Μερεμέτι, μικροδουλειά του σπιτιού (ηλεκτρολογικά, υδραυλικά). Γενικότερα, οποιαδήποτε «υποδεέστερη» δουλειά που έχει ανατεθεί σε κάποιον: θέλημα, βοήθεια σε χειρωνακτική εργασία, μεταφορά κάποιου πράγματος κ.λπ.

- Πού πας;
- Με έχει χώσει ο κυρ-Αλέξης να πάω να κάνω μια αλβανιά στο εξοχικό του, κάτι ηλεκτρολογικά.
- Πω ρε φίλε, πήξιμο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συχνά στον πληθυντικό: ντιζαϊνιές.

Από το αγγλικό design (ντιζάιν).

Γραφικά, κυρίως, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άλλους τομείς του σχεδιασμού (πχ. του βιομηχανικού) που εντυπωσιάζουν αλλά στερούνται πραγματικού νοήματος.

Έχουν γίνει μόνο για να γίνουν, χωρίς να εκφράζουν κάτι ή να περνάνε ένα μήνυμα.

  1. Καλές οι ντιζαϊνιές αλλά δεν υπάρχει κόνσεπτ…

  2. Πάλι καλά που αυτές που αυτές οι ντιζαϊνιές του κώλου δεν θεωρούνται αρχιτεκτονική από όσους πραγματικά γνωρίζουν το αντικείμενο.

  3. Το κουτάκι είναι από τις κλασικές ντιζαϊνιές της Apple.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φωτογραφία ή εικόνα που έχει υποστεί επεξεργασία στο Photoshop (άλλως γνωστό και ως φωτομάγαζο) ή οποιοδήποτε αντίστοιχο πρόγραμμα, όπως Corel.

Συνήθως αναφέρεται σε φωτομοντάζ (είτε για πλάκα, είτε στεγνά για παραπλάνηση του κοινού), ή σε διορθώσεις που αποκοπούν στο να φαίνεται ομορφότερο το εικονιζόμενο πρόσωπο/κορμί (από μοντέλες και τραγουδιάρες μέχρι δημοσιογράφους και πολιτικούς) - και όχι σε αθώα επεξεργασία τύπου «διόρθωση κόκκινων ματιών».

Ετυμ. (εν μέρει αντιδάνειο) < αγγλ. photoshop <
photo (= φωτογραφία) < photograph < ελλ. φως + γράφειν
+ shop (= μαγαζί) < παλ. αγγλ. sceoppa (= πάγκος πωλητή).

- Χαχα, την είδες την τελευταία φωτοσοπιά στη Σαλάτα Εποχής; Κολλήσανε τη μούρη του Κακλαμάνη σε πόστερ του Σχιζοφρενή δολοφόνου με το πριόνι. Μιλάμε, έκλασα στο γέλιο.

(κοιτάζοντας φωτογραφία περιοδικού)
- Πωωω, πολύ παιδί αυτή η Δούνια... Τούμπανο...
- Φωτοσοπιά είναι ρε στόκε, ξέρεις τι κυτταρίτιδα έχει αυτή κανονικά;
- Δηλαδή, άμα σου κάτσει, θα της πεις όχι, ε;
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορά του αγγλικού spoiler. Σημαίνει σε συζητήσεις για σινεμά κυρίως, αλλά και θέατρο και λογοτεχνία, να αποκαλύπτεις κρίσιμα στοιχεία της πλοκής και να καταστρέφεις έτσι το όποιο σασπένς και αγωνία των άλλων που δεν έχουν δει/διαβάσει ακόμη το έργο. Η λέξη φοριέται πολύ σε φόρα και σε βλόγια. Οι ευσυνείδητοι αποφεύγουν την σποϊλεριά, όπως ο διάολος το λιβάνι, και μόνο όταν δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς βάζουν πριν τα γραφόμενά τους ένα spoiler warning ή «προειδοποίηση σποϊλεριάς». Αντιθέτως, τα τρολς προσπαθούν να ρίξουν όσες περισσότερες σποϊλεριές μπορούνε χύμα στο κύμα, για να την σπάσουνε σε όσους περισσότερους μπορούνε.

  1. (Από συζήτηση σε σινε-φόρουμ):

- Πάντως δεν έπρεπε ο Γιαπωνέζος να αυτοκτονήσει στο τέλος σκοτώνοντας μαζί και την γυναίκα του! Εγώ ποτέ δεν θα τό 'κανα στην θέση του!
- Αμάν ρε φίλε! Τι τρολεατζής είσαι; Ήταν ανάγκη να ρίξεις τέτοια σποϊλεριά στα καλά του καθουμένου;

  1. (Άλλη συζήτηση στο Αθηνόραμα)

- Δεν νομίζω ότι είναι πολύ τραβηγμένο το γεγονός οτι η Λόλα βλέπει πεθαμένους εξαιτίας των εμφυτευμάτων που της έβαλαν οι εξωγήινοι και τελικά μαθαίνει οτι ειναι νόθα κόρη του μπάτλερ της Ελσας. Έχουμε δει άλλωστε πολύ πιο εξεζητημένα σενάρια απο αυτό στο παρελθόν. Καλό θα ήταν φυσικά να μην διαβάσουν το σχόλιο μου όσοι δεν έχουν δει ακόμα την ταινία.

- Φίλε ευχαριστούμε πολύ που μας είπες το φινάλε και επίσης σε ευχαριστούμε που στο τέλος, αφού έχουμε διαβάσει την κριτική σου, μας προειδοποιείς να μην την διαβάσουμε. Λίγο αργά το θυμήθηκες. Συγχαρητήρια βρε και σε ανώτερα.

- Παιδιά μην ψαρώνετε, δείτε την ταινία, είναι φανταστική η σποϊλεριά που επινοεί ο φίλος μας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απάτη, ατιμία. Μάλλον περιορισμένης εκτάσεως - είναι, ας πούμε, μια λέξη που θα χρησιμοποιήσουμε αν ένα μικρό παιδί πάει να κλέψει στη Μονόπολη.

Ματσακόνι είναι ένα βαρύ σφυρί που χρησιμοποιούν στα ναυπηγεία για να καθαρίζουν τις σκουριές και τα άλατα από τα σίδερα π.χ. από την αλυσίδα της άγκυρας. Ματσακονιά, σε αυτό το περιβάλλον, είναι το κοπάνισμα με τέτοιο σφυρί.

Πώς από το κοπάνισμα φτάσαμε σε αυτή την απαρχή ηθικής κατάπτωσης, είναι μέγα μυστήριο.

- Δημητράκη, άσε τις ματσακονιές, έξι έφερες, όχι εφτά - κι έχεις πέσει στη Λεωφόρο Αμαλίας ... λοιπόν, στη Λεωφόρο Αμαλίας με τρία σπίτια ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified