Χώνω, σφηνώνω. Ανωτάτη μαστοροεμπορική σλανγκ.

Η έκφραση χρησιμοποιείται κυρίως από υδραυλικούς και μαραγκούς, αλλά και από εμπόρους που γεμίζουν ράφια, ή γεμίζουν αποθήκες.

Από που προέρχεται η έκφραση, νομίζω ότι μπορείτε να το καταλάβετε! Μην περιαυτολογούμε τώρα...

  1. - Αφεντικό, έλα να βοηθήσεις.
    - Μα είσαι εντελώς ηλίθιος; Η άκρη με τη [φλάντζα] πάει στον νεροχύτη, και την άλλη άκρη τη μπουτσώνεις στον σωλήνα της αποχέτευσης, αυτόν που εξέχει από τον τοίχο σαν μουνάκι. Όλα εγώ θα στα λέω;

  2. - Παιδί, πάρε την κούτα με τα δρακουλίνια και μπούτσωσέ τα εδώ στο ράφι. Πρόσεχε να φέρεις τα 2-3 παλιά σακουλάκια μπροστά.
    - Έγινε μάστορα.

  3. - Πάρε τους τάκους και μπούτσωσέ τους κάτω από την πόρτα, και περίμενε.
    - Τι να περιμένω;
    - Να πάω να φέρω το αλφάδι και το τριβίδι.
    - Τι θα κάνουμε τους αναρχικούς και τις λεσβίες ρε μάστορα;
    - Τελέρε χαλασμένε;

την μπούτσισε ο γάιδαρος... (από BuBis, 28/09/09)την αίτηση σας από πρόπερσι; κάπου εδώ την έχω μπουτσώσει, για μισό... (από BuBis, 28/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίκαιρη έκφραση, λόγω οικονομικής κρίσης. Καμία σχέση με το σπάσιμο των επιταγών.

Μία επιταγή σκάει, όταν έρθει η ημερομηνία πληρωμής της, και δεν υπάρχουν στην τράπεζα τα διαθέσιμα κεφάλαια για να πληρωθεί αυτή, οπότε η επιταγή αποδεικνύεται ακάλυπτη, ή αλλιώς πέτσινη. Με το σκάσιμο της επιταγής, ο κάτοχος της την σφραγίζει και αρχίζει να κυνηγάει τον εκδότη της επιταγής για το φέσι που του φόρεσε.

Προφ, η φράση γεννήθηκε επειδή το να σκάσει μία επιταγή είναι γεγονός πολύ αρνητικό για μία επιχείρηση ή έναν έμπορο, ισοδύναμο με την έκρηξη βόμβας. Τις περισσότερες φορές, εάν αρχίσουν να σκάνε οι επιταγές, η επιχείρηση σε λίγο χρονικό διάστημα βαράει κανόνι.

Για το χρονικό διάστημα λίγο πριν το σκάσιμο των επιταγών, λένε ότι οι επιταγές βρίσκονται στο κόκκινο.

Σήμερα σχεδόν κανείς δεν πληρώνει μετρητά, η αγορά κινείται με επιταγές που έχουν μακρινή ημερομηνία λήξεως (οι λεγόμενες μεταχρονολογημένες). Ως αποτέλεσμα, ο κάτοχος της επιταγής αγωνιά για το εάν πληρωθεί η επιταγή ώστε να μπορέσει να καλύψει με την σειρά του τις δικές του υποχρεώσεις, ενώ ο εκδότης της επιταγής αγωνιά να βρει λεφτά για να την πληρώσει. Κανείς από τους δυο δεν κοιμάται ήσυχος.

Επιταγές λαμβάνουν και οι τοκογλύφοι, οι οποίοι δανείζουν κάποιο ποσό και λαμβάνουν ως κάλυψη επιταγή πολύ μεγαλύτερου ποσού, στο οποίο περιλαμβάνονται και οι τοκογλυφικοί τόκοι.

Τά 'μαθες;; Άρχισαν να σκάνε οι επιταγές του Κακομοίρογλου.

Ωχ, γάμησέ τα, μας έχει δώσει και μας μία τριχίλιαρη, δεν πρόκειται να δούμε προκοπή από δαύτη, δες πως θα τα καλύψουμε.

χα χα χα χα  (από ο αυτοκτονημενος, 18/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρηματιστηριακή σλανγκιά που αποδίδει στα Ελληνικά την έννοια του bear market.

Ένας επενδυτής πάντα νοιώθει έξυπνος όταν αγοράζει μια μετοχή σε βλακωδώς ακριβή τιμή εάν γνωρίζει ότι θα την πουλήσει σε μεγαλύτερο από αυτόν βλάκα σε ακόμα υψηλότερη τιμή. Έτσι δημιουργείται κάθε επενδυτικό αεροπλανάκι.

Μοιραίως κάποιος λεβέντης θα σκεφτεί «το φελέκι μου μέσα, μπορεί να είμαι βλάκας, αλλά δεν είμαι και νταλάρας!» Και τότενες επέρχεται το χώσιμο της αρκούδας.

Και μην ξεχνάτε, ωρέ κλεφτόπουλα, η μάνα του Χοσέ δεν έκλαψε ποτέ!

  1. - Στις τράπεζες χθες έπεσε το χώσιμο της αρκούδας παρόλο την κολακευτική έκθεση περί αυτών από την Citigroup. Λίγο το πετρέλαιο και λίγο η πτώση του δολαρίου έκαναν τους πάντες νευρικούς.
    (από εδώ)

  2. - Τους υποσχέθηκε ο Πλανητάρχης αφορολόγητα μερίσματα, τον πιστέψανε τ΄ αμερικανάκια και έπεσε το χώσιμο της ...αρκούδας! (από το φόρουμ της ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗΣ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Κάνω κοντινό»: έκφραση που προέρχεται από την ζαργκόν των κινηματογραφιστών. Σημαίνει κάνω κοντινό κάδρο, δηλαδή τραβάω από πολύ κοντά το αντικείμενό μου, συνήθως πρόσωπο.

Όταν η έκφραση σλανγκίζεται, σημαίνει προσεγγίζω κάποιον με ιδιαίτερη πίεση, με θυμό ή με σκοπό να κερδίσω κάτι απ' αυτόν, τον μαρκάρω δηλαδή, είτε για να τον απειλήσω ή για να τον εκμεταλλευτώ.

- Πώς διάολο γνωρίστηκαν με τον Χ. και τώρα τους βοηθάει αυτός σε κάθε τους δουλειά κι έχουν το όνομά του για κράχτη, μου λες;
- Ε, δεν ξέρεις τώρα πώς γίνονται αυτά... Αφού είναι χεσμένοι στο τάλιρο οι τύποι. Θα τον φώναξαν μια μέρα σπίτι για φαγητό, θα χάρηκε αυτός που του κάνουν τέτοια τιμή, θα του κάναν κανα κοντινό, θα τον ρωτήσαν πόσα θες, θα είπε τόσα, θα του είπαν πάρ' τα, και να, έγινε η δουλειά. Εύκολα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το θέμα αυτό εμφανίζεται κατά το χειρισμό μιας σύνθετης δουλειάς, σε εταιρείες, δήμους, οργανισμούς, κλπ. που έχουν κάνει τις ... προόδους στο quality masturance. Εμφανίζεται στα πλαίσια της ανευθυνότητας και της ανοργανωσιάς τους.

'Ετσι, αντί αυτές να ακολουθήσουν ένα οργανωμένο και μεθοδικό πρότζεκτ (βλ. κλασσική έννοια), κάνουν προχειρότητες (χωρίς σχέδιο, μελέτη συνεπειών δράσης, κλπ), την τελευταία στιγμή.

Συνήθως, οι πυροσβεστικές κινήσεις αυτής της μορφής, αντί να λύνουν, δημιουργούν πληθώρα προβλημάτων, αμαυρώνοντας το όνομα της εταιρείας, στερώντας απ' αυτή μελλοντικές συνεργασίες, κάτι που είναι, ότι χειρότερο σε περίοδο ισχυρού ανταγωνισμού και γενικότερης οικονομικής στύσης.

Για την περίπτωση αυτή βλέπε παράδειγμα 1.

  1. Δραστική και μεθοδική επέμβαση (βλ. κλασσική έννοια πρότζεκτ), μόλις ένα πρόβλημα προκύψει με στόχο να επιλυθεί άμεσα, σαν να αντιμετωπιζόταν άμεσα κι οργανωμένα μια πυρκαγιά. (βλ. παράδειγμα 2).

  2. Προσπάθεια αποφυγής λεκτικής σύγκρουσης, ή προσπάθεια διευθέτησης υπάρχουσας διένεξης (βλ. παράδειγμα 3). Εδώ παρομοιάζονται οι παραπάνω αναφερόμενες προσπάθειες, είτε με την προσπάθεια αποφυγής εκδήλωσης πυρκαγιάς, είτε με την προσπάθεια κατάσβεσης της, αντίστοιχα. Επιβοηθητικό ρόλο παίζουν οι καλές επικοινωνιακές πρακτικές.

  3. Αναφορά στο σβήσιμο της ερωτικής φλόγας κάποιου ατόμου (βλ. παράδειγμα 4 και λήμμα φωτιά στα κόκκινα)

  1. Έχω αναφερθεί αρκετές φορές στις αμέλειες ή στην απροθυμία της δημοτικής αρχής να εκφράσει μια συνολική, συγκροτημένη και ολοκληρωμένη πολιτική πρόταση και βούληση για τα ζητήματα που «καίνε» την πόλη. Στην προσπάθεια της βέβαια να μην «καεί», είτε προσπαθεί να κερδίσει χρόνο μέχρι τις επόμενες εκλογές είτε δέσμια των ίδιων των επιλογών της, λειτουργεί πυροσβεστικά και αποσπασματικά. (Δες εδώ)

  2. - Μπορεί να καθόμαστε με τις ώρες, αλλά επεμβαίνουμε άμεσα μόλις εκδηλωθεί βλάβη. Ετσι λειτουργούμε πυροσβεστικά και επιδιορθώνουμε το πρόβλημα αστραπιαία. Αλλιώς, την κάτσαμε τη βάρκα.

  3. - Ως γραμματέας του ΠΑΣΟK έχετε κληθεί αρκετές φορές να λειτουργήσετε πυροσβεστικά σε κοινωνικά μέτωπα που δημιουργεί με επιλογές της η κυβέρνηση, με τελευταίο παράδειγμα αυτό των επιδομάτων.

Από συνέντευξη με τον Κ. Σκανδαλίδη, που δημοσιεύτηκε στις 15-07-2001 (επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ). (Δες εδώ)

  1. - Ρε εσύ, η Καλλιόπη, μου πε ότι καίγεται για 'σενα. - Ε, τότε να λειτουργήσω πυροσβεστικά μαζί της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση παρμένη από διαφημίσεις νεοσύστατων εταιρειών ή νεοσύστατων υποκαταστημάτων τους. Αναφέροντας τη φράση αναφερόμαστε σε γυναίκες που είναι προκλητικά ντυμένες. Τα 'χουν πετάξει όλα έξω. (Δες φωτογραφίες)

Πώς λέμε φάτε μάτια ψάρια. Με αυτόν τον τρόπο οι τύπισσες μαγνητίζουν τα βλέμματα προσπαθώντας να διαφημίσουν τα προσόντα τους και να κλέψουν την παράσταση. Αυτοδιαφημίζονται μάλιστα.

Η καλύτερη βεβαίως προώθηση του «εμπορεύματος», απαιτεί κατάλληλη κίνηση, κατάλληλο βλέμμα και προκλητική φωνή (π.χ.: φωνή α λα Μάγκι Χαραλαμπίδου) που παραπέμπει σε βαθύ λαρύγγι.

Αν είναι καλλίγραμμη πάντως, η τύπισσα αξίζει το πράγμα. Παρελαύνει κι όλα τα βλέμματα στραμμένα πάνω της. (Ας θυμηθούμε τη Ρίκα Διαλυνά στο «Λαός και Κολωνάκι». Άλλες εποχές βέβαια τότε. Πιο σεμνοντυμένες οι εκφυλογκόμενες). Σταματάει η κυκλοφορία. Κυκλοφορεί κίνδυνος, όπως έλεγε η Τζίνα Σπηλιωτοπούλου κάποτε.

Αν όμως είναι μπάζο, κατεβάζει το επίπεδο αισθητικής. Μπορεί να ακούσει και γιουχαΐσματα, και να της πετάξουν και κέρματα κ.λπ.

Αυτές οι εκφυλογκόμενες, δεν είναι σίγουρο πως πάντα προσδοκούν Μπαίνυ βγαίνει χίλ σόου. Μπορεί να λειτουργούν ως ανάφτρες που φτιάχνονται από τον πανικό που δημιουργούν και να μη γυρεύουν τίποτα άλλο.

Προκαλούν τα βλέμματα, δημιουργούν πρόσθετη κατ' οίκον εργασία, φαντασιώσεις, χειρωνακτική εργασία, γυρεύουν να πάνε Καβάλα, ή επιδιώκουν να πετύχουν κάποιο στόχο, π.χ. να κατορθώσουν να γίνουν με τον προϊστάμενο τους το ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής.

Στην περίπτωση όμως που αυτές θέλουν να πάνε Καβάλα, δίνουν το πράσινο φως στον θεωρούμενο κάτοχο βουκεφάλα, ενώ τους άλλους τους κερνάνε handmade χυλόπιτα ή ό,τι άλλο αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο.

Αν βεβαίως επιλέγουν αδιάφορα ό,τι κάτσει τότε ή πέσαμε σε οτινανιστριες, ή σε κάποιες που χουν τρελαθεί στις νηστείες, ή σε περιπτώσεις που χρήζουν γιαλομιά, ή σε εταίρες που απλά γυρεύουν πελάτες.

Η φράση μπορεί να λεχθεί από κάποιους/ες που θεωρούν πως πιάνουν το υπονοούμενο κατά την κρίση τους, κάτι που σύμφωνα με τα παραπάνω, δεν είναι απαραίτητο να ισχύει, αφού υπάρχουν περιπτώσεις και περιπτώσεις.

Σημείωση:Φυσικά ο όρος θα μπορούσε να αναφερθεί από κάποιους/ες και στην περίπτωση ανδρών που είναι προκλητικά ντυμένοι. Οι προβληματισμοί εδώ αφορούν κάποιους ψωλοπερήφανους, ορισμένους Σάββες, κάποιους που επιδιώκουν κάποιο σκοπό, π.χ.: να πάνε με κάνα πουρό πού ‘χει αρκετό ψιλικό οξύ, κάποιον επαγγελματία ζιγκολό, κ.λπ.

  1. Στην εταιρεία πρωί πρωί εμφανίζεται μια λικνιζόμενη ημίγυμνη ανάφτρα. Ρωτάει που είναι το γραφείο του διευθυντή προσωπικού γιατί την έχει προσκαλέσει, λέει… για συνέντευξη με σκοπό να προσληφθεί γραμματέας του προέδρου.
    Δύο υπάλληλοι σχολιάζουν:
    -Πω ρε μαλάκα, μη μου πεις πως μ' αυτή τη αμφίεση ήρθε για να ζητήσει δουλειά. Αυτό το ντύσιμο δε λέει :«Ήρθα για δουλειά»!
    -Ακριβώς. «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε», λέει.

  2. Πρωί πρωί στη γειτονιά δυο γείτονες βλέπουν μια γειτόνισσά τους τη Μαιρούλα, να φτάνει σπίτι. Εμφανή τα σημάδια αϋπνίας πάνω της. Κι όσο για την περιβολή της....
    -Τι γίνεται μ' αυτή ρε; Κάθε βράδυ τα ίδια και τα ίδια.Πάλι δεν έκλεισε μπούτι όλη νύχτα.
    -Κοίτα όσο βλάκας κι αν είναι κάποιος δεν μπορεί, βλέποντας το ντύσιμο της να μην αντιληφθεί πως έχει σηκώσει πινακίδα που γράφει: «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε».

Ρίκα Διαλυνά. Η φρεγάτα της εποχής (από GATZMAN, 31/01/09)Τζίνα Σπηλιοτοπούλου:Κυκλοφοράει κίνδυνος (από GATZMAN, 31/01/09)Προσοχήν εις τας απομιμήσεις! (από MXΣ, 11/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συναντάται και με την προσθήκη του «ντάλα μεσημέρι».

Χρησιμοποιείται ως εξής:

  1. Για να υποδηλώσει κοπιαστική έως εξαντλητική χειρωνακτική (και όχι μόνο) εργασία (παράδειγμα 1).

  2. Ως σεξουαλικό υπονοούμενο για το άγριο και αχαλίνωτο σεξ (παράδειγμα 2).

  1. - Μάστορα, αύριο έχουμε μπετά στην οικοδομή;
    - Ναι ρε. Βάρα μανέλα από το πρωί.

  2. - Κολλητέ, νομίζω ότι το παρακάνατε με τη Λουκία εχθές. Στο ρετιρέ ακουγόσασταν.
    - Τι να σου λέω. Τα είδα όλα. Βάρα μανέλα ντάλα μεσημέρι. Κλατάρισα. Λουμπάγκο έχω πάθει.

(από dimitriosl, 19/03/10)Μανέλα (από poniroskylo, 21/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΠΑΣΟΚοσλανγκικὴ λέξις τῆς Ἀντρεϊκῆς περιόδου, κατὰ κόρον χρησιμοποιηθεῖσα, ἰδίως σὲ μεγάλες, μπαλκονᾶτες προεκλογικὲς συγκεντρώσεις ἀπὸ τὸν ἱδρυτή τοῦ κινήματος. Ὑπενθυμίζω ὅτι τὸ ὄνομά του συνήθως δὲν προφέρετο Ἀνδρέας Παπανδρέου, ἀλλὰ σκέτο Ἀντρέας ἀπὸ τοὺς εὐμενῶς διακειμένους, ἢ σκέτο Παπαντρέας ἀπὸ τοὺς ἀντιπάλους.

Στὸ χρονοντούλαπο λοιπὸν τῆς ἱστορίας ἐπρόκειτο σταθερῶς νὰ τοποθετηθῇ ἡ δεξιά, ἡ ἀλλέως πέως καλουμένη καὶ ἐπάρατος. Αὐτὲς οἱ ἐκφράσεις εἶχαν κάνει τότε ἐντύπωσι στὸν κοσμάκη, καὶ κάποιοι ἄρχισαν νὰ τὶς λένε στὰ καφφενεῖα κι έτσι. Δὲν ἄργησε ὅμως νὰ γενικευθῇ ἡ χρῆσι τους μὲ εἰρωνικὸ περιεχόμενο, καὶ ὄχι πολὺ ἀργότερα νὰ ἀτονήσῃ.

Τὸ ἰδεολογικὸ περιεχόμενο τῆς ἐκφράσεως συνίσταται στὴν ἰδέα περὶ γραμμικότητος τῆς Ἱστορίας. Ἡ Ἱστορία νοεῖται ἐδῶ μὲ τὴν θεολογική, μαρξιστική της ἔννοια. Ἡ κατάστασι, ποὺ θὰ προέκυπτε μετὰ τὴν εἰσαγωγὴ τῆς δεξιᾶς μέσα στὸ χρονοντούλαπο, ἐβιώνετο ὡς κάτι τὸ μόνιμο καὶ ὁριστικό, μὲ παραδείσιο χαρακτῆρα, διότι ἔτσι θὰ ἐξησφαλίζετο ἡ διαρκὴς εὐτυχία τοῦ λαοῦ, ἐφ' ὅσον «στὶς 18» θὰ ἐνεκαθίστατο πλέον ὁ «Σοσιαλισμός».

Ἡ δεξιὰ ἐθεωρεῖτο ὑπὸ μεγάλης μερίδος τοῦ λαοῦ ὡς ἐπάρατος, διότι, στὸ πλαίσιο τῆς γενικότερον ἐπικρατούσης ἐν Ἑλλάδι μεταπρατικῆς (κομπραδόρικης, τὸ ἔλεγε ὁ Ἀντρέας, ὁ Καραμπελιάς, ὁ Ψιρούκης κλπ ἐξωκοινοβουλευτικοί) ἰδεολογίας, ἔλαβε πάντοτε θέσεις ἐξυπηρετοῦσες τὸν ξένο παράγοντα. Τὸ τραγικὸ εἶναι ὅτι καὶ οἱ ὑπόλοιποι ἔπραξαν τὸ ἴδιο, στὸν βαθμὸ πού, κάποια στιγμή, τοὺς ἐνηγκαλίζετο ἡ μεταπρατικὴ ἀστικὴ τάξις (τὸ ἐντόπιο στήριγμα τοῦ ξένου παράγοντος), ἢ ἡ ἐξ ἀνατολῶν Ἄρκτος.

Τὸ πλῆθος:
«Στὶς 18 Σοσιαλισμός» (bis)
Ὁ Ἀντρέας:
«Ναί, λαὲ τῆς Θεσσαλονίκης, λαὲ τῆς Ἑλλάδας, στὶς 18 θὰ φέρουμε τὸ σοσιαλισμό καὶ ἡ δεξιὰ θὰ καταδικαστῆ στὸ χρονοντούλαπο τῆς Ἱστορίας».
(Ἰαχὲς καὶ ἀλλαλαγμοὶ χαρᾶς, ἀπὸ κάτω).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση, η οποία στην πλήρη μορφή της έχει ως «δικηγόρος απλήρωτος – σκατά μπουκωμένος» και αντιτείνεται έναντι κάποιου που πετάγεται σαν πορδή εν τω μέσω μιας αντιδικίας, στην οποία δεν του πέφτει κανείς απολύτως λόγος. Κι όπου όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος (sic = το σωστό είναι πείθει και όχι πίπτει)...

Σχετικές εκφράσεις: Εσύ τί πετάγεσαι; Δικηγόρος είσαι; / Το δικηγόρο μας παριστάνεις; / Δικηγόρο δεν είχαμε-δικηγόρο βάλαμε! / Δεν ζήτησα δικηγόρο κλπ.

Η έκφραση αντιστοιχεί στην ορθότατη συναλλακτική συνήθεια, κατά την οποίαν ο εντολέας προπληρώνει τον εντολοδόχο δικηγόρο του και ταυτόχρονα του αναθέτει τον χειρισμό της υπόθεσής του, ώστε ο τελευταίος να νομιμοποιείται να αναμιχθεί σε οικογενειακές, προσωπικές, επαγγελματικές κλπ αντιδικίες του πρώτου, να ζητήσει επίσημα έγγραφα απο δημόσιες αρχές και να παραστεί για λογαριασμό του στα δικαστήρια.

Άνευ πληρωμής, εντολή δεν υπάρχει.

Παρ’ όλα αυτά στην νυν και αεί προβιομηχανική Ελλάδα, καίτοι υφίσταται η σοφή λαϊκή ρήση «οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους», όλο και θα’ ρθει κάποιος πτωχός συγγενής, κάνας φίλος απ’ τα παλιά φορτωμένος με χιλιάδες αναμνήσεις (και προβλήματα), κάνας συγχωριανός, τίποτε καλόβολοι γείτονες κλπ και θέλοντας ο βλάχος και μη θέλοντας ο ζωγράφος, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενος ο δικηγόρος (σου λέει «άσε μην τον δυσαρεστήσω και θα μου φέρει κανέναν άλλον που πληρώνει») θ’ αναλάβει την υπόθεση έναντι πενιχρής ή και μηδενικής αμοιβής.

Στην συνέχεια όμως, ο δικηγόρος θα ψιλογράψει στ’ αρχίδια του τον οιονεί πελάτη ιδίως όταν η υπόθεση ξεκινάει απλή και καταλήγει σε περικοκλάδα (εφετεία, ασφαλιστικά μέτρα, απρόοπτο τρέξιμο κ.α.), ο δε τελευταίος δίχως να διαθέτει συγγραφικές προδιαγραφές ενός Δουμά (έστω και υιού) μπορεί να θυμηθεί την υπόθεσή του «μετά 20 έτη» και να ζητήσει το λόγο κι απο πάνω, κι ας μην έδωσε μία. Λάβετε θέσεις: Η παράσταση αρχίζει...

Για κάθε ιδιώτη, η υπόθεσή του είναι προσωπική και την θυμάται πρωί-βράδι (και χαίρεται), ενώ ο δικηγόρος έχει πολλές σκοτούρες, εκτός κι αν η εκάστοτε αμοιβή φτάσει σε τέτοια ύψη ώστε και ο δικηγόρος να μπορεί να ζήσει αξιοπρεπώς και ν’ ασχοληθεί επισταμένως π.χ. με μια το μήνα (ναι αλλά το τί θεωρείται «αξιοπρεπής διαβίωση» ποικίλει)...

Όταν ο δικηγόρος λάβει την εντολή (δηλ. την αμοιβή) μπορεί αλλά και οφείλει να παρεμβαίνει σε κάθε εξώδικη και διαδικαστική πράξη υπέρ του εντολέα του, μέχρι την ρητή η έγγραφη ανάκληση της πληρεξουσιότητάς του, αν ο εντολέας δεν μείνει ευχαριστημένος απο τις υπηρεσίες του (ακόμα και επ’ ακροατηρίω).

Για την καίρια καμιά φορά συνδρομή του δικηγόρου στις υποθέσεις των ιδιωτών, ας παρατεθεί ένα νόστιμο περιστατικό:

Μια φορά κι έναν καιρό σ’ ένα ποινικό δικαστήριο μιας πολύυυυ μακρινής χώρας, είχε αποφασίσει να πάει η κατηγορουμένη μόνη της στο δικαστήριο να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Αφού την άκουσε η έδρα, η υπόθεση άρχισε να περιπλέκεται. Ενώ αρχικά φαινότανε απλή, μπήκανε στη μέση κάτι οικογενειακά, κάτι έγγραφα ασαφή, η κατηγορουμένη δεν ήξερε να τα εξηγήσει σωστά, η ώρα περνούσε και οι δικηγόροι των κατοπινών υποθέσεων είχαν αρχίσει να γκρινιάζουν, άλλη αναβολή δεν έπαιρνε και το δικαστήριο ήθελε να αθωώσει αλλά δεν ήξερε πού να στηριχτεί. Στο μεταξύ διάστημα, είχε πλησιάσει στην έδρα ένα καλοντυμένο γεροντάκι, που άκουγε τα διαμειβόμενα και περίμενε υπομονετικά. Κάποια στιγμή, τον τσακώνει με το βλέμμα της η πρόεδρος και τον ρωτάει:

[i]- Εσείς τί είστε;
- Δικηγόρος...
- Καλά και μας αφήνετε τόσην ώρα να βγάλουμε την κόρυζα (ή κάτι τέτοιο) και δε μιλάτε;
- Όχι, εγώ είμαι απο άλλη υπόθεση...[/i]

(Έπεσε το γέλιο της αρκούδας!)

Ο Ναστραδίν Χότζας, κάποτε, λέει, παρενέβη σ’ έναν καβγά δυο νεώτερών του, που κρατούσαν μαχαίρια, θεωρώντας οτι θα τους συνετίσει καθότι πρεσβύτερος και ιερωμένος (ότι «ειρήνη υμίν» και τα τέτοια - λόγω επαγγελματικής διαστροφής). Αντ’ αυτού εισέπραξε μια μαχαιριά στο κεφάλι. Οι παριστάμενοι έσπευσαν να τον βοηθήσουν και τον ρώτησαν αν ήταν επιπόλαιο τραύμα ή αν έφτασε το μαχαίρι βαθιά στο μυαλό, ώστε να φωνάξουν τον σπετσιέρη. Ο Χότζας τότε θυμοσόφησε λέγοντας: «Ποιό μυαλό; Αν είχα μυαλό δεν θ’ ανακατευόμουνα. Την επόμενη φορά θα ξέρω να’ χω το μυαλό μου και μια λίρα τουλάχιστον»! (Η προσθήκη «και του μπογιατζή ο κόπανος», είναι μεταγενέστερη και μάλλον δεν έχει καμία σχέση με τον μύθο και την παροιμιώδη έκφραση).

Όταν δυο κίναιδοι μαλώνουνε σε ξένο γαμιστρώνα, ο ιδιοκτήτης συνήθως δεν είναι ο δικηγόρος. Πολλές φορές αναγκάζεται ν’ ανακατεύεται με τα πίτουρα και καμιά φορά τον τρών κι οι κότες (μπλέκει κι ο ίδιος προσωπικά) και γι’ αυτόν το λόγο πρέπει τουλάχιστον να αμείβεται.

Άλλωστε, όλοι οι επαγγελματίαι γνωστοποιούσιν εις κάθε επίδοξον μπαταξήν οτι ο κ. Βερεσές έχει απο μακρού αποδημήσει εις Κύριον κι ο υιός του μετώκησεν εις την Πόλιν.

Περισσότερα για τους δικηγόρους, σε λήμμα-ορισμό-σχόλια στο χασοδίκης του ερίτιμου Μπετατζή μας.

Σημειωτέον, εδώ η έννοια «δικηγόρος» έχει την χροιά της ιδιότητας του λειτουργού της δικαιοσύνης και όχι αυτήν της παλιάς λαχαναγορίτικης αργκό, που σημαίνει «κοκαΐνη» (Κύριος οίδε διατί)...

(Κόρη):
- Λοιπόν εγώ θα πάω πενταήμερη ο κόσμος να χαλάσει!
(Μάνα):
- Αμ δε σφάξανε! Για να γυρίσεις ξεμυαλισμένο και να χάσεις τις πανελλαδικές, να πληρώνω εγώ ξανά-μανά φροντιστήρια του χρόνου; Ούτε πάνω απ’ το πτώμα μου!
(Γιός-μούλος):
- Έχετε δίκιο μητέρα. Δεν είναι σωστό να αποσυντονισθεί η μελέτη της...
(Μάνα + Κόρη):
- Εσένα ποιός σου μίλησε; Ορίστε μας! Δικηγόρος απλήρωτος μιά! Άμε στο δωμάτιό σου κι ασε μας να τσακωθούμε με την ησυχία μας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Επιδίδομαι σε ταπεινωτική εργασία, χαμαλοδουλειά, χαμαλίκι, αγγαρεία, κοπιαστική δουλειά μικρής σημασίας.

Απαντάται στην υποτιμητική έκφραση: άντε να ξύνεις πατσές, (βλ. παράδειγμα 1).

  1. Τεμπελιάζω (βλ. παράδειγμα 2).

1α. Πατσές είναι οι κοιλιές. Για να μαγειρευτούν οι κοιλιές, πρέπει πρώτα να καθαριστούν από τα σκατά, που τα ξύνουν με μαχαίρι, μία κοπιαστική και όχι και τόσο ευχάριστη διαδικασία, η αλήθεια είναι.

Το άτομο στο οποίο αναφερόμαστε δεν είναι άξιο για τίποτα καλύτερο να κάνει στην ζωή του.

Αυτή είναι η αρχική και ορθή χρήση της φράσης.

2α. Η δεύτερη καθιερωμένη πλέον σημασία της (τεμπελιάζω), προέκυψε από την χρήση της φράσης χωρίς την γνώση της πρωταρχικής μαγειρικής προέλευσής της. Στην περίπτωση αυτή αναφερόμαστε σε άτομο το οποίο ξύνει τις ίδιες τις δικές του πατσές, δηλαδή κάτι ανάλογο με το ξύνω τ΄αρχίδια μου.

Απαντάται στην φράση «ξύνει τις πατσές του μέχρι να λειώσουνε τα ξύγκια», με την έννοια ότι ο εν λόγω κωλοβαράει ασύστολα.

  1. «Αν το θέλω με πίτα ζητάω πίτα με σουβλάκι. Αν αυτός που το πουλάει δεν ξέρει ότι σουβλάκι=μικρή σούβλα, άρα σουβλάκι=το κρέας περασμένο σε «καλαμάκι» ας αλλάξει επάγγελμα, ας ξύνει πατσές πχ :p» .

(καλά το καταλάβατε, είναι από φόρουμ για την αιώνια διαμάχη, σουβλάκι, μπουγάτσα, λεμονίτα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη, να ζει κανείς ή να μη ζει κτλ).

  1. «Το μοναδικό νταραβέρι που έχει η Super League είναι με τον ΟΠΑΠ. Αν δεν υπήρχαν τα κρατικά λεφτά, το μαγαζί θα είχε χρεοκοπήσει. Από την ελεύθερη αγορά δεν παίρνουν ούτε σέντζι. Και με πουλημένα τα τηλεοπτικά δικαιώματα για τα επόμενα τρία χρόνια τι έχει να κάνει η Super League για τα επόμενα τρία χρόνια μέχρι το 2012; Για τέτοιες περιπτώσεις λέγεται ότι «ξύνουν πατσές». (σχόλιο αθλητικογράφου)

(από spydel, 09/11/09)Patsa (από allivegp, 09/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified