1. Ό,τι και τα στραβώνω και τρώω στράβα, δηλαδή θυμώνω, εκνευρίζομαι, τσαντίζομαι, ώστε να στραβώνω το πρόσωπό μου, κάτι με χαλάει και μου χαλούλου ή μου χαλούμι την διάθεση. Το ρήμα τρώω δηλώνει τον απολύτως παθητικό χαρακτήρα του βιώματος που το υποκείμενο το υφίσταται εξωγενώς, όπως λ.χ. και στο τρώω φλασιά. Μιλάμε δηλαδή για μια ομηρική ψυχολογία, όπου τα αισθήματα έρχονται απ' έξω και τα τρώμε δίκην τροφής ή πούτσας. Όποιος ενδιαφέρεται για το ρήμα «τρώω» στην σλανγκ μπορεί να το αναζητήσει στο σάιτ μας για να δει πόσα πολλά αντικείμενα συντάσσονται μαζί του.

  2. Πιο ειδικά στην σεξοσλάνγκ, αναφέρεται στην περίπτωση όπου ο/η ερώμενος/-η δέχεται CIF (=Cum In Face, δηλαδή εκσπερμάτιση στο πρόσωπο), όπου ελλείψει μπαζοκόφτη τα φλόκια πάνε στα μάτια, με αποτέλεσμα ένα παροδικό στράβωμα που συνοδεύεται από το επιφώνημα το μάτι μου! Επιβεβαιώνονται έτσι οι ιατρικές θεωρίες του 19ου αιώνα που διατείνονταν ότι η μαλακία προκαλεί τύφλωση, έστω παροδική. Η δεύτερη χρήση, πάντως, δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη δικτυακώς.

Σημειωτέον ότι και στις δύο χρήσεις συνήθως είναι στον Αόριστο («έφαγα στράβωμα»), αφού την στιγμή που το τρως δεν μπορείς και να το ανακοινώσεις.

  1. - Μια χωρα με την περιφημη βελουδινη επανασταση,οταν εμεις εδω στα βαλκανια εχουμε ξεσκιστει με τις αιματοχυσιες σε καθε επανασταση και μη,οταν αυτη η χωρα εβγαλε τον Χαβελ εναν απλο θεατρικο συγγραφεα για προεδρο και με τοσους αλλους διαννοουμενους οπως ο Καφκα και Μιλαν Κουντερα,δεν μπορεις να τα ισοπεδωνεις ολα σε μια στιγμη και να λες οτι ειναι ο χειροτερος λαος,δεν ξερω τι στραβωμα εφαγες εκει.

- Το στραβωμα που εφαγα φιλε μου, το φαγαν και αλλοι ελληνες που μεναν εκει και παντρευτηκαν τσεχες! Και θυμαμαι πολυ καλα οταν μου λεγαν για το ποσο μεγαλες πουτανες ειναι και τους κοιταζα με απορια...και αισθανομουν και θυμο γιατι μιλαγαν ετσι για αυτες!!! «θελεις να γινεις ο 7ος μου λεγαν;» Και εγω πανω στον μεγαλο ερωτα που βιωνα δεν τους πιστευα ουτε χιλιοστο!! (Διάλογος εδώ).

  1. α. αφου εφαγε το στραβωμα της στο μπαρ εφυγε με το αυτοκινητο
    για μια παραλια πολυ ερημικη που τοτε πηγαινε με την παρεα της
    για να κουλαρουνε απο τα πιωματα (Αξέχαστη παρτούζα).

β. μα έφαγες το στράβωμα κι έφυγες μακριά μου,
τίποτα δεν λογάριασες και ράγισε η καρδιά μου
(Ποίηση των Μετάληρα).

γ. - Αλήθεια, τι κάνει ο Πέρι;
- Αφού έφαγε το στράβωμα από τον Πιερ έγινε πιστός οπαδός της εθνικής ιδεολογίας της yvoitrienité του Φελίξ Χουφουέ και τώρα κολλάει αφίσες με τον Ουαταρά στο Αμπιτζάν.

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δοκίμως, «ο ειδικός επιστημονικός όρος αφασία (στερητικό α- και -φέτος από το ρήμα φημί = λέγω) αναφέρεται σε κάθε μερική ή ολική απώλεια γλωσσικών ικανοτήτων σε ενήλικες και παιδιά και γενικότερη ανικανότητα λόγου. Στην περίπτωση της αφασίας το άτομο δεν μπορεί να μιλήσει, να αποδίδει το σωστό νόημα στις λέξεις, να κατανοεί και πολλές φορές να διαβάζει». (Δες εδώ για περισσότερα).

Τώρα, στην σλανγκ, τα παραπάνω λαμβάνονται είτε με την κακή, είτε με την καλή έννοια.

Με την κακή έννοια είναι μια μεταφορά για την γενικευμένη απάθεια και την παθολογική έλλειψη αντίδρασης. Ιδίως όταν γίνονται κοσμογονικά γεγονότα, και κάποιοι μένουν παθητικοί θεατές, επειδή έχουν εθιστεί στη νάρκωση.

Με την καυλή έννοια, εννοούμε ως αφασία μια κατάσταση νιρβάνας, όπου την έχουμε ακούσει, ή την έχουμε ακούσει στέρεο, βρισκόμαστε σε trance, στην καρακοσμάρα μας και δεν ανταποκρινόμαστε στα ερεθίσματα του εξωτερικού περιβάλλοντος. Πλην πρόκειται για μια έκσταση, την οποία την επιδιώκουμε ως απελευθέρωση και ένταση βιώματος. Είτε με ψυχοτροπικές ουσίες, είτε με ψυχολογικά ντοπαρίσματα, είτε και με μη τεχνητές μεθόδους. Πρόκειται για την εμπειρία του αρρήτου ως επέκεινα της φάτιδος, είναι δηλαδή στο γλωσσολογικό και ψυχολογικό επίπεδο ό,τι είναι το ανύπαρκτο ή το ανύπαρκτο στο γκουγκλ στο οντολογικό επίπεδο. Σχετικό και το εϊτιλάτο αφασία δικέ μου.

Επίσης, θετική είναι η αφασία, όταν κάποιος είναι ήρωας, δεν μασάει τον μπούτσο του, και αδιαφορεί πλήρως για τις προειδοποιήσεις, προκειμένου να κάνει κάτι ηρωικό, εκκεντρικό ή παράδοξο. Δεν τον ενδιαφέρει δηλαδή η κοινή γνώμη και η κοινή λογική.

Είναι ευνόητο, νομίζω, ότι η κακή σημασία της απάθειας είναι περισσότερο μια μεταφορά, ενώ κυρίως οι καλές σημασίες της νιρβάνας και του ηρωισμού έχουν σλανγκικό ενδιαφέρον. Ο όρος φορέθηκε πολύ στην σεβεντίλα και την εϊτίλα. Παρήχθησαν από αυτόν τα ουσιαστικά αφασίας, αφάσιος και αφασιόπαιδο.

  1. Η λεηλασία μέσω ΔΝΤ και η αφασία του Ελληνικού λαού! [...]
    Πώς να αντιδράσεις όταν βρίσκεσαι σε απόλυτη αφασία τόσα χρόνια και ο εγκέφαλός σου έχει λαπαδιάσει από το καθημερινό τηλεοπτικό πορνό που σου πλασάρεται από το πρωί ως το βράδυ και έχουν εθιστεί σε αυτό όλες οι ηλικίες…; [...] Μπορούν να σε κλέβουν απροκάλυπτα και να σε λεηλατούν, να σου παίρνουν ό,τι κατακτήθηκε με αγώνες, να σου φορτώνουν τα χρέη και να σου στέλνουν το λογαριασμό, να μοιράζουν την πατρίδα σου και να κάνουν μπίζνες στην πλάτη σου και συ να παραμένεις στην αφασία σου!!! Ήσουν και είσαι σε τόση αφασία που (βάζω στοίχημα) θα απορούν και αυτοί που έστηναν την κομπίνα σε βάρος σου με τόση επιμέλεια, μεθοδικότητα και μυστικότητα… Θα έχουν μείνει με ανοιχτό το στόμα και με την απορία: “Μα καλά, .ηταν τόσο εύκολο να τους τα πάρουμε όλα και να μην ανοίξει ρουθούνι…; Γιατί το κουράζαμε τόσο καιρό…;” [...] Μείνε στην αφασία σου και καλή τύχη! Ίσως όταν δεις το παιδί σου να πεθαίνει από την πείνα και τις αρρώστιες να ξυπνήσεις… ‘Ισως πάλι απλά να ήσουνα μία “φούσκα” που επιμελώς καλλιεργήθηκε… Ένα τίποτα, ανίκανο για οτιδήποτε καλύτερο… Ένα κορόιδο που θα το εκμεταλλεύονται και θα ζουν σε βάρος του οι άλλοι… (Εδώ).

  2. Αστυνομικοί σε αφασία! Την οργή της ρωσικής αστυνομίας προκαλεί video που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο και δείχνει τέσσερις μεθυσμένους αστυνομικούς να χορεύουν ημίγυμνοι πάνω σε ένα περιπολικό! Όπως έγινε γνωστό οι τέσσερις άνδρες από την περιοχή Krasnoturinsk στην κεντρική Ρωσία, γιόρταζαν την προαγωγή ενός συναδέλφου τους… αλλά μάλλον το παράκαναν. Ήπιαν πάρα πολύ βότκα, χόρεψαν προκλητικά πάνω στο περιπολικό, μέχρι και τις σειρήνες χρησιμοποίησαν… για πλάκα! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τεμαχισμός δια δαγκώματος του κατεργασμένου χασίς (μαύρο), ο οποίος ισοδυναμούσε με πρόχειρη μονάδα μέτρησης και διάθεσης (πώληση ή ανταλλαγή ή χάρισμα) του χασίς. Σλανγκιά που δεν πολυχρησιμοποιείται πια, είναι dated, καθώς υπάρχουν κι άλλοι τρόποι τεμαχισμού.

- Πόσο θες για μια δοντιά από αυτό;
- Φίλε είναι καϊνάρι, για σένα ένα δεκαρικάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαγαζί ή μέρος που έχει τάση για δήθεν, για δηθενιά, και διέπεται από την ιδεολογία του υπαρκτού δηθενισμού. Συχνά χαρακτηρίζονται έτσι τρέντι εστιατόρια που αναδεικνύονται σε μέγιστες πιασοκωλερί, μόνο και μόνο επειδή έχουν λίγο καλύτερη μόστρα. Αλλά και διάφοροι πολυχώροι υπερκουλτουρίασης και ό,τι.

Για να γράφει τον τίτλο Magereio με αγγλικούς χαρακτήρες θα πρόκειται για μεγάλο δηθενάδικο. Πάω στοίχημα ότι θα μας σερβίρουν προσούτο με πεπόνι, που θα καταλαμβάνει μόνο το κέντρο ενός τεράστιου άδειου πιάτου και θα φύγουμε νηστικοί, ενώ θα μας έχουν πιάσει τον κώλο. Πάμε καλύτερα στον Πλάτανο να φάμε σαν άθρωποι...

(από Khan, 15/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χασίς προέλευσης από το Αφγανιστάν, κατά αντιστοιχία προς λ.χ. πολύτιμα κρασιά που παράγονται σε κάποιο σπουδαίο κτήμα. Λεγόταν περισσότερο στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν ήταν περισσότερο στην επικαιρότητα ο καταζητούμενος στο Αφγανιστάν Osama bin Laden, ο οποίος βεβαίως ακόμη την απασχολεί παραμένοντας ασύλληπτος.

Είναι καλό πράμα, κτήμα Οσάμα σου λέω...

(από Khan, 15/02/11)(από Vrastaman, 25/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοριοζούμι, δηλαδή αποσταγμένο ζουμί από κοριούς είναι ένας μειωτικός αστειατόρικος χαρακτηρισμός για διάφορα υγρά, των οποίων αμφισβητούμε την ποιότητα της σύστασης.

Κυρίως για τα εξής:

  1. Ειδικά για το ουίσκι. Άλλοτε χαρακτηρίζεται γενικά το ουίσκι ως κοριοζούμι, για να υποτιμηθεί σε σχέση με άλλα ποτά, ενώ άλλοτε ως κοριοζούμι αναφέρεται η κακή ποιότητα ουίσκι. Πάντως σε κάθε περίπτωση, ο όρος κοριοζούμι χρησιμοποιείται κυρίως για το ουίσκι.

  2. Για αλκοολούχα ποτά κακής ποιότητας, για ξίδια.

  3. Για θεραπευτικά σκευάσματα και αλοιφές συχνά εναλλακτικής ιατρικής, για να τα στιγματίσουμε ως κομπογιαννίτικα (κομβοϊωαννίτικα κατά Χότζα).

Πρβλ. και σκόνη για κορέους.

Πάσα: Γκάτζμαν.

  1. Ως ουίσκι:
    α. Το red για μένα είναι «κοριοζούμι» ... είμαι λίγο μυστήριος διότι είναι μικρή η ζωή για κακό ουίσκι. (Whiskyforum.gr).

β. To σεξουαλικό αντίστοιχο είναι «πηδάει τη γυναίκα του ιεραποστολικά κάθε σάββατο απόγεμα». Και για το κοριοζούμι πάλι δε σε πιάνω, σ αρέσει η γεύση στο πρώτο, δεύτερο, άντε τρίτο ποτήρι και μετά σου ξυνίζει; Δε γίνεται. Με την αλκοολικιά τι παίχτηκε, πήδηξες ή ου; Τι θα πει δε μπορείς να πιείς υπερβολικά πολύ για να μεθύσεις; (Phorum.gr).

γ. Κατι σαν το ουισκυ....κοριοζουμι απο την αρχη ...αστα να πανε
Ενω η τσικουδια εχει μεσα τηs αυτο το κατι ...σε τραβαει σε κανει ενα με το κεφι το ...ουισκυ τι να σου κανει;;; Αγγλοι χλεχλεδεs μπλιαχ....οι βρωμαδερφεs εκει... (bourdela.com).

  1. Ως άλλα ποτά:

α. Δεν με δουλεύουν οι άσχετοι της Achel που ξαφνικά είδαν ότι μπορούν να βγάλουν χρήμα πουλώντας μοναστηριακή μπύρα, γιατί έχει γίνει της μόδας και αποφάσισαν να εμφιαλώσουν το κοριοζούμι που έπιναν αυτοί χρόνια στην αυλή του μοναστηριού. Και προσωπικά δεν συμμερίζομαι κανέναν Αδελφός Thomas και Αδελφός Antoine … το αποτέλεσμα με ενδιαφέρει, που είναι μια ξιδόμπυρα. (Εδώ).

  1. Ως θεραπευτικό σκεύασμα ή αλοιφή:

α. Μα καλά ρε φίλε, άν είχα υγειηνή διατροφή και άσκηση ποιός ο λόγος να πάρω το κοριοζούμι που με ταίζεις; (Εδώ).

β. Αμα εσύ τον θές πολύ κ κάνεις κινήσεις γεμάτες αυτοπεποίθηση οτι θα πέσει τότε κ με κοριοζούμι να τον αλείψεις πάλι τα ίδια αποτελέσματα θα έχεις.Προφανώς αυτό είναι κάποιο είδος μέντας.Εσύ παρε μέντα απλή+αμυγδαλέλαιο ή λάδι ζοζομπά κ τριφτον! (Θεοσοφία).

(από Khan, 16/02/11)Koriozoumi (από malakia, 20/04/11)

Βλέπε και αγροτικό, θήβας ρήγκαλ, λιωσέ κουέρβο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μεγάλη σε μέγεθος κλειτορίδα, το γλωσσίδι. Ο όρος διασώζεται από τον Ηλία Πετρόπουλο.

Πάσα: Στέφανος.

- Της έφαγα το μουνί, μιλάμε! Νά ήταν το παραψώλι της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιγράφει στυλ ανθρώπου, το οποίο κυρίως δεσπόζει στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, και χαρακτηρίζεται από τεχνητό και επιτηδευμένο σκανδαλισμό για φριχτά πράγματα που ανακαλύπτει όψιμα ενώ τα ήξερε και αυτός και όλοι. Είναι, δηλαδή, ό,τι και ο τσιαμτσίκας, με τον κλασσικό αποδομένο από τον Μητσικώστα διάλογο:

- Πέφτω από τα σύννεφα, Νίκο Τσιαμτσίκα!
- Έτσι όπως τα λες, Νίκο Ευαγγελάτο...

Δεν ξέρω αν θα έπρεπε να καταχωρισθεί, δεδομένου ότι υπάρχουν μόλις τρία διαδικτυακά ευρήματα (όλα στον Πληθυντικό), και τα εις -ακιας εγείρουν ζήτημα ως προς την καταχωρισιμότητά τους, πάντως περιγράφει πολύ υπαρκτό φαινόμενο.

  1. ΟΙ ΠΕΦΤΟΣΥΝΝΕΦΑΚΗΔΕΣ
    Ακούω αυτές τις ηχηρές εκπλήξεις – απορίες στον περίγυρο για την κατάσταση και απορώ. ΄Ολοι πέφτουν από τα σύννεφα για ό,τι πληροφορούνται. Εκπλήσσονται για τη θέση της ελληνικής εκπαίδευσης, για τη Δημόσια Υγεία, για τις φωτιές, για το ξήλωμα του Ζορμπά, για την έλλειψη νερού, (40 φράγματα εμείς έναντι 300 της Αλβανίας), για το σκουπιδαριό, τις ελληνικές χωματερές (όλα τα άλλα κράτη εφαρμόζουν την ανακύκλωση) για το ελλειμματικό ισοζύγιο (όμως εισάγουμε από την Κίνα μέχρι και σκόρδα), για την κατάσταση της οικονομίας (χρωστάμε 242 δισεκατομμύρια όταν ο προϋπολογισμός κλείνει με 80 δις και τα έσοδα του Δημοσίου είναι μόλις 50 δις. (Εδώ).

  2. Τα τερατωδη λογια της λειτουργησαν σαν ερεθισμα που περασε το κατωφλι της μεροληψιας με αλλα λογια. Και γινατε ολοι πεφτοσυννεφακηδες. Παρ\' ολα αυτα δεν λειτουργησε σαν εναυσμα για αναδρομη σε συμπεριφορες του παρελθοντος. (Εδώ).

  3. - Ένα από τα μεγαλύτερα κυκλώματα σωματεμπορίας εξάρθρωσε η Αστυνομία που συνέλαβε 8 άτομα που έφερναν από τη Ρουμανία ανήλικες κοπέλες και τις έβαζαν να δουλεύουν διπλοβάρδιες σε οίκους ανοχής. ''Θέλω από την καθεμία από εσάς χίλια ευρώ την ημέρα'' ήταν η απαίτηση του προαγωγού αλλά και οι μοναδικές ελληνικές λέξεις που με ξύλο και βιασμούς έμαθαν οι ανήλικες Ρουμάνες που έρχονταν στην Ελλάδα να δουν λίγο φως και συνήθισαν στο ημίφως του οίκου ανοχής που ήταν κλειδωμένες.
    - Τι ακριβώς σου έκανε εντύπωση;[...] Όλοι πεφτοσυννεφάκηκες είναι τελικά. (Εδώ).

(από Khan, 16/02/11) Ο πεφτοσυννεφάκιας Φαέθων, έργο του Rubens. (από Khan, 16/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλειτορίδα.

Πάσα: John Black.

  1. Σήκωνε τα φουστάνια, σάλιωνε το δάχτυλο, άνοιγε τα μουνόχειλά της, έβρισκε το λειρί της κι άρχιζε να το μαλακίζει απαλά, μουσκεύοντας στο μεταξύ κάθε τόσο τη χοντρή λαστιχένια βάλανο με σάλιο. (Εδώ).

  2. [...] τα στήθια δυο τόπια που χοροπηδάνε στον αέρα, το εφηβαίο ένα αινιγματικό σκούρο σύννεφο, οι φαλλικές στύσεις, επισκοπικές τιάρες, βασιλικά σκήπτρα, ανάγλυφα φτιαγμένα από επιδέξια χείλη και στόματα που ξεφυσάνε καυτό αέρα μέσα από σπλάχνα ανυπόμονα, πυρετικά βλέμματα, κοίλες εσοχές, σκοτεινιασμένες, μυστηριώδεις, αλαφιασμένες οι κινήσεις, απόκρυφοι ψίθυροι, αναστεναγμοί που υπόσχονται την πραγμάτωση των πιο αμυδρά φωτισμένων επιθυμιών, βαλανικά μανιτάρια εκσπερματίζουν έκπαγλα μαργαριτάρια, υγραμένα σχεδιάσματα μυθολογικής ταρταρούγας από αλαβάστρινες σχισμές, σαρκώδη λειριά ροδόχρωμων κοκκινισμένων αιδοίων σε μουσκεμένες μυρωδάτες μασχάλες, σε μικρές τρυφερές πατούσες, σε απαλές ζάρες του δέρματος που ταράσσονται και ριγούν ηδονικά, στην ευωχία της μεταρσίωσης, ζωής και θανάτου … στους λασπότοπους, στους σκουπιδότοπους, στους θλιβερούς αυτοκινητόδρομους με τα πεθαμένα κουφάρια των λιωμένων ζώων, διαμελισμένων ανθρώπων, ανθρώπων παγιδευμένων μέσα στ’ αυτοκίνητά τους που καίγονται σε μετωπικές συγκρούσεις, τσακισμένες λαμαρίνες, συνθλιμμένα σώματα, πετσοκομμένα, άνθρωποι που ξεψυχάνε πάνω σε πλαστικά καθίσματα, σε μπλοκαρισμένα τιμόνια, στα πρόσωπα γεωγραφία θανάτου στάζει το πιο προσωπικό τους κόκκινο υγρό, κι ένας τελευταίος σπασμός στα μάτια που θολώνουν κοιτάζοντας τη ροζ πικροδάφνη στην άκρη του δρόμου... (Αρρωστούργημα εδώ).

Once a crab, always a crab! (από Vrastaman, 17/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Ό,τι και ο ξυπόλυτος, λίγο ακόμη πιο απαξιωτικά, δηλαδή ο φτωχός, κάποιος που τον παρομοιάζουμε με άνθρωπο που δεν έχει να φορέσει παπούτσια.

Πάσα: Γκάτζμαν.

- Καλά, είναι δυνατόν η Μαρία, μια ασκούμενη δικηγόρος με έτοιμο το δικηγορικό γραφείο του πατέρα της να αρραβωνιαστεί αυτόν τον ξυπολιά που βγάζει δεν βγάζει 700 Ευρώ τον μήνα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified