Παλαιότερης κοπής έκφραση διασαφηνιστικού χαρακτήρα. Βάζει τα πράγματα στη θέση τους όταν ο συνομιλητής μας τείνει να συγχέει ετερόκλητες έννοιες π.χ. τις βούρτσες με τις πούτσες.

Δεν γνωρίζουμε ποια ακριβώς ήταν η Μάρω - αν και πληροφορίες μη διασταυρωμένες αναφέρουν ότι επρόκειτο για εξαδέλφη της Χάιδως.

Περισσότερα είναι γνωστά για τους Τουπαμάρος. Ήταν ένα αριστερό κίνημα στην Ουρουγουάη στις αρχές της δεκαετίας του '70 - έμειναν γνωστοί ως αντάρτες των πόλεων με ειδικότητα στις πολιτικές απαγωγές. Τουπάκ Αμάρου, εξ ου και Τουπαμάρος, ήταν το όνομα δυο βασιλέων των Ίνκας που είχαν δώσει σκληρές μάχες κατά των Ισπανών κατακτητών - βλ. και Οι 7 κρυστάλλινες μπάλλεςκαι Ο Ναός του Ήλιου από τις Περιπέτειες του Τεν Τεν, εκδόσεις Μαμούθ Comix, για μια εις βάθος ιστορική ενημέρωση.

- Σιγά, Κωστάκη ... να μην τα ισοπεδώνουμε όλα ... καλός ο Αλέξης, δε λέω, αλλά, άλλο Αλέξης κι άλλο Ανδρέας ... να μην μπερδεύουμε και τις βούρτσες με τις πούτσες ...
- Έτσι είναι Κωστάκη μου, καλά τα λέει ο θείος ... δεν είναι όλα ίδια κι όμοια ... άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως ...
- Νταξ, no problem, πίσω έχει η αχλάδα την ουρά ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαλλίζουσα εκδοχή του αξιαγάμητος/-η. Ηπιότερη διατύπωση που χρησιμοποιείται κυρίως από γυναίκες μιας κάποιας ηλικίας ή/και παντρεμένες κλπ. Περιέχει ισχυρή δόση συγκατάβασης.

- Τι έγινε, Μαράκι; Βγήκατε με τον έτσι; Πώς ήταν;
- Να σου πω, χρυσό μου... Κρεβατάμπλ, απολύτως κρεβατάμπλ... Αλλά, βρε, δεν έχει μία... Κι εγώ, ξέρεις, κυττάζω πια να αποκατασταθώ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρώτο συστατικό σε χιλιάδες ατάκες που κυκλοφόρησαν μετά τον Δεκέμβριο του 2007, μέσα στο γενικό αλαλούμ της Ζαχοπουλιάδας, με στόχο την γελοιοποίηση του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου - πρύτανη του δημοσιογραφικού λειτουργήματος, φωτεινού παντογνώστηκαι, κατά ορισμένους, πρώτου ρουφιάνου.

Η υπόθεση Ζαχόπουλου και ό,τι επακολούθησε, προβλημάτισε: συγκεχυμένες πληροφορίες, ένα απίθανο μείγμα προσωπικής τραγωδίας και τσοκαρίας, σοβαρές οι υπόνοιες για διαφθορά και δεδομένη η ανεπάρκεια αλλά και η αλαζονεία των ΜΜΕ - ήταν, λοιπόν, ποτέ δυνατόν να υπάρξει άλλη αντίδραση από το να γίνει χοντρή πλάκα;

Μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2008, πάνω από 5.000 τέτοιες ατάκες είχαν καταγραφεί στην ιστοσελίδα www.makisfacts.com, που έχει ως πρότυπο το www.chucknorrisfacts.com, δικτυακό τόπο αφιερωμένο στον γνωστό Αμερικανό ήρωα ταινιών δράσης.

Η έκφραση 'Ο Μάκης ξέρει ...' συμπληρώνεται από κάτι που είναι:

  1. το άκρον άωτον της υπερβολής, η/και
  2. σουρεαλιστικό λογοπαίγνιο ή/και
  3. τελείως παράλογο, ή/και
  4. αντίθετο με τους νόμους της Φυσικής - σε αυτό το Σύμπαν.

Με την ίδια κεντρική ιδέα - ότι, δηλαδή, το ερευνητικό δαιμόνιο του Τριανταφυλλόπουλου είναι πάνω από τα ανθρώπινα μέτρα - κυκλοφορούν και πολλές άλλες έκφρασεις που δεν υιοθετούν μεν την σύνταξη 'ο Μάκης ξέρει ...' αλλά τον γελοιοποιούν εξίσου αποτελεσματικά (βλ. παραδείγματα). Βέβαια, θα δούμε αν εν τέλει όλα αυτά τον ξεφτιλίσουν όντως ή θα τον κάνουν ακόμη πιο καλτ.

Η έκφραση 'ο Μάκης ξέρει ...' τείνει ήδη να αυτονομηθεί από τον Τριανταφυλλόπουλο και χρησιμοποιείται - με αλλαγή ή και όχι του ονόματος - για να ταπώσει τον ξερόλα και εν γένει παπαρολεβιέπου υπάρχει σε κάθε παρέα.

Το www.makisfacts.com έχει πάνω από 5.000 παραδείγματα. Ακολουθεί μια μικρή προσωπική επιλογή.

Ο Μάκης ξέρει που πάει ο Καραμήτρος
Ο Μάκης έχει σε DVD την Τσέκου να βιντεοσκοπεί το Ζαχόπουλο
Ο Μάκης ξέρει που είναι η μπάλα... Οέο.
Ο Μάκης ξέρει με ποιον γαμιέται ο Δίας
Ο Μάκης ξέρει τι σημαίνει ζαβαρακατρανέμια
Αποκάλυψη του Μάκη: ο Παρθενώνας χτίστηκε με άδεια αναψυκτηρίου. Προφυλακίζεται ο Ικτίνος, ερευνάται ο ρόλος του Καλλικράτη στην υπόθεση.
Ο Μάκης ξέρει πόσα απίδια βάνει ο σάκος
Ο Σωκράτης ήπιε κώνιο γιατί θα τον έβγαζε ο Μάκης
Ο Μάκης ξέρει το τελευταίο δεκαδικό του π
Ο Μάκης ξέρει ποιον νίκησε η "Χαβάη 5-0
Ο Μάκης ξέρει τι κρύβει η kinder έκπληξη
Αν ο Σάρουμαν είχε τον Μάκη για βοηθό, θα είχε βρει τον Φρόντο σε μία ώρα.
Ο Μάκης βρήκε ακόμη έναν Μοϊκανό.
Οταν ο Μάκης χτυπάει την πόρτα ο κουφός του ανοίγει
Ο Μάκης έχει σε DVD το Big Bang. Μαζί με τα extras
Ο Μάκης ξέρει ποιος είναι ο Άγνωστος Στρατιώτης
Ο Μάκης ξέρει ποιος είναι ο κυνηγός που σκότωσε το λύκο που έφαγε το βόδι που ρούφηξε το ποτάμι που έσβησε τη φωτιά που έκαψε το ξύλο που σκότωσε το σκύλο που έπνιξε τη γάτα που έφαγε τον ποντικό που πήρε το φιτίλι μέσ’ από το καντήλι που έφεγγε και κένταγε η κόρη το μαντίλι, ντίλι-ντίλι-ντίλι.
Ο Μάκης ξέρει που βρίσκεται του διαόλου η μάνα
-Μάκης: Έχεις γυμνές φωτογραφίες της κοπέλας σου? -Όχι. -Μάκης: Θέλεις???
Ο Μακης εχει σε dvd τον Ακακιο να αγοραζει μακαρονια barilla
Ο Μάκης ξέρει πότε πέφτει του Αγ. Πούτσου ανήμερα!
Ο Μάκης ξέρει από που κλάνει το μπαρμπούνι
Ο Μακης εχει σε DVD τον Οβελιξ να πηδ@ει την Φραμπαλα
Ο Μακης έχει σε βίντεο τον Εφιάλτη και στοιχεία-φωτιά για τον εργολάβο-λαμόγιο που έφτιαξε την Κερκόπορτα
Ο Μάκης ξέρει γιατί η Όλγα Τρέμει

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καίριο ερώτημα εδώ είναι τι ακριβώς εννοούσε ο δημιουργός όταν έλεγε 'μπουγαδοκόφινο'.

Κυριολεκτούσε; Αν ναι, πρόκειται για μια από τις πλέον γκάου εκφράσεις που έχουμε διαθέσιμες. Ένα καλάθι με τα ρούχα που έπλυνε μια θείτσα γίνεται βρισιά. Προχωρημένο. Υπερρεαλισμός και δη φευγάτος. Αλλα η έκφραση δεν είναι χυδαία.

Ή μήπως το μπουγαδοκόφινο είναι μεταφορά για ένα μέρος της ανατομίας της θείας; Αν ναι, η έκφραση είναι συγγενής με το 'της θείας σου ο κώλος'. Αλλά, είναι και χυδαιότερη. Διότι ο κώλος της - και πλακαπλάκα μπορεί να είναι και το μουνί της - είτε εχει ένα άλφα μέγεθος από χέρι είτε έχει ξεχειλώσει και ωσεκτουτού συγκρίνεται με το μπουγαδοκόφινο το οποίο είναι και ανοιχτό στο έμπα του και σχετικά βαθύ.

Η έκφραση δηλώνει αγανάκτηση, ειδικά με κάτι επαναλαμβανόμενα εκνευριστικό. Χρηισμοποιείται επίσης για να βάλει τέλος σε μια κουβέντα όταν κάποιος πάει να κάνει τον έξυπνο.

Ο τόνος στη λέξη 'θειάς' είναι ΑΥΣΤΗΡΑ στη λήγουσα.

  1. - Της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο, ρε μαλάκα ... κορνάρεις και κορνάρεις ... νά 'ρθω εκεί να σου βάλω τη κόρνα εκεί που δεν θ' ακούγεται ...

  2. - Ναι, ναι εντάξει ... της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο, ρε νιάνιαρο που θα μας κάνεις και τον έξυπνο ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά βάση, ο ζιγκολό. Νεότερος, συνήθως, σε ηλικία άνδρας ο οποίος εξυπηρετεί σε σταθερή βάση τις ερωτικές ανάγκες ώριμης σχετικά κυρίας αντί οικονομικού ή άλλου ανταλλάγματος - λέγεται και επαγγελματίας ή επ' αμοιβή πουτσοδότης.

Καταχρηστικά, και ειρωνικά, ο όρος χαρακτηρίζει και το σπυριάρικο πιτσιρίκι που του έκατσαν το καλοκαίρι δυο σταφιδιασμένες τουρίστριες και έκτοτε το έχει δει και οι πρώτος γαμίκουλας.

Εθελοντής πουτσοδότης, αντιθέτως, λέγεται ο καλός φίλος - πολλές φορές, παιδικός φίλος - στον οποίον μια γυναίκα προστρέχει για έναν πούτσο μια στις τόσες, χωρίς προκαταρκτικά και χωρίς περαιτέρω, όταν η παρατεταμένη αγαμία αρχίζει να την ενοχλεί. Το αντίστοιχο του αγγλικού fuck buddy.

  1. - Καλά ρε, πού τη βρήκε τη Χάρλεϊ ο Κωνσταντίνος; Φιλόλογος είναι ...
    - Καλά, πού ζεις ρε ούφο; Το άτομο έχει κάνει καριέρα πλέον ως επαγγελματίας πουτσοδότης - έχει τώρα την κυρία Χατζημπαρμπούτσαλου, την ταΐζει, την ποτίζει και αυτή τα στάζει κανονικά ...
    - Ναζωραίος ο Κωνσταντίνος ...

  2. - Το Πάσχα πάω Στοκχόλμη Ιντερέιλ - πάω να δω την Ίνγκα και θέλει, λέει, να με γνωρίσει και σε μια φίλη της και προβλέπω φάση χοντρή τριφασική ...
    - Μπράβο, ρε Τζόνι, πουτσοδότη ... διότι και τι θα έκανε ο γυναικείος πληθυσμός της Σκανδιναβίας χωρίς εσένα ...

  3. - Α, η Ειρήνη είναι πολύ ανεξάρτητη κοπέλα. Μένει μόνη της, έχει την ησυχία της, καλή δουλίτσα, δικό της αυτοκίνητο ... έχει και τον προσωπικό της εθελοντή πουτσοδότη ... δεν την βλέπω να θέλει να μπλέκει με σχέσεις και με τέτοια ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρτοπαικτικός όρος, κυρίως στην πόκα. Ο άνθρωπος ο οποίος μονίμως χάνει. Με τα λεφτά του κινείται το καρέ.

- Πενήντα ευρώ.
- Τα πενήντα και άλλα πενήντα, να γίνει ένα κατοστάρικο στρογγυλό.
- Τα βλέπω, μέσα. Τρεις βαλέδες έχω.
- Σόρυ, φουλ της ντάμας ...
- Καλά, ρε Καραμήτρο, πού πας με τρεις βαλέδες ... δε βλέπεις ότι έχει δυο ντάμες κάτω ... μια ακόμη νάχει στο χέρι του κερδίζει, δε χρειάζεται καν το φουλ ... αλλά μια ζωή αιμοδότης είσαι ... και πληρώνεις και δε μαθαίνεις ... - Έλα, να μη μιλάνε οι απέξω ... ποιός κάνει φύλλα;

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που δίνει πόντους.

Σύνθετη λέξη από το «ποντοπόρος» και το «πουτσοδότης» - λέμε τώρα, μπορεί και να πιάσει.

Στο πλαίσιο του slang.gr, καλός άνθρωπος. Απλόχερα μοιράζει πόντους σε ό,τι καλό δει. Δίνει πράσινα τικ χαλαρά, αν:

  1. το λήμμα είναι μια καινούργια λέξη που δεν την ξέρει κι έχει πλάκα ή γλωσσικό ενδιαφέρον, ή/και
  2. ο ορισμός είναι καλογραμμένος, ή/και
  3. το παραδειγματάκι είναι πετυχημένο.

Ο ποντοδότης δεν περιμένει να είναι όλα τέλεια για να δώσει τικ - ένα απ' αυτά να είναι εντάξει, φτάνει.

Ο ποντοδότης διαβάζει προσεκτικά τα όσα ανεβάζουν οι άλλοι και προσπαθεί να μοιράσει κάποια τικ κάθε φορά που μπαίνει στο site - ένα είναι καλύτερο από κανένα και πέντε τικ τη μέρα το γιατρό τον κάνουν πέρα - λέμε τώρα πάλι. Διότι ο ποντοδότης γνωρίζει ότι αυτή η επιδοκιμασία είναι η μόνη ανταμοιβή του καλλιτέχνη λεξιπλάστη και αργκολεξικογράφου - και όσο πιο ευτυχείς είναι οι καλλιτέχνες τόσο πιο πολλά λήμματα θα ανεβάζουν και τόσο μεγαλύτερη πλάκα θα κάνουμε όλοι μας.

Και για όσους δεν κατάλαβαν, βάλτε κάνα-δυο τικ, όπου νά 'ναι. Έτσι κι αλλιώς, τζάμπα είναι.

- Ρε μάστορα, έχω προσέξει ένα μυστήριο πράμα στο slang...
- Ορίστε να μου πεις.
- Ρε, ανεβαίνουν κορυφαία πράματα - και γαμώ τα λήμματα, δηλαδή - και με το ζόρι κάνουν διψήφιο νούμερο ... κανείς δεν ψηφίζει, ρε πούστη μου; Χάθηκαν οι ποντοδότες; Όλοι γράφουνε μόνο;
- Τι να σου πω, δίκιο έχεις ... και τα top, σχεδόν όλα είναι από πιο παλιά ... Νομίζω ότι πιο παλιά οι ορισμοί ήταν λιγότεροι κι ο κόσμος τους διάβαζε πιο πολύ ... ε, και βέβαια τα πιο παλιά λήμματα έχουν μείνει ανεβασμένα και πιο πολύ καιρό ...
- Έτσι είναι, αλλά κρίμα ... διότι υπάρχουν χρήστες που γράφουν τις κάλτσες τουςκαι δεν αμείβονται δεόντως ... ονόματα δε λέμε ...
- Ονόματα μπορεί να μη λέμε αλλά εσύ poniroskylo δεν είσαι βέβαια ένας απ'αυτούς και, συνεπώς, μην ψαρεύεις πόντους ...
- Καλά, είσαι μαλάκας ... δεν εννοούσα εμένα ρε ... εγώ, η τελευταία τρύπα του ζουρνά και γουστάρω ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όψη μαραμένη και ελεεινή. Φάτσα για κλάμματα, απορρύθμιση των άκρων, σχεδόν πλήρης αδυναμία κίνησης και άρθρωσης - όλα αυτά συνέπεια κούρασης και αϋπνίας, είδικά όταν το ξενύχτι συνοδεύεται από πολλά τσιγάρα και ξύδια.

Συγγενείς έννοιες: σαν τον πούτσο μου ξενύχτη, σαν τον κώλο μου ξενύχτη.

- Καλά ρε μαλάκα, τι φάτσα είν' αυτή; Σαν κλασμένο μαρούλι είσαι πάλι.
- Μμμμμμ ... δε κοιμήθηκα .... πφπφπφπφ ..... πόκα ... τριαντάεξι ώρες .... έμπλεξα ...
- Άντε ρε για ύπνο, δε βλέπεις μπροστά σου, ρε μαλάκα, δε μπορείς να πάρεις τα πόδια σου ... θες ταξί;
- Νννναί ... πατσά, όμως, πρώτα ... θα στανιάρω ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινή, πλέον, έκφραση που αποτυπώνει την τεράστια αγωνία του Έλληνα να μην πιαστεί κορόιδο. Είναι μια πιο σύγχρονη εκδοχή κλασικών ρητορικών ερωτήσεων όπως:

Η απάντηση που προφανώς περιμένει αυτός που ρωτάει μάλλον επιθετικά αν η κατσίκα μασάει ταραμά –και όλα τα υπόλοιπα– είναι «όχι, βέβαια» ή, ακόμη καλύτερα, μια απόλυτη σιωπή. Τότε νιώθει ο ερωτών ότι τάπωσε τον μαλάκα που πήγε να του τη βγει και επιβεβαιώνει στον εαυτό του και την παρέα ότι αυτός είναι και ο πρώτος μάγκας.

Το πρόβλημα του Έλληνα, όμως, είναι ότι ο κάθε Έλληνας θεωρεί για πάρτη του ότι εκείνος είναι ο πρώτος μάγκας –και κανένας άλλος. Και, συνεπώς, έχει έτοιμη την αποστομωτική απάντηση στην ερώτηση που υποτίθεται ότι θα έβαζε τελεία και παύλα στην κουβέντα –τάπα στην τάπα, δηλαδή. Έτσι λοιπόν:

– Μασάει η κατσίκα ταραμά;
– Μασάει... Και φτύνει και τα κουκούτσια...

Που σημαίνει: «Μαλάκα, περνιέσαι για ξύπνιος, αλλά αυτό που λέω εγώ θα γίνει και θα πεις κι ένα τραγούδι».

Ή ακόμη και: «Άμα έρθουμε στα ζόρια, όλα τα καταπίνουμε –και πάλι καλά που δεν φάγαμε και τα κουκούτσια».

Συνώνυμες εκφράσεις:

Σπινιάρει η γάτα στο γιαούρτι;
– Σπινιάρει... και κάνει και τούμπες...

και

– Πατινάρει το σκουλήκι στο τζατζίκι;
– Πατινάρει... και πετάει και πάγο...

  1. Τι λε ρε ταρίφα, 100 ευρώ γι' αεροδρόμιο; Σε τα μας, ρε φιλάρα; Μασάει η κατσίκα ταραμά;

  2. – Δεν γίνονται αυτά τα πράματα ρε Γιώργο... Να μας φέρει και Σάββατο και Κυριακή για απογραφή... για μαλάκες μας περνάει; Μασάει, ρε, η κατσίκα ταραμά;
    – Μασάει, Θανασάκη μου, μασάει... και φτύνει και τα κουκούτσια... Εγώ θά 'ρθω γιατί οι κάρτες έχουν πάει στο κόκκινο κι έχω ανάγκη τις υπερωρίες...

Ρωτήστε με για (από spydel, 01/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια πιο σουρεαλιστική έκδοση της κλασσικής πλέον έκφρασης: 'μασάει η κατσίκα ταραμά;'

Η απάντηση - πέραν του προφανούς 'είσαι μαλάκας' - είναι:

'Σπινιάρει ... και κάνει και τούμπες'

Άλλο συνώνυμο:

- Πατινάρει το σκουλήκι στο τζατζίκι;
- Πατινάρει ... και πετάει και πάγο ...

Got a better definition? Add it!

Published