Τόσο μικρό ώστε χωράει σε μια τσέπη. Συνήθως πρόκειται για βιβλίο (εκδόσεις τσέπης - pocket editions) ή για σκυλάκια (τσιουάουα κττ). Όμως μπορεί να είναι και οτιδήποτε ή οποιοσδήποτε που έχει μικρές διαστάσεις. Σε αυτή την περίπτωση είναι συνώνυμο με την κατηγορία πτερού ή μύγας της πυγμαχίας.

  1. Ρε συ ο Φραγκίσκος, τι καλό παιδί, ε; ... και όμορφο πρόσωπο... αλλά είναι τσέπης ρε γμτ αυτός, πού να βρει γκόμενα... Κάνε ένα ψυχικό, ρε Λίλιαν, να χαρεί και το πικραμέν' αχείλι...

  2. - Μπαμπά κοίτα τι ωραίο σκυλάκι που βρήκα!
    - Τί είναι αυτό ρε Λουκία, περίληψη σκύλου είναι αυτό!
    - Είναι καλό μωρέ μπαμπάαα, είναι τσέπης, δεν θα μας ενοχλεί, όπου πάμε θα το παίρνουμε μαζί...
    - (&#^$)@&*^)... Εντάξει γλυκιά μου, ό,τι πεις...

για τους γαλλομαθείς (από ironick, 18/02/09)Ναιμ Σουλειμανογλου  (από Vrastaman, 18/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοριτσίστικη μαθητική μαλακιούλα η οποία έχει χαράξει ανεξίτηλα μέσα μας και την χρησιμοποιούμε όλοι κατά κόρον και τώρα ακόμα που είμαστε ώριμοι αθρώποι.

Όταν κατά σύμπτωση πούμε ή σκεφτούμε ή κάνουμε το ίδιο πράγμα με τον συνομιλητή μας και μάλιστα την ίδια χρονική στιγμή (μ' ένα στόμα μια φωνή, που λένε), τότε πρέπει αμέσως να ακουμπήσουμε με το δαχτυλάκι μας κάτι, οτιδήποτε, κόκκινο (κι ας είναι μια κόκκινη κουκίδα όλη κι όλη πάνω σε ένα κομμάτι χαρτί) -το οποίο προφανώς βρίσκεται δίπλα μας, γύρω μας, πάνω μας- και να κάνουμε μια ευχή από μέσα μας. Είναι δεδομένο λοιπόν ότι η ευχή θα πιάσει.

Κάτι αντίστοιχο με το «ένα δύο τρία φλοκ» (ή φλικ) -άμα πούμε συγχρόνως και οι δύο φλοκ (ή φλικ) κάνουμε πάλι μια ευχή. Επίσης υπάρχει και το «μολύβι κοτρώνα χαρτί» και χίλες δυο τέτοιες αηδιούλες.

Βλ. το σχόλιο της βρωμογλωσσούζ (το λέω με συμπάθεια, μην τα πάρεις, ε!) στο λήμμα κομψί κομψά αρ.2

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Κρεμάω, χαλαρώνω
  2. Βάζω μέσα σε σακκούλα
  3. Είμαι φυτό, ζαμπόν, αλοιφή
  1. Εσύ που γυμνάζεσαι πολύ, να ξέρεις ότι δεν πρέπει ποτέ να σταματήσεις γιατί οι μυς μετά σακκουλιάζουν και δεν θα βλέπεσαι...

  2. - Τι να τα κάνω τώρα όλ' αυτά τα φαγητά, κρίμα είναι να τα πετάξω...
    - Σακκούλιασέ τα και ρίχ' τα στις γάτες.

  3. Χθες ήπιαμε τόσους μπάφους που μέχρι τα ξημερώματα ήμουν σακκουλιασμένος σε έναν καναπέ και δεν ένιωθα τίποτα.

βλ. και σα(κ)κουλέας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά την φροϋδική ανάλυση, τα 3 βασικά στάδια που, ως μικρά παιδιά, οφείλουμε να διανύσουμε με επιτυχία ώστε να ολοκληρωθεί το πολιτισμικό μας στάτους, είναι το στοματικό (τα πάντα περνάνε από την επαφή με το στόμα), το πρωκτικό (η ηλικία ελέγχου των σφιγκτήρων, δηλ. το κόψιμο της πάνας) και το γενετικό στάδιο. Αν κάτι μέσα μας δεν πάει καλά στις κρίσιμες αυτές στιγμές, τότε μπορεί να καθηλωθούμε σε κάποια από τα στάδια αυτά και να διαμορφώσουμε αντίστοιχο χαρακτήρα με νευρωσούλες και υστερίες κλπ. Αν καθηλωθούμε στο πρωκτικό στάδιο, γινόμαστε χαρακτήρες που θέλουν να τα ελέγχουν όλα στη ζωή τους και σε αυτή των άλλων. Η παρερμηνεία της ονομασίας «πρωκτικό στάδιο» μας κάνει και χαρακτηρίζουμε ως «πρωκτικό» τύπο ή πρωκτικάντζα τον σιχασιάρη, τον ψιλο-λουγκρίδη, τον υπερβολικό, τον φοβιτσιάρη (που του φεύγουν ή που φοβάται μην πονέσει), τον σπαστήρα κττ., μάλλον γιατί η λέξη μάς παραπέμπει σε μια διαφορετική κυριολεξία (πχ. ό,τι έχει γίνει και με τη λέξη «σπαστικός»). Το παράδοξο είναι πως δεν χρησιμοποιείται από τις Γιαλόμες αυτή η λέξη.

Για το εγκυκλοπαιδικόν του πράγματος, βλ. εδώ.

Πολύ μαλάκας ο Νικήτας. Πρωκτικάντζα ολκής. Μου θυμίζει τον πόντιο στην παρτούζα που έλεγε «Μισό λεπτό ρε παιδιά, να οργανωθούμε...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ μίζερος, ο μόνο μίζερος, ο διπλά μίζερος, υποχόνδριος, κλπ.

- Καλό παιδί και τακτικό ο Λάκης...
- Α παπαπάααα! αυτός είναι μεγάλη πρωκτικάντζα ρε συ! δε θυμάσαι τι έκανε στη Φρόσω, που πήγανε να γαμηθούνε και έβγαζε τα ρούχα του ένα-ένα και τα δίπλωνε και τα τοποθετούσε τακτικά πλάι στο κρεβάτι, ο μιζερομίζερος;

βλ. και μιζμίζης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εξαιρετικά αδύνατη και ψηλή γυναίκα, που είναι συγχρόνως πολύ άχαρη και μοιάζει με στέκα, δηλ. με ξύλινο κοντάρι.

Η μάνα στην κόρη:
- Φάει κάτι, σαν στέκα έχεις καταντήσει!

Got a better definition? Add it!

Published

  1. γουστάρω τρελά
  2. κουράζομαι όσο δεν πάει
  3. πεινάω πολύ
  1. - Γουστάρεις μπαρότσαρκα απόψε;
    - Αφού με ξέρεις, ψοφάω για τέτοια!

  2. - Με ψόφησε το Λίλιαν χθες...
    - Ουάου!
    - Τι ουάου ρε μαλάκα, όλη μέρα βίδωνα κουρτινόξυλα στο καινούργιο της διαμέρισμα...

  3. - Ρε συ Μαρίκα, πάλι έρχομαι από τη δουλειά ψόφιος στην πείνα και μου λες ότι θα φάμε σαλατούλα ή γιαουρτάκι γιατί πρέπει να κόψουμε το βραδινό; Έλεος!

The Beatles - Why don\'t we do it in the road (από allivegp, 11/12/11)braiiiiiinssssssssss!!!!!! (από jesus, 11/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. ο αστείος (όχι όμως γελοίος) άνθρωπος. Η «περίπτωση», που λέμε
  2. έκφραση: «μού 'κανες την καρδιά περιβόλι» = με τρόμαξες, με λαχτάρισες.

Το περιβόλι (ο λαχανόκηπος ή ο ανθόκηπος) είναι τόπος πολύχρωμος και ευωδιαστός.

Τι σχέση έχει με τα ανωτέρω, δεν ξέρω.

  1. - Πλάκα δεν έχει ο Μίλτος;
    - Ου, μεγάλο περιβόλι είναι ο τύπος!

  2. Μπήκε στο σπίτι τόσο απότομα... είχα μισοκοιμηθεί... μού 'κανε την καρδιά περιβόλι!

Got a better definition? Add it!

Published

Το μουνόγαλα είναι αυτό που λέμε αλλιώς «γυναικείο σπέρμα», κάτι διαφορετικό από τα υγρά του κόλπου, το οποίο ακόμα και οι γυναίκες αγνοούν ότι υπάρχει. Η λέξη σπέρμα αντιστοιχεί στον τρόπο με τον οποίον αυτό εκσφενδονίζεται και εννοείται ότι, όχι μόνο δεν είναι γόνιμο, αλλά δεν είναι καν λευκό ή πηχτό. Είναι σαν νερό. Η γυναίκα που θα το πάθει για πρώτη φορά θα νομίσει, αν δεν το έχει ξανακούσει, ότι κατουρήθηκε. Ο δε άντρας, δεν χρειάζεται να περιγράψουμε... (βλ. παράδειγμα)

Ο Αντρέας Εμπειρίκος, μέσα από την πρωτοποριακή του σεξουαλική διαπαιδαγώγηση (τον περίφημο Μεγάλο Ανατολικό) ανέφερε βεβαίως και αυτό. Και μάλλον αυτός το βάφτισε, επισήμως τουλάχιστον, έτσι.

Για της ιστορίας το αληθές, ιδού τι λένε

α. Η Βικιπαίδεια (λήμμα «αιδιοίο»)
Ο πρόδρομος του κολεού αποτελεί την περιοχή που περικλείεται από τα μικρά χείλη του αιδοίου. (...) Οι μείζονες αδένες του προδρόμου είναι δύο μικροί αδένες που βρίσκονται στο οπισθοπλάγιο τοίχωμα του κολεού. Το έκκριμα των αδένων χρησιμεύει στην εφύγρανση του προδρόμου ώστε να διευκολύνει την είσοδο του πέους στον κολεό. Το έκκριμα κατά την συνουσία εξακοντίζεται κατά ώσεις (δίκην σπέρματος) και μερικές φορές είναι ικανής ποσότητας ώστε να δικαιολογεί τον όρο «γυναικείο σπέρμα».

και

β. η ιστοσελίδα http://www.inastros.gr/content/view/34/31/ η οποία έχει ένα εκτενέστατο σχετικό άρθρο:

Το υγρό μοιάζει πολύ με το προστατικό υγρό. Συνήθως είναι διάφανο ή γαλακτώδες και με πυκνότητα νερού. Δεν έχει την όψη, την μυρωδιά ή τη γεύση των ούρων. Είναι σχεδόν άοσμο. Η γεύση ποικίλει, εξαρτώμενη από την ημέρα του μήνα και το διαιτολόγιο όπως και από κάποιους άλλους παράγοντες -εδώ να θυμίσω και το καμένο ντουί- συνεχίζει λοιπόν το άρθρο: (...) Αν και εκσπερματίζεται από την ουρήθρα, δεν είναι σχεδόν ποτέ ούρα. Είναι απολύτως αδύνατο να ουρήσει κατά τη διάρκεια του οργασμού εκτός και αν έχει αδύναμο μυ. (...) Τα υγρά της εκσπερμάτωσης μπορεί να είναι πολλά! Σε σύγκριση με του άνδρα, μοιάζει με κανόνι νερού αντί με νεροπίστολο.


βράστα, ελπίζω να σε έβγαλα ασπροπρόσωπο. Μερσώ για το λήμμαν.

βλ. και μουνόγαλα, μουνόγαλο, συντριβάνι.

- Πώς πήγε χθες με την Αλίκη;
- Γάμησέ τα μεγάλε, πηδηχτήκαμε στο κρεβάτι των γονιών μου και η μαλάκω κατουρήθηκε...
- Με δουλεύεις!
- Μά τη Μπαναγία σου λέω! και σα δε φτάνει αυτό, προσπαθούσε να με πείσει, η κωλολέσβω, ότι δεν ήταν τσίσα, ήτανε λέει γυναικείο σπέρμα μυγαμήσω, μουνόγαλα λέει, γάμησέ τα φίλε μου, έπλενα σεντόνια όλη νύχτα, τι να σου λέω...
- Πω πω!!! Πάλι καλά που δε σ' έκλασε κι από πάνω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κιτσάτο και άτιμο σημερινό κοινωνικό φαινόμενο, πολύ ελληνικό, το οποίο παρατηρείται α. σε μεγάλη κλίμακα (πχ. τηλεθεατές) και β. σε μικρότερη (πχ. μια παρέα), απ' όπου και πηγάζει. Το συνονθύλευμα αυτό κρίνει και επικρίνει και κατακρίνει με αιμοβόρα, κανιβαλική και δρακουλιάρικη διάθεση τους πάντες και τα πάντα, αρκεί να έχει παρουσιαστεί στην συμπεριφορά του κρινόμενου το παραμικρό ατόπημα, λες κι οι κρίνοντες ήταν και είναι άμεμπτοι.

Η πάγια τακτική είναι: πρώτα το παίζουμε κολλητοί στο υποψήφιο θύμα ώστε να μας ανοιχτεί. Κατόπιν εξετάζουμε ποιο από τα κρίματά του είναι άξιο λόγου. Αν βρεθεί κάτι καλό, το βγάζουμε στη φόρα και τον κάνουμπε ρομπίδια, ρίχνουμε και λάσπη αν χρειαστεί (που πάντοτε χρειάζεται), το παίζουμε ειλικρίνεια, τιμιότητα και αυτογνωσία και έτσι, τέλος, είμαστε καλυμμένοι προτού αυτός τολμήσει, για αντεπίθεση, να ξεσκεπάσει τις δικές μας μπόχες.

Στη λογική του λαϊκού δικαστηρίου ακουμπάνε τα τηλεπαράθυρα, οι δημοσιοκάφροι, οι τηλεκανίβαλοι και τα λοιπά αποβράσματα των ΜΜΕ που μεγαλουργούν με στόχο την τηλεθέαση. Τα παράθυρα εξάλλου δεν είναι παρά κατάλοιπα του παράθυρου της γειτονιάς ή του χωριού όπου οι κυρα-περμαθούλες έβγαιναν να σχολιάσουν το κάθε τι.

- Πολύ σε πάω που τους έκλασες όλους αυτούς και δεν τους έχεις πια ανάγκη...
- Δεν άντεχα άλλο, δεν ήταν παρέα αυτή, ήταν λαϊκό δικαστήριο. Ό,τι και νά 'κανες ή νά 'λεγες κάτι είχαν να σου πουν και να σε στήσουν στον τοίχο. Άσε που τον τελευταίο καιρό την είχαν δει όλοι Γιαλόμες.

Ο Εισαγγελάτος του Λαϊκού Δικαστηρίου... (από krepsinis, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published