Ή πιο απλά: δεν τον ξέρει ούτε ο θυρωρός του. Υποκοριστικό του: δεν τον ξέρει ούτε η μάνα του.

Ας θυμηθούμε τις παλιές πολυκατοικίες, ή τις καλές πολυκατοικίες, ή πολυκατοικίες στο εξωτερικό, που υπάρχει ένας θυρωρός, που ξέρει όλους τους ενοίκους για να συνεργαστεί μαζί τους, να τους δίνει τα γράμματα, να φροντίζει για θέματα κοινής ωφέλειας κ.τ.ό. Ε, κάποιον που είναι παντελώς άσημος και άγνωστος, δεν τον ξέρει ούτε αυτός ο θυρωρός. Να πούμε εν παρόδω ότι η φράση δεν είναι και τόσο υπερβολική και απίθανη, βλ. το πρώτο παράδειγμα.

Η φράση είναι γνωστή και από την μνημειώδη ατάκα του Κατσιφάρα: «Αν δεν ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, δεν θα μας ήξερε ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας μας».

Πάσα: Ioannis Niger.

  1. ««ΑΝ δεν υπήρχε ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν θα μας γνώριζε ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας μας», είχε πει κάποτε ο μέγιστος Κατσιφάρας. Και ήταν αλήθεια. Δεν υπήρχε περίπτωση να σε γνωρίζει ο θυρωρός αν δεν σε έδειχνε η τηλεόραση. Ιδιωτικοί σταθμοί δεν εξέπεμπαν παρά μόνο τα κρατικά κανάλια, τα οποία ελέγχονταν ασφυκτικά από την εκάστοτε κυβέρνηση. Για να σε γνωρίσει ο θυρωρός ή έπρεπε να μένεις στην πολυκατοικία του ή να σε πετύχει κάπου τυχαία και να του κάνεις κερί να σε βγάλει στην επιφάνεια ο αρχηγός. ΒΕΒΑΙΩΣ στην προ ιδιωτικής ραδιοφωνίας, τηλεόρασης και Ιντερνετ εποχή, οι καθημερινές εφημερίδες είχαν πολύ μεγαλύτερη ισχύ. Τετραπλάσια κυκλοφορία από τη σημερινή. Αλλά ο συγκεκριμένος θυρωρός ποτέ δεν διάβαζε εφημερίδα. Ηταν αγράμματος. Αστοιχείωτος. Προσπαθούσε να διακρίνει ποια εφημερίδα κρατούσαν οι ένοικοι για να τους καρφώσει στην Ασφάλεια. Οποιος τη δίπλωνε ανάποδα για να μην φαίνεται ο τίτλος της ήταν ύποπτος. Οταν δεν είχε πια νόημα το... έργο του, ο θυρωρός μας πήρε σύνταξη. Τώρα βλέπει μεσημεριανές εκπομπές και ξέρει τα πάντα για τη Μενεγάκη. (εδώ).

  2. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς τη μπανανόφλουδα που πάτησε ο-δεν-τον-ξέρει-ούτε-ο-θυρωρός-της-πολυκατοικίας-του Βουλευτής Δαϊλάκης στο αποκαλυπτικό δελτίου του έγκυρου extra3; (εκεί).

  3. Ο κατάλογος με τους επιχορηγηθέντες είναι τεράστιος και την συντριπτική πλειονότητα δεν την ξέρει ούτε ο θυρωρός της!Οι κρυφές ή ανεξήγητες επιχορηγήσεις από το ΥΠΠΟ και τα λαχεία συνεχίζονται δεκαετίες ολόκληρες. Ή εσείς είστε πολύ νέοι και δεν τα ξέρετε, ή πολύ ΠΑΣΟΚ! (παραπέρα).

..θυρωρέ-ρε..θυρωρέ-ρε.. (από Jonas, 01/11/10)Θυρωρόοοοοοςςςς! (από HODJAS, 01/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αδρανώ, ψωλάρω, μαλακίζομαι, τον παίζω, κωλοβαράω, δεν δουλεύω ενώ θα έπρεπε, δεν κάνω σωστά τη δουλειά μου γιατί είμαι άχρηστος.

Το να κόβεις χαλβά δεν ούτε δύσκολη δουλειά είναι ούτε καμιά επιστήμη, επομένως όποιος το κάνει για επάγγελμα στην ουσία δεν κάνει τίποτα. Θυμίζει τις ρητορικές ερωτήσεις μπρίκια κολλάμε;, τζιτζίκια πεταλώνουμε;, μαλλιά αγγέλου ζαχαρώνουμε;, καταΐφια χτενίζουμε; κτλ.

  1. Από εδώ:

Παράλληλα, καλό θα ήταν, εάν οι – αρκετοί- βουλευτές όλων των παρατάξεων που δεν «κόβουν χαλβά» στη Βουλή αλλά διακρίνονται για το ενδιαφέρον τους για τα κοινά και την ευαισθησία τους απέναντι στα κοινωνικά ζητήματα υποβάλλοντας συνεχώς γραπτές ή επίκαιρες ερωτήσεις, υπέβαλαν μια ερώτηση στον κ. Χρυσοχοίδη για τον νεαρό δημοσιογράφο.

  1. Από εδώ:

Τα άτομα είναι εντελώς UFO. Χαβαλέδες. Κόβουν χαλβά. Έχω στείλει 3-4 emails και τους ρωτάω: έχετε λάβει το fax μου από 2/10/06; Καμία απάντηση. Παίρνω ΣΥΝΕΧΩΣ τηλέφωνο και βγαίνει αυτόματος τηλ/της.

  1. Από εδώ:

Να μη δούμε επίσης αραχτά με τις ώρες ζευγαράκια πού να κάνουν «ότι ξέρουν να κάνουν» και οι φυλάσσοντες εκεί αστυνομικοί ή σεκιουριτάδες να κόβουν χαλβά ή να παρίστανται σαν να κρατάνε φανάρι [...]

Got a better definition? Add it!

Published

Προσθήκη στον άλλο ορισμό σχετικά με την προέλευση του όρου.

Προέρχεται από τα διάφορα χαρτοπαίγνια (όπως π.χ. το στούκι) όπου, όταν έρθει η σειρά κάποιου να πάρει φύλλο, έχει δικαίωμα να το κάψει, δηλαδή να μην το χρησιμοποιήσει και να τραβήξει ένα καινούργιο.

  1. Άρα καμένο χαρτί είναι εκ πρώτης το εντελώς άχρηστο φύλλο, αυτό που δεν έχει καμία πιθανότητα να οδηγήσει σε κάτι θετικό.

  2. Επίσης ο τελειωμένος, η ανίατη περίπτωση.

  3. Σχετική έκφραση: καμένος από χέρι

Προέρχεται από την περίπτωση που κάποιοι πολύ χαρντκόρ τζογαδόροι, κυρίως για λόγους εντυπωσιασμού και σπασίματος του τσαμπουκά των συμπαικτών τους, όταν έρθει η σειρά τους να πάρουν φύλλο, καίνε το πρώτο από χέρι, δηλαδή καίνε το φύλλο που θα τους πέταγε η μάνα ενώ βρίσκεται ακόμα στα χέρια της, χωρίς να το δουν.

Σημαίνει λοιπόν ότι κάτι είναι καταδικασμένο εξ' αρχής, πριν ακόμα ξεκινήσει. Να μη συγχέεται με το «καμένος» «από χέρι», που είναι μεν παρεμφερές, αλλά όχι εντελώς ίδιο. Βλ. παράδειγμα 3 για ειδοποιό διαφορά.

  1. Εικοσιμία: Η μάνα μοιράζει πρώτο φύλλο (κλειστό) στον Αντρέα. Ο Αντρέας το κοιτάει. «Το καίω» λέει. Η μάνα το παίρνει κλειστό, το βάζει στην άκρη και του δίνει καινούργιο.

  2. - Ρε, μην ασχολείσαι με τον Κάστορα! Είναι καμένο χαρτί.
    - Τι να κάνω ρε Κώστα; αφού τον λυπάμαι...

  3. Το εγχείρημα ήταν «καμένο από χέρι» (δηλαδή ξέραμε από την αρχή ότι θα αποτύχει).

Ο Μήτσος είναι «καμένος» «από χέρι» (δηλαδή το 'χει κάψει εντελώς).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται όταν διασπείρεται μια αρνητική φήμη ή πληροφορία για κάποιον που αφορά προσωπικά του συνήθως δεδομένα. Προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ουσιαστικό βυκάνη η οποία ήταν ενα κέρατο βοδιού που παρήγαγε μπάσο και ισχυρό ήχο.

Κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια εξελίχθηκε σε σάλπιγγα από χαλκό η εξακολούθησε να είναι από κέρατο αλλά σε βελτιωμένη μορφή. Κατά τα μετέπειταβυζαντινά χρόνια απαντάται πλέον ως βούκινο και χρησιμοποιείται στις μάχες για να κατευθύνει τους στρατιώτες.

Η φράση λοιπόν έγινε βούκινο προήλθε από την ένταση του ήχου που ήταν πολύ δυνατή για την εποχή. Στο ίδιο πνεύμα και η παροιμία: ο κόσμος τό 'χει βούκινο κι εμείς κρυφό καμάρι.

- Εκείνο που μου αρέσει κ. Βούλτεψη στο άρθρο σας, είναι η απορία σας, πώς έγινε «βούκινο» η Ευπ! Πως και γιατί, από την μέρα της αλλαγής του πρέσβυ Κοραντή, βρέθηκε κόσμος που αναρωτήθηκε το «γιατί», παρ΄ ότι η Υπηρεσία δεν είναι απασχολημένη με την διαμόρφωση της τιμής του μπροΚώλου και του αγγουρίου! (απο εδεπά)

η εξελιξη του βουκινου στο πέρασμα των αιώνων (από perkins, 14/09/10)V for Vrasta (από perkins, 17/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Έχεις δίκιο βουνό», λέει ο πολύπαθος λαουτζίκος μας για να εξάρει την προσωπικότητα του συνομιλητή και να τον υποστηρίξει στα βάσανα που έχει περιπέσει. Σημαίνει ότι κάποιος έχει «πολύ δίκιο», «υψηλό δίκιο», «μεγάλο δίκιο», τα οποία όλα δεν είναι και πολύ σωστά Ελληνικά αφού το ΔΙΚΑΙΟΝ δεν μετράται σε ποσότητες, αλλά είναι μία απόλυτη έννοια - οντότητα, στην φιλοσοφία. Αι μήν, δεν είναι «countable» («ελληνιστί»).

Ως «αδόκιμη» φράση «παίρνει ελαφρυντικά» καθώς χρησιμοποιείται κατά κόρον ως σχήμα υπερβατό.

Σημασιολογικά, το «δίκαιον» αποκτά ποσοτικές ιδιότητες όταν υπάρχει αναφορά στην καθημερινή πρακτική ενός συστήματος Νόμων - Δικαίου μίας πολιτείας ή συλλογικότητας, τουτέστιν, στη νομή δικαιοσύνης ενός αρμόδιου οργάνου. Τότε «κολλάει» ο συμβολισμός της τυφλής κυράς (που δεν διακρίνει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά προκειμένου να αποδώσει με μεγαλύτερη βαρύτητα προς τη μία πλευρά έναντι της άλλης) με τη σπάθα (που αναδεικνύει το «από καταβολών» απόλυτο στην εφαρμογή της οντολογικής έννοιας του ΔΙΚΑΙΟΥ), αλλά και τη ζυγαριά (όπου μπαίνει η έννοια της «ποσόστωσης» του δικαίου για την εύρυθμη λειτουργία του συνόλου – ήτοι το πολύ ή λίγο δίκιο).

- Με άφησαν απλήρωτο μήνες, μου ‘φάγαν το 30% του μισθού, με ‘στείλαν στο ΙΚΑ να μου πιει το αίμα, κ.α.
- Έχεις δίκιο βουνό ρε Σάββα, αλλά πού να το' βρεις. Δυστυχώς έτσι δουλεύει το σύστημα....

(από perkins, 10/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην φράση είμαι σπαθί: Είμαι ξηγημένο άτομο, είμαι ντόμπρος.

- Τι έγινε Μήτσο; Έφερες την χιονάτη ;
- Φυσικά, όπως είχαμε συμφωνήσει.
- Τελικά, είσαι σπαθί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι πολύ φορτικός σε κάποιον, τον απασχολώ επανειλημμένα με ενοχλητικό τρόπο ή για ενοχλητικούς λόγους, τον εκνευρίζω, του ζαλίζω τ' αρχίδια, του τα πρήζω, του τα σκοτίζω, του σπάω τα νεύρα, γίνομαι σπασαρχίδης, σπάω καυλί.

Λέγεται και σαν χαρακτηρισμός ανθρώπου, μηχανήματος ή κατάστασης, χωρίς να αναφέρονται συγκεκριμένα αρχίδια συγκεκριμένου θύματος: αυτός σπάει αρχίδια.

Χρησιμοποιείται και από γυναίκες, ποιητική αδεία. Τιραμισουρεαλιστικός υπερθετικός: σπάω τ’ αρχίδια του ευνούχου.

  1. Από εδώ:

Αλάνθαστη τακτική: παίρνεις τηλέφωνο κάθε μέρα με ύφος καθυστερημένου και ζητάς τα λεφτά σου. Μην ντρέπεσαι, αυτός πρέπει να ντρέπεται. Αν σταματήσει να το σηκώνει, βάζεις απόκρυψη, παίρνεις από άλλο τηλέφωνο, κοινώς του σπας τ' αρχίδια και ζητάς τα λεφτά σου κάθε γαμημένη μέρα. Την τακτική μου την είπαν φίλοι επαγγελματίες που κάνουν το ίδιο σε αυτούς που τους χρωστάνε και πιάνει συν ότι πληρώνουν πρώτα αυτούς που τους ζαλίζουν τ' αρχίδια!

  1. Από εδώ:

Μετά από δυο μέρες πήρα απάντηση και πήγα για συνέντευξη. Καλά ο τύπος νομίζει ότι προσφέροντας μια θέση μερικής απασχόλησης είναι ο γαμάω. [...] Τι άλλο θέλεις; Σου λέω, επικοινώνησε με προηγούμενους εργοδότες για να δεις αν είμαι αποδοτικός ή όχι. Τι άλλο θες; Μόνο θεωρίες του κώλου να μου αραδιάζεις για να νιώσεις ότι είσαι κάποιος; Το ότι είμαι τριάντα πέντε χρονών δε σημαίνει ότι γέρασα. Αν δε θέλεις απλά πες το και μη μου σπας τ' αρχίδια μια ώρα.

  1. Από εδώ:

foggy: YPARXEI KAPOIA EIDIKOTHTA POU NA EXEI SIGOURA S-K EKSW;
ανώνυμος: Ναι, παπάς. Ρε foggy όλο μαλακίες είσαι, αν δεν ξέρεις, πες δεν ξέρω. Αν δεν υπάρχει, πες δεν υπάρχει. Αλλιώς τι κάθεσαι και γράφεις μαλακίες για να μας σπας τ' αρχίδια;

  1. Από εδώ:

- Ο Σκουντης το κατεχει το αθλημα...
- Κατέχει το άθλημα συμφωνώ. Αλλά άμα αρχίσει για παίκτες της δεκαετίας του 60 σπάει αρχίδια... Και δεν μιλάω άμα κάνει εκπομπές και έχει αφιερώματα. Καλά τα αφιερώματα να μαθαίνουμε και να θυμόμαστε πράγματα του παρελθόντος. Απλά την ώρα που μεταδίδει αγώνα δεν δικαιολογείται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς, από το' να μπαίνει κι από τ' άλλο βγαίνει. Φράση αγανάκτησης, που την λέμε όταν τα λόγια μας πάνε εις μάτην. Συχνά απαντάται και σαν ''μπενάκης-βγενάκης'', λόγω προφανούς ηχητικής ομοιότητας του πρώτου μέρους της φράσης με το γνωστό επώνυμο. Ίσως δε αυτή να ήταν και η αφορμή για την προέλευσή της.

Συνώνυμα: Φωνή βοώντος.

Σου λέω μάλλιασε η γλώσσα μου.... Χαμπάρι ο κύριος, μπαινάκης-βγαινάκης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικό μπινελίκι ελληνάρα μικροφαλλοκράτη προς όποιαν θεωρεί ότι «κάνει την έξυπνη». Σε πλήρη ανάπτυξη, συνοδεύεται με φιλοφρονήσεις τύπου «μωρή καριόλα, λινάτσα, φακλάνα, μπουγιαμπέσα», κ.α..

Εννοείται ότι έχει παρεισφρήσει εκτός σεξιστικών πλαισίων, χρησιμοποιούμενο ανεξαρτήτως φύλου ως εργαλείο αδειάσματος.

Αγγλιστί: Get back to your pots and pans!

- Γυναίκα στο τιμόνι και ο χάρος σε ζυγώνει! Τράβα να πλύνεις κάνα πιάτο!
- Έχω ενα μαλάκα σαν εσενα σπιτι και τα πλενει!
(Από το φόρουμ των )

- Alexis Pass: Μαρια οντος εισαι οτι ναναι, τραβα αγορασε κανα τρυλετ με τα 2ευρα του χατζηχαβαλε να πλυνεις κανα πιατο αττιτλη που θα μιλησεις για τον ΜΕΓΑ ΝΤΟΥΣΚΟ!
- Maria Apostolakh: ΤΡΑΒΑ ΜΩΡΗ ΛΟΥΓΚΡΑ ΤΕΛΕΙΩΜΕΝΗ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΜΜΙΑ ΠΙΠΑ ΜΕ ΤΟ ΓΥΑΛΙ ΦΛΩΡΟΠΟΥΣΤΑ ΟΠΑΔΕ ΤΟΥ ΠΑΣΑΤΕΜΠΟΥ Κ ΤΗΣ ΚΟΚΑ ΚΟΛΑ ΠΟΥ ΘΑ ΜΟΥ ΠΕΙΣ Κ ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΩ ΣΚΑΤΟΦΛΩΡΕ...
(Βρις-οφ στο φατσοβιβλίο)

Λέμε τώρα... (από Vrastaman, 02/07/10)

βλ. και τη ρόκα σου εσύ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται σε πρόσωπα τα οποία:

  1. έχουν αποκλειστικές ευθύνες για κάποιο ζήτημα και προσπαθούν να τις αποποιηθούν, προσποιούμενοι ότι δεν ξέρουν τίποτα «για τον φόνο».

  2. έχουν έμμεσες ευθύνες και δικαιοδοσία επί ζητημάτων, αλλά δεν αναλαμβάνουν δράση προς όφελος τρίτων, αν και θα έπρεπε, από την θέση που κατέχουν.

συνώνυμα: κινέζος, γερμανός, την πάπια.

1.α.
... Είναι τρομερά γελοίο που αθλητές μας με νίκες σε μεγάλους αγώνες (Ολυμπιάδες-Ευρωπαϊκά) έκαναν νίκες και δεν ξανατρεξαν ποτέ. Προσωπικά δεν έχω τίποτα εναντίον του ντοπινγκ... θες να καταπιείς κηροζίνη για να τρέχεις σαν πύραυλος...πρόβλημά σου... Ομως όταν σε πιάνουν μην μας κάνεις την παλαβή. Οσο για την κόκα... τί να σου πω! Υποθέτω ότι δεν έχουμε ούτε εναν κόκο στην Ελλάδα. (Εχουμε Κοκό, αλλά όχι κόκα)... από βλογ

1.β.
Σερέτης είμαι χασικλής,
κοτσάνι την περνάω
και σαν μου λάχει νταβατζής
στρωτή την αμολάω.

Μα σαν μου λάχει σταυρωτής
ευθύς την αμολάω,
την πάπια και την παλαβή
κάνω και δεν μιλάω...
από εδώ

  1. ... Να σας δώσω να καταλάβετε γιατί οι Ελληνικές Κυβερνήσεις δεν ευνόησαν και σαμποτάρισαν προσπάθειες να διεκδικήσουν το δικαίωμα των πολεμικών αποζημιώσεων με βάση ευρωπαϊκούς νόμους: η λογική Καραμανλή να κάνει την παλαβή, είχε σχέση με πιέσεις που είχε δεχτεί για λήψη αντιποίνων. Για τον Καραμανλή δεν αποδείχτηκε τίποτα οπότε δεν είχε λόγο ιδίου συμφέροντος να αποκρύψει την όλη ιστορία. Απλώς, η Ελλάδα για άλλη μια φορά και κερατάς και δαρμένος. από βλογ

Κεντερη κατούρα να πίνουμε μαστούρα.. (από perkins, 21/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified