Από το also known as (a.k.a.)

Λέγεται προς αντικατάσταση του δηλαδή, λέγε με, βλέπε κλπ.

  1. - Κάποιος, άκα εσύ, θα έχει το πρόβλημα τoυ με την ψηλή του όταν μάθει τα καμώματα μας χτες.

  2. - Ρε, πώς θα πάμε το βράδυ;
    - Άκα;
    - Δεν έχω αμάξι, με άφησε η κουρέλα.

Βλέπε και ότι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάτι έχει αργήσει χαρακτηριστικά να γίνει και τώρα δεν είναι επίκαιρο.

Είναι και ανάλογο του κάθομαι πάνω στο παγωτό, με την έννοια του: τώωωρα, κάτσε στο παγωτό (πιες τα εσύ τώρα).

Στο παράδειγμα από κάτω παραδίδω την original καταγωγή της έκφρασης.

  1. (Σε μπαράκι καλοκαιρινό που κλείνει 01.00 το πρωί)

00.30 (στη γκαρσόνα):
- Θα μας φέρεις από μια βότκα-γκέιγκα να γουστάρουμε;

01.10 (η γκαρσόνα έρχεται)
- Το ποτά σας, 18 ευρώ
- Ε, πιες τα εσύ τώρα...
(και τα χύνεις στα βυζιά της και φεύγεις)

  1. - Ρε μαλάκα Τεο, μην παραγγέλνεις άλλο, ποιος θα τα φάει;
    - Σώπα ρε, θα τα τσαλακώσουμε...
    (Σερβιτόρος):
    - Παιδιά είναι πολλά, δεν θα τα φάτε...
    ...
    (προς τον σερβιτόρο, φέρνοντας τα τελευταία):
    - Πιες τα εσύ τώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί το Apple iphone. Προφανώς λόγω του γιώτα πριν από το phone.

  1. γιατί κάποιος να πάρει BB και να το κάνει να μοιάζει με Γιωτόφωνο; (Σε σχόλιο προγράμματος για Blackberry που το κάνει να μοιάζει με iphone)

  2. Οι ερωτήσεις- ανησυχίες παρακάτω αφορούν το γιωτόφωνο.
    Ο λόγος που πηγαίνω κατ'αρχας σε γιωτόφωνο και οχι σε κατι άλλο, ειναι
    1ον: η ευκολία χρήσης
    2ον: πληθώρα εφαρμογών
    3ον: δεν θέλω windows KAI στο κινητό μου. (απο εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικά γι' αυτόν που κάνει μεγάλη ζωή γεμάτη ταξίδια στο εξωτερικό και καλά, μύτινγκς*, είμαι-πολύ-μπίζι-με-διάφορες-μπίζνες* και γουαζά ναούμ'.

Ο όρος προέρχεται από τη χρυσή δεκαετία τον εϊτιζ και την τότε δημοφιλή τηλεοπτική σειρά «Δυναστεία» με τους Κάρινγκτονς και σια.

Υπήρξε και βιντεοταινία με τον Σωτήρη Μουστάκα το 1985

- Πάμε το σουκού για μπάνιο στη Λούτσα;
- Άσε έχω μπλέξει. Πρέπει να πεταχτώ μέχρι τη Ζυρίχη το Σάββατο και την Κυριακή να κατέβω Μιλάνο για κάτι δουλειές.
- Ηρέμησε ρε γιάπη ναούμε. Ποιος είσαι, ο Δυναστείας;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όποιος να ᾽ναι, οτινάνας, όλων τον λογιών οι άνθρωποι.

Κατά κύριο λόγο είναι αρνητική έκφραση για να εκφράσει ότι μαζεύτηκαν πολλοί στο χώρο, σχετικοί και άσχετοι με αυτόν.

- Εσύ τι λέει με το σάιτ που γράφεις;
- Άσε ρε, έχει μαζευτεί κάθε καρυδιάς καρύδι εκεί μέσα και έχει γίνει ζούγκλα τελεία τζι αρ.
- Όταν λες ζούγκλα, τι εννοείς;
- Εεε, εν ολίγοις κάθε καρυδιάς....καρύδες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντόμευση για το γνωστό ποτό Jagermeister (Jager).

Αν και η αρχική προέλευση της λέξης παραμένει άγνωστη, εικάζεται ότι ειπώθηκε από κάποιον εξαιρετικά μεθυσμένο ο οποίος δεν μπορούσε να αρθρώσει σωστά τη λέξη γιαγκερμάϊστερ.

  1. - Τι πίνεις;
    - Βότκα γκέιγκα.

  2. - Να πάρουμε ένα καλιμπού (μπουκάλι) γκέιγκα να γίνουμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Από το στρατό ως προσφώνηση ενός φαντάρου (ανεξαρτήτου ύψους).

  2. Η γκόμενα, ο δεσμός εν γένει.

- Πού 'σαι ψηλέ;
- Εδώ μωρέ, μαλακίες...

- Το βράδυ θα σκάσεις με την ψηλή;
- Μάλλον ναι.

ή εναλλακτικά

- Το βράδυ θα είσαι ψηλός;
- Μάλλον ναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει ένας αστικός μύθος για ένα παιχνίδι που παίζεται ως εξής:

Τέσσερα ή και περισσότερα καρφιά μαζεύονται σε ένα σπίτι και μη έχοντας τίποτα καλύτερο να κάνουν παίζουν το μπισκότο. Αρχίζουν και βαράνε ταυτόχρονα και όποιος τελειώνει, τελειώνει πάνω σε ένα μπισκότο. Ο τελευταίος που δεν έχει τελειώσει...τρώει το μπισκότο.

Συνεπώς η έννοια του μπισκότου είναι διπλή:

α. Παίζω το μπισκότο: Βαριόμαστε πάρα πολύ, κωλοβαράμε

β. Τρώω το μπισκότο: Αποτυγχάνω παταγωδώς. Σκατάσταση. Κάθομαι στο παγωτό

α.
- Έλα ρε, τι λέει; Τι κάνατε χτές;
- Τίποτα, σκάσανε από εδώ οι άλλοι και μαλακιστήκαμε.
- Και τι κάνατε δηλαδή;
- Παίζαμε το μπισκότο ρε μαλάκα, τι κάναμε, τίποτα....

β. - Ρε, έχεις τσιγάρα;
- Όχι, ούτε εσύ έχεις;;;
- Όχι....φτουυύ. Και τώρα τι θα κάνουμε;;
- Τώωωρα, θα φάμε το μπισκότο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική έκφραση που δηλώνει την ανεπάρκεια ενός τερματοφύλακα.

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στο γράφει το οποίο σημαίνει μπαίνει γκολ (προφ γράφει ο πίνακας του σκορ στο γήπεδο).

Οπότε συνολικά η έκφραση σημαίνει ό,τι σουτ πηγαίνει προς το τέρμα, γίνεται γκολ.

- Πώς τον λένε τον τερματοφύλακα που πήρε ο πρόεδρας ρε συ;
- Πήτερ Ρουφάϊ από τη Νιγηρία.
- Ποδοσφαιρομάνα η Νιγηρία...και τι λέει; καλός;
- Τι καλός ρε, ό,τι πάει μέσα γράφει. Άμπαλος είναι.

κλασσική περίπτωση... (από notheitis, 20/07/12)(από cristoferino, 20/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μόνος. Χωρίς γκόμενα /-ο.

  1. - Θα σκάσεις με την Μαρία το βράδυ;
    - Όχι θα είμαι σόλο.

  2. - Παίζει καμιά γκόμενα αυτή την περίοδο;
    - Μπα, Χαν Σόλο είμαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified