Το μούτρο, η μούρη.
- Θα βγούμε απόψε μωρό μου;
- Μπά θα βγώ με τα μουτσούνια...
- Πού'σαι μούτρο;
- Πού'στε μουτσούνια;
Το μούτρο, η μούρη.
- Θα βγούμε απόψε μωρό μου;
- Μπά θα βγώ με τα μουτσούνια...
- Πού'σαι μούτρο;
- Πού'στε μουτσούνια;
Got a better definition? Add it!
Σχετικά: αρκουδιάρης, βελέντζας, βερμουδιάρης, Γκρήκ λόβερ με τρίχα για πουλόβερ, ερωτικό χαλί, φλοκάτη, πουλόβερ, τριχοφοβία, χαμένος κρίκος
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Published
Κοντός, μικρόσωμος, μικροκαμωμένος.
-Τον είδες τον μπασμένο, ένα κι ένα μίλκο ήτανε.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Παράγωγο του ζουμπά. Ο κοντός.
-Ρε κοίτα που το ζούμπατο κάνει μαγκιές.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο κοντός.
Να και ο ζουμπάς, δεν πήρε ακόμα πόντο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός που φοράει γυαλιά και συνήθως είναι φλώρος.
Κοίτα τον γυαλαμπούκα, πάλι ξύλο τρώει.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Είναι κοντός, γυαλαμπούκας, αλλά κάνει μαγκιές και τρώει πάντα ξύλο.
- Ο ντολμάς ο Χρήστος πάλι πουλάει μαγκιά.
- Σε δυο λεπτά θα έρθει εδώ με ματωμένη μύτη.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Άτομο που φλερτάρει με την αισθητική των φρικιών, χωρίς να την υιοθετεί πλήρως.
— Πάμε ν' αράξουμε Ναβαρίνου;
— Τί λέ' ρε; Να κολλήσουμε καμιά υποφρικίαση;
— Τί λέει η καινούργια γκόμενα του Μάκη;
— Ανώδυνο πίρσινγκ στη μύτη, σχισμένο παντελόνι αγορασμένο απο Ζάρα και μαλλί επιμελώς... Κι' όταν σκάσαμε τον μπάφο την έκανε μ' ελαφρά... Υποφρικιό της χειρίστης μιλάμε.
— Μοϊκάνα με ζελέ; Υποφρικιό πήδηξες ρε βλάκα;
— Λές να την πηδούσα ρε άμα βρόμαγε αβγουλίλα;
Got a better definition? Add it!