή και νεκρό στη συνέχεια άλογο.

-Ο πρόεδρος υποσχέθηκε ότι θα κάνει μεταγραφές του χρόνου. -Ποιος ξέρει τι κουτσάλογο θα μας κουβαλήσει πάλι...

-Όλα τα λεφτά στο 5, έχω πληροφορία.
-Άσε μας ρε Λάκη. Όλο σότα μας δίνεις. Ο ΤΡΕ ΜΠΙΕΝ (το 5) είναι γνωστό κουτσάλογο. εγώ σε πάω στοίχημα, ότι δεν θα τερματίσει καν...

(από electron, 02/09/09)(από electron, 02/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όνομα - παρατσούκλι κατά τους αλογομούρηδες, για το αργό άλογο, που δεν έχει καμιά ελπίδα να κερδίσει. Χρησιμοποιείται και απο τους οδηγούς αυτοκινήτων όταν πρόκειται για αργό - δυσκίνητο ή παλαιό αμάξι.

- Έκανα κόντρα με ένα φτιαγμένο Punto αλλά έφαγα τη σκόνη του. - Εμ τι πας και συ να συναγωνιστείς με τον Αστραχάν!

Βλ. και γαϊδούρι, μουλάρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην γλωσσα των αλογομούρηδων, όπως και το γαϊδούρι, σημαίνει το αουτσάϊντερ άλογο, το αργό, με τις λιγότερες πιθανότητες να κερδίσει.

- Κοίτα τον κωλόφαρδο! Πόνταρε σε μουλάρι και κέρδισε!

έχω άσχημα γούστα εγώ αγόρι μου!!! (από Fotis Nitsiopoulos, 15/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην γλώσσα των αλογομούρηδων, το αουτσάιντερ άλογο, το αργό, με τις λιγότερες πιθανότητες να κερδίσει.

-Καλά πόνταρες το νούμερο 6;
-Ναι έχει καλή απόδοση.
-Επειδή είναι γαϊδούρι γι΄αυτό!

Βλ. και μουλάρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified