Αναφέρεται σε βραχύσωμο - συνήθως - θηλυκό με φλογερή ματιά και σπάνιο ταμπεραμέντο. Υποδηλώνει πόθο και/ή λαγνεία προς το συγκεκριμένο πρόσωπο.

Πιθανολογείται πως προέρχεται από το καύλα και την κατάληξη ουδέτερων ουσιαστικών -όνι που προσδίδει τσαχπινιά αλλά και μεγαλείο (από το ιταλικό υπερθετικό πληθυντικού -oni).

Σύμφωνα με μια άλλη θεωρία πρόκειται για πάντρεμα του όρου καύλα με το αηδόνι.

  1. Καυλιδόνι είναι το μικρό και χαίρεσαι να είσαι μέσα του.

  2. Άσε το Σάββατο γνώρισα ένα καυλιδόνι...

Αρχαίο καυλιδόνι (από Vrastaman, 15/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιδίδομαι σε ντραμακουινικές κλαψομουνιές, με ναρκισσισμό και αυτολύπηση.

Είμαι κλαψομούνης/α, κλαψαρχίδι, κλαψούρης, κλάψας, πίκρας, καζαντζίδης, Παναγιώτης Γιαννάκης: ένα εκ πεποιθήσεως, cat εξακολούθηση και cat αγνώστου γκραν γκρινιόλ με αύρα χρονίως κατεβασμένης προβοσκίδας, το φελέκι και την κενωνία μου μέσα...

1.
οσοι κλαψομουνιαζουν για το φορουμ που σερνετε, παρακαλω να βαλουν το χερι στην τσεπη για να αγοραστουν καινουριοι σερβερ

2.
Καλο μηνα να εχουμε. Πηρα μια αποφαση χτες.Θα σταματισω να κλαψομουνιαζω, θα μιλαω οπως γουσταρω, θα εστιασω στις σπουδες μου, στον χορο μου, στην γυμναστικη μου, στους φιλους μου και στην οικογενεια μου. Σε μενα..

3.
Το να είσαι φασίστας είναι μια διαρκής πάλη ενάντια στην πραγματικότητα. Για αυτό κλαίγονται μετά οι φασίστες και μας τα πρήζουν ότι όλοι τους πετάνε λάσπη, για αυτό μια κλαψομουνιάζουν και μια περηφανεύονται ότι είναι «εναντίον όλων». Ε, πώς να μην είστε «εναντίον όλων» ρε βόδια, αφού ζείτε σε έναν κόσμο φαντασιακό και δημιουργημένο από τα χωλά μυαλά σας;

(από σφυρίζων, 03/10/13)(από σφυρίζων, 03/10/13)(από σφυρίζων, 08/10/13)Ο αρχετυπικός κλαψομούνης της μπάλας (από Khan, 12/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα απο τα άσχημα είδη κώλου. Παρατηρείται ως επί το πλείστον σε χοντρούς/-ές. Το όνομά του προέρχεται από το κάτω τριγωνικό σχήμα του, που ολοκληρώνεται αριστοτεχνικά με μια μικρή οπή κοντά στην κορυφή του τριγώνου και θυμίζει σε γενικές γραμμές τον «κώλο» της κατσαρίδας. Οι εικόνες που έρχονται στο μυαλό μου μόλις ακούω την λέξη αυτή είναι γεμάτες ιδρωμένους χοντρούς κώλους και άσπρες χεσμένες βράκες...
Γνωστοί κώλοι-κατσαρίδα είναι του χοντρού (Πρέστον) από τη σειρά «Jackass» και του Πιγκουίνου (Ντάνι ντε Βίτο) από το «Batman»..

- Κατσαριδοκτόνο έφερες;
- Τι λες ρε;;
- Για κοίτα μια κατσαριδο-κώλα!
- Αχου μωρέ , θα συγκαούν τα μπουτάκια της...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σχήμα του σπέρματος πάνω στην πλάτη του θηλυκού μέρους στο πισωκολλητό ή παρά φύσιν έρωτα το οποίο λόγω της ερωτικής έξαψης και της άρνησης της κοπέλας να τελειώσει ο αρσενικός μέσα της τον παρακαλεί να τελειώσει με αυτό τον τρόπο. Πρόκειται για ευθεία (ή ευθείες, αναλόγως της έντασης) μικρού μήκους (5-15 εκατοστά) που αποτίθενται από το κάτω μέρος του γλουτού ή του ιερού οστού και φτάνουν μέχρι τον άνω γλουτό ή μέχρι και τους μεσαίους σπονδύλους. Συνήθως είναι ζεστές, λόγω της θερμαντικής - συντηρητικής λειτουργίας του οσχέου.

Εναλλακτικά: Ή λωρίδα, λουριδιά και λουρίδι (σπν).

- Καλά, φίλε, τέτοιο σεξ δεν έχω ξανακάνει στη ζωή μου. Αφού ξεκινήσαμε έτσι, φαινόταν ότι δεν θα τελείωνε με αγκαλίτσες το σκηνικό. Και όντως, την κέρασα καυτές λουρίδες στην πλάτη της...

- Μην κωλώνεις ρε μαλάκα, κέρασε την καυτές λωρίδες. Αυτές τις πρέπουν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τέως νυμφίδιο που διατηρεί την πιτσιλογένεια του 20+ χρόνια μετά. Εναλλακτικά, πολύ νεαρά μιλφ (κάτω των 25 ετών).

Άλλη μια ευφάνταστη ελληνική απόδοση του αγγλικάνικου MILF(mother I'd like to fuck). Βλ. επίσης: μιλφ, μιλφ σέηκ, μιλφάρα, μιλφέιγ, μιλφομάνα, μιλφού κ.ά.

Αγγλογαλλιστί: milfette.

1.
- η Χριστίνα Αλεξανιάν έχει εξελιχτεί σε απείρου κάλλους μιλφίδιο.

2.
- παντως στο στομα της τα χα δωσει καποτε....τα πηρε γελωντας κιολας....βασικα το μιλφιδιο ειναι για πολυ αγριο σεξ και ξυλο...... :2funny: :2funny:

3.
- Και εγώ θα ήθελα χωρίς ενδοιασμούς να κάνω τις βλακείες του.Να βγάζω γκόμενα μιλφίδιο και να βαράω τατού με το όνομά της.Μετά απο 1-2 μήνες που θα έβρισκα άλλη,ξανά τατου και πάει λέγοντας.Να εφτανα στα 50,γεμάτος τατού απο ονόματα γυναικών(ε) και να τα έπινα στο καφενείο διηγώντας ιστορίες μέχρι να πεθάνω απο αλκοολισμό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορίζεται ως ο ομοφυλόφιλος του οποίου ο πρωκτός είναι τούνελ διπλής κατεύθυνσης, ρουφάει άγγιχτα, με ταμπλό και τρίποντα, καρφώματα και λέι-απ, ενώ προσομοιάζει και σε πουστερία.

Η παραπομπή σε μπασκέτα έχει και λαογραφικό χαρακτήρα, καθώς το μπάσκετ είναι άθλημα στο οποίο υπερτερούν οι μαύροι αθλητές, καθώς έχουν μεγαλύτερα προσόντα, ενώ η άμυνα είναι πάντα man to man.

- Ὲεεεεεεεελα Σούλη, καλέ τι ψωλαράς ήταν αυτός ο Τζο; Μου έκανε τον κώλο μπασκέτα!
- Χα χα χου χα τι μου λες χρυσό μου! Σου έκανε και κάρφωμα;
- Τι να σου πω! Καλέ μου έσκισε το διχτάκι... Εν τω μεταξύ είχε τόσο μεγάλα αρχίδια που πήγαιναν αίρμπολ και χτυπούσαν τα δικά μου.... Εν τω μεταξύ ήρθε και ένας φίλος του από το Τόγκο μετά...
- Και; Και...;
- Καλά αυτός τον είχε πιο μεγάλο... Μου πετούσε τα τρίποντα άγγιχτα από τα 7,25! - Μμμμμμ... Ζηλεύωωωωω..... Εγώ γνώρισα έναν χθες στο glory hole, και ήταν στραβοψώλης... Με ραβέρσες σκόραρε!

(από dk636, 11/06/12)(από dk636, 11/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που περπατάει και κουνιέται σαν καυλωμένη.

Η κυρα Μαρία όλον τον κόσμο θάβει και δεν κοιτάει την ορθόκαυλη την κόρη της που δεν άφησε ψωλή να πέσει κάτω !!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το τεραστίων διαστάσεων, τύπου γκλομπ παπάρι. Είναι η πούτσα τιμωρός, η πούτσα που μπορεί να μετεξελιχθεί από όργανο ηδονής σε εργαλείο τιμωρίας και πόνου.

(Από την βιογραφία του Ανελκά)

«Η καριέρα μου στην Αρσεναλ πήγαινε από το καλό στο καλύτερο μέχρι τη μέρα που έπεσε στο δρόμο μου ο Βιεϊρά, που ήταν γνωστός στα αποδυτήρια της Άρσεναλ ως... μακρύς!

Παίζαμε κόντρα στη Φούλαμ στο Χάιμπουρι και θυμάμαι ότι πήρα μία μπαλιά από τον Μπέργκαμπ, έπειτα απέφυγα με ευκολία τον γκολκίπερ και, με την εστία κενή, κατάφερα με κάποιο τρόπο να στείλω τη μπάλα έξω. Αυτό έγινε επειδή ο ήλιος έπεφτε πάνω στα μάτια μου. Δεν ήταν λάθος μου! Πάντως ο Βιεϊρά μου έριξε τότε ένα βλέμμα και ήξερα ότι θα είχα πρόβλημα.

Ύστερα στα αποδυτήρια ήρθε κατά πάνω μου και εγώ τα έχασα, ήξερα ότι δεν έπρεπε, αλλά τον έβρισα. Αρχικά με κοίταξε επίμονα και ύστερα με χαστούκισε με το π..ς του. Μόνο μία φορά.

Ήταν σαν να με χτύπησε βρεγμένη σανίδα (!!!) Ουδείς μπορούσε να πιστέψει αυτό που είχε δει! Μπορείτε να φανταστείτε πόσο ντροπιαστικό είναι; Ήταν η χειρότερη στιγμή της ζωής μου; Δεν ακουγόταν τίποτα στα αποδυτήρια σε μία στιγμή που έμοιαζε να είναι αιωνιότητα για μένα, η σιωπή έσπασε μόνο όταν ο Ασλεϊ Κόουλ ρώτησε «είναι η δική μου σειρά»;

βλ. και ιντεραράπικαν, βοϊδόπουτσα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μουνάρα επί τρία. Κατά το τρισάγιο.

Η γκόμενά του είναι τρίσμουνο, λέμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified