Δηλώνει έγκριση, επιδοκιμασία.

Επιτατικά:

  • λέει πολλά,
  • κωλολέει,
  • λέει με (τα) χίλια,
  • λέει σαμπούστης

και αρνητικά:

  • δεν λέει τίποτα,
  • δεν λέει μία

Συνώνυμα: αξίζει, μετράει.

  1. - Τι σου είπε ρε η καινούργια του Σιφρέντι;
    - Τι να μου πει, αφού ξέρεις ότι δεν είμαι του σοφτ σαδό.

  2. - Όρμα ρε μαλάκα, στουπί είναι η γκόμενα! Άμα της τα ρίξεις θα πέσει σαν ώριμο σταφύλι.
    - Δε λέει ρε μαλάκα, δεν βλέπεις τα βυζιά της, που 'ν' έτοιμα να πέσουνε σαν ώριμα καρπούζια; Να σου δώσει αυτή βυζοσκάμπιλο να σ' αφήσει σέκο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(α) Το πέος (β) Γυναίκα νεαρής ηλικίας και ερεθιστικής ένδυσης.

- Πρώτη ώρα θρησκευτικά. Κι'εκεί που περιμένουμε να δούμε την αγάμητη κυράτσα με τα κομποσκοίνια, σκάει ρε μαλάκα το τρελό ξανθό κ α υ λ ά κ ι !... Και σκέφτομαι: «Τα πάντα εν σοφία εποίησας ρε μπαγάσα».
- Τόσο ρε μαλάκα;
- Άσε ρε μαλάκα, μού'γινε το καυλί κατάρτι...

Τσίμπα ένα! (από Vrastaman, 15/09/08)Το Ινστιτούτο Καβλί του Χάρβαρντ είναι κάθε άλλο παρά της πούτσας. (από Vrastaman, 15/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελαφριά κουβέντα, κουτσομπολιό.

- Δε λέω, καλό καυλί, αλλά με τις φίλες της δεν ξαναβγαίνω. Δύο ώρες μαμπέτι και χάχανο, σα' θείτσες του χωριού να πούμε.
- Και τι κάθισες δυο ώρες μαζί τους;
- Με κρατούσε το οτι θα πηγαίναμε μετά σπίτι και θα της το βούλωνα...

Βλ. και μουχαμπέτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άπληστος, καβάτζας, παρτάκιας.

- Να γυρνάει ρε κροκόδειλε, να γυρνάει!
- Μόλις τό 'σκασα ρε μαλάκα.
- Τι μόλις τό 'σκασες ρε παπάρα, έχεις κάψει και την τζιβάνα να πούμε. Φέρ' το λέμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη φράση το βάζω αμέτι μουχαμέτι, βάζω στόχο να καταφέρω κάτι (με κάθε θυσία), είμαι αποφασισμένος για κάτι.

Ξεκόλλα ρε σαλιάρη. Τι καψούρα πια κι αυτή, μισό χρόνο!... Αφού τά 'χει μ' άλλον ρε όρνιο, και να δεις που παν και για γάμο.
— Μη μου λές τέτοια μαλάκα. Αν δεν την ρίξω την πουτάνα, κι' εγώ δε ξέρω τι θα κάνω.
Τό 'χεις βάλει αμέτι μουχαμέτι να το φας το κεφάλι σου, εγώ αυτό βλέπω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διπλή σταγόνα σε καρτέλα με LSD για όσους δεν κλάνουν πια με την μια μόνο σταγόνα.

Ευγένιος: - Παίζει κάνα διπλοστάγονο ρε man; Γιατί ο έτσι μου 'ριξε τόγκα την τελευταία φορά και δεν άκουσα τίποτα..

Ηλίας: - Μαλάκα έριξα αφίσα διπλοστάγονη καρτέλα στο κούτελο την Παρασκευή στο party και συνήλθα την επόμενη μέρα. Δεν στο προτείνω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πρέζα (εναλλαγή των συλλαβών της λέξης).

Συνώνυμα: ζα, ζαμπόν, ζουζού.

Ρε φίλε, μήπως παίζει καμιά ζαπρέ να με φτιάξεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονάδα μέτρησης κόκας ή πρέζας ή (σε μερικές περιπτώσεις) μπάφου.

- Ρε μαλάκα, πόσο κοκό πήρες;
- Πέντε τζι πήρα, δε φτάνουν ρε;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χόρτο, μπάφος, γάρο, ρο, φοσμπά, γενικώς ή το χασίς ή το τσιγαριλίκι.

  1. - Ρε συ τί λέει, θα πιούμε κάνα μαύρο;

  2. - Θα στρίψεις κάνα μαύρο να το σκάσουμε;

(από Khan, 12/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φούνταμπάφος) η οποία είναι κακής ποιότητας, συνήθως από την Αλβανία.

Ρε μαλάκα πάλι μπουρούχα αλβανική θα πιούμε; Αφού ξέρεις ότι μου γαμάει το λαιμό!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified