Μαλλιαρή ελληνοποίηση της οφ-σορ εταιρείας (υπεράκτιας).

Οι offshore εταιρείες είναι νόμιμες, όμως είναι γνωστό ότι αποβλέπουν στην καταστρατήγηση των φορολογικών νόμων, σκοπός όχι και τόσο ηθικός.
Για πάρτη μιας οφσόρας, ο Γ. Βουλγαράκης είπε το περίφημο "ό,τι είναι νόμιμο, είναι και ηθικό", που πρόσφατα ενστερνίθηκαν κι άλλοι, πρώτη φορά αριστεροί και τα λοιμά.

Και η Κύπρος αντάμα με την Ελλας έδιναν η μιά στην άλλη δωδεκάρια στην Γιουροβύζιον και χρεωνόμασταν αλλα όχι μαζί, διότι η Ελλας είχε την κύπρον κάτι ωσάν μπάφερ αποτέκα και ό,τι δεν πήαινε Ελβετίαν και νήσους Καημάνας, πήαινεν ομόλογα και φτήνεια οφσόρα εις την Νήσον και ήρθεν ο μέγας νους ο Τιραμόλας ο εγγονός του Παπατζή και υιός του Εραστή και το έκατσε το μέγα Πανελληνιον σκαφος και το ήκαμε Ακίλε Λάουρο. (The cultural barbecue)

Ως Οφσόρες, -όπως λέμε Αζόρες- ελανσαρίσθη υπό του Τζίμη Πανούση:

  1. [...] τα κανονικά φρικιά είναι αυτοί οι μαυροχρηματάδες οι λεγόμενοι, οι οποίοι ξεπλένουν οφ-σορ εταιρείες κυπριακές στο όμορφο νησί μας. Το σύμπλεγμα των νησιών είναι Οφσόρες όπως λέμε Αζόρες (Τζ. Πανούσης, σε ιστολόγια της Αντιπάρου)

  2. Απ' τις μεγάλες μίζες μας που κρύβομε σ' οφσόρες
    ας βγάλομ' ένα ποσοστό αυτές τις μαύρες ώρες..
    .`(lefkadanews)

  3. -Μόλις είπε το Στουρνάρι "εκτιμω πως στα στρώματα και στα μπαουλα κρύβονται 20 δις". 3 ΚΑΠΗ γηραιών πεθάνανε απ'τα γέλια
    -στο τέλος θα ψάχνουν κ στον κωλο μας
    -εκεί μόνο το σκατό μας παξιμάδι θα βρουν, ας ψάξουν στις οφσόρες καλύτερα ΕΔΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πελάτης ο οποίος επιλέγει να αποχωρήσει δίχως να πληρώσει το οφειλόμενο ποσό που αντιστοιχεί στα προϊόντα που έχει καταναλώσει σε ένα μαγαζί.

Αν και πιθανό έως προφανές αίτιο αυτής της συμπεριφοράς θα μπορούσε να θεωρηθεί η απώλεια του χρηματικού αντιτίμου που θα έπρεπε να καταβληθεί, τις περισσότερες φορές ο λόγος που οδηγεί τον καταναλωτή να «τραβήξει πιστόλα», όπως λέμε, είναι η υποσυνείδητη ανάγκη που νιώθει να πάει κόντρα στο κατεστημένο, αναδεικνύοντας την λανθάνουσα καουμπόικη κουλτούρα του. Βέβαια, σε καταστάσεις εκτεταμένης χρήσης αλκοόλ, ο πιστολέρο ίσως λειτουργήσει ακούσια, μη όντας ικανός να συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να πληρώσει.

Η προέλευση της λέξης αυτής βρίσκεται στη μακρινή άγρια δύση, όπου ο περίφημος Κλιντ Ίστγουντ, οπλοφορώντας, κατανάλωνε αμύθητες ποσότητες αλκοόλ στα εκάστοτε σαλούν και κατόπιν αυτού, εξαιτίας του ευερέθιστου χαρακτήρα του, τραβούσε το πιστόλι του, τα έκανε όλα λίμπα και φυσικά έφευγε κούκλος-ηθοποιός χωρίς να πληρώσει τίποτα!

Αξίζει να σημειωθεί πως αδόκιμη θα ήταν η εννοιολογική ταύτιση της λέξης με τον ομώνυμο ανεγκέφαλο ποδοσφαιριστή του ΟΣΦΠ Κώστα Μήτρογλου, ο οποίος απέκτησε το προσωνύμιο αυτό λόγω του χαρακτηριστικού πανηγυρισμού του!

- Πωωω ρε μαλάκα... τσαλακώσαμε τρία χοτ ντογκ και δύο αραβικές πίτες ο καθένας... Να δούμε πώς θα πληρώσουμε τώρα...
- Άι οφ δε τάιγκα, ρε μαλάκα... θα φύγουμε πιστολέρο στο χαλαρό....

Βλ. και πιστόλα, πιστολιάζω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην Αμερική, Golden Boys ονομάζονται τον τελευταίο χρόνο οι μάνατζερ των τραπεζών, των μεγάλων χρηματιστηριακών και συναφών εταιριών που, είτε έχουν χεστεί στο τάληρο, είτε έχουν συμβάλλει στο να πλουτίσουν οι εργοδότες τους (εξ ου και ο τίτλος). Η ορολογία δημιουργήθηκε επειδή τα προϊόντα των τραπεζών και τα «τοξικά ομόλογα» που έριξαν στην αγορά, οδήγησαν στην οικονομική κρίση.

Τώρα τελευταία η ορολογία πέρασε στα δικά μας ΜΜΕ (και ως γνωστόν εδώ αν η μύγα βγάλει κώλο, χέζει τον κόσμο όλο) την οποία και κοπανάνε απο το πρωί μέχρι το βράδυ. Αναφέρεται στους διευθυντές των Ασφαλιστικών Ταμείων, οι οποίοι ρίχνουν τα αποθεματικά τους (δλδ τα χρήματα που παρακρατούνται από τους ασφαλισμένους) στο χρηματιστήριο, όπου και χάθηκαν!

Πότε πότε το έχω ακούσει να αναφέρεται στα στελέχη τα οποία δε θα αγγίξει το κύμα απολύσεων.

Ξεσπάει πόλεμος για τα περίπου 1.000 (όπως τα υπολογίζει το ΠΑΣΟΚ) γκόλντεν μπόις του κρατικού μηχανισμού, με αφορμή τις προχθεσινές εξαγγελίες της κυβέρνησης ότι θα περικόψει τους μισθούς τους, βάζοντας ανώτατο «πλαφόν».

Τα ΝΕΑ, 27-2-2009

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγαίνει από το τζάμπα + την αμερικανική κατάληξη -ation. Σημαίνει χωρίς αντίτιμο, τζάμπα (τσάμπα), τζαμπέ.

Μας δώσανε κάτι διαφημιστικούς αναπτήρες, τζαμπέισον.

(από xalikoutis, 04/10/08)Μπορείς και να τρως τζαμπέισον. (από Galadriel, 02/04/09)

Σχετικά: τράκα, τζαμπαντάν. Δες και -έισον, -έισιον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified