Αδόκιμες χρήσεις της λέξεως για:

α. για το διαζευκτικόν.

Τί θα πάρετε για πρωϊνό; Καφέ για γάλα;

β. για το προτρεπτικόν:

Για περάστε!

Ενίοτε χρησιμοποιείται και μόνο του, συνήθως από παιδιά μικρής ηλικίας.

Ένας μαθητής δείχνει κάτι σ' έναν άλλον. Ένας τρίτος, θέλοντας κι αυτός να δει, παρεισφρύει λέγοντας: -Για!

γ. για το αιτιολογικόν. Συντάσσεται με μέλλοντα.

-Γιατί φόρεσες το παλτό σου;
-Για θα φύγω.

δ. για το ερωτηματικόν. Συντάσσεται με άρνηση.

-Ρε παιδιά, πείνασα!
-Για δεν το λες τόσην ώρα;

ε. για το απειλητικόν. Συντάσσεται με την υποτακτική του ρήματος "κάνω" + την λέξη "πως".

Για να κάνει πως περνάει από δω και θα του δείξω εγώ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που θέλω να προσθέσω στον υπάρχοντα ορισμό είναι η γιδιαιτερότητα να μπαίνει η έκφραση στο τέλος της πρότασης, όπως συμβαίνει και με τα αφού, γιατί, για.
Ωσεκτουτής της τοποθέτας-ουραγού, η έκφραση μοιάζει να παίρνει κάπως το νόημα του αφού και του γιατί.

Για το πολύ ενδιαφέρον αυτό φαινόμενο, που συνηθίζεται κυρίως στην βόρεια Ελλάδα, το Κτη γράφει το παρακάτω σχόλιο στο λήμμα αφού:

 «Για την πιθανή τουρκ. επιρροή με το 'αφού' στο τέλος της φράσης,ιδού τωρινή χρήση στα τούρκικα με το επειδή (çünkü) στο τέλος. Μεταφράζω κατά λέξη: Bu fotoğrafa iyi bakın.  Önceki   gün  Şırnak'ta çekildi. Kimse unutmasın, biz unutmayacağız çünkü. (Κοιτάξτε καλά  αυτή τη φωτογραφία.Τραβήχτηκε χτες στο Σιρνάκ. Να μην την ξεχάσει κανείς, εμείς δεν  θα την ξεχάσουμε επειδή)». 
  1. θα τσακωθείτε; Να φύγω άμα είναι! ΕΔΩ

  2. Παλικάρια και κοπελιές είναι ωραίο να αρωματιζόμαστε αλλά μερικοί φοράτε το κατσαριδοκτόνο. Λυπηθείτε μας άμα είναι. ΕΔΩ

  3. - Μας εχουν διαλύσει με τα κωλομνημονια, δεν εχουμε να φάμε.
    - Ω ρε φιλαράκι, αν εισαι σε τετοια κατάσταση να βοηθήσω άμα ειναι.
    - Αντε γαμησου ρε, εγω εχω κάνει τα κουμάντα μου, σας αγοράζω όλους αν θελω. #elladara ΕΔΩ

  4. Μαγειρεύουν και φασολάκια για σήμερα, εντάξει, πείτε το μου να φύγω από τώρα άμα είναι.

  5. Διάλογος μεταξύ Ανωριμου και Μελαχρινής Σαλονικιάς (δική της η κατακλείδα/ σύνοψη):
    -οτι χρειαστείς!!! Το καλο ειναι οτι έχεις αυτογνωσία!
    -το κακό;
    -οτι δεν έχω κάτι να φάω τωρα..
    -πάνε για κρέπα
    -παίζει η μπαοκαρα αφου!
    άμα είναι αφού εντάξει ΕΔΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφοριστικό σχήμα λόγου, βασισμένο σε κάποιο αυθαίρετο κριτήριο αντροσύνης. Το μεταχειριζόμαστε, ειδικότερα, είτε για να ψέξουμε κάποιον που δεν το πληρεί, ή και για να επιδοκιμάσουμε -ενίοτε και για να δικαιολογήσουμε- κάποιον που το πληρεί (συνήθως τον εαυτό μας, ως άdρες που είμαστε).

Τα κριτήρια αντροσύνης μπορούν να πλασάρονται ως παράδοξα και προκλητικά (άντρας που δεν είναι τρύπιος, δεν είναι άντρας, μού 'παν κάποτε ότι είχε δηλώσει ο Κερτ Κομπέιν, αλλά δεν κατάφερα ποτέ να το διασταυρώσω -στο οποίο σπεύδει εξάλλου η θυμοσοφία να διευκρινίσει ότι άντρας είναι αυτός που τον έφαγε και δεν του άρεσε), έως και προχώ και ψαγμένα (άντρας που δεν έχει σκάψει το λάκο του, δεν είναι άντρας, θα σου πουν πιχί οι Τρύπες), αλλά συνήθως πρόκειται απλά για καρακλισάντζες του κερατά, αμφίβολης ή χαίρω πολύ ισχύος, απ' αυτές που ακούει κανείς απο παιδάκι στην ελλάδα τόσο συχνά όσο ας πούμε και ότι οι έλληνες επινόησαν τη δημοκρατία -όπα, λάθος· «ανακάλυψαν» το λένε (θα τη βρήκαν φαίνεται σκάβοντας εκεί κατ' απ' το Βράχο).


Άντρας που δεν έχει πέσει πάνω σε κολώνα ενώ κοίταζε κώλους, δεν είναι άντρας (εδώ)


Αντρας που δεν ξερει να χορευει σωστο ζεϊμπέκικο δεν ειναι ΑΝΤΡΑΣ! Απλα! (εδώ)


Τοσα ατομα υπαρχουν που δεν πηγαν στρατο και στην ζωη τους παρολα αυτα ειναι πρωτοι μαγκες και σωστοι ανθρωποι...αλοιμονο αν πεσω στην παγιδα αυτωνων που λενε οτι οποιος δε παει στρατο δεν ειναι αντρας! (εδώ)


Με είχε όμως συγκλονίσει μια φράση, που μου είχαν πει σε ένα ορεινό χωριό… «Δε φταίνε τα κοπέλια. Όταν η μάνα τα μεγαλώνει με τη φράση: «Ο άντρας που δεν κάνει φυλακή, δεν είναι άντρα[ς]…», ε, τι θέλεις να κάνουν σαν μεγαλώσουν; Φονικά και να πάνε φυλακή…» (εδώ)


Άντρας που δεν έχει φάει χυλόπιτα δεν είναι άντρας! (εδώ)


«Ξοδεύεις χρόνο για την οικογένειά σου. Ωραία. Γιατί ο άντρας που δεν ξοδεύει χρόνο με την οικογένειά του δεν είναι άντρας». Τα είπε όλα ο Ντον των Ντον. (εδώ)


- Για ποιον λογο πιστευετε οτι δημιουργουντε οι παραλληλες σχεσεις;; Λογω παθους;Λογω χαμηλης αυτοπεποιθησης που με αυτον τον τροπο νομιζουν οτι αξιζουν σαν ανδρες ή γυναικες;
- Γιατι θελει να εχει σχεση με την μια και να πηδαει την αλλη. Γιατι θελει να επιβεβαιωθει. Γιατι δεν εκτιμαει. Γιατι ειναι αχαριστος. Γιατι ειναι εγωιστης. Γιατι ειναι ψευτης. Γιατι ειναι δειλος. Γιατι ειναι σκατοχαρακτηρας. Γιατι...γιατι...γιατι...μεχρι το πρωι μπορω να σου γραφω. Με απλα λογια γιατι ειναι μαλακας.Και αντρας που δεν ειναι ειλικρινης για εμενα δεν ειναι αντρας. (εδώ)

(κάν' το μόνος σου).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφερόμεθα στην εκνευριστικότατη τάση ορισμένων να εκφέρουν το ονοματεπώνυμο τοπικών παραγόντων (π.χ. νταβάδων τση νύχτας ή λαϊκιστών τση πολιτικής) με το άρθρο «ο» πριν από το επώνυμο.

Ίσως επειδή προσδίδει ένα ζενεσεκουά κύρους δίκην του γαλατικού de *ή του τευτονικού ***von***· ή και (κουραδο)μαγκιάς ακόμα, *ο Μπάμπης ο Σουγιάς ένα πράμα.

Ο τύπος αυτός χρησιμοποιείται επίσης για νέιμ ντρόπινγκ (βλ. θεατράνθρωπος), αλλά και εσκεμμένα φορ τεχ λουλζ.

  1. Στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιάνη του Μπαρουφάκη θα μιλήσει ο πρόεδρος του τΣΥΡΙΖΑ, ο Ανδρέας ο Τσίπρας...

  2. Το δικό του κόμμα ετοιμάζει ο Γιώργος ο Τράγκας...

3.
Ο Μάνος o Βουλαρίνος γεννήθηκε, πήγε σχολείο, πήγε για λίγο στην Πάντειο αλλά βαρέθηκε, έπιασε δουλειά, πήγε στρατό, συνέχισε να δουλεύει, έκανε μια εκπομπή στην τηλεόραση...

4.
Η Τζένιφερ η Λόρενς έχει βυζιά!

(από Khan, 09/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Β πρόσωπο αορίστου της ενεργητικής φωνής του ρήματος φεύγω.

Χρησιμοποιείται αυτόνομα στο λόγο με προστακτική σημασία, ως δηλωτικό βεβιασμένης λήξης συνομιλίας η οποία οφείλεται είτε στην έλλειψη χρόνου, είτε στον (μεγαλύτερο ή μικρότερο) εκνευρισμό του προσώπου που το απευθύνει.

  1. Δεν είναι ώρα τώρα να μου κάνεις ανάλυση. Ίσα που προλαβαίνεις το λεωφορείο. Άντε! Έφυγες, έφυγες!

  2. Κόφτο. Είσαι υποκριτής και στην τελική μεγάλο καθίκι. Δε θέλω μα και μου. Τέλος. Έφυγες!! Τώρα! Πριν σ' αρχίσω στις γρήγορες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορά κατά την οποία τονίζεται η ιδίοτητα του μεγέθους: Εικονική διόγκωση των όρχεων στο μέγεθος πλανητικού σώματος, η οποία προβάλλεται ως αποτέλεσμα αδιάλειπτης επανάληψης κάποιας λεκτικής (κυρίως) ή άλλης συμπεριφοράς από τρίτους.

Ρε μαλάκα, ειλικρινά τώρα, θα κόψεις να λες τις ίδιες και τις ίδιες παπαριές;; Αμάν σήμερα! Μου 'χεις κάνει τ' αρχίδια πλανήτες!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δημιουργία νεόκοπων άκλιτων ουσιαστικών μέσω της άμεσης ουσιαστικοποίησης κάποιου ρήματος. Η «ουσιαστικοποίηση» αυτή γίνεται με την προσθήκη ενός άρθρου μπροστά από το πρώτο ενικό του ρήματος (ενεστώτα κυρίως, αυτού που λειτουργεί περίπου ως απαρέμφατο), με νοηματικό αποτέλεσμα την απόδοση σε κάποιο πρόσωπο της ενέργειας του ρήματος ως ιδιότητας σε ακραίο βαθμό. Αυτός ο ακραίος βαθμός συνήθως εμπεριέχει μια ειρωνεία ως προς το πρόσωπο που αφορά.

Η αμεσότητα της «ουσιαστικοποίησης» αφορά στο ότι το νέο ουσιαστικό δεν αποκτά αυτούσια (και κλινόμενη) μορφή, σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες (π.χ. διώκτης<διώκω) αλλά διατηρεί αυτή του ρήματος, άκλιτη.

Πρόκειται για συχνό φαινόμενο στην καθομιλουμένη λόγω και του εύχρηστου μηχανισμού του, ο οποίος επιτρέπει τη δυναμική δημιουργία και άλλων, μη παγιωμένων ακόμα τέτοιων ουσιαστικών, εν τη ρύμη και προς εξυπηρέτηση του λόγου.

Υφιστάμενα παραδείγματα: ο γαμάω, ο σκοτώνω, ο σκοτώνω και δεν πληρώνω, ο μπορώ, ο γαμάω και δέρνω, ο δεν κόβομαι, ο πεινάω.

Παραπλήσια και μάλλον σπανιότερα φαινόμενα είναι τόσο η ουσιαστικοποίηση επιρρήματος (π.χ. ο μάλλον), όσο και η δημιουργία ουσιαστικού από συγκεκριμένη έκφραση, με τα μέρη του λόγου περίπου να συνενώνονται (π.χ. άκλιτα: ο στ' αρχίδια μου, ή ο σας-γράφω-όλους-στον-κώλο-μου, κλινόμενα: τασπάος, σασείδας). Επίσης παραπλήσιο είναι και το φαινόμενο του «καθώς μπαίνεις», με το οποίο δημιουργείται ουσιαστικό για πράγμα (άψυχο) και όχι για πρόσωπο.

- Πάμε παιδιά ένα ρασάκι να τους πάρουμε!
- Εγώ βαριέμαι, ράσαρε μόνος σου.
- Άντε ρε κότες, όλα μόνος μου θα τα κάνω;
- Αφού είσαι ο ρασάρω και ο ξεσκίζω ρε φιλαράκι, δώσε πόνο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ακριβώς, όχι «σε τι φάση» ή «για τι φάση», ούτε «σε φάση».

Γενική πασπαρτού ερώτηση, διατυπώνεται προς αναζήτηση πληροφοριών από το συνομιλητή. Ο αρχικός ομιλητής ξέρει ότι δεν αρθρώνει σαφή ερώτηση και, συνεπώς, οι απαντήσεις που θα λάβει ίσως να είναι ξεκάρφωτες, αλλά από κάπου πρέπει να ξεκινήσει η έρευνά του.

Σε αυτήν την τόσο ελλειπτική πρόταση, η πιο πεζή ερμηνεία είναι να εννοείται, ως πλήρης πρόταση, η «τι φάση είναι (αυτή)», ή εναλλακτικά, «για τι φάση πρόκειται» (παράδειγμα 1). Προτείνω, ωστόσο, και την ενδιαφέρουσα εκδοχή το ουσιαστικό «φάση» να χρησιμοποιείται στη θέση του ρήματος «παίζει» (παρ. 2).

Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται μάλλον για νεολογισμό. Προσωπικά το έχω ακούσει μόνο τα τελευταία 3-4 χρόνια.

  1. Από εδώ:
    Το r5 τι φάση; λέτε ότι τραβήχτηκε με κάμερα από cinema αλλά τέλεια στημένη και ρυθμισμένη ή με κάποιο «hack» τρόπο έγινε αντιγραφή απτό δωμάτιο με τον προβολέα σε ψηφιακό μέσο;

  2. Από εδώ:
    Ερωτηση... Η sim στο 1020 ειναι κανονικου μεγεθους ή παιρνει μικροτερες sim κτλ..; Κατι διαβαζω οτι δινεις σε καταστημα να σου «κοψουν» την sim.. Τι φαση;

Βλ. και στα παραδείγματα των ορισμών για τα λήμματα πιστόλι και say hello to my little friend.

(από Khan, 17/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση πασπαρτού που ετυμολογείται από το «μία φορά» ή «μία στιγμή», και σημαίνει το ξεκίνημα μιας ενέργειας.

Το μία μπορεί να παραλειφθεί χωρίς να αλλάξει το νόημα, η χρήση του όμως δίνει ένα νόημα σπιρτάδας, αμεσότητας, ή ταχύτητας στην έκφραση.

  1. Το σ/κ πάμε μια Αράχοβα; [εννοείται: θεωρώ ότι μας είναι εύκολο να αποφασίσουμε να πάμε, γίνεται μπαμ μπαμ. προφανώς προ κρίσης γιατί τώρα μετράμε τα χιλιόμετρα για να φύγουμε :)]

  2. Ρε συ ξέχασα το αλατοπίπερο, πας μία στην κουζίνα να το φέρεις; [εννοείται σου είναι εύκολο να πας και να έρθεις]

  3. Πάμε μία skype; [δηλαδή θέλεις να ξεκινήσουμε έναν διάλογο στο skype; εννοείται ότι δε μας είναι δύσκολο]

  4. - Πάμε;
    - Κάτσε, πάω μία τουαλέτα και φύγαμε [εννοείται θα κάνω γρήγορα, δε γεννάται θέμα]
    (γυρνάει) - Πάμε;
    - Κάτσε να πληρώσουμε μία τον λογαριασμό... [εννοείται μπαμ μπαμ]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάρα πολλοί Έλληνες, όταν χρησιμοποιούν λέξεις που καταλήγουν σε -ήσεις, -ίσεις, κάμουν το πρώτο σίγμα silent (tres chic). Αυτό συμβαίνει καθότι απλοποιείται και διευκολύνεται πολύ η προφορά της λέξης, καθώς τα δύο σίγμα απαιτούν καθαρότερη άρθρωση και μεγαλύτερη προσπάθεια από τον ομιλών.

Οι ερευνητές κατέληξαν ότι δεν προέρχεται από κάποιο μέρος της Ελλάδας ως ιδιωματισμός, αλλά μάλλον εμπίπτει στην κατηγορία Κό'α Κόλα , σε ένα τέ'αρτο, καθώς έχουν παρατηρηθεί από Καταυλακιώτες αλλά και Καρδιτσιώται.

  1. - Νjίκο, Νjίκο!
    - Έλα Γιώργο!
    - Έλα ήρθε ο κόσμος! Έλα να με βοηθή'εις! Μάζεψε και τις αιτή'εις από τις αυξή'εις από τις επιδοτή'εις μην τα πάρει κανένας!

  2. (Σε κατάστημα ειδών τεχνολογίας)
    - Και νά σε ρωτήσω, τι απαιτήσεις έχει αυτό το μηχανάκι;
    - Απαιτή'εις, απαιτή'εις, πρόσεχε μην την πατή'εις.... Καρ καρ καρ καρ!
    - Καλά...Μπορώ να απευθυνθώ σε κάποιο άλλο τμήμα;
    - Ναι, καλέστε τις πωλή'εις.

  3. - Έλα μωρό μου, θα έρθεις αύριο κατά τις 8 και τέ'αρτο να με ξυπνή'εις;
    - Να σε πάρω τηλέφωνο καλύτερα;
    - Όχι έλα να μου χτυπή'εις... Μπας και κάνουμε και τίποτα γυμναστικές ασκή'εις... Πρωινές...

πρβλ και -άειζ, -ήειζ, -ίειζ, -ώειζ, αύξη, ζγκατάψυξ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified