Κάτι μόνο του, χωρίς το ζευγάρι του, χωρίς το δίδυμό του, χωρίς το υπόλοιπο σετ, χωρίς τα συμπαρομαρτούντα, χωρίς τα υπόλοιπα εξαρτήματα, παρελκόμενα κλπ.
Κυριολεκτικά, ο όρος σημαίνει χωρίς γονέα, αλλά, μεταφορικά, ερμηνεύεται, συνήθως, χωρίς το αδερφάκι του.
1, Ρε γυναίκα, τι γυρεύει εδώ πέρα αυτό το ορφανό παπούτσι;
Βρήκα κι εδώ άλλη μια κάλτσα ορφανή.
- Γιατί έμεινε έτσι ορφανό;
- Χαθήκανε τα υπόλοιπα εξαρτήματα.