Η έκφραση είναι ισοδύναμη με το «δεδομένου ότι (ρήμα Χ)» και χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάτι είναι επόμενο της ενέργειας του ρήματος Χ. Να σημειωθεί ότι η έκφραση δεν αντικαθιστά πάντα την έκφραση «δεδομένου ότι (ρήμα Χ)», π.χ. στο τέταρτο παράδειγμα δεν μπορούμε να πούμε «δεν ξέρω που δεν ξέρω καλά αγγλικά...».

Όταν το ρήμα είναι το «είναι», έχουμε την έκφραση είναι που είναι.

  1. Τρέχεις που τρέχεις για τα χαρτιά, κράτα τουλάχιστον ένα αρχείο και σημειώσεις να ξέρεις με ποιον μίλησες και τι σου είπανε.

  2. Τους κάνεις που τους κάνεις τόση κατανάλωση, ζήτα και καμιά απόδειξη.

  3. Δε γαμείς που δε γαμείς, δεν πας για ψάρεμα;

  4. Δεδομένου ότι δεν ξέρω καλά αγγλικά, νομίζω ότι καλά συνεννοήθηκα.

  5. Δεν ξέρω που δεν ξέρω καλά αγγλικά, με βάλανε και διερμηνέα και τα έκανα θάλασσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση «είναι που είναι» σημαίνει χοντρικά «όντας ήδη» και χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάτι που έχει μια ποιότητα, πχ όμορφο, χαζό, μεγάλο, την αποκτά σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό.

  1. Μην τον χτυπάς στο κεφάλι, είναι που είναι βλαμμένος.

  2. Ήταν που ήταν παλαβή η διακόσμηση, έβαψε και τους τοίχους πορτοκαλί και το κατάστρεψε το δωμάτιο.

βλ. και (ρήμα Χ) που (ρήμα Χ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποκοριστικό του Ελλάδα, πιο σπάνιο και εναλλακτικό του Ελλαδίτσα, το οποίο παραπέμπει και στην λέξη δούλα, και ωσεκτουτού δηλώνει την Ελλάδα ως μία βασικά υποτελή ή ατιμασμένη χώρα. Ορισμένοι το γράφουν και με ενωτικό μεταξύ των υποτιθέμενων συστατικών, δηλ. Ελλα-δούλα, για να γίνει πιο σέντσια το λογοπαίγνιο, ή κάνουν μπανεύκολες ρίμες τ. χέρια- μαχαίρια. Ωστόσο, υπάρχουν και φορές που χρησιμοποιείται χωρίς τον συνειρμό με το δούλα, ως ένα απλό γουτσιστικό υποκοριστικό (βλ. λ.χ. παράδειγμα 4).

  1. Ένα κράτος που κινήσανε πολιτικάντηδες να το κάνουν Ελλάδα και το καταντήσανε Ελλαδούλα, μια ελληνική κοινωνία που την κάνανε δούλα του ξένου παρά και παραδουλεύτρα ανθελλήνων και ένα δόγμα γραικύλων οκνηρών πως πρέπει να δώσουμε προίκα στον ίδιο τον κατακτητή λευτεριά και γη. (Ο διαχρονικά μειοδοτικός ρόλος της αστικής δημοκρατίας).

  2. Eλλα-δουλα.
    Ποιος το ειχε φανταστει οτι η Ελλαδα του 2004,η Ελλαδα της αναπτυξης,της συγκλισης,των ηγετων με οραμα θα γινοταν στις μερες μας η Ελλαδα δουλα των επιθυμιων του κεφαλαιου,υπηρετρια των ισχυρων της Ευρωπης,ανικανη να σταθει στα ποδια της τα οποια της εκοψαν ποιοι;
    Ξεχαστε οτι πιστευατε,μπηκαμε σε μια εντελως νεα εποχη,την εποχη των παγετωνων,την εποχη που οσα ξεραμε ξεπεραστηκαν απο τις νεες ιδεες και τα νεα οραματα,οραματα για ξεπουλημα και πλειστηριασμο καθε αξιας,οραματα φρικης και απαισιοδοξιας. (Εδώ).

  3. ΣΤΗΝ ΔΙΑΚΟΡΕΥΜΕΝΗ ΕΛΛΑΔΟΥΛΑ.
    ΚΑΙ ΣΥ ΜΙΚΡΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥ, ΕΣΕΝΑ ΠΟΙΟΣ ΣΕ ΠΗΡΕ
    ΠΟΙΟΣ ΣΕ ΑΠΟΠΛΑΝΗΣΕ ΚΙ ΕΧΑΣΕΣ ΤΗΝ ΤΙΜΗΣΟΥ;
    Μην α σε πήραν οι πολιτικοί κι όλοι οι αφεντάδες
    της εκκλησιάς οι μπέηδες και οι πραματευτάδες;. (Εδώ).

  4. Κάνε κουράγιο Ελλάδα μου (άσμα Σοφίας Βέμπο, 1946).

Ποιος το περίμενε στ' αλήθεια,
να βγουν ψευτιές και παραμύθια
και να ξεχάσουν τώρα πια τα λόγια εκείνα τους,
που μας τα 'λέγαν κάθε βράδι απ' τα Λονδίνα τους.

Μα δεν πειράζει, δεν πειράζει,
δεν θα το βάλουμε μαράζι
και δεν θα κλάψουμε που πάλι μας ξεχάσατε,
γιατί δεν είν' πρώτη φορά που μας τη σκάσατε
και στην υγειά σας μια οκαδούλα εμείς θα πιούμε
και στη μικρή την Ελλαδούλα μας θα πούμε: [...]

Μα ξεχαστήκαν όλα εκείνα,
η Πίνδος και η Τρεμπεσίνα,
ίσως μια μέρα εμάς που τόσο αίμα εχύσαμε,
να μας καθίσουν στο σκαμνί, γιατί νικήσαμε. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο φορτικός άνθρωπος, αυτός που δεν καταλαβαίνει ότι αρχίδει και κουράδει. Έρχεται όπου πας έχοντας αυτοπροσκληθεί και γενικώς γίνεται στενός κορσές. Είναι μία ειδική και ιδιαίτερα ενοχλητική υποκατηγορία του πρήχτη.

Ο όρος αποδίδεται και με άλλες εκφράσεις: μουνόψειρα, βδέλλα, τσιμπούρι, κάποιος περισσεύεις, να μαζευτούμε να πάτε, μου έγινε ταγάρι, κολαούζος, κολαούζο.

- Να 'μαστε κι εμείς...
- Α... τα πιάσαμε τα λεφτά μας!
- Πώς είπες;
- Λέω «καλώς τον, πώς από 'δώ;»
- Ε, είπα κι εγώ «πού χάθηκε όλη η παλιοπαρέα τόσες μέρες;» και έκανα δυό, τρία, πέντε τηλεφωνάκια, μαιηλάκια, τσέκαρα φατσοβιβλίο για Checked-in και τσουπ! να 'μαι κι εγώωωω... - Την τεχνολογία μου μέσα...
- Ε;
- Λέω «κι έπεσες μέσα» μπαγάσικο...
Group SMS «Παρέα»: May day, may day magkes, eskase myti o Nwntas. Min er8ete me tpt! 8a prospa8isw na ton 3efortw8w giati einai entelws tis proskollisews kai milame argotera. Mon felek dedans...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η προχώ έκδοση της λέξης ξεπερασμένο. Φοριέται από τα απανταχού της επικράτειας 13αρια (και στο δεξί ως κόσμημα).

...η λέξη προχώ είναι ξεπέ. Η λέξη ξεπέ είναι προχώ...

Got a better definition? Add it!

Published

Το λήμμα αναφέρεται σε γκομενίδιο, το οποίο παρά το φαινομενικό του ύψος, μέγεθος και άλλα φυσικά χαρακτηριστικά, δίδει την εντύπωση πως είναι δεινή γνώστης της πεολειχίας, αλλά λόγω των προαναφερθέντων, προσλαμβάνει τον υποκοριστικό χαρακτηρισμό «πιπερότο».

- Φιλαράκι, σου λέω πως αν και 19 χρονών, η γκόμενα είναι πολύ πιπερότο!

Βλ. και λήμμα πουτσομεζές

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ζουμί (διάφορα υγρά) που μπορούν να προκύψουν (στάξουν, καταποθούν, παρθούν) απ' τον πρωκτό.

Βλ. καμιά τσόντα ή αναζητήστε κανένα πρωκτό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο με το τηλεπάθεια που σημαίνει την απάθεια, η οποία καλλιεργείται από την τηλεόραση.

Επειδή στην τηλεόραση τα βλέπεις όλα, και δημιουργείται μια ψευδαίσθηση ότι είσαι «μέσα στα γεγονότα», δεν σου κάνει εντύπωση μετά αν βλέπεις φόνους, βιασμούς, πολέμους και ταλιμπάν. «Στις ειδήσεις τα βλέπεις και τρως», που λέει κι ο μελωδός.

Επίσης, επειδή ακριβώς υπάρχει η τηλεόραση, κάποιος μπορεί να μην βγει από το σπίτι του για να συμμετάσχει σε ένα γεγονός, λ.χ. διαδήλωση, ομιλία, ποδοσφαιρικό αγώνα, αφού μπορεί να το δει στην τιβί. Έτσι ενθαρρύνεται στο να γίνει καναπεδάκιας. Ακόμη περισσότερο με την διαδικτυακή τηλεόραση και τις εκπομπές on demand, που δίνουν την ευκαιρία και σε ιντερνετομαλάκες να τραγουδήσουν μαζί με τον λεπά «και κάνω έρωτα μαζί σου με τηλεαπάθεια, σ'έναν κόσμο μπερδεμένο, όλο απάθεια».

  1. Η τοποθέτηση security, οι ασφαλίτες και οι εξακριβώσεις ταυτότητας, οι κάμερες παρακολούθησης καθώς και η τρομοκρατία που καλλιεργείται ότι στα πάρκα και τις πλατείες κινδυνεύει ο καθένας από μετανάστες, πρεζόνια και κλεφτρόνια, απλά μαντρώνουν τους ανθρώπους μέσα στα σπίτια τους, καθιστώντας τούς όμηρους της αποξένωσης, της αντικοινωνικότητας και της τηλεαπάθειας. (Εδώ).

  2. Η αλήθεια είναι ότι τώρα τελευταία έχω αρχίσει να πιστεύω στην ύπαρξη της τηλεαπάθειας, δηλαδή στην νοητική μετάδοση ασυγκινησίας μεταξύ των μελών της κοινωνίας, χωρίς την παρεμβολή μέσου μεταδόσεως. (Πιστεύετε στην 6η αίσθηση και την τηλεπάθεια;).

  3. Η τηλεαπάθεια (ετυμ. τηλεόραση + απάθεια) είναι παραψυχολογικό φαινόμενο και ερευνάται επισταμένα από τους επιστήμονες psi. Ορισμένοι ισχυρίζονται πως είναι σύγχρονο νόσημα (αυτό που δεν έχει σήμα δηλαδή) των καρεκλοκενταύρων που βλέπουν απαθείς τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, του Ιράκ, τον πόλεμο των ηλιθίων γενικώς. [...]
    Συνήθεις εκφράσεις των τηλεαπαθών:
    μάγκες γεια χαραντάν και τα κουκιά μπαγλάν
    τι έγινε ρε με τις πίτσες, κόκκαλα έχουνε να 'ούμ'
    ΓΚΡΟΥΧ (=ρέψιμο) (Από την Φρικηπαίδεια).

(από Khan, 24/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μειωτικός χαρακτηρισμός για τηλεοπτικό κανάλι που στηρίζεται κυρίως σε υποκουλτούρα και τρασιές, όπως λ.χ. μεσημεριανούδες, πρωινατζούδες, κληρονομικά χαρίσματα, ελλαδέμπορες, κους κους για σελεμπριτόνια, αλτεραστές, ρεπορτάζ από τη μπαραλjία, σόου βυζ, τάκηδες τε και βάζελους και ταλιμπάν. Υπάρχουν συγκεκριμένα σκουπιδοκάναλα, που όλοι ξέρουμε ποια είναι, δεν χρειάζεται να τα ονοματίσουμε. Μπορεί πάντως να αποκληθεί έτσι υβριστικώς και σοβαρό κανάλι, το οποίο όμως μανιπουλάρει την κοινή γνώμη με μηντιακούς τουκανισμούς και άλλες μεθόδους, που υποβάλλουν επιτήδειοι γραμμιτζήδες.

  1. Μιλαμε για πολυ σκουπιδοκαναλο αυτο το Star Οτι εχει σχεση με πουτανιες gay και κουτσομπολια ειναι μεσα (Εδώ).

  2. Να μια Λαμπιρη μονο μιας και ειστε στο ιδιο σκουπιδοκαναλο μπας και την ξελασπωσεις με τις πιπες που βγηκες να ξεστομισεις γεματες ανεδεια. (Εδώ).

  3. ΚΑΙ ΑΣΕ ΤΗΝ ΠΛΕΜΠΑ ΝΑ ΠΕΙΝΑΕΙ ΚΑΙ ΚΑΝΕ ΚΑΙ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΛΑΟΥΤΖΙΚΟ ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΟΥΠΙΔΟΚΑΝΑΛΟ ΣΟΥ (Εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλιαρντοειδής λέξη για την τηλεόραση εκ των κρύσταλλο και μπουρού= η κουτσομπόλα, πιθανόν (κατά Η. Πετρόπουλο) από την μπουρού που χρησιμοποιούν οι ναυτικοί (από το τουρκικό boru = βούκινο). Οπότε η τηλεόραση θεωρείται ως μια «κρυστάλλινη κουτσομπόλα».

Κάθισα να δικέλω την κρυσταλομπουρού, τίποτα, προσπάθησα να λερατζάρω, νάκα, χοροπηδάγανε τα λέτρα. (Αποκατέ).

(από Khan, 27/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified