Further tags

Το δασύτριχο στέρνο του Γκρήκ λόβερ με τρίχα για πουλόβερ. Οπωσδήποτε το πουκαμισάκι είναι ανοιχτό ώστε να δείχνει το ερωτικό χαλί σε όλη του την δόξα. Κι οπωσδήποτε κοσμείται απ' τον χρυσό βαπτιστικό σταυρό.

Η έκφραση έχει καθιερωθεί λυρικά απ' τον Χάρρυ Κλυνν:

«Με το σταυρουδάκι να χάνεται στην φλοκάτη!»

Got a better definition? Add it!

Published

Το πολύ κοντό, έως και εν χρω κούρεμα.

Συχνά τελεστής είναι ο νίντζα!

Σχετικά απηρχαιωμένο.

- Ώπα, Χρηστάκη, πού πήγε το μαλλί;
- Χειροβομβίδα δικέ μου!
- 'Ενα μπούγιο θα σ'το ρίξουμε!

Βλ. και στο ΙΚΑ κουρεύεσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χοντρός άνθρωπος. Βέβαια χρησιμοποιείται και για τους εύσωμους, τα γομάρια.

  1. - Κρύφτε τα φαγητά παιδιά, έρχεται ο Μπάμπης η αρκούδα!

  2. - Ρε τα έμαθες; Ο Βασίλης χθες πλακώθηκε με το Σπύρο.
    - Ναι ε; Φαντάζομαι τις έφαγε ο Βασιλάκης.
    - Ε ναι λογικό είναι, το μυρμήγκι τι να κλάσει μπροστά στην αρκούδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μυς. Το λέμε κυρίως για τους γυμνασμένους που οι μύες τους ξεχωρίζουν.

- Βλέπω έχεις κάνει ποντίκια τελευταία! Πλακώθηκες στα γυμναστήρια ε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Jefferson! Είναι ο τύπος με το αυτάρεσκο αστραφτερό χαμόγελο και το ωραίο σώμα, που (θεωρεί ότι) καμία γυναίκα δεν θα μπορούσε να του αντισταθεί, ακόμα και αν τον έβλεπε να της φέρνει παραγγελία πίτσα στο σπίτι.

Η προέλευση του λήμματος Jefferson, και για τους μυημένους στο Παντρεμένοι με Παιδιά είναι από τον άντρα της Μάρσυ, ο οποίος είναι η πλέον τυπική no-name φάτσα αμερικάνικης τσόντας της δεκαετίας του 80.

- Καλά ρε συ, τι είναι αυτός ο Jefferson που κουβάλησε η Εύη, για να σε κάνει να ζηλέψεις;;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ ογκώδης, εύσωμος, πληθωρικός, ο ντουλάπας, αλλά περισσότερο με την έννοια του πολύ χοντρού. Ο όρος ήταν και παρατσούκλι - σήμα κατατεθέν του πολιτικού Μιλτιάδη Έβερτ, που έχει μείνει γνωστός για τον πολιτικό του πληθωρισμό και την αγάπη του στις μακαρονάδες.

Συνώνυμο: «Είμαι μακαρονάς, τι να κάνουμε;» (από διαφημιστικό σποτ με τον Γιάννη Μπέζο)

  1. Θα μας αφήσουν να μπούμε στο κλαμπ με τέτοια ρούχα αυτοί οι μπουλντόζες;

  2. (Από «Ριζοσπάστη», το 1998).
    Οδοστρωτήρας και μπουλντόζα.
    Καθόλου ικανοποιημένος δεν είναι από τους ρυθμούς επιβολής αντιλαϊκών μέτρων από την κυβέρνηση Σημίτη ο Μ. Εβερτ. «Σκληρά μέτρα; Πού τα είδατε;», αναρωτήθηκε δήθεν αφελώς στη χθεσινή συνέντευξή του ο πρώην πρόεδρος της ΝΔ. Και για να μην υπάρχει αμφιβολία για το τι εννοεί, έσπευσε να αναφέρει, ως παράδειγμα, ότι το νομοσχέδιο για τις εργασιακές σχέσεις όχι μόνο δεν έδωσε λύσεις, αλλά τις έκανε «πιο ανελαστικές απ' ό,τι στο παρελθόν» (!). Ας μην ανησυχεί τόσο. Η κυβέρνηση Σημίτη γνωρίζει πολύ καλά, ότι μπορεί να υπολογίζει πως δίπλα στο δικό της οδοστρωτήρα ισοπέδωσης των λαϊκών κατακτήσεων, βρίσκεται η μπουλντόζα του Εβερτ.

(από Hank, 11/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα μάλλον μικρό πετρόψαρο που έχει τη φήμη ότι είναι πολύ κουτό.

Μεταφορικά, ο βλάκας. Ειδικότερα, ο βλάκας που κοιτάει με το βλέμμα απλανές και - οπωσδήποτε αυτό - το στόμα ανοιχτό. Κατ' επέκταση, και το κορόιδο, το εξαιρετικά εύπιστο άτομο.

Χρησιμοποιείται κυρίως στη φράση «Τι κοιτάς σαν χάνος, ρε;» - ή, εναλλακτικά, «τι χάσκεις σαν χάνος;». Είναι ερωτήσεις που κλασικά απευθύνουμε σε τύπο που έχει καρφωθεί είτε διότι έχει μείνει μαλάκας λόγω έκπληξης είτε διότι έχει αφαιρεθεί τελείως είτε διότι υπάρχει μια προσωρινή διακοπή στη δορυφορική επικοινωνία με τον πλανήτη του. Χαρακτηρίζοντας τον χάνο, υπονοούμε ότι αυτή η έκφραση του προσώπου είναι και ασφαλής ένδειξη χαμηλού άι-κιου. Πιο συγκεκριμένα, υπονοείται ότι και άτομο με τέτοια φάτσα όποια παπάρα και να του πουν θα την πιστέψει - από δω και η φράση «το έχαψε σα χάνος».

Όλα αυτά διότι ο χάνος θεωρείται το κατ' εξοχήν χαζό ψάρι.

  • ορμάει αμέσως στο δόλωμα, το καταπίνει με τη μία και πιάνεται εύκολα στο αγκίστρι
  • αφου πιαστεί, δεν κάνει τίποτε - κάθεται και περιμένει να τον ανεβάσεις
  • όταν ανεβεί στη βάρκα έχει το μάτι γουρλωμένο και το στόμα ορθάνοιχτο

    Βεβαίως, οι χαζοί χάνοι ευδοκιμούν και οι τσιπούρες που περνιούνται για ξύπνιες, μαγκιόρες κι αλανιάρες κοντεύουν να εξαφανιστούν.

  1. Τι έχεις πάθει ρε παιδί μου και με κοιτάς σα χάνος; Σκουρδουμπλούκου; Έλα, ξεκόλλα.
    - Μα... (αντιγραφή από το παράδειγμα στο λήμμα σκουρδουμπλούκου)

  2. - Τι χάσκεις σα χάνος, ρε; Πρώτη φορά βλέπεις τραβέλι με τρία αρχίδια να πιπώνεται μόνο του; Καουμπόικα στο χωριό σου δεν είχατε;

  3. Κοντεύει να μην μείνει ούτε μια πράσινη σπιθαμή δάσους και σεις παίζετε παιχνιδάκια,για να χρυσώσετε το χάπι στον Έλληνα! Δεν φταίτε κύριε υπουργέ, ούτε σεις ούτε η κυβέρνησή σας, όντως! Φταίει ο Έλληνας που πίστεψε ότι είσασταν οι σωτήρες του! Φταίει ο Έλληνας που έχαψε τα ψέμματα σαν τον χάνο! (από εδώ))

Χάνος - το ψάρι (από poniroskylo, 13/01/09)(από perkins, 06/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολύ όμορφη γυναίκα, που είναι πρώτο κομμάτι, που είναι πολύ καλό κομμάτι, ή κόμμα. Πρώτου κόμματος.

Είδα την Σαρλίζ Θερόν στην ταινία του Γούντυ Άλλεν, και πολύ κόμματος!

(από Khan, 04/06/13)

βλ. και κομμάτι, τεμάχιο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά η σεμνή, ή ειρωνικά η σιγανοπαπαδιά, η παρθενοπιπίτσα.

Παίζει την χαμηλοβλεπούσα, αλλά είναι εξώλης και προώλης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ακραίο μανούλι! Δύο μανούλια σε συσκευασία ενός!

Ωπ! Κοίτα ένα μανουλομάνουλο που έσκασε μύτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified