Ο ψεκασμένος σε ελλειπτική/κομμέ μορφή και στο ουδέτερο για πιο υποτιμητικά.
Το εμβόλιο στην Ελλάδα, θα πρέπει να γίνει όπως με τον Καποδίστρια κ τις πατάτες. Τότε να δεις πόσο επιτακτικά θα ζητούν να εμβολιαστούν τα διάφορα ψέκια.
Ο ψεκασμένος σε ελλειπτική/κομμέ μορφή και στο ουδέτερο για πιο υποτιμητικά.
Το εμβόλιο στην Ελλάδα, θα πρέπει να γίνει όπως με τον Καποδίστρια κ τις πατάτες. Τότε να δεις πόσο επιτακτικά θα ζητούν να εμβολιαστούν τα διάφορα ψέκια.
Got a better definition? Add it!
Published
Αλλιώς το κωλόμπαρο.
Got a better definition? Add it!
Αξέχαστο σλόγκαν από διαφημίσεις για τα σουπερμάρκετ Prisunic Μαρινόπουλος (ή πιμί) τη δεκαετία του '70 και του '80. Στη διαφήμιση χρησιμοποιούνταν για να εξηγήσει στους καταναλωτές ότι αν σέβονται την δραχμή τους και δεν θέλουν να ξοδέψουν παραπάνω σε κάποια άλλη αλυσίδα για τα ίδια είδη (για να μαζέψουν περιουσία σαν τον θείο Σκρουτζ δηλαδή) να ψωνίζουν μόνο εκεί για να αγοράζουν σε φθηνότερες από αλλού τιμές και να τους μένουν και στην τσέπη.
Ως έκφραση, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν μούφα παρακάλι (κάτι σαν το ''λυπήσου τα πεθαμένα σου'') ή ηλίθια δικαιολογία για να πείσει κάποιος κάποιον άλλο για να κάνει κάτι (κάτι σαν το ''για τη φουκαριάρα τη μάνα μου'')
- Σου είπα ρε, δεν ξαναμιλάω στο Μαράκι για σένα, δεν βγάζω πάλι εγώ το φίδι απ' την τρύπα! - Σε παρακαλώ ρε Γιώργο, ωραία, μην το κάνεις για μένα, αλλά κάντο αν αγαπάς τη δραχμή σου! - Τι λέει ρε το ούφο!
Got a better definition? Add it!
Το κατάστημα εστίασης που επικεντρώνει σε μεζέδες που πίνει κανείς με ρακόμελο, συνήθως έχει και εντεχνιάρικη μουσική και έθνικ αναρχοαριστερά στοιχεία.
Got a better definition? Add it!
Το κατάστημα που πουλάει δίσκους μουσικής.
Μοναξιά, λοιπόν. Η μοναξιά του να διαφέρεις – απόλυτα καθολική, δεδομένου ότι, στ’ αλήθεια, διαφέρουμε όλοι μας. Η μοναξιά του να μην είσαι πάντα ή πια αρεστός σε εκείνους που κάποτε ένιωθαν ότι τραγουδούσες για εκείνους. Η μοναξιά του να μην είσαι αρεστός στον ίδιο σου τον εαυτό. Δεν μας τα είπε, άραγε, όλα όταν εξομολογήθηκε; «Μες στα δισκάδικα όταν βρίσκω / πελάτες άγνωστους ν’ ακούν δικό μου δίσκο, νιώθω μυστήρια ταραχή και φεύγω αμέσως από κει».΄Είναι δυνατόν, σκέφτομαι; Και όμως το λέει: «Δεν τα υποφέρω τα τραγούδια μου, και προπαντός όταν μου μοιάζουν / όλα εκείνα π’ αγαπώ είν’ αλλωνών κι αλλιώς φαντάζουν». Και κάπως έτσι αισθανόμαστε όλοι σαν κοριτσάκια «που ’χουνε σύρματα στα δόντια ή σπυράκια»: «Αν δε σας φαίνεται μελό, τον εαυτό μου αντιπαθώ […] Μα μπαίνει η άνοιξη στην πόλη, κι απ’ τ’ ανοιχτό λεωφορείο μου φαίνεστε όλοι / τόσο γλυκούτσικοι κι αχνoί στη θερινή σας τη στολή». (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Το κατάστημα εστίασης όπου το κύριο έδεσμα είναι ο γύρος.
Μετά τις έντεκα το βράδυ δεν βρίσκεις κανένα εστιατόριο ανοικτό στο Άαχεν, μόνο κάνα γυράδικο, αν έχει κάνας Τούρκος.
Got a better definition? Add it!
Το φροντιστήριο που γίνονται μαθήματα σε γκρουπ.
Οι γονείς του δεν είχαν λεφτά για ιδιαίτερα, οπότε πήγε σε γκρουπάδικο.
Got a better definition? Add it!
Το μαγαζί με φλιπεράκια, δηλαδή ηλεκτρομηχανικά παιχνίδια, όπου ο παίκτης, χειριζόμενος κάποιους μοχλούς, προσπαθεί να κατευθύνει μια μπαλίτσα ανάμεσα από κάποια εμπόδια και προς ορισμένους στόχους.
Got a better definition? Add it!
Το κατάστημα εστίασης που ειδικεύεται στα burgers.
ΣΤΟ ΠΙΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΜΠΕΡΓΚΕΡΑΔΙΚΟ ΤΟΥ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΥ ΤΑ BURGERS ΒΓΑΙΝΟΥΝ ΑΠΟ ATM. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Το πέος όταν κάνει στοματικό σεξ η/ο ερωμένη/ος, χρησιμοποιώντας και λίγο δοντάκι.
Μυθική οδοντόβουρτσα (σεξουαλιστί: οδοντόπουτσα) εις την οποία θεωρητικώς μετατρέπεται το ανδρικό μόριο και γυαλιζει-καθαρίζει-λευκαινει. (Greek BDSM community).
Got a better definition? Add it!