Τρόπος διακίνησης ναρκωτικών (κυρίως ζαπρέ ή χαπιώνε), συνήθως σε φυλακές.

Το πράμα τοποθετείται σε καλά λιπασμένη καπότα, προσεκτικά δεμένη στην άκρη με σπάγκο. Το υπόθετο χώνεται στην σούφρα ή / και στην μουνότρυπα του βαπορακίου, ενώ ο σπάγκος κρέμεται απ έξω για εύκολη αφαίρεση. Αμα τη αφίξει στον προορισμό, το υπόθετο καθαρίζεται από μεζέδες και η άσπρη προωθείται στους αδημονούντες ζέους.

1. Ταξίδευε από τον Πειραιά στη Σύρο έχοντας μέσα της ένα… υπόθετο γεμάτο «σκληρά» ναρκωτικά, μια νεαρή γυναίκα που εντοπίστηκε από άνδρες της Ασφαλείας Ερμούπολης κατά την άφιξη της στο νησί με το πλοίο της γραμμής!

2. Ταξίδεψαν μαζί στην Αθήνα για να αγοράσουν ναρκωτικά οι δύο φίλοι από τον Βόλο. Για να μην τους εντοπίσουν οι αστυνομικοί, ο μεγαλύτερος τα έκρυψε σε ευαίσθητο σημείο του σώματός του ως… υπόθετο και ανέθεσε την οδήγηση στον ανήλικο φίλο του!

3. Κατά τη διάρκεια της αστυνομικής έρευνας, προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι είχαν διαχωρίσει την ποσότητα ηρωίνης και την είχαν μετατρέψει σε οκτώ υπόθετα.

Βλ. επίσης: Το λεξικό της ντάγκλας, Λ. Χρηστάκη και Ν. Επάρατου (Εκδόσεις Opera 1995), σελ.91.

Υπόθετο με μεζέ (από σφυρίζων, 22/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα πηκτά κομμάτια αίμα που «πέφτουν» από το αιδοίο κατά τις ημέρες της περιόδου.

Είναι μικρού μεγέθους και συνήθως επιπλέουν στη λεκάνη ή βολτάρουν στη μπανιέρα (ανάλογα το που βολεύεται κάποια να πλένεται). Το χρώμα τους κυμαίνονται ανάμεσα στα traffic red, rose, strawberry και coral red. Στην Κρήτη, συναντώνται και «μπριτζόλες», κατά την τοπική διάλεκτο.

- Όταν κατούρησα μου έπεσε μια μπριζόλα σκέτο σίχαμα.

Μπριζόλα συνομοταξίας "σταβλίσια" (από Vrastaman, 22/08/11)

Βλ. συμπληρωματικά και καφέ, ροζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νερόβραστο φαγητό, με πολύ ζουμί και ελάχιστη γεύση. Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από τον ήχο που ακούγεται ρίχνοντας στερεά υλικά στο νερό που βράζει.

- Ψηλέ, τι έχουμε για φαΐ;
- Πατάτες μπλουμ.
- Πάλι ρε πούστη μου... Πατάτες μπλουμ, μακαρόνια μπλουμ, για το πούτσο είναι ο μάγειρας... Πότε θα πάω σπίτι μου να φάω σαν άνθρωπος...

O νερόβραστος δήμαρχος της Νέας Υόρκης Michael BLOOMberg. (από Vrastaman, 12/09/08)Πάλι μπλουμ ... (από poniroskylo, 12/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το αποπάτημα, το σκατό, η κουράδα.

  2. Στα κρητικά το κοπάδι προβάτων.

βλέπε και:
-ξεκουραδώνω: κλέβω από κάποιον το κουράδι του, το κοπάδι με τα πρόβατά του.
-μεγαλοκουραδάρης: ο τσέλιγκας, αυτός που έχει πολλά πρόβατα.

Πολλές παρεξηγήσεις έχουν γίνει -κατά το παρεθόν κυρίως- εξαιτίας αυτής της σύγχισης. Χαρακτηριστικό περιστατικό περιγράφεται στο θεατρικό έργο του Δ. Βυζάντιου Βαβυλωνία, όπου ένας στερεοελλαδίτης πυροβολεί έναν Κρητικό επειδή ο τελευταίος τον κατηγόρησε ότι κατά την τελευταία επανάσταση οι συντοπίτες τού πρώτου κατέβηκαν στην Κρήτη και του έφαγαν τα κουράδια του (=τα πρόβατά του).

- Στον γάμο μου θα φάμε το κουράδι μου!
- Τώρα ποιο από τα δύο, για να δω αν θα έρθω ή όχι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified