Further tags

Στην αργκό των μαφιόζων της νύχτας, έτσι καλείται η απαγωγή ενός οικονομικά εύρωστου προσώπου με σκοπό την ανταλλαγή του με χρηματικό ποσό (λύτρα).

Ψηλός: Θα σου πω, έχω κάνει μια πουστιά ακούς, αν πάω καλά... Σουν Τσουν: Ναι. Ψηλός: Θα τους κάνω μεγάλη ζημιά να ξέρεις, έχω κάνει ένα ριχτάδικο καλό, κατάλαβες; Σουν Τσουν: Τι; Ψηλός: Ξεκινάω ένα ριχτάδικο πολύ πονηρό, το έχω ξεκινήσει εδώ και έξι μήνες, σε κανέναν δεν λέω τίποτα να ξέρεις, ακούς; Σουν Τσουν: Ναι, ναι. Ψηλός: Γι' αυτό σου λέω αστακό θα φάμε το καλοκαιράκι. Δεν μπορώ να σου πω πιο πολλά, μη μου το γκαντεμιάσουνε. Εντάξει αγόρι μου, εντάξει; Σουν Τσουν: Μου είπε ο ψηλός Ιούλιο; Ψηλός: Σεπτέμβρη φίλε. Σουν Τσουν: Το καλοκαίρι τι θα κάνουμε δηλαδή, θα ψοφήσουμε της πείνας;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην αργκό των μαφιόζων και του υπόκοσμου της νύχτας, ξεμπαρκάρω κάποιον σημαίνει κωδικοποιημένα τον στέλνω στα κυπαρίσσια, να βλέπει τα ραδίκια ανάποδα.

Το λήμμα το συναντούμε κατά κόρον σε τηλεφωνικές συνομιλίες εγκληματικής συμμορίας που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας, απ΄ όπου και το παράδειγμα.

- Δεν είναι να εμπιστεύεσαι πια κανένα, του δώσαμε και μεγάλο νούμερο. Απορώ πως τον ανέχεσαι.
- Ε... τί να κάνω δηλαδή;
- Ξεμπάρκα, με καταλαβαίνεις;
- Ε, πώς;
- Ξεμπάρκα, με πιάνεις; Ξεμπαρκάρισέ τον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το χακερόνι που ασχολείται με τα τηλεφωνικά δίκτυα, με απώτερο σκοπό να πραγματοποιεί δωρεάν τηλεφωνικές κλήσεις (υπεραστικές, διεθνείς) που υπό κανονικές συνθήκες θα ήταν πανάκριβες.

- Μεγάλος φρήκερ ο Μήτσος, κατάφερε και μιλάει με τη θεία του στην Ουαγκαντούγκου χωρίς να πληρώνει μία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το χακερόνι που ασχολείται με το ξεκλείδωμα προγραμμάτων, κατασκευάζοντας εργαλεία γνωστά και ως κρακ.

Ο Jon Lech Johansen είναι ο κράκερ που ξεκλείδωσε την κρυπτογράφηση του DVD και έδωσε στη δημοσιότητα το DeCSS.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πληθυντικιά, οφείλει την ύπαρξη της στην σχετικά πρόσφατη, εκνευριστική συνήθεια ορισμένων ραδιοφωνικών παρουσιαστών (με πρώτους διδάξαντες κάποιους όντως εξαιρετικούς παραγωγούς της Καλύτερης Παρέας), να «πληθυντικοποιούν» λέξεις, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν μια χαρά στο ενικό τους.

Έτσι λοιπόν έχουμε τις μουσικές, τις καλημέρες/καλησπέρες, τις σκηνές (όχι τα αντίσκηνα, τις μουσικές σκηνές), το «στα ποτήρια μας», «τα κεράσματα» ή/και «δροσερές μπύρες» (όταν προωθείται χορηγός-ξύδι, το «και για να σας λυθούν οι απορίες», και λοιπά.
Οι πληθυντικιές δεν πρέπει να συγχέονται με συχνά, καραμπινάτα γλωσσικά ολισθήματα που δεν περιορίζονται στους προαναφερθέντες όπως «στα πλαίσια», «οι ασκοί του Αιόλου», κλπ.

Πιθανότερη εξήγηση για την πλυθηντικιά είναι αφενός η στάνταρ προχώ τρεντουλιά (κατάλοιπο της ΚΛΙΚ εποχής) και αφεδύο, η χαριτωμενιά που προσδίδει, όταν φυσικά αποδίδεται με την κατάλληλη φωνή της σχολής Σημίτη (της Αφροδίτης ντε, όχι του Τάπερμαν): κάτι μεταξύ μπλαζέ βαρεμάρας, σοροπάτης τσαχπινιάς και γουτσισμού. (Παρεμπιπτόντως η φωνή της Σημίτη είναι πλέον ότι ήταν στις δεκαετίες 80 και 90 το σαξόφωνο του Κατσαρού: ακόμα και στις πτήσεις της Ολυμπιακής αυτήν ακούς).

Η πληθυντικιά συνήθως πάει πακέτο με την άλλη εκνευριστική συνήθεια, αυτή του Greeklish Mix, δηλαδή του συνδυασμού ελληνικών/αγγλικών σε διαφημιστικά για συναυλίες ή άλλες εκδηλώσεις (πάντα με τα προηγούμενα ηχητικά χαρακτηριστικά και μπόνους τα στrroγγυλά και μακρόσυrrτα «ρ» εφέ):

Στο Cavo Paradiso, την Παrrασκευή 22 Μαrrτίου, απευθείας από το Amsterdam, το control του dance floor θα πάrrει ο μάγος της Alternative-Super-Dooper-Trance-House-Acoustic-Dark-Trip-Hop-Progressive-Gothic σκηνής και rresident του club Toukits’imana pinibafous, DJ Milupas. Στο warm-up ο MC Saltapidas σε ένα αεrrάτο DJ set.

Πολλές καλησπέρες σε όλους και όλες. Πολλές καλές μουσικές θα ακούσουμε απόψε και ήρθε η ώρα για Jack στα ποτήρια για τα κεράσματα.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην επιχειρηματική αργκό, ντηλάκιας *αποκαλείται ο *κατά συρροή επιχειρηματίας.

Ο ντηλάκιας έχει την οξυδέρκεια να εξαγοράζει υποτιμημένες μπίζνες (πάντα με κεφάλαια τρίτων) και να υλοποιεί συμφωνίες και πράξεις που θα τις «αναπτύξουν» και τους προσδώσουν «χρηματοοικονομική αξία», όπως αναδιάρθρωση και εξορθολογισμό κόστους (σ.ς.: απολύσεις), εισαγωγή ή διαγραφή από το χρηματιστήριο, συγχώνευση με άλλες εταιρίες, απόσχιση δραστηριοτήτων σε νέες spinoff εταιρίες, αλλαγή φορολογικής έδρας, κλπ.

Ο ντηλάκιας διαφέρει από τους παλαιάς κοπής Έλληνες επιχειρηματίες:

  • Δεν ενδιαφέρεται να αναπτύσσει οργανικά και σε βάθος χρόνου βιώσιμες επιχειρήσεις: η καύλα του έγκειται στο να μοσχοπουλήσει την εταιρία σε όσο το δυνατό συντομότερο χρόνο ώστε να αδράξει την επόμενη ευκαιρία,
  • Αντίθετα με τον (ευρισκόμενο στον πάτο της διατροφικής αλυσίδας) κλασικό κομπιναδόρο, ο ντηλάκιας διαθέτει στοιχειώδη οικονομική παιδεία, κατέχει τα εργαλεία της επενδυτικής τραπεζικής, γνωρίζει καλά την εγχώρια και διεθνή νομοθεσία και δεν είναι εκ προοιμίου λαμόγιο.

Εκ το αγγλικού deal («συμφωνία») < Ο.Ε. dælan («να μοιράζεις» πχ. την τράπουλα). Ειρήσθω εν παρόδω, η πρώτη επιχειρηματική εφαρμογή του όρου καταγράφεται το 1837 ως σλάνγκ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα εγχώριου ντηλάκια είναι ο Δημήτρης Κοντομηνάς, ο οποίος «ανέπτυξε» και μοσχοπούλησε πλειάδα εταιριών, όπως:

  • τις Ιντεραμέρικαν και Ευρωκλινική Αθηνών στην Eureko,
  • την Interbank στην Eurobank,
  • την NovaBank στην Πορτογαλική BCP,
  • το κανάλι Alpha TV στην Γερμανική RTL,

    και πάει λέγοντας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό των ταξιτζήδων. Η μη υπαγωγή σε εταιρία ράδιο ταξί (νταβατζή). Δηλαδή λεβέντικα, μόνος μου κι όσα βγάλω.

Πόλεμος λέγεται λόγω του μεγάλου ανταγωνισμού, του παραγκωνισμού απ'τα μεγάλα κόλπα (ξενοδοχεία, αεροδρόμια, υπεραστικές διαδρομές, λιμάνια κτλ) και της ταλαιπωρίας που συνεπάγεται η επιβίβαση του κάθε παλάβρα ή χλιμίτζουρα για οποιαδήποτε διαδρομή (κοντινή ή στο διάολο), υπό οιεσδήποτε καιρικές ή κυκλοφοριακές συνθήκες, πρωί ή βράδυ, για να γεμίσει το σακκούλι και ιδίως στο μπουρδέλο της Αθήνας.

Δίχως ιδέες και δίχως σημαίες, δίχως καβάτζα καμιά.

- Δικό σου το ταξί φίλε;
- Μισό-μισό!
- Δουλεύεις με ραδιο-ταξί;
- Μπάαα... Στον πόλεμο είμαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζαργκόν των τεχνικών των οπτικοακουστικών μέσων, οι οποίοι χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά προγράμματα επεξεργασίας εικόνας και ήχου (πχ Avid, Premiere, Final Cut).

Είναι η διαδικασία κατά την οποία παίρνει σάρκα και οστά το χ εφέ που έχει προστεθεί στην εικόνα ή στον ήχο. Δηλαδή το έχεις μεν δουλέψει εσύ μέσω εντολών, αλλά για να το δεις μπροστά σου πρέπει να προηγηθεί το ρεντάρισμα ή ρέντερ.

Από το αγγλικό rendering.

- Τι έγινε, πώς και κάνεις διάλειμμα και δε λιώνεις στη δουλειά;
- Τό' χω και ρεντάρει τώρα και είπα να κάνω μια βόλτα μέχρι το περίπτερο.

Got a better definition? Add it!

Published

Από την παλιά καλή εποχή του DOS, κι ακόμα παλιότερα.

Τα αρχεία στον υπολογιστή τότε είχαν ονόματα του τύπου «FILENAME.EXT», όπου FILENAME το όνομα, και EXT ο τύπος του (= τί περιείχε, π.χ TXT για κείμενο, WKS για φύλλα Lotus 1-2-3, GIF για εικόνες κ.ο.κ.)

Για να επιλέξει κανείς (για διαγραφή π.χ.) παραπάνω από ένα αρχείο, χρησιμοποιούσε χαρακτήρες πασπαρτού (ελληνιστί wildcards), τους εξής δύο:

  • Αστεράκι (*) σήμαινε «κανένας, ένας ή μέχρι και άπειροι χαρακτήρες».
  • Αγγλικό ερωτηματικό (;) σήμαινε «ακριβώς ένας χαρακτήρας».

    Το πρώτο αστεράκι = «όλα τα ονόματα αρχείων, ανεξαρτήτως μήκους»...

Το δεύτερο αστεράκι = «όλοι οι τύποι αρχείων, ανεξαρτήτως μήκους»...

Ο συνδυασμός, με την υποχρεωτική τελεία στη μέση = «ό,τι αρχείο βρεις» = «τα πάντα όλα»...

Για όσους προλάβαμε κουμπιούτερ από τότε που βγήκαν οι λάσπες, το αστεράκι και το αγγλικό ερωτηματικό είναι από τα clopyright που ο Βασιλάκης ο Πόρτας «δανείστηκε» από το Unix...

- Μήτσο μου, να πάρω ροζ κραγιόν ή πορφυρό;
- Τι με λε ρε, πάρε αστεράκι τελεία αστεράκι και παράτα με...

για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι... (από panman_gr, 14/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως συνάδεται από τον ορισμό σλανγκ της αγαπητής συνοδοιπόρου, «Jargon» ή «επαγγελματική ιδιόλεκτος», αναφέρεται σε ορολογίες (συντμήσεις, εκφράσεις, ακρώνυμα), σε σχέση με μια συγκεκριμένη δραστηριότητα, επάγγελμα ή ομάδα. Περιγράφει την συγκεκριμένη «γλώσσα» ανθρώπων που εργάζονται στον ίδιο χώρο ή που έχουν κοινά ενδιαφέροντα.

Υπό αυτή την έννοια η jargon μοιάζει ή (τολμώ να πω) προβιβάζεται σε slang, τουλάστιχον στις περιπτώσεις όπου γίνεται παράφραση/εμπλουτισμός «παραδοσιακών» jargon συνήθως με χιουμοριστική διάθεση, όπως αποδεικνύουν πλείστα λήμματα του τιμημένου slang.gr (RTFM, FUBAR, μήδι, clopy paste, πσάρεμα, LMFAO κλπ.).

Στο δια ταύτα, ως Corporate Slang αναφέρω τους όρους που μοιάζουν μεν με jargon στον Επιχειρηματικό κόσμο (ιδιαίτερα της αλλοδαπής και ειδικότερα στις ΗΠΑ), πλην όμως, αποτελούν «άτυπους» όρους (και γι’αυτό θεωρώ σλάνγκικους), οι οποίοι λόγω του ειρωνικού/χιουμοριστικού τους περιεχομένου, μάλλον χρησιμοποιούνται μεταξύ εργαζομένων και σίγουρα όχι στο Boardroom (βλ. κριτήρια 2 και 3 στο τμήμα 1 του σλανγκ). Μια συλλογή των καλυτέρων που κυκλοφορούν ακολουθεί:

Blamestorming
Συγκέντρωση επαγγελματιών σε γκρουπ, ανοιχτή συζήτηση γιατί ένα έργο πήγε κατά διαόλου και ποιος φταίει.

Seagull Manager
Ένας μάνατζερ που καταφθάνει «αεροπορικώς», κάνει πολύ θόρυβο, χέζει τα πάντα και μετά φεύγει.

Salmon Day
Η εμπειρία του να περνάς όλη σου τη μέρα κολυμπώντας αντίθετα στο ρεύμα, μόνο και μόνο για να πεθάνεις στο τέλος.

Assmosis
Η διαδικασία μέσω της οποίας ορισμένοι άνθρωποι φαίνεται να απορροφούν επιτυχία και προαγωγές, με το να γλείφουν το αφεντικό αντί να δουλεύουν.

Percussive Maintenance
Η τέχνη του να χτυπάς, κλωτσάς, γρονθοκοπείς ένα μηχάνημα για να το κάνεις να δουλέψει.

Bangalored
Να απολύεσαι γιατί η θέση σου μεταφέρθηκε στην Ινδία.

PowerPointless
Τσίλικα γραφικά και animations παρουσιάσεων, τα οποία αποσπούν την προσοχή του κοινού αντί να επεξηγούν.

Treeware
Geek-speak για οτιδήποτε είναι τυπωμένο σε χαρτί.

Turd polishing (γυάλισμα κουράδας)
Βρίσκοντας θετικά πράγματα σε μια δύσκολη κατάσταση.

Work Spasm
Η εξαιρετικά παραγωγική (αλλά συνήθως σύντομη) περίοδος εργασίας, αμέσως μετά τις διακοπές.

Ίσως η πιο ολοκληρωμένη και αβλεπί η πιο αστεία χρήση της Corporate κουλτούρας και Jargon, είναι ο Dilbert του Scott Adams.

- Τι έγινε ρε με τον χαμό προχθές;
- Τι να γίνει, το project πήγε τρίσκατα οπότε μαζεύτηκε όλη η ομάδα για ένα χέσιμο από το αφεντικό και φυσικά ένα δημιουργικό Blamestorming. Το χειρότερο ήταν ότι ήταν εκεί και ο νέος Διευθυντής Μάρκετινγκ.
- Ποιός ο Λούλης; Καλά αυτός είναι εντελώς Seagull Manager. Δεν τον βλέπω να κρατάει πάνω από 1 μήνα...

(από Desperado, 08/07/09)(από Desperado, 08/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified