Ο ευνούχος, κυριολεκτικά ή μεταφορικά, δηλαδή και αυτός που δεν είναι αρκούδως άντρας, ο χαντούμης.

1. Δείχνει φανατικός βαζελίνος ο κοψαρχίδης... Έχει βλέμμα αλαφούζικο και νάζι λεωφόρου.

2. Θα τους ξυσετε τα Α……….δια, αν δε προλαβει να τους τα κλασει συγνωμη να τους τα κοψη ο ξεχαρβαλομενος πρωην ωραιος κοψαρχιδης.

3. Aρκετοί τράγοι που τυχαίνει να έχουν ξέχωρα τα λιμπά, αναφέρονται σαν κοψαρχίδης.

  1. Ο γερο-στρατηγός Βισέντε Βεργάρα, πάλαι ποτέ επονομαζόμενος από τους στρατιώτες του στρατηγός Κοψαρχίδης, κι ο εγγονός του βγαίνουν ένα βράδυ να το κάψουν σ' ένα μπορντέλο· (αγαπάμε Carlos Fuentes και τους εμπνευσμένους μεταφραστές του).

"Εἰσὶν γὰρ εὐνοῦχοι οἵτινες ἐκ κοιλίας μητρὸς ἐγεννήθησαν οὕτως, καὶ εἰσὶν εὐνοῦχοι οἵτινες εὐνουχίσθησαν ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, καὶ εἰσὶν εὐνοῦχοι οἵτινες εὐνούχισαν ἑαυτοὺς διὰ τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω": Το Ματθ. 19,12  (από Khan, 03/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γηπεδικό επιφώνημα χαρακτηρισμού προσώπων.

-

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσιαστικό της αρχαίας ελληνικής, δηλωτικό ατόμου που επιδιώκει με κάθε τρόπο την απόκτηση θέσεων και αξιωμάτων. Συν. θεσιθήρας (βλ. λεξ. Μπαμπινιώτη). Είναι σύνθετο από τα ουσιαστικά: σπουδή(=ζήλος/βιασύνη (βλ. το λεξικό της Αρχαίας του Σταματάκου), αρχή (=εξουσία) και την κατάληξη -ιδης (που προσδιορίζει το νεαρό της ηλικίας βλ. σπουδάρχης).

Συναντάται στον Αριστοφάνη ως κωμικό πατρωνυμικό του σπουδάρχου (Ἀχαρνῆς 595-597: ὅστις; πολίτης χρηστός, οὐ σπουδαρχίδης, / ἀλλ᾽ ἐξ ὅτου περ ὁ πόλεμος, στρατωνίδης, / σὺ δ᾽ ἐξ ὅτου περ ὁ πόλεμος, μισθαρχίδης).

Αξίζει να σημειωθεί ότι στα αρχαία Ελληνικά η λ. ἀρχίδιον ήταν υποκοριστικό της αρχής και σήμαινε το μικρή (ανάξια λόγου) προσφορά υπηρεσίας.

Λόγω της ηχητικής σύγχυσης που παρουσιάζεται με τη λέξη αρχίδι(-ης) χρησιμοποιείται από τους γνωρίζοντες την ετυμολογία ως κεκαλυμμένη ύβρις και από τους μη γνωρίζοντες, ευθέως ως ύβρις σχετιζόμενη με τη συνηχούσα λέξη.

Σχετικά πρόσφατα χρησιμοποιήθηκε από συγκεκριμένο πολιτικό προς χαρακτηρισμό συναδέλφου του (βλ. παρακάτω το viral video), αποκτώντας έτσι μια κάποια (παρετυμολογημένη) δυναμική στη σύγχρονη γλώσσα.

-Όλοι για την καρέκλα και μόνο στη βουλή. Πήξαμε στου σπουδαρχίδηδες.
-Τι λες ρε μαλάκα, παπάρι, σπουδαρχίδη! Είσαι μεγάλη ψωνάρα τελικά. Άντε και γαμήσου!!

(από Nik, 01/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος που είναι και μουνί, δηλαδή φλώρος, μη μου άπτου, μαλακός, και αρχίδι, δηλαδή ύπουλος, παλιοχαρακτήρας, πονηρός, μπαμπέσης.

Δεν το περίμενε κανένας ότι ο Τάσος θα ήταν τόσο μουναρχίδης που θα τους καλούσε στο εξοχικό του μόνο και μόνο για την πέσει στην γκόμενά του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κλαψομούνης, ο κλαψούρης, κλάψας (και πάει λέγοντας).

  1. σου το ζήτησα και μου έστειλες το τηλέφωνό σου κλαψαρχίδι ; δεν βαρέθηκες να λες τα ίδια και τα ίδια περί ανωνυμίας ή μη στο ιντερνετ.

  2. Η διαφορα ειναι οτι ο Νιοπλιας ειναι ο κλασικος ελληνας κλαψαρχιδης,ενω ο Ολλανδος ειχε αυτον μαγκικο τροπο ομιλιας και επικοινωνιας.

(Από το διαδίκτυο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης ζαλάρχιδος και ζαλαρχίδας. Αυτός που μας ζαλίζει τον έρωτα, ή πιο συγκεκριμένα, που μας ζαλίζει τ' αρχίδια, δηλαδή είναι φορτικός, ενοχλητικός, κούρασελ, επαναλαμβάνει διαρκώς τα ίδια πράγματα, ίδιες συμβουλές, ίδιες παρατηρήσεις ή ίδια λάθη. (Η έκφραση δίνει δυο σελίδες στον γούγλη, είναι βέβαια πολύ λιγότερη συνηθισμένη από το σπασαρχίδης).

  1. - τι ζαλαρχιδης βρε παιδακι μου... απορω πως τον αντεχε η γυνιακα του...
    καλο ανθρωπακι ομως...ειχε τους νεους σαν παιδια τους....
    -Έτσι λέγαμε και εμείς στο Ελληνικό κάποιον αξιωματικό υπηρεσίας, ο οποίος επι 30 λεπτά σε κάθε προσκλητήριο μας έλεγε τα ίδια και τα ίδια για τα μέτρα ασφαλείας. Τότε όμως δεν γνωρίζαμε πως πριν αρκετά χρόνια αυτοκτόνησε φαντάρος σε σκοπιά την ώρα που είχε αυτος υπηρεσία... περίπολο για την ακρίβεια... (Εδώ).

  2. Ασε που απο μια ηλικια και μετα το παιδι μονο τα λεφτα σου θέλει και οχι εσενα τον ιδιο, και καλα κανει ο γονιος συνηθως ειναι ζαλαρχιδης! (Εδώ).

  3. ειναι ζαλαρχιδος,δεν φτανει που μπαινει με διαφορετικα ονοματα κ γραφει οτι γραφει,τα γραφει κ με τα ιδια ορθογραφικα λαθη, (εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστική παραφθορά του τίτλου «πλανητάρχης» που απέδωσε στον Αμερικανό Πρόεδρο ο Ελληνικός τύπος επί εποχής νέας τάξεως.

Πρωτολανσαρίστηκε εν όψει των αμφιλεγόμενων ερωτικών περιπετειών του σαβουρογάμης Αμερικανού Προέδρου Bill Clinton με τη Monica Lewinski, ενώ και ο διάδοχός του George W. Bush Jr. ενέπνευσε πολλούς για την απονομή του ιδίου τίτλου, όχι λόγω ερωτικών κατορθωμάτων αλλά αποκλειστικά λόγω του κακού του χαρακτήρα. Νομίζω ότι και το «πλανητάρχης» αποτελεί ελληνικό ιδίωμα.

Kαρκίνος (22 Iουνίου - 22 Iουλίου) Τα ευαίσθητα Καρκινάκια, γεννημένα ντάλα καλοκαίρι, με την πουτανίτσα Σελήνη να τους ανεβοκατεβάζει τα γράδα, φουσκώνουνε και ξεφουσκώνουνε μέσα τους, σαν τα νερά του Ευρίπου. Συναισθηματική σταθερότης μηδέν, εξού και η αδικαιολόγητη πολλές φορές ισχυρογνωμοσύνη τους. Καλοί δικηγόροι οι Καρκίνοι, μπορούν να υπερασπίσουν με άνεση την άποψή τους, αλλά ταυτόχρονα με την ίδια άνεση και την ακριβώς αντίθετη. Το ρήμα που χαρακτηρίζει τον Καρκίνο είναι το «αισθάνομαι». Εκπρόσωπος του ζωδίου ο πλανηταρχίδης Τζορτζ Μπους. (Τζιμάκος, από εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Proσπαρχίδης είναι σύνθετη λέξη. Προέρχεται από τις λέξεις pro, το οποίο προέρχεται από το παιχνίδι του PlayStation Pro Evolution Soccer, την λέξη «σπάω» και την λέξη «αρχίδια». Ο όρος αυτός αναφέρεται σε όλους εκείνους που, ενώ ο συμπαίκτης τους είναι έτοιμος να ξεκινήσει το παιχνίδι, αυτοί κάνουν μία ώρα αλλάζοντας παίκτες, συστήματα, στρατηγικές και οτιδήποτε άλλο, με άμεσο αποτέλεσμα το σπάσιμο των γεννητικών οργάνων του συμπαίκτη τους.

Άντε ρε Γιώργο, μία ώρα μέχρι να ετοιμάσεις την Arsenal. Πόσο proσπαρχίδης είσαι ρε παιδάκι μου!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας που ξυρίζει τις τρίχες από τους όρχεις του ή που γενικότερα ξυρίζει ή κοντοκουρεύει την ηβική του περιοχή.

Μερικοί λόγοι για να το κάνει:

  • Το θεωρεί αισθητικό.
  • Το θεωρεί υγιεινό.
  • Είναι μετροσέξουαλ ή απλά πουστοσέξουαλ.
  • Είναι σεξουαλικά αλτρουιστής και σκέφτεται την/ον ερωμένη/ο του, που δεν φταίει σε τίποτα να εμπλέκεται με αρχιδότριχες κατά την τέλεση στοματικού σεξ.
  • Θέλει να δώσει ένα έμμεσο πλην σαφές μήνυμα στην ερωμένη του ότι ενδιαφέρεται έντονα για στοματικό σεξ εκ μέρους της και δίνει μια ενθάρρυνση.
  • Πιστεύει στην ισότητα των φύλωνε, οπότε θεωρεί ότι αφού ο ίδιος απαιτεί καραφλόμουνα, μπικίνια, βραζιλιάνικο κουτουλού, υποχρεώνεται να κάνει και αυτός το παρόμοιο σύμφωνα με την ουνιβερσαλιστική καντιανή προστακτική (ό,τι απαιτείς πρέπει να το θεωρείς καθολικό κανόνα).

    Ο όρος έχει μια αρκετά ασθενή παρουσία στο Διαδίκτυο, και αν κρίνουμε από αυτήν, είναι μάλλον ρετροσέξουαλ έμπνευσης, δηλαδή επιδιώκει να ειρωνευτεί την αισθητική αυτή επιλογή νέας κοπής. Εξ ου και η έμφαση στα αρχίδια και όχι γενικά στην ηβική περιοχή. Γιατί το να ασχολείσαι με τρίχες είναι ήδη μάταιο, όπως και το να ασχολείσαι με αρχίδια. Το να ασχολείσαι και με τρίχες και με αρχίδια ταυτόχρονα, ε αυτό πια κι αν είναι...

- Ασφαλώς και ξυρίζω τα αρχίδια και κοντοκουρεύω τον θάμνο. Τι σου φταίει δηλαδή η κοπέλα σου να τρώει τις τρίχες σου;
- Ου ρε ξυρισαρχίδα!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified