Further tags

Ρίχ' το, κάν' το, δώσε, χώσε, σκάσ' το, πες το.

Προτροπή προς άμεση εκτέλεση κάποιας πράξης ή δήλωσης, η οποία μάλλον δεν θα μας είναι ευχάριστη. Και θα σκάσει σαν το κανόνι (που κάνει μπουμμμ...).

Από το ρήμα μπουμπουνίζω.

- Και τι σου είπε η Νταίζη;
- Ποιος τη μπαίζει;
- Έλα, λέγε, κόφ' το δούλεμα.
- Να πω τι;
- Λέγε ρε μαλάκα!
- Είσαι σίγουρος πως θες ν' ακούσεις;
- Έλα, μπουμπούνα το, να τελειώνουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστή αλλά παρωχημένη έκφραση, με δίπτωτο ρήμα, συνήθως σε μορφή αορίστου (σφυρίζω σε κάποιον κάτι). Η έννοια της έκφρασης ξεφεύγει από το κλασσικό ρήμα σφυρίζω και παραπέμπει στη συνουσία. Όταν κάποιος παρατηρεί ότι τον σφύριξε σε κάποια, υπονοεί ότι συνουσιάστηκε μαζί της. Ως επί το πλείστον χρησιμοποιείται με πομπό τους αρσενικούς και δέκτες τα θηλυκά.

- Καιρό έχω να δω τον Πάνο, που χάθηκε; Με εκείνο το γκομενάκι από το Αλιβέρι; Την τελευταία φορά που τον είδα ήταν κατενθουσιασμένος.
- Μπα, τής τον σφύριξε κανά δυο φορές και έγινε Λούης. Αλλά έτσι είναι ο Πάνος, θέλει να πείσει τον κόσμο ότι ερωτεύεται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λήμμα νταιμένσιον 2 σε 1. Πώς λέμε εμ σαμπού εμ κοντισιονέρ, τέτοιο πράμα.

Το ρήμα «πιάνω» είναι ούτως ή άλλως πολυδιάστατο, αφού μπορεί να αναφέρεται σε κάτι απτό (πιάνω το πουλί μου) ή σε κάτι αφηρημένο (πιάνω το νόημα). Όταν λέμε, «τα πιάσαμε», ανάλογα με το αν ακολουθεί κάτι ή όχι, αλλάζει η σημασία:

α. «Τα πιάσαμε»: πήραμε μίζα, όχι απαραίτητα από την Miesens. Υπάρχουν κι αλλού πορτοκαλιές.

β. «Τα πιάσαμε τα λεφτά μας»: Ρεφάραμε και καλά, αλλά με σαρκαστική διάθεση. Μας συνέβη κάτι που ολοκλήρωσε την ήδη αρνητική πορεία μίας κατάστασης. Απαντάται και στη μορφή τα βρήκαμε τα λεφτά μας.

  1. - Καλά, είστε εντελώς άμπαλοι ρε πούστη μου. Γιατί δεν το κλείνετε το μαγαζί;
    - Τι άμπαλοι ρε άσχετε; Αν δεν τα είχε πιάσει ο μαλάκας ο λάιτσμαν που μας φλόμωσε στο οφσάιτ και καλά, θα σας είχαμε πετάξει τρία μπαλάκια για πλάκα.
    - Καλά, τραγούδα...

  2. - Πού χάθηκες ρε δικέ μου; Σου συνέβη τίποτα;
    - Όλα διαλύονται γύρω μου... Γι' αρχή, μ' έστειλε η ακατανόμαστη, το ξέρεις. Προχθές με φώναξε ο διευθυντής μου και μου 'πε ότι αν δεν βγάλω τους στόχους μέχρι το τέλος του χρόνου, παίρνω το μπούλο. Και σα να μην έφταναν αυτά, με πήραν από το ιατρικό προχθές τηλέφωνο και μου λένε «μπορείτε να περάσετε από εδώ παρακαλώ;» και λέω γω «ωχ, τα πιάσαμε τα λεφτά μας - για να μη μου λένε απ' το τηλέφωνο θα είναι σοβαρό». Πάω και μου λένε ότι πάσχω λέει από κάτι πολύ σπάνιο, ούτε που ξέρω πώς λέγεται. Γάμησέ τα σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο της έκφρασης τα σπάω, της οποίας όμως αποτελεί υπερσύνολο διότι δέχεται κτητικές αντωνυμίες και επιρρηματικούς προσδιορισμούς κι έτσι μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ένα ευρύτερο φάσμα περιπτώσεων.

  1. - Δες γκομενάκι ρε φίλε. Τα σκάει.

εναλλακτικά:

- Δες γκομενάκι ρε φίλε. Μου τα σκάει τρελά.

  1. - Κώστα, πώς σου φάνηκε το ριζότο;
    - Δεν μου τα έσκασε ιδιαίτερα...

  2. - Φίλε, άκου πώς μπαίνει το beat μετά απ' αυτό το σημείο. Τα σκάει πολύ δυνατά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλάζω ομάδα, πηγαίνω με τους άλλους, αρχίζω να το ζεσταίνω το σαμοβάρι.

- Τά 'μαθες; Ο Παναής το γύρισε...
- Έλα μουνί στον τόπο σου...

εύκολο όσο το πάτημα ενός κουμπιού! (από xalikoutis, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποστασιοποιούμαι πρότερης τοποθετήσεως.

- Κοίτα, πιστεύω ότι τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΓΑΠ προσωπικά έχουν τα εχέγγυα...
- Κάτσε ρε παπαράκι, πριν δυο μήνες δε μας ήσουν κάργα σεμνός και ταπεινός, τώρα μας τα γυρίζεις;
- Τι, γιατί στα γυρίζω; Όπως έγραφε τις προάλλες και ο Πρετεντέρης στο Βήμα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αργώ εκνευριστικά. Ταλαιπωρώ εαυτόν και αλλήλους.

Συνεχίζω να μιλάω και να αναλύω χωρίς να υπάρχει λόγος.

Το γυρίζω χωρίς να το σφυρίζω.

Απλά, ο κουράσωφ.

- ... και με τα πολλά της λέω, πάμε σ' εκείνο το ταβερνάκι που έχει μπριζόλα στα κάρβουνα;
- Πια κάρβουνα ρε μαλάκα, το κούρασες, έπρεπε να τη φας τη γκόμενα επί τόπου ρε.

- Την κούρασε τη μπάλα πάλι ο Τζιοβάνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν κοιμάμαι καθόλου τη νύχτα και πηγαίνω άυπνος για δουλειά / μάθημα την επόμενη, με αποτέλεσμα να κοιμάμαι όρθιος.

- Ρε Πίπη κομμάτια σε βλέπω. Δεν κοιμήθηκες καλά το βράδυ.
- Καθόλου δεν κοιμήθηκα, σερί το πήγα. Γάμησε τα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Την ψωνίζω» σημαίνει επίσης γίνομαι ψώνιο, φέρομαι υπεροπτικά, αλαζονικά, έχω μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου, είμαι νάρκισσος. Εξ ου και το «ψωνισμένος» . Λέμε επίσης «είμαι ψωνισμένος με κάτι», δηλαδή μου αρέσει υπερβολικά, αλλά και «ψωνίζομαι» μαζί του. Λ.χ. «είμαι ψωνισμένος με τα αρχαία», σημαίνει «είμαι αρχαιόκαυλος».

Απ' όταν γράφτηκε στο slang.gr έχει ψωνιστεί ότι μιλάει καλά την ελληνική σλανγκ. Κυκλοφορεί συνέχεια λέγοντας ατάκες που τις καταλαβαίνει μόνο ο ίδιος κι οι σλανγκιστές, κι άμα τολμήσεις να του πεις και τίποτα, σου κάνει παρατήρηση ότι δεν χειρίζεσαι καλά την σλανγκικήν, και σε στέλνει αδιάβαστο! Άλλος Μπαμπινιώτης μας προέκυψε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Την βρίσκω με σημαίνει «μου αρέσει», «γουστάρω», αλλά κυρίως «με ερεθίζει σεξουαλικά».

Υπάρχει και η έκφραση όπως την βρίσκει κανείς, μια φράση που δηλώνει μεγάλο πλουραλισμό.

Την βρίσκει με άντρες.

Την βρίσκει με αράπηδες.

Την βρίσκει με Κινέζες.

Την βρίσκει με γίδες.

Τσιβιλίκας σε παλιά διαφήμιση. (από vikar, 27/09/10)(από Khan, 08/08/14)

Δες και την αυτοβρίσκω. Ακόμη: την ακούω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified