Την εν λόγω «τράπεζα» ανέφεραν οι παλαιότεροι άρρενες (πατεράδες, θείοι, παππούδες), εννοώντας μεταφορικά τις γκόμενες (πιο συγκεκριμένα το μουνί τους), χάριν των οποίων οι άντρες ξόδευαν αφειδώς τα λεφτά τους προκειμένου να τις συντηρούν η να πηδούν επί πληρωμή κατά περίπτωση. Δηλ. «κατέθεταν» τα λεφτά τους σε αυτήν την «τράπεζα».

Βέβαια, στην εποχή μας που η πλειοψηφία των γυναικών το διατηρεί ξουρισμένο η αποτριχωμένο, έχει ατονήσει αυτή η έκφραση.

- Τόσα λεφτά βγάζει ο Μάκης και δεν είχε να μου δώσει κάτι λίγα που είχα ανάγκη.
- Λογικό. Αφού όλα τα λεφτά του τα καταθέτει στην τράπεζα.
- Σοβαρά; Σε ποια τράπεζα δικέ μου;
- Στην μαλλιαρή τράπεζα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται ως ένδειξη της προχωρημενιάς ενός ατόμου, του πόσο μπροστά είναι και γενικότερα της γαματοσύνης του. Συνηθίζεται να λέγεται μετά από μία ψαγμενιά που πέταξε κάποιος και μερικές φορές συνοδεύεται από ένα παρατεταμένο πςςςςς.

  1. - Δε σε είχα πει ότι θα το πάρει η Γιούβε;
    - Πςςς καλά ε, εκεί που άλλοι κοιτάνε εσύ βλέπεις.

  2. - Τι να κάνω ρε φίλε με τη Μαίρη; Τη μία έτσι, την άλλη γιουβέτσι.
    - Μάγκα μου, το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει.
    - Τι ψαγμένο πέταξες! Εκεί που άλλοι κοιτάνε εσύ βλέπεις!

(από Khan, 23/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κοκσάκερ, αυτός που γλύφει τα πουλιά των άλλων και κάνει ρουφοκαυλέτα.

Να προσέχεις την παρέα σου με τον Νίκο, είναι μεγάλος γαμορούφας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ξεβράκωτος, ο πολύ φτωχός.

Πώς έμπλεξε αυτή, κορίτσι από την Εκάλη, με αυτόν τον τσιπρικώλη;

H Paola Bacchiddu φωτογραφίζεται για τις ανάγκες της προεκλογικής καμπάνιας "Με τον Τσίπρα για μια άλλη Ευρώπη". (από Khan, 07/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που είναι σαν να έχει τσιμπούρια στον κώλο του και διαρκώς είναι ανήσυχος και ψάχνεται.

Καλά, μεσολάβησε ο θείος του και πήρε την δουλειά αλλά δεν πιστεύω να μείνει και πολύ γιατί είναι μεγάλος τσιμπουροκώλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ρουφοκαυλέτα με την οποία βρίσκεις την υγειά σου.

Ο γιατρός σύστησε ένα καυλορουφέν πριν κι ένα μετά το σεξ και θα γίνει περδίκι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν προσπαθείς να βγάλεις φτηνά μια επέτειο με φτηνά δώρα, ή όταν γιορτάζεις την επέτειο από όταν άρχισες να είσαι φακ-μπάντι με κάποιον.

  1. Καλά τι γύφτος! Της πήρε δώρο για την επέτειο σχέσης ένα βιβλίο και αυτό της το ζήτησε για να το διαβάσει ο ίδιος. Ξεπέτειο πήγε να το κάνει.

  2. Σήμερα δεν μπορώ να βγούμε, έχω ξεπέτειο με την Άννα και θα την γιορτάσουμε σπιτικά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει κατασκευάζω πολυκατοικία. Οι κατασκευαστές-εργολάβοι διακρίθηκαν στο ''σήκωμα'' πολυκατοικιών κυρίως κατά τις δεκαετίες '60 καί '70,όταν ανθούσε η αλήστου μνήμης αντιπαροχή. Τότε λοιπόν ήταν συχνή αυτή η έκφραση. Σήμερα βέβαια τείνει να εκλείψει, αφού δεν ''σηκώνονται'' πολυκατοικίες πλέον.

- Πολύ παραδάκι ο τύπος λέμε. Τι δουλειά κάνει;
- Σηκώνει πολυκατοικίες και έχει χεστεί στα φράγκα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Της πουτάνας, της Πόπης, της Πιπίτσας, της κακομοίρας κλπ.

Έμαθε ότι παντρεύεται την αρχιτσουλάρα κι έγινε της Κυρίας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εσεμεσιάζομαι, στέλνω μήνυμα στο κινητό.

  1. Όλη μέρα μηνυματίζεται με τη μάνα της.

  2. Οδηγεί και μηνυματίζεται όλη την ώρα, καμιά μέρα θα καρφωθεί και θα την κλαίμε.

Ζόμπι νέας κοπής (από σφυρίζων, 22/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published