Συμπληρωματικά προς τον κυρίως ορισμό του Δ. Αρναούτη Οικονομάκη για το χριστιανοπούτανο, από την πάσα του/της sombra στο Δ.Π., είναι επίσης και ο χριστιανός που πάει με πουτάνες παρά ή ίσως λόγω της χριστιανικής ηθικής του.

Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες χριστιανοπούτανων. Αυτοί που επειδή είναι πουτανιάρηδες γίνονται χριστιανοί για να εξιλεωθούν από τύψεις. Κι αυτοί που, αντιστρόφως, επειδή είναι χριστιανοί γίνονται πουτανιάρηδες, σε περιπτώσεις κλειστών κοινωνιών, κυρίως παλαιότερα, όπου επικρατεί μία αυστηρή οικογενειακή ηθική που αποθαρρύνει λ.χ. τις προγαμιαίες σχέσεις κ.ο.κ. Τα δύο βέβαια μπορεί να αλληλοτροφοδοτούνται κατά φαύλο κύκλο. Είναι γνωστό άλλωστε ότι η ύπαρξη πορνείας ευνοεί την αυστηρή οικογενειακή ηθική, ενώ αντιστρόφως η πορνεία υποβαθμίζεται περισσότερο σε χώρες με σεξουαλική ελευθεριότητα.

Η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βρισιά γενικά κατά χριστιανού που θεωρείται ως ασυνεπής. (Λίγο παρωχημένα όλα αυτά βέβαια).

  1. Μαθητης λυκειου ημουνα και ετοιμαζαμε να παιξουμε το Ποτε Βουδας Ποτε Κουδας σε μια γιορτη.Παιζω μπουζουκι....Και τελευταια στιγμη χωθηκε ενας Χριστιανοπουτανος φιλολογος που ειχαμε και μας απαγορευσε να το παιξουμε γιατι πως ειναι δυνατον να βαλουμε το ονομα Βουδας διπλα στο Χριστο. Ιεροσυλια μεγαλη...δεν κανει. (Από το αρμόδιο σάιτ).

  2. - Και μόλις πάω στο Μουλέν Ρουζ ποιον βλέπω στο δίπλα τραπέζι; Τον Γιαννάκη! Κι έκανε πως δεν με έβλεπε.
    - Καλά ο Γιαννάκης ήταν μεγάλος χριστιανοπουτανιάρης κι από τότε που ήμασταν στις οργανώσεις στην Αθήνα, αλλά από όταν πήγε έξω για σπουδές ξεσάλωσε (Παράδειγμα από σιξτίλα).

  3. - Είναι πολύ τίμιο κορίτσι η Ευανθία! Αλλά κι ο Γιακουμής μας είναι πολύ σωστός σε αυτά. Προτιμάει να πηγαίνει στις πουτάνες, παρά να της αγγίξει το χέρι! (Μεταφέρω από μνήμης ατάκα της Άννας Παναγιωτοπούλου που εξαίρει την αρετή του χριστιανοπούτανου γιου της στο ρεππαπαπαθανασιούργημα «Το Κλάμα βγήκε από τον παράδεισο»).

  4. - Τι είναι αυτό το πράμα στη Θεσσαλονίκη; Κάθε γωνία και εκκλησία!
    - Σκέψου τι χριστιανοπούτανους κατοίκους που έχει!

(από σφυρίζων, 05/12/13)(από σφυρίζων, 05/12/13)Στο 2.38 η κλασική ατάκα του Γκουσγκούνη. (από Khan, 31/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γουρούνα στα αρβανίτικα.

Μεταφορικά, η χοντρή γυναίκα.

  1. Κοίτα τη γριά ντόσα, δε μπορεί να κουνηθεί από το βάρος.

  2. Φάγαμε ψητή γουρνοπούλα, μια ντόσα 300 κιλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος είναι πολύ γκαντέμης, λέμε ότι έχει τύχη από γκορτσιά.

Η γκορτσιά (pyrus spinosa) είναι αλλιώς η αγριαχλαδιά, ταπεινό αλλά ανθεκτικό δέντρο που φύεται στην Πίνδο και αλλαχού.

- Έβαλα 50 ευρώ στην Μπάρτσα, άσσο και όβερ και βγήκε διπλό και άντερ.
- Τύχη από γκορτσιά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλασική Ελληνίδα της επαρχίας ή της συνοικίας. Πηγαίνει στην Εκκλησία, ενδεχομένως και σε (παρα)θρησκευτικές στοές, ίσως έχει και πνευματικό αντί για ψυχίατρο στον οποίο εξομολογείται τα ψυχολογικά και τα γαμήσια της ενώ παράλληλα είναι ανήθικη, πηδιόλα, προκλητικά και έχει όλο τη μπούτσα στο μυαλό της (και στο στόμα της).

- Πω πω κοίτα τα νέα μωρά ενορίας. Μίνι, βαμμένο νυχάκι ποδιών.. Γκάβλα... Τι χριστιανοπούτανα είναι αυτά...
- Δημήτρη Ντούρτα, κάτσε ήσυχα. Είναι εγγονές σου στα χρόνια!

(από Δημήτρης Αρναούτης Οικονομάκης, 05/12/13)(από Khan, 12/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας ακόμα slang μπαμπαδισμός (βλ. «ορθώς ομίλησες καίτοι καθήμενος»). Ο Αττικής είναι ο Μητροπολίτης Αττικής. Το λέγαν παλιά οι μάγκες για κάτι που είναι (ή δεν είναι και κακώς παρουσιάζεται ως τέτοιο) θέσφατο.

Κολλάει σε όλα τα θέματα, από το σκυλάκι μου μέχρι την πολιτική.

- Έτσι είναι, αφού μας το είπαν!
- Ναι ξέρω το λέει και ο Αττικής...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όσοι με βλέπουν νιώθουν φρίκη και αποτροπιασμό.

Από ρήμα φρίττω.

Μεταφορικά, ντροπιάζομαι μπροστά σε όσους είναι παρόντες.

  1. Εχθές μαλώσαμε στον δρόμο και γίναμε έφριγο στο κόσμο.

  2. Άμα δε σταματήσεις να φωνάζεις θα γίνουμε έφριγο στο χωριό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρέξιμο. Πηλαλάω το ρήμα.

  1. - Τους είδε κανείς;
    - Όχι, κάτι παιδιά ήταν που πηλαλάγανε στο δρόμο.

  2. Πηλάλα γρήγορα να τους προλάβεις.

  3. Πηλάλησα για να τον πιάσω αλλά μου γλίστρησε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε αθλήματα με μπάλα, έτσι αποκαλείται μια πολύ ψηλή μπαλιά που φεύγει πολύ μακριά εκτός πεδιάς. Τέτοιο άθλημα είναι κατ' εξοχή το ποδόσφαιρο όπου ένα λάκτισμα της μπάλας από κάποιον αούγκανο καλαμοκοντρόλερ μπορεί να τη στείλει πολύ ψηλά πάνω από την εστία με αποτέλεσμα να φάμε γλαρόσουπα αλλά επίσης και η καλαθοσφαίριση, το τένις, η επιτραπέζια αντισφαίριση κ.ά.

Η μπεκάτσα (snipe στα αγγλικά, εξ ου και sniper o ελεύθερος σκοπευτής) είναι πτηνό που πετάει σε μεγαλύτερα ύψη απ' ό,τι τα συνηθισμένα πουλιά.

Αν δεν πατήσεις πρώτα σωστά, αντί για τοπ-σπιν θα βγάλεις μπεκάτσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατενίζω το αντικείμενο ή υποκείμενο του πόθου μου ωσάν ξερολούκουμο και ξεροχύνω από τα μάτια.

Βλ. επίσης: ζαχαρώνω, τρέχουν τα σάλια μου, μουνοσαλιάρης, παθαίνω μουνόπλακα, ό,τι πρέπει για τα κάρβουνα...

Αγγλιστί: to feast one's eyes on something.

1.
Τι Corsa OPC και λοιπά κουβαδάκια... αυτό είναι αυτοκίνητο. Ξερογλείφομαι και δεν είναι για τα κοψίδια (Τσικνοπέμπτη γαρ)...

2.
Τραγουδιστής καρφώνει το βλέμμα του στα οπίσθια της Μαρία Μενούνος και ξερογλείφεται

3.
O Γ.Μπουτάρης ξερογλείφεται για στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ. Θα του τη δώσει;

4.
ΒΙΝΤΕΟ: Ψάρι επιτίθεται σε γάτα που ξερογλείφεται!

Got a better definition? Add it!

Published

Ρήμα ενεργητικό. Εκκένωση του πρωκτού με μεγάλη δυσκολία λόγω ογκώδους περιττώματος. Συνοδεύεται συνήθως από ελαφρά μορφή αιμορραγίας.

Ρε φίλε πήγαινε στη τουαλέτα να δεις τον μπέμπη που ξέχασε ο προηγούμενος. Πρέπει να μπουρακώλιασε ο τύπος μιλάμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified