Δηλώνει τον τύπο χαμηλού κοινωνικού επιπέδου, εθισμένο στην κουτοπονηριά και στην «στραβή», που, ενώ σε κανονικές συνθήκες θα τον χαρακτήριζες αρχίδι, επιτακτικά και εμφατικά τον αποκαλείς ψωλαρχίδη! (με μετατροπή του ουδετέρου σε αρσενικό ευγενείας και επικλήσεως).

Υπονοεί τον ικανό ειδικώς μόνο για αναπαραγωγή και γενικώς το άχρηστο υποκείμενο.

Συναντάται και με κατάληξη -ας (ψωλαρχίδας) και δηλώνει πέραν των ανωτέρω και μεγαλοπρέπεια.

- Άχρηστος υδραυλικός ο άντρας σου χρυσή μου, όλοι στην γειτονιά το λένε!
- Ασ' τονα μωρέ, τον ψωλαρχίδα...

Δες και αρχίδας, -αρχίδας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσιαστικό της αρχαίας ελληνικής, δηλωτικό ατόμου που επιδιώκει με κάθε τρόπο την απόκτηση θέσεων και αξιωμάτων. Συν. θεσιθήρας (βλ. λεξ. Μπαμπινιώτη). Είναι σύνθετο από τα ουσιαστικά: σπουδή(=ζήλος/βιασύνη (βλ. το λεξικό της Αρχαίας του Σταματάκου), αρχή (=εξουσία) και την κατάληξη -ιδης (που προσδιορίζει το νεαρό της ηλικίας βλ. σπουδάρχης).

Συναντάται στον Αριστοφάνη ως κωμικό πατρωνυμικό του σπουδάρχου (Ἀχαρνῆς 595-597: ὅστις; πολίτης χρηστός, οὐ σπουδαρχίδης, / ἀλλ᾽ ἐξ ὅτου περ ὁ πόλεμος, στρατωνίδης, / σὺ δ᾽ ἐξ ὅτου περ ὁ πόλεμος, μισθαρχίδης).

Αξίζει να σημειωθεί ότι στα αρχαία Ελληνικά η λ. ἀρχίδιον ήταν υποκοριστικό της αρχής και σήμαινε το μικρή (ανάξια λόγου) προσφορά υπηρεσίας.

Λόγω της ηχητικής σύγχυσης που παρουσιάζεται με τη λέξη αρχίδι(-ης) χρησιμοποιείται από τους γνωρίζοντες την ετυμολογία ως κεκαλυμμένη ύβρις και από τους μη γνωρίζοντες, ευθέως ως ύβρις σχετιζόμενη με τη συνηχούσα λέξη.

Σχετικά πρόσφατα χρησιμοποιήθηκε από συγκεκριμένο πολιτικό προς χαρακτηρισμό συναδέλφου του (βλ. παρακάτω το viral video), αποκτώντας έτσι μια κάποια (παρετυμολογημένη) δυναμική στη σύγχρονη γλώσσα.

-Όλοι για την καρέκλα και μόνο στη βουλή. Πήξαμε στου σπουδαρχίδηδες.
-Τι λες ρε μαλάκα, παπάρι, σπουδαρχίδη! Είσαι μεγάλη ψωνάρα τελικά. Άντε και γαμήσου!!

(από Nik, 01/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που τα σπάει σε όλους δημοσιεύοντας συνέχεια απαντήσεις σε κάποιο forum, ή στέλνοντας email, χωρίς τα οποία όλοι θα μπορούσαν να ζήσουν το ίδιο καλά, αν όχι καλύτερα.

Προκύπτει από το σπαμ (spam) + σπασαρχίδας.

- Απάντα του ρε!
- Δε μπαίνω καν στο τριπάκι ν' απαντήσω στο σπαμαρχίδα! Θα με πρήξει στα PM μετά...

για να μην ξεχνάμε τις ρίζες μας (από jesus, 28/06/08)Το ορίτζιναλ σπαμ (από poniroskylo, 28/06/08)

βλ. και σπαμστικός, Spamστικός, σπαμεράς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφια του Στα Αρχιδια Μου

- μαλακά αυτός εκεί σε έβρισε -Σαμ

Got a better definition? Add it!

Published

Υβριστική παραφθορά του τίτλου «πλανητάρχης» που απέδωσε στον Αμερικανό Πρόεδρο ο Ελληνικός τύπος επί εποχής νέας τάξεως.

Πρωτολανσαρίστηκε εν όψει των αμφιλεγόμενων ερωτικών περιπετειών του σαβουρογάμης Αμερικανού Προέδρου Bill Clinton με τη Monica Lewinski, ενώ και ο διάδοχός του George W. Bush Jr. ενέπνευσε πολλούς για την απονομή του ιδίου τίτλου, όχι λόγω ερωτικών κατορθωμάτων αλλά αποκλειστικά λόγω του κακού του χαρακτήρα. Νομίζω ότι και το «πλανητάρχης» αποτελεί ελληνικό ιδίωμα.

Kαρκίνος (22 Iουνίου - 22 Iουλίου) Τα ευαίσθητα Καρκινάκια, γεννημένα ντάλα καλοκαίρι, με την πουτανίτσα Σελήνη να τους ανεβοκατεβάζει τα γράδα, φουσκώνουνε και ξεφουσκώνουνε μέσα τους, σαν τα νερά του Ευρίπου. Συναισθηματική σταθερότης μηδέν, εξού και η αδικαιολόγητη πολλές φορές ισχυρογνωμοσύνη τους. Καλοί δικηγόροι οι Καρκίνοι, μπορούν να υπερασπίσουν με άνεση την άποψή τους, αλλά ταυτόχρονα με την ίδια άνεση και την ακριβώς αντίθετη. Το ρήμα που χαρακτηρίζει τον Καρκίνο είναι το «αισθάνομαι». Εκπρόσωπος του ζωδίου ο πλανηταρχίδης Τζορτζ Μπους. (Τζιμάκος, από εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστό στην καθομιλουμένη και ως Σπασουάρ, είναι το προϊόν το οποίο χρησιμοποιείται για την προστασία των όρχεων από εξωτερικούς βλαπτικούς παράγοντες.

Θα βγω ραντεβού με εκείνο το Μαράκι, την μποξερ. Θα φορέσω και μια παπαριέρα για παν ενδεχόμενο.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που δεν κάνει τίποτα στη ζωή του και ζει από τα λεφτά της μαμάς και του μπαμπά. Ασχολείται όλη μέρα με το ξύσιμο των όρχεών του. Αντίστοιχο για τις κοπέλες είναι το ξυσομούνα.

- Καλά, αυτός όλη μέρα σπίτι του είναι! Μιλάμε για μεγάλο ξυσαρχίδα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας που ξυρίζει τις τρίχες από τους όρχεις του ή που γενικότερα ξυρίζει ή κοντοκουρεύει την ηβική του περιοχή.

Μερικοί λόγοι για να το κάνει:

  • Το θεωρεί αισθητικό.
  • Το θεωρεί υγιεινό.
  • Είναι μετροσέξουαλ ή απλά πουστοσέξουαλ.
  • Είναι σεξουαλικά αλτρουιστής και σκέφτεται την/ον ερωμένη/ο του, που δεν φταίει σε τίποτα να εμπλέκεται με αρχιδότριχες κατά την τέλεση στοματικού σεξ.
  • Θέλει να δώσει ένα έμμεσο πλην σαφές μήνυμα στην ερωμένη του ότι ενδιαφέρεται έντονα για στοματικό σεξ εκ μέρους της και δίνει μια ενθάρρυνση.
  • Πιστεύει στην ισότητα των φύλωνε, οπότε θεωρεί ότι αφού ο ίδιος απαιτεί καραφλόμουνα, μπικίνια, βραζιλιάνικο κουτουλού, υποχρεώνεται να κάνει και αυτός το παρόμοιο σύμφωνα με την ουνιβερσαλιστική καντιανή προστακτική (ό,τι απαιτείς πρέπει να το θεωρείς καθολικό κανόνα).

    Ο όρος έχει μια αρκετά ασθενή παρουσία στο Διαδίκτυο, και αν κρίνουμε από αυτήν, είναι μάλλον ρετροσέξουαλ έμπνευσης, δηλαδή επιδιώκει να ειρωνευτεί την αισθητική αυτή επιλογή νέας κοπής. Εξ ου και η έμφαση στα αρχίδια και όχι γενικά στην ηβική περιοχή. Γιατί το να ασχολείσαι με τρίχες είναι ήδη μάταιο, όπως και το να ασχολείσαι με αρχίδια. Το να ασχολείσαι και με τρίχες και με αρχίδια ταυτόχρονα, ε αυτό πια κι αν είναι...

- Ασφαλώς και ξυρίζω τα αρχίδια και κοντοκουρεύω τον θάμνο. Τι σου φταίει δηλαδή η κοπέλα σου να τρώει τις τρίχες σου;
- Ου ρε ξυρισαρχίδα!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ιστορία αυτής της κόφτης όλο νόημα λέξης ξεκινά εξ εμου από ενα σαρδαμ στουρας.Νταιβαροντας στα έγκατα του υποσεινηδητου και φιλοσοφώντας το λίγο κατάλαβα ότι είναι πάντρεμα του παροπονιαρικου ήχου της κατσίκας (μπεεεε) και η πρόσθεση του ζζζ (zzz..στο τσατ η σε κόμικ ύπνος ) καθρεφτίζει υπνονταγκλα που αχνοφαίνεται .

Λουση :Καλά τα μάτια σου πατζουρια κλειστά κόκκινα να ανοίξουν δεν λένε ω θέα της αυγής . Λουλα : μπζεεεε ..

Got a better definition? Add it!

Published