Μαστορική αργκό, εννοείται το μίνιο, δηλαδή η μολυβδούχος χρωματική ουσία που χρησιμοποιείται ως αντισκωριακό και ως πλαστικό χρώμα. Σημαίνει γαμώ και εκσπερματίζω. Η έμφαση είναι στο μαζικόν της εκσπερμάτισης. Μπορεί να σημαίνει και τον αυνανισμό, όπως το ασπρίζω τοίχους κ.τ.ό. (Να μην συγχέεται με τα μίνια, εκτός κι αν τα μίνια απλωθούν πάνω στα μίνια, όπως στην περίπτωση του Πλύντον).

- Πώς πήγε χτες μάστορα; Άπλωσες τα μίνια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιτηδευμένη άρνηση αποδοχής (sic) της δυσκολίας ή του περιπλόκου μιας κατάστασης. Ειδικότερα και κυριολεκτικότερα, άρνηση του παλιού, εμπειρικού μάστορα να αποδεχτεί ότι δεν καταλαβαίνεις:

α) τί σου εξηγεί, ή

β) τον τρόπο που σου ζητάει να τον βοηθήσεις, ή

γ) ότι η επιμονή σου στη λεπτομέρεια και οι εύλογες απορίες που ενδεχομένως έχεις λόγω απειρίας ή λόγω αντιφατικών προς την προκείμενη περίπτωση εμπειριών / γνώσεων / κοσμοθεωρίας επιβαρύνουν τη μεγάλη εικόνα (συνήθους τ. «Άντε να τελειώνουμε , έχω κι άλλες δουλειές / ουζοκατανύξεις στο ταβερνείο / πρέφα στο καφενείο / μπάρμπεκιου με τους κουμπάρους κλπ»).

Εναλλακτικά σημαίνει ότι αρνείται να δεχτεί ο μάστορας ότι, όλα τα παραπάνω σωρευτικά, λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο δικής σου άρνησης να μη γίνει η μαλακία που θα σε ξαναβάλει στη διαδικασία να ξηλώνεις και να ξαναφτιάχνεις από την αρχή, να πληρώνεις γαμησιάτικα μεροκάματα και υλικά. Η τέχνη του πολέμου το είπε ξεκάθαρα άλλωστε:«οι πολλοί υπολογισμοί οδηγούν στη νίκη και οι λίγοι στην ήττα.»

Σε πρώτη φάση, ο μάστορας επίκειται να περηφανευτεί ότι είναι μεν του δημοτικού, αλλά έχει τελειώσει το πανεπιστήμιο του πεζοδρομίου με μεταπτυχιακό στη μαστορική κι αφενός είναι αυτή ακριβώς η τριβή που τον καθιστά αυθεντία αδιαμφισβήτητη σε θέματα της δουλειάς. Αφετέρου, η καλλιτεχνική ελευθερία, η δωρικού τύπου επικοινωνία και η λακωνική προσέγγιση στην επίλυση των καθημερινών πρακτικών προβλημάτων που κατά κόρον αντιμετωπίζει, ουδεμία σχέση έχουν ασφαλώς με τα θεωρητικά αδιέξοδα που συστηματικά κι αχρείαστα εγκαθιστά η προχωρημένη μόρφωση (παραμόρφωση;) τόσο στον ανθρώπινο νου, όσο και στη μαστορική ολοκλήρωση.

Σε δεύτερη φάση κι επιβεβαιώνοντας τα παραπάνω, σου αμολάει ένα «γράμματα είναι;» για να ακυρώσει την πολυπλοκότητα της σκέψης που ενδεχομένως επιστρατεύεις για να κατανοήσεις την κατ’ αυτόν απλοϊκή και ξεκάθαρη κατάσταση, που δεν απαιτεί βεβαίως ούτε λογική διεργασία, ούτε ερμηνεία, ούτε κατανόηση, ούτε αφομοίωση όπως τα «γράμματα», αλλά απλή υλοποίηση της εντολής. Υπό αυτό το φως, δεν είναι διόλου τυχαία η ημιστρατιωτική περιβολή των μαστόρων που συχνά λανσάρουν κάτω ή πάνω μέρος της φόρμας παραλλαγής ως διαρκή υπενθύμιση ότι έχουν μαθητεύσει αρκούντως σε θέματα ιεραρχίας και υλοποίησης εντολών.

*«γράμματα»: ορίζουν μαστορικώς το απόλυτα διευρυμένο κι αόριστα νεφελώδες σύνολο των γνώσεων που πραγματεύεται η εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες της, σύνολο θεωρητικών ως επί το πλείστο γνώσεων που στοιχειώδη μόνο εφαρμογή μπορούν να βρουν στην καθημερινή επαγγελματική ζωή του μάστορα.

Υγ. Προς υπεράσπιση πάντως των μαστόρων, οι Έλληνες έχουμε μια ακατανίκητη τάση να τα ξέρουμε όλα και να παρεμβαίνουμε είτε με κινδυνολογικά σενάρια πριν ή θεός φυλάξοι με κηρύγματα αφού επισυμβεί η ζημία, ενώ αν τυχόν προληφθεί δια της παρέμβασης μας η ζημία τότε είναι που μπαίνει η κασέτα για το ποιος έσωσε την παρτίδα, τη μέρα, τον κόσμο κλπ. (Βλ. σχ. Glengarry Glen Ross αξεπέραστη ατάκα «let me buy you a pack of gums, I ll show you how to chew it»).

- Μάστορα να βοηθήσω;
- Μέτρα δέκα πόντους από τη γωνία και τράβα μια μολυβιά να κόψουμε το πλακάκι. - Όποια γωνία να ναι; Μου φαίνονται διαφορετικές... για να δω και τα άλλα πλακάκια... με το μολύβι θα φαίνεται; Έχει κάτι γρατζουνιές, μην τις μπερδέψουμε με μολυβιές... Τους δέκα πόντους από πού τους μετράς; Το μέτρο έχει ένα κενό πριν αρχίσει την αρύθμιση... μήπως βγουν παραπάνω οι πόντοι; Κι άμα το πλακάκι δεν κάθεται καλά; Μήπως θέλει στοκάρισμα εδώ ο τοίχος; - Αμάν ρε αγόρι μου, γράμματα είναι; Τράβα μια μολυβιά που σου λένε... - Ρε μάστορα δες το, για να σου λέω..
- Άστο, άστο.

στο 2:05 (από vanias, 15/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαστορική ατάκα παλαιάς κοπής η οποία χρησιμοποιείται ως τα σήμερα στους εν λόγω κύκλους βεβαίως βεβαίως. Συνηθίζεται, πολλές μαστορικές κουβέντες να μην στέκονται κυριολεκτικώς, πλην όμως είναι αποκυήματα προσπάθειας απλοποίησης κυριολεκτικών φράσεων. Η συγκεκριμένη φράση προέρχεται εκ του «δίνω λαβή», δηλαδή κατέληξε, πως όταν κάτι δεν μας δίνει λαβή, δεν μας δίνει «χέρι». Πολλές φορές τέτοιες εκφράσεις δημιουργούνται όταν υπάρχει ζόρι, π.χ. ο μάστορας προσπαθεί να διαχειριστεί κάτι βαρύ η κάτι άβολο και, επάνω στην δύσκολη στιγμή, πετάει την λανθασμένη έκφραση η οποία κατόπιν γίνεται ιδίωμα της μαστορικής κοινότητας.

  1. - Πφφφ! Άστο! Άστο! Να το πιάσουμε από την άλλη γιατί άμα πέσει θα μας σπάσει τα ποδάρια.
    - Γιατί δεν το πιάνεις από κάτω;
    - Από κάτω δεν δίνει χέρι ρε παπάρα!

  2. - Με έφαγε όλο το απόγεμα να ανεβοκατεβάσω σασμάν.
    - Καλά ρε Μπάμπη, τόσες ώρες για έναν συμπλέκτη;
    - Έχει σε ένα κρυφό σημείο κάτι κωλόβιδες και δεν δίνει χέρι καθόλου, στραμπούληξα τα δάχτυλα μου να τις βάλω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τρέμουλο του τιμονιού αυτοκινήτου ή μηχανής που παρατηρείται σε ταχύτητες περίπου 100 χ.α.ω. και που οφείλεται συνήθως σε πλημμελή ευθυγράμμιση ή ζυγοστάθμιση των τροχών του οχημάτου.

Μην περιμένετε χαριτωμενιές και μαλακιούλες, ως άσχετος με το θέμα αγγαρεία κάνω, ποινήν εκτίω. Και καταγγέλω από αυτό εδώ το βήμα τους σύσσλανγκους που, ενώ το έχουνε με την αυτοκίνηση, κάνουνε την κορόιδα και αφήνουνε τον παππούλη να βγάλει το μπουλόνι από την μπουλονότρυπα. Αίσχος!!!

  1. Από τότε που έβαλα τα καινούργια λάστιχα όταν φρενάρω το τιμόνι τρέμει αρκετά. Ειδικά σε ταχύτητες 90 και άνω τότε σου προκαλεί ανησυχία. Σε μιά βόλτα στον λαστιχά μου, μου είπε ότι από τη στιγμή που τρέμει μόνο στο φρενάρισμα δεν φταίνε τα λάστιχα αλλά κάτι άλλο. Μπορεί και οι δισκόπλακες να έχουν στραβώσει μου είπαν [...]

Δες αρχικά αν τα λάστιχά σου έχουν φαγωθεί ποιό πολύ από τη μέσα πλευρά η από την έξω πράγμα που σημαίνει ότι δεν έγινε καλή ευθυγράμμιση ή όταν έχεις σταθερή ταχύτητα χωρίς να φρενάρεις σου «κοσκινίζει» το τιμόνι όταν το κρατάς πολύ ελαφρά (με το ένα δάκτυλο) αυτό σημαίνει ότι δεν έγινε καλή ζυγοστάθμιση. Αν όλα αυτά που είπα είναι εντάξει τότε πήγαινε ποιό πέρα δηλαδή για δισκόπλακες Στον ξάδερφό μου

  1. Είναι καθαρά θέμα ελαστικού ή ζυγοστάθμισης. Και στο δικό μου όταν άλλαξα λάστιχα και το πήγα για δοκιμή είχε κοσκίνισμα στο τιμόνι. Το πήγα πίσω και ήταν στραβό το λάστιχο [...] τον μάστορα

  2. Οταν φτιαχτηκαν τα ρουλεμαν του τιμονιου, και μετα απο δοκιμες του μπροστινου, παρατηρησα οτι αφηνοντας τα χερια απο τα 100 και κατω φτανοντας στα 20-15 αρχιζει να κοσκινιζει το τιμονι, και ακουμπωντας το ενα χερι αμεσως διορθωνει. Με τα δυο χερια δεν το καταλαβαινεις καθολου. Θελω μαλλον ακτινολογηση; επειγόντως

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεχνική ορολογία των μαστόρων αυτοκινήτων (συνεργειατζήδων).

Προέρχεται από αστοχία στη ρύθμιση του οδοντωτού ιμάντα χρονισμού του κινητήρα, σε σχέση με τα οδοντωτά γρανάζια εκκεντροφόρων και στροφάλου. Ο ιμάντας αυτός έχει μόνο μια σωστή θέση όπου πρέπει να τοποθετηθεί ώστε να λειτουργήσει ο κινητήρας σωστά, αλλιώς σημειώνεται αρρυθμία και δουλεύει λάθος, κοινώς ρετάρει.

Το χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος δεν πάει καλά, το έχει χαμένο.

  1. - Ρε τι έγινε με τον άλλον σήμερα, πήγε να με αρπάξει στα καλά καθούμενα. - Α, καλά άστο, μην ασχολείσαι με αυτόν, πηδάει δόντι.

  2. Πήδηξες δόντι ρε παπάρα;Τι σαματάς είναι αυτός μέρα μεσημέρι;

(από Παπαντώνης, 27/09/11)

Σχετικό: ρετάρω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Εισαγωγή

Ω πόσες εκφράσεις υπάρχουσιν εν την ημετέρα γλώσσαν σχετικά με την έννοια της αποδοκιμασίας και αηδίας! Τοιαύτη φράση δηλεί την αποδοκιμασία σε χείριστο βαθμό, την μεγίστη αηδία λέγω!

Η ορολογία αυτή προέρχεται κατά πάσα πιθανότητα από την αργκό των μαστόρων γυψοτεχνίας τε και επιχρήσματος (κοινώς γυψοσανιδάδες) , οι οποίοι αναφέρονται στον υαλλοβάμβακα ως «μαλλοβάμβακα» για λόγους αμεσότητος.

2. Ανάλυσις

Το πρώτο ουσιαστικό (τρίχαι) δηλεί αηδία εις μέτριον βαθμό, συγκρατημένο αποτροπιασμό. Ίσως αποτελλεί αναφορά και εκκίνηση των απανταχού θριχοφοβικών, αντικείμενο χρήζει περαιτέρω ερεύνης.

Εις παραθετικον επίπεδον συντάσσεται μετά του επιθέτου «κατσαρός» εις ένδειξης μέγιστης αηδίας τε και σιχαμάρας, λόγω του ότι αι σγουραί θρίχαι είναι εντονότεραι, χονδρότεραι και πλέον αηδιαστικαί. Απαντώνται δε και εις συγκεκριμένα μέρη του σώματος οπότε συνδυάζονται και με σχετικήν... ευωδίαν εις περίοδους απλυσίας, πράγμα που συμβάλει στον ζητούμενο ήτοι την επαύξηση της αηδίας.

Τέλος, ως επαύξηση της ήδη φρικώδους και αποτρόπαιας εικόνας προστίθεται η χρήση υαλλοβάμβακος, υλικό το οποίο προσομοιάζει της θριχός λόγω υφής και σκληρότητας. Αν αναχθεί εν τη σήμερον ημέραν, ο υαλλοβάμβακας επεκτείνει την έννοια των κατσαρών θριχών όπως τα extensions επεκτείνουν την κόμη της νεανίδος. Μόνη διαφορά βεβαίως εστί ότι στην πρώτη περίπτωση το αποτέλεσμα τείνει προς το σιχαμερότερον, ενώ στην άλλη προς το ομορφότερον (εις όποιον αρέσκεται στα ψεύτικα μαλλιά, τουλάχιστον).

3. Συμπέρασμα

The Zak is back!

Φαίδων: «Εχθές μετέβην ω φίλε εις την οικίας της Ευτέρπης ύστερα από πρόσκλησίν της, και αφού εκαταλώσαμεν σαμπάνια μετά φραουλών και σαμπάνιας....»

Αγαθοκλής: «Ναι, ναι!!!!»

Φαίδων: «Την ασπάστηκα σταυρωτώς και έφυγα.»

Αγαθοκλής: «Την ασπάσθεις σταυρωτώωως! Τρίχαι κατσαρέ και μαλλοβάμβακαι πλέον! Δια άλλην δουλειά σε προσεκάλεσεεε!»

Φαίδων: «Δια τις ψευδοτοιχίαι;»

Αγαθοκλής: «Δια τις μαλακίαι...»

Βλ. και τρίχες, τρίχες κατσαρές

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified