Further tags

Από την λειτουργία επανεκκίνησης στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, στην οποία συχνά καταφεύγουμε όταν κάτι δεν πάει καλά, για να ξεκουράσουμε τον υπολογιστήρα.

Χρησιμοποιείται κυρίως με δύο αλληλεπικαλυπτόμενες σημασίες:

  1. Όταν κάποιος έχει ανάγκη από ξεκούραση γιατί έχει πιξελιάσει το μουνί του. Συνώνυμο του γεμίζω μπαταρίες.

  2. Όταν κάποιος δεν πάει καλά, και τότε ο φίλος τον συμβουλεύει να κάνει επανεκκίνηση, δηλ. κάτι σαν σπάσ' τα και ξαναρίχ' τα ή πάρ' το αλλιώς, ή αν το πρόβλημα είναι μεγάλο μια ριζικότερη αλλαγή ζωής.

Σχετικά τα: αρντάν ζωή και κίνηση, ή μια επανεκκίνηση; και πατάω refresh.

  1. - Αχ, έτσι, έφυγα το πουσουκού με την τζιπούρα για Αράχωβα κι έκανα ριστάρτ. Πάμε πάλι στη δουλειά από την Δευτέρα.

  2. - Δεν μου τα λες καλά που θα γυρίσεις στην μακαρίτισσα. Χρειάζεσαι restart άμεσα!

(από Jonas, 12/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που βρήκα γραμμένη πάνω στο πίνακα αμφιθεάτρου...

Δηλώνει την ξεγνοιασιά που αισθάνεται ο νέος, αφού με την χρήση της εν λόγω ιστοσελίδας ως κεντρικής σελίδας στον υπολογιστή του, δεν υπάρχει πια για εκείνον η ανάγκη σεξουαλικής επαφής και κατ'επέκταση ο κίνδυνος μετάδοσης του ιού HIV.

- Ρε συ, έχεις να μου δανείσεις κανένα προφυλακτικό γιατί μόλις μου τέλειωσαν;
- Μπα...
- Μα καλά, γίνεται να μην έχεις;
- Δεν φοβάμαι πια το AIDS, το youporn έχω homepage...

Το ξέρω, επαναλαμβάνομαι. (από Khan, 12/02/11)(από patsis, 30/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης μια άλλη έννοια του safe mode (κατάστασης ασφαλείας) είναι όταν κάποιος είναι online άλλα «κρύβεται», πχ είναι στο facebook, msn, αλλά σε κατάσταση offline γιατί δεν έχει όρεξη να τον μιλάνε...

- Ρε παπάρι, αφού ξέρω ότι είσαι σε safe mode, απάντα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναβαθμίζομαι. Ανεβαίνω επίπεδο (level στα αγγλικά).

Όπως αναπτύσσει ο ορισμός του συνώνυμου λεβελιάζω, προέρχεται από τα διάφορα ηλεκτρονικά παιχνίδια και, πριν από αυτά, τα επιτραπέζια παιχνίδια ρόλων που προβλέπουν επίπεδα στις ιδιότητες των παικτών. Ένας παίκτης έχει διάφορες ιδιότητες: invisibility (το να είσαι αόρατος), ταχύτητα, θωράκιση κλπ. Με διάφορους τρόπους όπως μαζεύοντας ειδικά αντικείμενα ή επιφέροντας χτυπήματα κατά αντιπάλων, οι ιδιότητες αυτές βελτιώνονται, παίρνουν λέβελ. Λέβελ παίρνει και ολόκληρος ο παίκτης, χάριν μετρησιμότητας της αξίας του.

Σε άλλα συμφραζόμενα, παίρνει λέβελ ό,τι καλυτερεύει, ό,τι αναβαθμίζεται λίγο αλλά διακριτά από την μία στιγμή στην άλλη. Μια μικροκοινωνία, μια συνεχιζόμενη προσπάθεια κάποιου ή κάποιων, μια εταιρεία, ένας άνθρωπος.

Χρησιμοποιείται και σοβαρά και περιπαικτικά.

  1. Από εδώ:
    Και τώρα που το post πήρε level και ελέγχθηκε και η ορθογραφία του, ξαφνικά αποκρυπτογραφήθηκε το κρυφό του μήνυμα και τα μιλιούνια των ανθρώπων που προηγουμένως δεν καταλαβαίνανε, ώ, τι θαύμα, διαφωτίστηκαν...

  2. Από εδώ:
    σκληρό chapter. tr00. ο μαντάρα τελικά μοιάζει λίγο με τον oobito; :Ο βλέπω δεν είμαι ο μονος που βλέπει την ομοιότητα. η κόναν είναι σκέτη πώρωση. μου άρεσε και πριν αλλα τώρα πήρε level

  3. Από εδώ:
    ρε μλκ ήξερα ότι είσαι βρώμικο μυαλό, αλλά τί να πω, πλέον έχεις πάρει level

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από αντίστοιχες εκφράσεις στα Αγγλικά (ask Wiki), Γερμανικά (frag Wiki), Κελοιπά (klp. Wiki):

  1. Παρότρυνση προς συνομιλητή να ψάξει αυτό που ρωτάει στη Wikipedia (Βίκυ+παιδιά).

  2. Γείωση και ξεφόρτωμα - you talkin' to me; - κάποιου που θέτει βαρετή ή ενοχλητική ερώτηση που απασχολεί μόνο εκείνον - Houston, he has a problem.

- Να σου πω βρε Άρη Παπ, ισχύει αυτό που λέει η καινούργια σλανγκογραμματική που αγόρασα ότι το λήμμα «τιτιβικυβισμός» είναι περίπτωση contaminatio;
- Μη σε πάρω στ' αρχίδια μου, ρώτα τη Βίκυ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως ανήκον στην gay & lesbian ιδιόλεκτο: Περιγράφει έναν τύπο σεξουαλικότητας που είναι το αντίθετο από το γκέι ζητούμενο (ορισμένων γκέι τουλάχιστον). Καταγγέλλεται, δηλαδή, μία ουσιοκρατική αντίληψη, όπου κάποιος από την φύση του έχει τον ρόλο να τον δίνει και κάποιος/α να τον μπαίρνει, σαν ο ένας να παίζει τον ρόλο του φις και ο άλλος/η αυτόν της πρίζας. Φιλοδοξία των χρησιμοποιούντων καταγγελτικά την έκφραση είναι να απο(σο)δομηθεί επιτέλους αυτό το φαλλογοκεντρικό δίπολο που χωρίζει τους ανθρώπους σε δύο μεγάλες κατηγορίες.

Ως αφόρητα παρώ φις- πρίζα θεωρούνται μεταξύ των στρέιτ οι ρετροσέξουαλ, που θέλουν να έχουν πάγια ρολάκια στην σχέση. Αλλά και μεταξύ των γκέι όποιος τόπαρος θεωρεί ότι μπορεί μόνο να τον δίνει και ποτέ να μην τον μπαίρνει (και δεν ξέρει τι χάνει).

Ως φις- πρίζα γενικότερα μπορούν να χαρακτηριστούν επίσης θεωρήσεις των γκέι από τους στρέιτ που τους ανάγουν σε στρέιτ (;) κατηγορίες ενεργητικού- παθητικού, όπως η διάκριση τοπ- μπότομ ή για τις λεσβίες η διάκριση butch- femme (σ.ς.: αν και ενίοτε οι διακρίσεις αυτές πανηγυρίζονται από ορισμένους γκέι). Από λεσβίες η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άντρες που κατανοούν την γυναίκα με αντρικούς όρους, χωρίς να συναισθάνονται την ιδιαιτερότητά της, λ.χ. που μιλούν για την γυναίκα σαν να καυλώνει, να ερεθίζεται ή να χύνει με τρόπο παρόμοιο με τους άντρες, οπότε χάνεται η πολυπλοκότητα της γυναικείας σεξουαλικότητας.

Το ζητούμενο αντίθετο του φις- πρίζα είναι το εναλλακτικό και εναλλασσόμενο σεχ, όπου η διαφορά ανάμεσα στο πέρσι και το φέτος δεν είναι ούτε καν ένας χρόνος.

  1. - Καλά γιε μου, σε καταλαβαίνω. Ήταν μουντά εκεί, έβρεχε, ήταν μελαγχολικά. Και τό 'λεγε η μητέρα σου ότι δεν έπρεπε να σε στείλουμε στο Πούτσεστερ να σπουδάσεις... Αλλά πες μου, γιε μου, τουλάχιστον τον δίνεις; Δεν πιστεύω να τον παίρνεις κιόλας, ε;
    - Ώχου ρε μπαμπά, πολύ φις- πρίζα λογική έχεις...

  2. Λ: Πώς πήγε με την Λίτσα;
    Ρ: Καλά, πηδηχτήκαμε σαν τα κουνέλια. Δυο φορές έχυσα εγώ, τρεις αυτή!
    Λ: Αμάν! Μην είσαι τόσο φις- πρίζα... Δεν είναι σαν την τσουτσούνα σου οι γυναίκες!...

Τον δίνει (από Khan, 21/11/10)Τον μπαίρνει (από Khan, 21/11/10)(από Khan, 22/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πριν κάμποσα χρόνια, το 1981 αν δεν απατώμαι, ο γνωστός από τότε δημοσιογράφος Τέρενς Κουίκ παρουσίαζε το βράδυ της Κυριακής προς Δευτέρα, από την μοναδική και κρατική τηλεόραση, απ' ευθείας τα αποτελέσματα των τότε βουλευτικών εκλογών.

Εκείνο το βράδυ, πάρα μα πάρα πολλές φορές, ανέφερε τη φράση «συνδεόμαστε με Κ.Α.Ι.Ρ.Ο.», τα οποία και ήταν τα αρχικά από ένα τηλεφωνικό πληροφορικό σύστημα της εποχής για μετάδοση δεδομένων, που μάλλον μόνο ο ίδιος το γνώριζε, μιας και που ποτέ ξανά δεν ξανακούστηκε, τουλάχιστον τόσο επανειλημμένα.

Ο ίδιος έδειχνε να απολαμβάνει τη μυστηριώδη ανατολίτικη ατμόσφαιρα που δημιουργούσε η λέξη, χρησιμοποιώντας την κατά κόρο και αποφεύγοντας να δώσει ιδιαίτερες τεχνικές λεπτομέρειες γι' αυτήν, όπως θα όφειλε λόγω της συνήχησής της με τη γνωστή και όμορφη εξωτική πρωτεύουσα της Αιγύπτου, με την οποία όμως και δεν είχε απολύτως καμία σχέση.

Τόσο πολύ αναφέρθηκε εκείνο το βράδυ (γέμιζε το στόμα του Τέρενς, γελούσαν και τ' αυτιά του, όταν το' λεγε), έτσι ώστε να καταντήσει να γίνει σλόγκαν.

Τελικά σήμερα η φράση κατέληξε να σημαίνει επίδειξη αδιαφορίας, περιφρόνησης και κώφευσης στα λεγόμενα κάποιου.

Γενικώς η σύνδεση παραπέμπει σε τηλεφωνική τοιαύτη και μάλιστα, όταν πρόκειται για δημόσια υπηρεσία ή παράκληση («μια στιγμή να σας συνδέσω”), απαρρέκκλιτα σημαίνει ότι το τηλέφωνο που σας συνέδεσαν 1) δεν θα απαντάει ποτέ, 2) θα είναι συνεχώς κατειλημμένο, 3) εάν απαντήσει θα σας πουν ότι ο υπάλληλος απουσιάζει, 4) θα σας ζητήσουν να καλέσετε εσείς ... αργότερα επειδή είναι απασχολημένοι, 5) θα σας απαντήσουν ότι δεν γνωρίζουν, 6) θα σας απαντήσουν ότι δεν είναι αρμόδιοι, 7) θα σας επιπλήξουν που τους χαλάσατε την ησυχία.

Ουδόλως απορίας άξιον λοιπόν είναι, πως κάθε έκφραση που περιέχει το ρήμα «συνδέω», κατέληξε να έχει αρνητική εννοιολογική σημασία.

- Καλά ... εγώ του μιλούσα κι αυτός με είχε συνδέσει με Κάιρο.

(από iwn, 24/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεξία: είμαι ιντερνετικώς πώς συνδεδεμένος με τον άλλον (σε παιχνίδι, σε τσατ, σε μπλογκ, σε ό,τι).

Μεταφορικά: η σκέψη μου συμπίπτει με του άλλου ως δια μαγείας, σα να λέμε τηλεπάθεια ένα πράμα. Είμαι «στο ίδιο μήκος κύματος» με αυτόν, χωρίς να έχει προηγηθεί καμία συνεννόηση, απολύτως τυχαία.

Αντίθετο: είμαι είμαι οφλάιν, οφ (σημασία 1δ).

Από το αγγλικό on line.

  1. - Ρε φίλο, όλη μέρα σε έβλεπα ονλάιν, γιατί δεν απαντούσες;

  2. - Δε μπάμε να χτυπήσουμε κανα μπυρόνι λέω γω;
    - Καλά ε, είμαστε ονλάιν, αυτό ακριβώς πήγα να σου πω και γω τώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακουμπώ > touch
Τζάμι οθόνης
> screen
∴ Aκουμπότζαμο --> touchscreen.
Τυχαίο; δε νομίζω.

- ...όλα τα smartphones with ακουμποτζαμο ονομάζονται iPhone...
εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρησιμοποιούμε σε εκφράσεις υπερβολής, όπως επίσης και σε σχόλια που θέλουμε να υπερτονίσουμε την «ανυπαρξία» και την τραγικότητα ενός άνθρωπου από άποψη ένδυσης, εξωτερικής εμφάνισης, αλλά και αντίδρασης σε κάποια κατάσταση!

  1. Ρε μλκ, τον είδες αυτόν με τη ροζ παντόφλα, δεν υπάρχει ούτε στο google το παλικάρι!

  2. Είδες την γκόμενα που πέρασε τί βυζάρες είχε; Δεν υπάρχουν ούτε στο google!!!!

Δεν γουγλίζομαι άρα είμαι ανύπαρκτος (με την καλή έννοια) (από Khan, 18/12/12)Κάποια βυζιά, ωστόσο, υπάρχουν στο Google, βλ. παράδ. 2. (από Khan, 18/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified