Έκφραση που δηλώνει πως κάτι είναι από κάθε άποψη εξαιρετικό και αξίζει και με το παραπάνω, ή ακόμη πως το κάτι αυτό είναι το βασικό στοιχείο ή χαρακτηριστικό που υπερτερεί έναντι όλων των υπολοίπων. Είναι συνώνυμη στο λόγο και στη χρήση με την φράση όλα τα λεφτά.

Αρκετά παλιά έκφραση που χρησιμοποιεί την συμπαραδήλωση χαρτί = λεφτά, η οποία χρονολογείται από τις ημέρες που δέναμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα κι η Γλυκερία αναρωτιόταν στις πίστες γιατί τα πεντοχίλιαρα δεν είναι πετσετάκια. Ωστόσο, αν και παλιά, η έκφραση λέγεται (και γράφεται) ακόμη, και είναι υφολογικά αρκετά μαγκιόρικη έτσι ώστε να γλιτώνει την κατάταξη στους μπαμπαδισμούς.

  1. Eίναι παραγωγής, αλλά σε πολύ λίγα κομμάτια. Το πλαίσιο είναι όλο το χαρτί, ο κινητήρας είναι TZR250 και η μοτοσυκλέτα εχει στήσιμο GP250. Είχα υποσχεθεί φωτό, την εχω σε βιβλίο στο γκαράζ, αλλά σήμερα με ξελόγιασε πάλι η bimota και το ξέχασα τελείως. (Από εδώ)

  2. Το διπλό πλάνο της Όλγας Τρέμη με τον πατατοπαραγωγό Ξανθόπουλο είναι όλο το χαρτί και αποτυπώνει άψογα την εικόνα της σημερινής Ελλάδας της κρίσης! (Από εδώ)

  3. Ο πορωτικότατος ήχος που ακούγεται από την σκάστρα είναι όλο το χαρτί! Πρόκειται για μία διπλοέμβολη της HKS που κάνει το Subaru στο πέρασμά του να ανασταίνει και νεκρούς! (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«....είναι για ταινιάκι», παναπεί, αξίζει να γίνει ταινία μικρού μήκους.

Συνήθως πρόκειται:

  • για κάποια εμπειρία ή κάποια κατάσταση που έχει το στοιχείο της πλοκής, περιλαμβάνει, δηλαδή, «συμπυκνωμένη» κάποια ενδιαφέρουσα αλληλεξάρτηση συμβάντων και προσώπων, κάποιο ελεγχόμενο και ευσύνοπτο (για να χωράει στο μικρό μήκος) διαπροσωπικό ή κοινωνικό τουρλουμπούκι.
  • πολύ συχνά για αυτό που λέμε καλτ σκηνικό, αν πρόκειται για φαιδρότητες, και γενικότερα τη συνάντηση μιας ραπτομηχανής με μία ομπρέλα σε ένα πάγκο εργαστηρίου παρασκευής τιραμισού.
  • ή και (μάλλον συνηθέστερα) για κάποια συνηθισμένη εμπειρία ή κατάσταση που παίρνει ασυνήθιστη τροπή, κάποια κουφή ροή γεγονότων ή κατάσταση στην οποία οι ήρωες ξεπερνούν το μέτρο.
  • ή μπορεί (μάλλον ακόμα πιο συνηθέστερα) για κάποια ιδιαίτερη ανθρώπινη φιγούρα, η ιστορία της οποίας ή η στάση και η ματιά της οποίας στα πράγματα αξίζει για το χρήστη της φράσης να αναπαρασταθεί καλλιτεχνικά (το ταινιάκι ως βιογραφικό στιγμιότυπο μιας κοσμοθεωρίας). Τι είδους ανθρώπινη φιγούρα; Δε θα θέλαμε να αδικήσουμε κάποιον, δείτε την κατηγορία χαρακτηρισμοί προσώπων.
  • ή (σπανιότερα), πιο αφαιρετικά και προς το βίδεο αρτ, για κάποιο αισθητηριακό gestalt ή βίωμα που κάνει το χρήστη να σκαλώσει.
  • και, ολίγον άσχετο, για κάποιο αμαρτωλό πλάσμα που ξυπνά μέσα του, του χρήστη της φράσης, τον τσοντοσκηνοθέτη.

Η έκφραση χρησιμοποιείται πολύ στις φοιτητο-ηλικίες 16-24, αν και από λατερνατιβική άποψη είναι ολίγον πασέ ή και μπασκλάς καθώς παραείναι εμποτισμένη από ένα πνεύμα λαϊκής χρήσης και αποδόμησης της τέχνης (παραγνωριστήκαμε....). Έχει σαφώς να κάνει με τον εκδημοκρατισμό της πρόσβασης σε τεχνολογίες λήψης και επεξεργασίας εικόνας και ήχου, και βέβαια με το συσιφόνι. Έχει να κάνει και με την υπερκουλτουρίαση της ελληνικής κοινωνίας και τη σινεάνθηση (βλ. αύξηση επισκεπτών στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, την επιτυχία του φεστιβάλ Δράμας κλπ). Έχει να κάνει ίσως και με την κλισαρισμένη αλλά μάλλον ακριβή εκτίμηση ότι ο ελληνικός κινηματόγραφος «πάσχει στο σενάριο», οπότε ο χρήστης της φράσης κάνει λίγο το κομμάτι του ότι «ιδέες υπάρχουν». Έχει να κάνει και με τον βερμπαλισμό του Έλληνος ο οποίος στάνταρ «προτιμά τις ηδονές της συλλήψεως από τις ωδίνες του τοκετού» (φράση του Κρίρκρεργκωρφ για τον εαυτό του)... μπα, ούτε καν. Έχει να κάνει και με την προχειρότητα που έχει στο DNA της η φυλή μας και που την κάνει να φαντάζεται ότι το μικρό μήκους ταινιάκι είναι έλα μωρέ τώρα. Και φυσικά έχει να κάνει με την αισθητικοποίηση της ζωής σε ένα ποστμόδερν κόσμο.

ψαχνω μια ιδεα για ενα ταινιακι μικρο.εχω στοιχεια μια ταβερνα στην παραλια,5 ατομα και ενα σκυλο.Πειτε καμια ιδεα.Εστω και βλακια....

από δω

ή για ταινιάκι ή για κράξιμο: καλοκαιράκι έχει εκεί έξω.Βραδάκι.Στην έρημη ρομαντική παραλία δύο ζευγαράκια μασουλάνε βουλιμικά κάτι σουβλάκια.Παίζει Μπιθηκώτση το τρανζήστορ από το καμπριολέ.Ένα αλητάκι με τη παρέα του πάνω απ'το ποδηλατάκι του πετάει ένα μισογεμάτο μπουκαλάκι fanta και ΔΙΑΟΛΕ!!!Το μπουκαλάκι πέφτει πάνω στη τελευταία μπουκιά σουβλάκι του άντρα με τη μπυροκοιλιά!Ξέρεις,αυτή τη μπουκιά που είχε κρατήσει για το τέλος,με το πολύ τζατζίκι με μπόλικο κρεμμυδάκι και ένα λαχταριστό κομμάτι γύρο χοιρινό!! Η παρέα σαστίζει προς στιγμίν! Ο άντρας γυρνάει το κεφάλι του για να προλάβει να δει το κωλόπαιδο μα αυτό έχει γίνει καπνός για πλάκα!Τότε γυρνάει το κεφάλι στον ουρανό γονατίζει με τα γόνατα βαθιά χωμένα στην άμμο και κρατώντας τη κοιλιά του Βγάζει μια κραυγή''ΟΟΟΟΟΟΟΟΟΧΧΧΧΧΧΙΙΙΙΙ!!!!!!!'' Ο φίλος του τον κοιτάει με βλέμμα συμπαράστασης και ταυτόχρονης οργής! Οι γυναίκες της παρέας τρομαγμένες μπουκώνουν το υπολοιπο σουβλάκι που τους έμενε και πιάνονται χέρι χέρι! Τότε ο άντρας ο χτυπημένος από τη μοίρα τους κοιτάζει με ένα υφος τρέλας!Βγάζει απ'τη τσέπη του το πιστόλι ρίχνει δυο στις γυναίκες και μετά ρίχνει και μια στο κεφάλι του και πέφτει τέζα!Ο φίλος του μένει μαλάκας για ένα δευτερόλεπτο,μετά αρπάζει τα κοσμήματα από τις γυναίκες παίρνει και το ρολόι και τοπορτοφόλι του φίλου του,πηδ$%#$%#$ει μια στα γρήγορα τη γκόμενα του φίλου του και με ένα χαμογελο χαράς τρέχει μέσα στο σκοτεινό δρομάκι...!!!

από δω. Χαρακτηριστικά υπερτεράστια μαλακία, για το λόγο αυτό ακριβώς το παραθέτω αν και κουραστικότατο (ενδιαφέρον πάντως ότι η ταβέρνα και το σουβλατζίδικο παίζουν πολύ ως τόποι που εμπνέουν ταινιάκια).

δε ξερω τι λετε εσεις αλλα εγω τετοιο σουρεαλ σκηνικο στο ηρακλειο δεν εχω ξαναζησει τοσα χρονια που ζω εδω...απο τη μια οι αγανακτησμενοι να προσπαθουν να κανουν συνελευση και ταυτοχρονα να φωναζουν ψυχραιμια ...απο την αλλη οι οφητζηδες να τις παιζουν με τους μπατσους...ασφυξιογονα να σκανε μεσα στη πλατεια και να τα κλωτσαει κοσμος μη σκασουν στα μπαρμπακια και στις γριες...αλλοι να φυλανε τις κασες με τις μπυρες για να μη τις παρουν οι οφητζηδες..και αφου γαμηθηκε η συνελευση να παιζει το τιγρη.. αλλοι να χορευουν και αλλοι να ριχνουν μπουκαλια...οτι πρεπει για ταινιακι ηταν...

από δω

Το μωρο ειναι για πολυ πονο.....για ταινιακι με πανω απο δυο ατομα θα λεγα.

από δω

(και μερικά παραδείγματα από δικού μου)

- Άραζε που λες το ανακριτικό τροχαίας κάθε βράδυ ακριβώς κάτω από το σπίτι μου, κάθε πρωί εν τω μεταξύ 5 η ώρα να κατεβαίνει κάποιος να πηγαίνει φούρνο για γλυκά... Και ένα πρωί με σταματάνε οι μπάτσοι και μου λένε, ρε παλικάρι, για γλυκά δεν πας; Πάρε μας κι εμάς κάτι μπουγάτσες μην τραβιόμαστε....
- Όχι ρε φίλε!
- Ναι ρε φίλε!
- Πω ρε φίλε, για ταινιάκι...

- Είδες τον καφετζή; Τι άτομο ρε συ... δεν έχει πει κουβέντα σε κανέναν ρε φίλε... - Είναι μουγκός...
- Για ταινιάκι ρε φίλε....

- Είχα πάει ρε μαν εκκλησία με τους δικούς μου και χάζευα πώς τα κεριά λιώνουν, και πέφτουν στην άμμο, και γινόταν ένα πράγμα πολύ σκαλωματικό... για ταινιάκι....

- Ρε μαλάκα, όταν τη χώρισε, αυτή πήγε και έβαλε τρία κιλά μπακαλιάρους πίσω από τη ντουλάπα του....
- Όχι ρε φίλος, για ταινιάκι....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μην απορείτε γιατί μπήκε αυτό το λήμμα ΤΩΡΑ, θα σας πω μόνο ότι συχνά τα ευνόητα τα παραλείπουμε, γι' αυτό.

Γάμησέ τα λοιπόν, σημαίνει παράτα τα, χέσ' τα, άσ' τα βράσ' τα, άσ' τα λα βίστα, άσ' τα μανιάνα και γενικώς άσ' τα να πα σταδιάλα. Το πράμα δηλαδή είναι -ή πάει- τόσο σκατά που, απλώς, σηκώνουμε τα χέρια ψηλά και τηγκανά. Συνοδεύεται συνήθως με έκφραση κλαψομουνιάς και με κανα μεγάλε, φίλος, θείο, μαλάκα μου κλπ.

Τώρα γιατί πάλι το γαμάω είναι στο προσκήνιο, ε, επειδή στην Ινδοευρωπαϊκή φαλλοκρατική κενωνία των κυνηγών και μαχητών, το γαμήσι, πράξη εκτόνωσης βιολογικής ή κοινωνικής, με ή χωρίς σάλιο, όπως και κάθε τι το σεξουαλικό εξάλλου, υποδηλοί και αποτελεί κυρίως την έσχατη ταπείνωση ή έστω απειλή («θα σε γαμήσω!», «θα τα γαμήσω όλα!» κλπ), που καμία γενιά των λουλουδιών δεν μπορεί να μας κάνει να το δούμε διαφορετικμάν τελικά (η μόνη σημαντική διαφορά είναι ότι το χρησιμοποιούν πλιά και αι γυναίκαι).

Άρα, χρησιμοποιώντας το πασπαρτού ρήμα αυτό, δείχνουμε την απαξίωσή μας προς κάτι με το οποίο δεν μπορούμε να τα βάλουμε (καθότι ισχυρότερο από μας).

Ο Βίκαρ που έχωσε στο ΔΠ το λήμμα και καλά έκανε, λέει: «Ενδιαφέρον θα ήταν να αντιπαραβληθεί με το «γάμα τα» (το μεν και θετικά φορτισμένο, ενώ το δε μόνο αρνητικά)».

Πράγματι, η παραλλαγή «γάμα τα» δεν αναφέρεται ποτέ σε κάτι θετικόνε, ενώ το «γάμησέ τα» μπορεί και να εξαιρεθεί από τον ινδοευρωπαϊκό Κανόνα και να σημαίνει κάτι το τρομερά ωραίο, εξίσου ωραίο δηλαδή με ένα καλό γαμήσι.

Κάνει και για χαρακτηρισμός ανθρώπου, ζώου, φυτού, πτερωτού, θηκλαστικού, ασπόνδυλου, μαλακίου, κατάστασης, φαγητού, εμφάνισης, αντικειμένου και ταλιμπάν.

Στο σλανγκρ λοιπόν δεν το είχαμε έτσι. Υπάρχουν όμως κάποια σχετικά μικρο-λήμματα:

Επίσης λέμε: «γάμησέ με» (με τις δύο έννοιες) αλλά έχει και μια τρίτη, την έννοια «γάμησέ μας», δηλ. άσε μας ήσυχους, «δε μας γαμάς που + ρήμα», δηλαδή αρκεί που μας έχεις φλομώσει στις αρχιδιές, πήδα μας κι από πάνω να το ολοκληρώσεις, μαλάκα.

  1. - Γάμησέ τα φίλε, είχαμε διακοπή ρεύματος 6 ώρες και έμεινα από μπαταρία και έχω μόνο ασύρματο σταθερό και δεν μπόρεσα να σου τηλεφωνήσω.
    - Καλά, γάμησέ μας, όλο τέτοιες πίπες ξηγιέσαι.

  2. - Μαλάκα, αυτή η ταβέρνα κωλολέει, έχει κάτι μπινελίκια γάμησέ τα! (ή: «γάμησέ με!»)

  3. Καλή η Στέλλα, έχει ένα βυζί γάμησέ τα, σκέτη αμαρτία, αλλά η μούρη... γάμα τα με μεγάλα γράμματα...

  4. - Πώς πήγαν οι εξετάσεις;
    - Γάμα τα, μόνο αυτό σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σόι είναι η οικογένεια, για περισσότερα βλ. εδώ, όπου μας δίνονται και οι εκφράσεις:

Σόι πάει το βασίλειο (παρ.1)

Τι σόι = τι είδους, τι λόγου (και όχι αυτό που λέει εδώ στον β ορισμό) (παρ.2).

Δεν είναι σόι (παλιά έκφραση): (κάποιος/κάτι) δεν είναι της προκοπής (αφού μόνο όταν βαστάς από σόι είσαι της προκοπής). Εδώ σόι είναι το τζάκι, δηλαδή το καλό σόι, όχι απλώς το όποιο σόι.

====
Να προσθέσω και τις λοιπές εκφράσεις που δεν έχει ο τριαντάφυλλος:

Δεν είμαι σόι: δεν είμαι καλά (από υγεία, ψυχική κατάσταση, κλπ) (παρ. 4. και 5.)

(γαμώ)... το σόι μου... (μέσα) (παρ.6)

Σόι σόπι συνξυλές.

  1. ΑΕΙ: σόι πάει το βασίλειο
    Την ώρα που κυβέρνηση και υπουργείο Παιδείας ευαγγελίζονται ένα νέο, σύγχρονο και αξιοκρατικό πανεπιστήμιο, τα ανώτατα ιδρύματα της χώρας αποκαλύπτουν τις χρόνιες παθογένειές τους. Οι λίστες οικογενειοκρατίας που ετοιμάζονται να στείλουν τα ιδρύματα στο υπουργείο Παιδείας, ύστερα από σχετική κατεπείγουσα εντολή, επιβεβαιώνουν όλες τις κακές φήμες, αν και η αλήθεια είναι ακόμη χειρότερη.

  2. Τεστ: τι σόι μάνα θα γίνεις;
    Τελικά, πόσο καίγεσαι να γίνεις μάνα και τι είδους μάνα πρόκειται να γίνεις; Πόσο αυστηρή θα είσαι με τα παιδιά σου; Η μητρότητα είναι κάτι που σε ενδιαφέρει πραγματικά; Απάντησε στις παρακάτω ερωτήσεις και βρες το προφίλ της μητέρας που θα γίνεις... στην διασκεδαστική του διάσταση.

(αμφότερα από το νέτι)

  1. Μαμά, να αγοράσουμε αυτό το τραπεζάκι για το δωμάτιό μου;
    - Μπα, δεν είναι σόι, θα σπάσει με τη μία.

  2. - Δε σε βλέπω καλά, λίγο κομμένος μου φαίνεσαι.
    - Ναι, δεν είμαι σόι σήμερα. Θα περάσει.

  3. Τον γνώρισα τον καινούργιο γκόμενο της Στέλλας, δε μου φαίνεται και πολύ σόι, λίγο ψυχάκι τον κόβω.

  4. «Γαμώ το σόι σου μέσα, γαμημένο!», αναφώνησε προσπαθώντας να καταλάβει πώς δούλευε το γαμιδάκι που του είχε χαρίσει η γυναίκα του για την επέτειό τους.

Δεν άντεχα να μην το ανεβάσω (από Khan, 28/03/11)Η γάτα, 1:17->Τώρα έγινε από σόϊ και τα ψάρια δεν τα τρωει (από GATZMAN, 28/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρησιμοποιούμε σε εκφράσεις υπερβολής, όπως επίσης και σε σχόλια που θέλουμε να υπερτονίσουμε την «ανυπαρξία» και την τραγικότητα ενός άνθρωπου από άποψη ένδυσης, εξωτερικής εμφάνισης, αλλά και αντίδρασης σε κάποια κατάσταση!

  1. Ρε μλκ, τον είδες αυτόν με τη ροζ παντόφλα, δεν υπάρχει ούτε στο google το παλικάρι!

  2. Είδες την γκόμενα που πέρασε τί βυζάρες είχε; Δεν υπάρχουν ούτε στο google!!!!

Δεν γουγλίζομαι άρα είμαι ανύπαρκτος (με την καλή έννοια) (από Khan, 18/12/12)Κάποια βυζιά, ωστόσο, υπάρχουν στο Google, βλ. παράδ. 2. (από Khan, 18/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση δανεισμένη από την αγγλική «the best». Χρησιμοποιείται με την κυριολεκτική της έννοια για να περιγράψει κάτι το τέλειο , το ανώτερο, αλλά και κυριολεκτικά για το αντίθετο. Άρχισε δε να εμφανίζεται στα ελληνικά απ' την εποχή που έπαιζε ποδόσφαιρο στην Manchester United ο George Best, που παρόλη την κρασοκατάνυξη και γενικά κραιπαλώδη ζωή του, είχε δεινές ποδοσφαιρικές ικανότητες. Εξού και η χρήση της έκφρασης για κάτι το αναπάντεχα καλό (λίρα εκατό), κάτι που όλα δείχνουν ότι δεν θα πάει καλά και διαψεύδει τους πάντες με τις επιδόσεις του (βλ. Εθν. Ελλάδας Πρωταθλήτρια Ευρώπης).

Είναι προφανές ότι το «δεν παίζεστ'» αποτελεί παράφραση του αρχικού αγγλικού «the best».

Αντιπροσωπευτικό τραγούδι: Simply the best από τη «γιαγιά» Tina Turner

  1. Κυριολεξία:
    - Πήγαμε στη συναυλία των Scorpions και ήταν ανπέκταμπλ !
    - Σώπα ρε, δε μπεστ ;
    - Δεν παίζεστ' σου λέω, χαμός έγινε.

  2. Ειρωνεία :
    - Γνώρισα χτες την αδερφή του Μήτσου που φαγώθηκε ότι με γουστάρει.
    - Έλα ρε, για λέγε , δε μπεστ;
    - Δεν παίζεστ', άσε . Σκέτη αραχνομούνα, λέμε.

(από granazis, 24/04/10)(από granazis, 24/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει «κάτσε καλά», αλλά χρησιμοποιείται κύρια ως επιθετικός προσδιορισμός πραγμάτων, προσώπων και καταστάσεων. Βλέπε και γαμάτο, τζαμάτο, μερακλαντάν κλπ.

  1. - Καλή η αφρικάνα;
    -Κατσεκαλάν! Δεν παίζεται.

  2. Τη Μαριώ δεν την πιάνει το μάτι σου, αλλά μου 'κανε κάτι κατσεκαλάν κλαρίνα, μου 'φυγε το κλαπέτο!

  3. Πήγαμε τριήμερο Ζαγοροχώρια, κατσεκαλάν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφανώς έκφραση μεγαλοποίησης της αρεσκείας ενός ατόμου ως προς ένα συγκεκριμένο αντικείμενο, κατάσταση κλπ...

Χρήζει περαιτέρω ανάλυσης

— Πώς ήταν η έκθεση μοτοσυκλέτας ρε μπίου;
— Καλά μπρο δεν πιάνεις, και γαμώ λέμε ..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που λέγεται όταν είσαι αραχτός, σε κανα καφενείο, ή σε παραλία, ή σε μπαράκι, και βλέπουν τα μάτια σου κάτι που σε ξελιγώνει αλλά δεν τό' χεις, δεν τό'χεις... Περιορίζεσαι λοιπόν στο να μονολογήσεις ή να πεις στον διπλανό σου ή (αν έχεις το απαιτούμενο θάρρος / θράσος) προς το αντικείμενο του πόθου: «Αυτά είναι, φίλε μου, βλέπεις;», με συνώνυμα τα έεετσι!, σωραίος, κλπ, με συμπλήρωμα το «Ω ρε μάνα μου» ή το «τσ-ξςςςς!...» και με βαθύτερη έννοια το «'Ε ρε και νά 'χα τη χάρη σου μπαγάσα... (Θα ήμουν ο πιο γαμάω απ' όλους σας, κλπκλπ)».

Έκφραση βαυκαλισμού ή μεμψιμοιρίας ή μαγκιάς. Εξαιρετικά διαδεδομένη.

  1. Περνά το πλοίο της γραμμής έξω από ένα νησί. Οι επιβάτες χαζεύουν το τοπίο και κολλάνε σε μια σπιταρώνα χτισμένη πάνω στην θάλασσα με δέκα στρέμματα γύρω της δικά της.
    - Αααυτά είναι, φίλε μου, βλέπεις; Αυτά είναι. Να τό' χα εγώ αυτό και σού 'λεγα μετά αν θα ταξίδευα με το πλοίο της γραμμής...

  2. Γέρος στο καφενείο. Περνάει η Λίλιαν απ' έξω.
    - Αααχ... Αυτά είναι μάνα μου, αυτά είναι. Συγχαρητήρια στον μπαμπά και στη μαμά...
    - Ουναμουχαθείς, σκατόγερε!

Got a better definition? Add it!

Published