Further tags

Γκομενομάνι ονομάζεται η συγκέντρωση πολλών κοριτσιών - γκόμενων (θηλ. γένους) με επίβουλες ιδέες προς το ισχυρό φύλον με σκοπό την αποκόμιση χρημάτων. Συνήθως ένα γκομενομάνι συναντάται σε πολυσύχναστους χώρους όπως μια καφετερια, ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα ή στο γνωστό Ευαγές Ίδρυμα.

Οι παρέες που απαρτίζουν το γκομενομάνι είναι απαραίτητο να αποτελούνται από τρείς η περισσότερες γκόμενες για να θεωρείται δίκαια η κατάληξη -μάνι, η οποία προσδίδει την ιδέα του πλήθους, στην έννοια γκομενομάνι.

Οι γκόμενες απαντώνται σε διάφορα είδη-μορφές ανάλογα με τον απώτερο σκοπό τους. Υπάρχουν οι ηδονικές , οι φεμινιστικές, οι εισοδηματικές και άλλες πολλές μορφές γύναιων που προσπαθούν για να πετύχουν το πλήρες φαλήρισμα του αντρικού πληθυσμού και γι'αυτό χαρακτηρίζονται από πανεπιστήμονες ως άκρως επικίνδυνες προς τα αρσενικά.

"Ρε φίλε, εγώ θα πέθαινα για να αφήσω τις πουτσοσταλίδες μου στην μουνίδα της καθε κοπελιάς που ανήκει σε αυτό το γκομενομάνι.

Got a better definition? Add it!

Published

Βίγκαν λεσβία που παραπλανητικά ντύνεται ως φάσαια.Συνήθως ενταγμένη στα σχήματα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς η στην ΚΝΕ.Συνήθως χρησιμοποιέιται ως κακό παράδειγμα απο καπόιον σαρανταπεντάρη οικογενειάρχη σε σεξιστικό παραληρημά η από εκλεγμένο βουλεύτη του κυβερνώντος κόμματος.

Εγώ δεν έχω θέμα με τις μπαχαλοσατανίστριες,αλλά θέλουν να επιβάλλουν την λεσβιακή βιγκανικότητα τους δια της βίας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεολογισμός που σημαίνει το φαινόμενο μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας να ζουν και να συμπεριφέρονται όπως οι ετεροκανονικοί στρέιτ, φτιάχνοντας οικογένειες, επιμένοντας στην ατομική ιδιοκτησία, ησυχία, τάξη και ασφάλεια, ως queer Παντελήδες νοικοqueerαίοι.

Ομοκανονικότητα και Ετεροκανονικότητα. Όψεις του ίδιου νομίσματος. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Νεολογισμός που σημαίνει τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας που αντιγράφουν την ετεροκανονικότητα των στρέιτ.

Ο ομοκανονικός τρόπος σκέψης, μερικές φορές, είναι ισάξια σπαστικός με τον ετεροκανονικό.(Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Η αρχοντική υψηλού κοινωνικού επιπέδου λεσβία. Σύγκρινε με αρχοντομούνα, αρχοντόπουστα.

  1. Οι αρχοντολεσβίες ακούγαν ελληνικά της Πρωτοψάλτη. Εγώ δεν είχα ακούσε ποτέ ελληνικά μέχρι εκείνη τη στιγμή. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 118).
  2. Ελληνίδα χοντρή με τατουάζ, βυζάρες, κωλάρα, κυτταρίτιδα με ξυρισμένο το μαλλί στο πλαι (το κάνουν έτσι οι αρχοντολεσβίες). (Από το Μπου).
  3. αρχοντολεσβια πρεπει να ειναι αυτη. ηταν και στο τραξιον του μεγκα ολο με μηχανες και αυτοκινητα ασχολιοταν. (Μπου).

Got a better definition? Add it!

Published

Την περίοδο της χούντας των συνταγματαρχών (1967-1974) και λίγο μετά, ήταν απαξιωτικός χαρακτηρισμός για χριστιανό, ο οποίος υποστήριζε το χουντικό καθεστώς ή, μετά, τη δεξιά και τον καπιταλισμό.

'Αστο ,χριστιανέ, και μην το κουράζεις. Αστοχριστιανέ που λοξοκοιτάζεις καπιταλιστικά μη με παραμυθιάζεις. Πάνω απ΄το Ευαγγέλιο την κονόμα βάζεις. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που χρησιμοποιείτο κυρίως στις δεκαετίες 1960 και 1970, για να στιγματίσει τη συμπόρευση χριστιανών με τη χούντα των συνταγματαρχών και την άκρα δεξιά ή, ευρύτερα, με τον καπιταλισμό εν γένει.

Σε ανάλογη κατεύθυνση ιδρύθηκε το 1953 και η Χριστιανική Δημοκρατία, από τον Νίκο Ψαρουδάκη, η οποία κάποιες φορές επιδίωξε και την εκλογική της καταγραφή, αν και χωρίς σημαντικά αποτελέσματα. Φυσικά, δεν είχε καμιά απολύτως σχέση με τα συντηρητικά χριστιανοδημοκρατικά κόμματα της δυτικής Ευρώπης, τα οποία η Χριστιανική Δημοκρατία χαρακτήριζε «αστοχριστιανικά». Οι χριστιανοσοσιαλιστές εκείνων των χρόνων είχαν ανοιχτό μέτωπο κατά των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων («Ζωή», «Σωτήρ» κ.ά.), που στελεχώθηκαν, κυρίως, από ακροδεξιούς ιερωμένους και θεολόγους, συγκροτώντας κινήσεις χριστιανών επιστημόνων, νέων κ.ά., πρωτοστατώντας στον αντικομμουνιστικό ιδεολογικό αγώνα του μετεμφυλιακού καθεστώς, το οποίο πρόβαλλε ως ιδεολογικό πρόσημό του τα «ελληνοχριστιανικά ιδεώδη» και ως μέσα για την προώθησή τους χρησιμοποιήθηκαν τα σχολεία, τα κατηχητικά, ο στρατός, το ραδιόφωνο κ.λπ. (Iskra).

Got a better definition? Add it!

Published

Παλαιά ποδοσφαιρική αργκό που σημαίνει τους φιλάθλους καλής κοινωνίας. Η έκφραση βγήκε από τις γυναίκες τους που έρχονταν παλιά στο γήπεδο με γούνα. (Δες).

Τι να σου κάνουν οι γούνες; Στα κρίσιμα η ομάδα θέλει τα παλτά της!

Got a better definition? Add it!

Published

Νεολογισμός- μεταφραστικό αντιδάνειο. Σημαίνει το να συνάπτεις ερωτική σχέση με κάποιον οικονομικά και κοινωνικά ισχυρότερο, ώστε να ανεβείς άμεσα κοινωνική βαθμίδα. Συνέβαινε ανέκαθεν, αγγλιστί λέγεται marrying up, αλλά πλέον υπηρετείται από συγκεκριμένα διαδικτυακά σάιτ που αποσκοπούν όχι μόνο σε εφήμερη σχέση με ζαχαρομπαμπάδες, αλλά σε κάτι μονιμότερο.

Από την Carrie Bradshaw και τον Big μέχρι σχεδόν όλες στις Real Housewives, η έννοια του γάμου από συμφέρον δεν είναι κάτι καινούργιο στη μυθοπλασία- κατά κάποιο τρόπο, είναι ένα από εκείνα τα θέματα που δεν φαίνεται να βγαίνουν ποτέ από τη μόδα. Πάρτε, για παράδειγμα, την πιο πρόσφατη ιστορία του Bridgerton. Πίσω από όλο το σεξ στη σειρά, η πλοκή έχει να κάνει με οικογένειες που αναρριχώνται στις βαθμίδες της κοινωνίας, φλερτάροντας με άτομα «υψηλότερης» κοινωνικής θέσης. Ο όρος για αυτό το φαινόμενο είναι “hypergamy” («υπεργαμία») και σύμφωνα με την Damona Hoffman, coach γνωριμιών και οικοδέσποινα του podcast Dates & Mates, είναι τόσο παλιός όσο και ο χρόνος. «Η ιδέα του γάμου με βάση την αγάπη είναι στην πραγματικότητα μια πολύ σύγχρονη πρακτική», λέει. «Ο γάμος παραδοσιακά γινόταν για την εξασφάλιση της οικονομικής σταθερότητας της οικογένειας μιας γυναίκας». (Πρώτο Αίμα).

Got a better definition? Add it!

Published

Άτομο το οποίο κινητοποιείται στο άκουσμα της φράσης
«Άντε φέρε μου αυτό...».
Να σημειωθεί ότι το μεσαίο έψιλον προφέρεται ελαφρώς, σαν γιώτα, αποδίδοντας στο λήμμα μια γαλλική εσάνς.

- Χρειάζομαι εκείνες τις βρώμικες κουρελούδες. Άντε φέρε μού τες.
- Α, δεν είναι εδώ ο αντεφέρ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified