Ηλίθια έκφραση, απ' αυτές που δεν έχουν νόημα.

Λέγεται από τον συνομιλητή μας ή και από μας τους ίδιους, για να συμπληρωθεί το αμήχανο «... δε μου λες...» το οποίο πετάμε μέσα στην κουβέντα όταν δεν θυμόμαστε τι λέγαμε ή όταν δεν ξέρουμε τι να πούμε.

Ταιριάζει και σαν συμπλήρωμα του «... που λες ...»

Πιθανόν εμπνευσμένο από το Σας αρέσει ο Μπραμς; της Σαγκάν.

Παρομοίως:
αυτάαααα...
τι λέγαμε;
πού είχαμε μείνει;
ποιος ήρθε;
εν πάση περιπτώσει ... έχω μια πούτσα τόση
...

«Δε μου λες...
.... σ' αρέσει ο πουρές;;;
με αυτήν την χαζή ερώτηση την έχω πατήσει και γω κάθε φορά που ξεκινάει μια πρόταση-ερώτηση, με το »δε μου λες« που προμηνύει κάτι ενδιαφέρον -αν μη τι άλλο.»

(από φόρουμ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που είναι πανεύκολο στην πραγματοποίησή του, στοιχειώδες, αλλά και πολύ κοινό, καθημερινό, ακριβώς όπως το να φας ψωμί με τυρί.

- Γιατί είσαι χάλια;
- Γάμησέ τα, ο πατέρας μου μπαίνει αύριο για μπάι πας...
- Έλα μωρέ, μην ανησυχείς, όλα θα πάνε καλά, οι εγχειρήσεις αυτές έχουν γίνει πια ψωμοτύρι για τους γιατρούς...

Got a better definition? Add it!

Published

Η λεσβία, η πλακομουνού. Από το τρίψιμο.
Αρχαία ελληνική λέξη που χρησιμοποιείται σήμερα σλανγκικώ τω τρόπω.

Ρε μαλάκα, πάλι κάλεσες όλες τις τριβάδες στο πάρτυ σου; Και μεις τι θα γαμήσουμε ρε μαλάκα;

(από nick, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαστολόγος.

Τι μπελάς κι αυτός κάθε χρόνο μαστογραφία και ψηλάφιση από τον βυζολόγο... δε μας φτάνανε τα παπ, οι υπέρηχοι, τα τσεκάπ αίματος και ούρων, τώρα κι αυτό.

(από nick, 26/03/09)Δωρεάν μαστογραφία (από GATZMAN, 10/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γυναικολόγος.

Υπάρχει και ο μουναρολόγος, ο γυναικολόγος που έχει για πελατεία Τις μουνάρες (ευσεβής πόθος).

Μαμά, όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω μουναρολόγος.

Got a better definition? Add it!

Published

Το κολπικό υπόθετο.

- Μου φαίνεται ότι έπιασα μύκητες.
- Ε, πήγαινε σε καναν μουνολόγο να σου πει τι να κάνεις.
- Τι να μου πει, κλασικά, θα μου δώσει να βάζω κάθε βράδυ ένα μουνόθετο ντακταρίν, σιγά!

(από ο αυτοκτονημενος, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το ογκίδιο
  2. Το σβωλαράκι, ο κόμπος, κλπ.
  1. - Έχω βγάλει ένα σγρουμπούλι στον λαιμό, λες κι έχει πεταχτεί ο αδένας... - Ε δεν πας σε καναγιατρό να το κοιτάξει;...

2.α.
Καλά, δεν την ανακάτεψες αρκετά τη μπεσαμέλ κι έχει γεμίσει όλο σγρουμπούλια... Μασάς αλεύρι, που να σε πάρει... Γιατί δεν ρώταγες την μάνα μου;

2.β.
Ρε γμτ, το αγαπημένο μου πουλόβερ πάλιωσε κι έχει γεμίσει σγρουμπούλια... δεν φοριέται πια...

Got a better definition? Add it!

Published

Ετοιμάζω τον τάφο μου με τα ίδια μου τα χέρια. Υπονομεύω τον εαυτό μου και ευθύνομαι για τις ήττες μου. Δίνω δικαίωμα στον άλλον να με κατατροπώσει. Το κάνω ως γνήσιος μαλάκας ή από αφηρημάδα. Το αποτέλεσμα πάντως είναι αυτοκαταστροφικό.

Η έκφραση στέκει και για λογαριασμό άλλων: σκάβω τον λάκκο κάποιου, δηλ. δημιουργώ τις ιδανικές συνθήκες για την εξόντωσή του...

Καλά, ήταν ανάγκη να πεις στη μάνα του ότι έχεις βγει από διαζύγιο, και μάλιστα ότι ο μακαρίτης σε χώρισε επειδή τον κεράτωσες; Έσκαψες τον λάκκο σου, αν κατάλαβες...

βλ. χριστιανοσλάνγκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η επιτυχία, λογοπαίγνιο με το χέσιμο. Για όσους ντρέπονται να ευχηθούν «καλή επιτυχία».

Άντε, μεγάλε, καλή πετυχεσιά με τις εξετάσεις. Μόλις γράψεις πάρε με να πάμε για καφέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στιγμιαίος και αρκετά οξύς σωματικός πόνος, συνήθως πολύ τοπικός. Μπορεί να τον νιώσει κανείς σε οποιοδήποτε μέρος του σώματος, στον κορμό, στις αρθρώσεις, σε ένα χαλασμένο δόντι.

- ΑΑΑΑΧ!!!
- Τι έγινε ρε μαλάκα;!
- Ουφ, όχι, τίποτα, μια σουβλιά στο γόνατο... πάει, πέρασε.
- Α γαμήσου και με τρόμαξες!

(από nick, 25/03/09)(από Vrastaman, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published