Το λέμε για να δηλώσουμε αμελητέα ή μηδενική απώλεια βάρους. Συνήθως το λέμε όταν μας λένε ότι αδυνατίσαμε ενώ δεν ισχύει, απλά έτσι φαίνεται στον άλλο.
- Σαν να μου φαίνεται ότι αδυνάτισες ε;
- Ναι, στ' αυτιά... σταθερός στα 105 κιλά είμαι.
Το λέμε για να δηλώσουμε αμελητέα ή μηδενική απώλεια βάρους. Συνήθως το λέμε όταν μας λένε ότι αδυνατίσαμε ενώ δεν ισχύει, απλά έτσι φαίνεται στον άλλο.
- Σαν να μου φαίνεται ότι αδυνάτισες ε;
- Ναι, στ' αυτιά... σταθερός στα 105 κιλά είμαι.
Got a better definition? Add it!
Τα ακαταλαβίστικα, τα «κινέζικα». Μπορεί να χρησιμoποιηθεί είτε για προφορικό είτε για γραπτό λόγο. Επίσης το λέμε όταν δεν εμφανίζονται σωστά τα ελληνικά σε κάποιο κείμενο στον υπολογιστή.
- Ρε Βασίλη έβλεπες τη νύχτα κανένα όνειρο; Θυμάμαι σε μια φάση που σηκώθηκες από το κρεβάτι και έλεγες κάτι αλαμπουρνέζικα.
- Μπήκες στο site που σου έδωσα χθες;
- Ναι, αλλά δεν μπόρεσα να διαβάσω τι έλεγε η σελίδα. Αντί για ελληνικά, μου έβγαζε αλαμπουρνέζικα.
Got a better definition? Add it!
Υποβαθμισμένη περιοχή με πολλούς ξένους, κυρίως Αλβανούς. Συνήθως αναφέρεται σε περιοχές στο κέντρο της Αθήνας.
- Τι γνώμη έχεις για τη γειτονιά σου, στην κάτω Κυψέλη;
- Άσε ρε φίλε, όλο βρωμιά και έχουμε πήξει στους ξένους, Αλβανία έχουμε καταντήσει!
Got a better definition? Add it!
Χωρίς καλαμάκι. Η έκφραση χρησιμοποιείται κυρίως για καφέδες.
- Ρε φίλε μπας και σου βρίσκεται ένα καλαμάκι; Μόλις έφτιαξα φραπέ αλλά δεν βρίσκω πουθενά.
- Μπα, δυστυχώς δεν έχω ρε συ.
- Πω ρε, κρίμα. Δεν πειράζει, αναγκαστικά θα τον πιω άνευ καλαμακίου.
Got a better definition? Add it!
Το λέμε για ευκαιρίες, κυρίως επαγγελματικές ή ακαδημαϊκές.
- Στον ξάδερφό μου, που τελείωσε το ΕΜΠ, του άνοιξαν πολλές πόρτες και βρήκε την ευκαιρία να κάνει ακαδημαϊκή καριέρα. Ενώ εγώ ως ταπεινός ΙΕΚτζής τον πούλο.
Got a better definition? Add it!
Το λέμε για κάποιον που δε θέλουμε να έχουμε πια επαφή, πιθανότατα επειδή στο παρελθόν μας έχει παίξει πουστιά.
- Να πάρω τηλέφωνο και τον Κώστα να έρθει;
- Τι λες μωρέ, αφού ξέρεις ότι δε μιλιόμαστε πια. Από μακριά κι αγαπημένοι...
Got a better definition? Add it!
Ο χοντρός άνθρωπος. Βέβαια χρησιμοποιείται και για τους εύσωμους, τα γομάρια.
- Κρύφτε τα φαγητά παιδιά, έρχεται ο Μπάμπης η αρκούδα!
- Ρε τα έμαθες; Ο Βασίλης χθες πλακώθηκε με το Σπύρο.
- Ναι ε; Φαντάζομαι τις έφαγε ο Βασιλάκης.
- Ε ναι λογικό είναι, το μυρμήγκι τι να κλάσει μπροστά στην αρκούδα.
Βλ. και φαλαινοθηρικό, το και Φάλαινα Άντερσον αλλά και liposan, αβοκάντο, βόιδαγλας, βους, βυζόχερος, εύχοντρος, ζελές, θωρηκτό Ποτέμκιν, ιπποπόταμος, κινητό χασάπικο, κουμπαράς, κρεοπωλείο η αφθονία, Μπίλιας, μπόγος, ντουλάπα, ξίγκι, Οβελίξ, πατσοκοιλιάς, σμπόκος, τόφαλος, χοντρολίπαρος, χοντρομπαλάς
Got a better definition? Add it!
Με την «κυριολεκτική» έννοια, είναι η μέρα που είναι όλα άσπρα, δηλαδή που έχει πέσει πολύ χιόνι και το έχει στρώσει.
- Άντε να ρίξει κανα χιόνι και στην Αθήνα να δούμε άσπρη μέρα!
Got a better definition? Add it!
Μονορούφι. Το λέμε για ποτά, κυρίως για σφηνάκια.
(ακριβώς πριν πιει η παρέα το σφηνάκι)
- Άντε παιδιά άσπρο πάτο!
Got a better definition? Add it!
Ο συνδυασμός ζαριών άσσου και δύο στο τάβλι. Σε γενικές γραμμές θεωρείται η χειρότερη ζαριά.
Υπάρχει και το παιχνίδι ασσόδυο, είδος ταβλιού, το οποίο πήρε το όνομά του από τη ζαριά, γιατί εκεί έχει τη μεγαλύτερη αξία (για περισσότερα ανατρέξτε στους κανόνες του παιχνιδιού).
- Πω ρε φίλε, πάλι ασσόδυο έφερα! Φαίνεται δε με θέλει το ζάρι σήμερα.
- Σταύρο, παίζουμε κανα ασσόδυο για αλλαγή; Όλο πόρτες παίζουμε τελευταία.
- Μπα, δεν το συμπαθώ το συγκεκριμένο παιχνίδι... θα προτιμούσα ένα πλακωτό.
Got a better definition? Add it!