Further tags

'Ακλιτος επιθετικός προσδιορισμός με διττή σημασία:

1) Ανυπέρβλητος, ακαταμάχητος, ασυναγώνιστος, ασύγκριτος, αυτός που υπερέχει τόσο πολύ των άλλων που ταράζει τις ισορροπίες.

2) Θαυμάσιος, καταπληκτικός, θεσπέσιος.

Εννοιολογικές παρατηρήσεις: Η αρχική σημασία του «ίμπα» ήταν η αναγραφόμενη στην περίπτωση 1, όμως σταδιακά το στοιχείο της συγκρίσεως εκφυλίστηκε με αποτέλεσμα να χρησιμοποιείται και με την έννοια 2.

Προέλευση/ετυμολογία: Προέρχεται από το αγγλικό «imbalanced».

  1. - Καλά αυτό το αμάξι είναι εντελώς ίμπα. Ένα τέτοιο θέλω να πάρω κι εγώ.

  2. - Συγνώμη, πας καλά; Θα τα βάλεις μ' αυτόν; Ο τύπος είναι ίμπα, δεν έχεις καμία ελπίδα.

  3. - Άντε μωρέ κωλόνουμπε, έχεις τον ίμπα χαρακτήρα και μιλάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από το γνωστό και κυριολεκτικό καμάκι, (αυτό ντε που χρησιμοποιούν διάφοροι κακοί για να σκοτώνουν φάλαινες) και το ποιητικό (αυτό το ηλιακό του Ρίτσου με το οποίο η αθάνατη Ρωμιοσύνη καμακώνει τον εχθρό), υπάρχει και το ανά την υφήλιο διάσημο καμάκι του Έλληνος, το οποίο αποτελεί τρόπο εξεύρεσης γκόμενας διά της μεθόδου την-πέφτω-σε-όλες-κι-όποια-κάτσει.

Το καμάκι είναι παράγωγο προϊόν της τουριστικής ανάπτυξης που γνώρισε η χώρα μας τα τελευταία 30 περίπου χρόνια. Ανυποψίαστες τουρίστριες (όχι αναγκαστικά απ' αυτές τις διψασμένες του Τζιμάκου), οι οποίες έρχονταν στην Ελλάδα για τον ήλιο, τη θάλασσα, το ψάρι και την εξαιρετική μελιτζανοσαλάτα, βρίσκονταν ξαφνικά πλευρισμένες από τραγικό κατά τεκμήριο τυπάκι, το οποίο με ατάκες που διασώζονται μέχρι σήμερα μόνο ως ανέκδοτα και πενιχρές έως ανύπαρκτες γνώσεις ξένων γλωσσών προσπαθούσε να τις «καμακώσει», δλδ να τις καβατζώσει για πάρτη του και βέβαια να τις περτσινώσει.

Λόγω της σεξουαλικής ένδειας εκείνων των πέτρινων χρόνων, το καμάκι πολλές φορές, πιστό στην κυριολεκτική του αποστολή, χτυπούσε θηλυκά του γενικού τύπου όρκα ή Φάλαινα Άντερσον...

Υπό αυτή την έννοια, το καμάκι υπάρχει μεν ακόμα στα νησιά μας, αλλά όπως δεν υπάρχει πλέον ψάρι στη θάλασσα (κατά ομολογία των επαγγελματιών), έτσι και το άθλημα αυτό δεν έχει το αποτέλεσμα που είχε σε άλλες δεκαετίες. Λίγο ότι μας έμαθαν οι τουρίστριες, λίγο ότι πλέον (όπως θα δούμε και παρακάτω) τη βρίσκουν κι αλλιώς, έκοψε η μαγιονέζα.

Το καμάκι πλέον έχει αλλάξει επίπεδο και αφού διάγουμε την εποχή της πληροφορίας και ο δαιμόνιος Έλληνας δεν μπορούσε να μείνει πίσω, έχουμε διάφορες μορφές ηλεκτρoνικού καμακιού.

Ξεκίνησε με το chat. Εφαρμογές IRC (Internet Relay Chat) στους υπολογιστές, μέσω των οποίων το επίδοξο e-καμάκι (αν δεν είναι εντελώς e-tard) μπαίνει σε θεματικά «δωμάτια» και προσπαθεί να γνωρίσει γκομενάκια και να ρίξει κατά βάση κανέναν e-πούτσο και ΑΝ είναι μάγκας και τυχερός να γνωρίσει το προαναφερθέν γκομενάκι irl (in real life) και να πέσει και κανονικός πήδουλας.

Μετά ήρθε το φατσοβιβλίο που λέει κι ο θεάνθρωπος και το πράγμα έγινε πιο διαδραστικό, ιντεράκτιβ επί το ελληνικότερον. Φωτογραφίες, γκρουπς, ιστορίες, όλα για το ίδιο και γνωστό προαιώνιο λόγο: το Μουνί (κατά την θεωρία πάντα του μουνισμού).

Με την τρελή ανάπτυξη των κινητών, ένα ακόμη είδος e-καμακίου ευδοκιμεί πλέον: μέσω bluetooth. (σ.σ. δεν περιορίζεται μόνο στους φιλοκυβερνητικούς παράγοντες - απλή σύμπτωσις). Ανοίγουμε bluetooth και ψάχνουμε τι παίζει εδώ γύρω. Παρά την περιορισμένη εμβέλειά του, σε χώρους με πολύ κόσμο και χαζές γκόμενες που έχουν βάλει τ' όνομά τους ως όνομα συσκευής για τις ανάγκες του bluetooth, κάτι γίνεται.

1 - Κυριολεκτικό
- Ρε Μήτσο, πιάσε το καμάκι γιατί αυτό το γουφάρι θα μας γαμήσει μέχρι ν' ανέβει. Να 'σαι έτοιμος μόλις σου πω.
- Νταξ αφεντικό.

2 - Ποιητικό / Ηλιακό
... κι αντριεύει και θεριεύει και καμακώνει τον εχθρό με το καμάκι του Ήλιου

3 - Σλανγκικό
- Do you have weather for a coffee;
- Are you serious;!
- No, I'm Greek.

4 - Διάφορες καμακερές ατάκες (και δυστυχώς για τους επίδοξους γαμίκους οι αντ-ατάκες), όπου Α=άντρας και Γ=γυναίκα.

A: Eχουμε συναντηθεί κάπου εμείς;
Γ: Ναι, γι αυτό δεν πηγαίνω πια εκεί.

Α: Είναι αυτή η θέση κενή;
Γ: Ναι και αυτή που κάθομαι εγώ θα είναι επίσης κενή αν καθίσεις εδώ.

Α: Λοιπόν, θέλεις να έλθεις στο σπίτι μου;
Γ: Μμμμ, δεν ξέρω. Χωράνε δύο άνθρωποι κάτω από την ίδια πέτρα;

A: Σπίτι σου ή σπίτι μου;
Γ: Και στα δύο. Εσύ σπίτι σου και εγώ στο δικό μου.

Α: Θα ήθελα να σου τηλεφωνήσω. Ποιο είναι το τηλέφωνό σου;
Γ: Είναι στον κατάλογο.
Α: Ναι αλλά δεν ξέρω το όνομά σου.
Γ: Και αυτό είναι στον κατάλογο.

Α: Έλα λοιπόν, αφού για τον ίδιο λόγο ήρθαμε σε αυτό το μπαρ σήμερα.
Γ: Σωστά, ας βρούμε λοιπόν καμιά γκόμενα.

Α: Ξέρω πώς να σε ευχαριστήσω, μωρό μου.
Γ: Τότε ευχαρίστησε με, αφήνοντας με μόνη μου.

Α: Θέλω να σου δωρίσω τον εαυτό μου.
Γ: Συγγνώμη, αλλά δεν δέχομαι φτηνιάρικα δώρα.

Α: Μπορώ να μαντέψω ότι με θέλεις.
Γ: Ωωωωω, ναι, έχεις δίκιο. Σε θέλω φευγάτο.

Α: Αν σε δω ποτέ γυμνή, θα πεθάνω ευτυχισμένος.
Γ: Ναι αλλά αν σε δω ποτέ εγώ γυμνό, θα πεθάνω από τα γέλια.

Α: Το σώμα σου είναι σαν ιερός ναός για μένα.
Γ: Λυπάμαι αλλά δεν έχει λειτουργία σήμερα.

Α: Θα μπορούσα να σου δώσω τα πάντα.
Γ: Ωραία, ας ξεκινήσoυμε από τον τραπεζικό σου λογαριασμό!

Α: Θα μπορούσα να πάω ακόμη και στο τέλος του κόσμου για χάρη σου.
Γ: Ναι, αλλά θα μπορούσες να μείνεις εκεί για πάντα;

(από τη #1 πηγή άχρηστων πληροφοριών - το διαδίκτυο)

Το κυριολεκτικό (από acg, 08/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα σε κάνω add: έκφραση που κατά μέσο όρο ακούγεται τουλάχιστον 5 φορές ανά λεπτό σε παρέες όπου γίνονται νέες γνωριμίες. Μπορεί να φαίνεται μια αθώα και ταπεινή έκφραση, αλλά αποτελεί βαρύ και δεσμευτικό προφορικό συμβόλαιο με το οποίο ο δεχόμενος συμφωνεί να χάνει το μεγαλύτερο μέρος του ελεύθερου χρόνου του μπροστά στην οθόνη και να ψάχνει εφαρμογές για να βλέπει τον καιρό αντί να δει έξω από το παράθυρο.

Με την έξαρση των ευρυζωνικών συνδέσεων ήρθε και το ίντερνετ σε κάθε σπίτι και έτσι ο καθένας έμαθε τα σάιτ κοινωνικής δικτύωσης. Έτσι παλιές αγνές και τίμιες εκφράσεις όπως «Ποιο είναι το τηλέφωνο σου;» ή «Πού σπουδάζεις;» αντικαθιστώνται με το αντίστοιχο «Θα σε κάνω αντ» ώστε να έχουμε περισσότερο χρόνο να κοιτάμε γύρω μας βρε αδερφέ από ότι να μιλάμε, ό,τι θες υπάρχει στο Φέισμπουκ.

Αυτός που προφέρει την έκφραση πρέπει να φαίνεται ότι κάνει χάρη στον άλλο και να τονίζει με βαριά ελληνική προφορά το «αντ» ώστε να καταλάβεις ότι οι φωτό από το «Μάντσεστα» που έχει ανεβάσει είναι πόζα και φωτομοντάζ.

Κική: Πω πω, αμάν με τους πέφτουλες στο Φέισμπουκ! Δεν πρόλαβα να βάλω τη φωτό με μαγιό στο προφίλ μου και αμέσως γέμισε το γουόλ μου με σχόλια...
Κώστας: Έχεις και Φέισμπουκ ρε Κικίτσα;
Κική: Μη μου πεις έχεις κι εσύ; Θα σε κάνω αντ...
Κώστας: ...ε από δω ρε βλαχομπούρμπερη που έμαθες και το Φέισμπουκ...
Κική: Τι είπες Κώστα μου;
Κώστας: Λέω, το ωμέγα το έχω με ντάμπλγιου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην κυριολεκτική της σημασία η έκφραση κάνω add σημαίνει ότι προσθέτω κάποιον στη λίστα των φίλων μου σε σάιτ «κοινωνικής δικτύωσης» (βλ. Facebook, MySpace κτλ)...

Δεδομένου όμως ότι τα σάιτ αυτά χρησιμοποιούνται κατεξοχήν από τη νεολέρα μας (και όχι μόνο) για γνωριμίες με απώτερο σκοπό το σεξ (αλλιώς σιγά μην ασχολιόταν και κανένας δηλαδή...), η φράση χρησιμοποιείται για να εκφράσει και το αντίστοιχο της εικονικής πραγματικότητας στην πραγματική ζωή: σημαίνει λοιπόν ότι γνωρίζω κάποιον/-α με απώτερο σκοπό τις στενές επαφές...

  1. - Πω ρε φίλε, βλέπεις πώς κοιτάνε αυτά τα γκομενάκια απέναντι;
    - Μόνα τους είναι και γουστάρουν κάργα...
    - Πάμε ρε μαλάκα να τις κάνουμε add!
    - Α εγώ δεν μπορώ έτσι...
    - Μια ζωή αυνάνας!

  2. - Τι έγινε ρε, για ένα κατούρημα είπες ότι θα πας και θα φύγουμε... Μισή ώρα σε περιμένω!
    - Κάτσε ρε... Στις τουαλέτες γνώρισα ένα παστάκι άλλο πράμα... Ε, το έκανα add...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην κυριολεξία σημαίνει ότι πατάω το μαγικό κουμπάκι του πληκτρολογίου μου και, με μια κίνηση, διαγράφω τον χαρακτήρα, την λέξη, την πρόταση, το κείμενο, το φάιλ, την επαφή, το λινκ, την εγγραφή, την συνδρομή, την επιστολή, τον αποστολέα, την απάντηση, ο,τιδήποτε τέλος πάντων δεν θέλω πια να υπάρχει στο ηλεκτρονικό μου σύστημα και πρέπει να εξαφανιστεί από προσώπου γης. Εννοείται ότι, αν γίνει κατά λάθος κάτι τέτοιο, πρόκειται -συνήθως- περί μεγάλης καταστροφής. Αλλιώς είναι σκέτη ηδονή η εξυπηρέτηση αυτή που μας προσφέρει η τεχνολογιά.

Κάνω delete όμως και μεταφορικά. Σβήνω από τη ζωή μου ή/και από το μυαλό μου ανθρώπους, σκέψεις, σχέσεις, αναμνήσεις. Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για σχήμα λόγου, όχι μόνον γιατί δεν μπορείς με ένα κουμπάκι να τα διαγράψεις όλ' αυτά, αλλά γιατί, απλούστατα, Δεν Μπορείς. Λες ότι το έκανες, αλλά, όπως έχει πει κι ένας σοφός (Γκομπρόβιτς), «ό,τι έχει δει το φως της ημέρας πασχίζει με νύχια και με δόντια να παραμείνει στη ζωή». Άρα το delete, εν τω προκειμένω, δεν είναι παρά ευσεβής πόθος.

  1. - Τώρα πια ο συγγραφέας κάνει delete και σβήνει τα ίχνη της πρώτης γραφής, άμα θέλει. Και άντε μετά να βρεις τις διάφορες φάσεις της συγγραφής ενός βιβλίου.
    - Ναι, καλά. Και χέστηκε η Φατμέ στο Γενί τζαμί, ξέρεις...

(παρεμπίπταμπλυ, αν έχετε όρεξη, ρίξτε μια ματιά στο www.bovary.fr
να δείτε από πόσες διορθώσεις πέρασε το μυθιστόρημα αυτό)

  1. - Πάψε να κλαψουρίζεις και τράβα ένα γερό delete με τη ζωή σου, να ξαναρχίσεις από το μηδέν. Αλλιώς θα σαλτάρεις.
    - Μα προχθές μου έλεγες ότι εθελοτυφλώ και ότι προσπαθώ να ξεχάσω πράγματα που πρέπει να δουλέψω μέσα μου, λυγμλυγμλυγμ...

(από GATZMAN, 27/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την λειτουργία επανεκκίνησης στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, στην οποία συχνά καταφεύγουμε όταν κάτι δεν πάει καλά, για να ξεκουράσουμε τον υπολογιστήρα.

Χρησιμοποιείται κυρίως με δύο αλληλεπικαλυπτόμενες σημασίες:

  1. Όταν κάποιος έχει ανάγκη από ξεκούραση γιατί έχει πιξελιάσει το μουνί του. Συνώνυμο του γεμίζω μπαταρίες.

  2. Όταν κάποιος δεν πάει καλά, και τότε ο φίλος τον συμβουλεύει να κάνει επανεκκίνηση, δηλ. κάτι σαν σπάσ' τα και ξαναρίχ' τα ή πάρ' το αλλιώς, ή αν το πρόβλημα είναι μεγάλο μια ριζικότερη αλλαγή ζωής.

Σχετικά τα: αρντάν ζωή και κίνηση, ή μια επανεκκίνηση; και πατάω refresh.

  1. - Αχ, έτσι, έφυγα το πουσουκού με την τζιπούρα για Αράχωβα κι έκανα ριστάρτ. Πάμε πάλι στη δουλειά από την Δευτέρα.

  2. - Δεν μου τα λες καλά που θα γυρίσεις στην μακαρίτισσα. Χρειάζεσαι restart άμεσα!

(από Jonas, 12/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνδέω (μεταξύ τους διάφορες πληροφορίες που έχω στο μυαλό μου) και (τελικά) αντιλαμβάνομαι. Κάνω δηλαδή διάφορους συνειρμούς μέχρι να αντιληφθώ το όλον.

Μέχρι να κάνω λινκ όνομα με φάτσα και να καταλάβω ποιον συνάντησα μου πήρε κάποια δεύτερα...

Got a better definition? Add it!

Published

Η κλασική έκφραση κάνω την πάπια έπεσε θύμα χάιτζακ για να περιγράψει το μιμηδιώδες φαινόμενο ντάκφεϊς: την γνωστή γαμογκριμάτσα που κάνουν φεϊσμπουκλούδες όλων των φύλων, με την σφαλερή πεποίθηση ότι τις καθιστά ομορφότερες.

Κορίτσια, με κάθε σεβασμό στον Τρύφωνα Σαμαρά και στην Ντέζι Ντακ, η γκριμάτσα αυτή δεν είναι αισθησιακή. Σάς ευτελίζει.

1. Κορίτσια που κάνουν… την πάπια! (Photos)

2. ΑΧ ΚΟΠΕΛΙΑ, ΣΤΑΜΑΤΑ ΠΙΑ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΠΙΑ ... βάζουν και πιστεύουν πως όσο πιο πολύ duckface κάνουν τόσο πιο όμορφες θα βγούν.

3. Ας ελπίσουμε φέτος τον χειμώνα τα ντακφεις να αποδημήσουν νότια μαζι με τα χελιδονια.

4. ο αλλος στο φβ εχει φοτο με ντακφεις...ο αλλος στο τουιτα ακολουθει ολο το σελεμπριτομανι μεχρι τη τελευταια γλαστρα..ο απαραλος..

5. Με μίας ημέρας αποβολή «με το καλημέρα» τιμωρήθηκαν τρεις μαθήτριες του 8ου Λυκείου Γλύφάδας για μια γκριμάτσα που έκαναν ενώ έβγαζαν αναμνηστική φωτογραφία, την πρώτη κιόλας μέρα της νέας σχολικής χρονιάς. Οι νεαρές μαθήτριες της 3ης τάξης του Λυκείου κατά τη διάρκεια του διαλείμματος αποφάσισαν να βγάλουν αναμνηστική φωτογραφία παίρνοντας τη γνωστή έκφραση «duckface» στα πρόσωπά τους, πράγμα που φάνηκε να ενοχλεί έναν τριαντατριάχρονο καθηγητή, ο οποίος τιμώρησε κάθε μία με αποβολή μίας ημέρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω αυτό που θέλω παραβλέποντας τις γνώμες των υπολοίπων (μπαμπαδίστικη κατά κύριο λόγο έκφραση).

Η φράση χρησιμοποιείται και όταν κάποια αντικείμενα / μηχανήματα δεν λειτουργούν ως οφείλουν προσπαθώντας να μας αποδείξουν ότι διαθέτουν προσωπικότητα.

Μάνα προς το πιτσιρίκι που έχει επιστρέψει κάθιδρο από το παιχνίδι:
Σου είπα να προσέχεις να μην ιδρώσεις γιατί θα κρυώσεις αλλά εσύ κάνεις του κεφαλιού σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς καραλόλ, το πολύ lol, το πολύ αστείο-ειρωνικό.

(lol=Laugh Out Loud)

- Καρα-lol! Πολύ καλό το ανέκδοτο!

Βλ. και lol, λολ, lol-some, lol-οκαύτωμα, Loles, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., lolen

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified