Συμπληρωματικά προς τον ορισμό του Pigman (από πάσα του ΜΧΣ στο Δ.Π.), σημαίνει συχνά ότι φτάνω στο άκρον άωτον της καμενιάςκαμμενιάς), ότι το έχω κάψει εντελώς τελείως, ότι κάτι που μπορεί και να άρχισε ωραία και κουλ στο τέλος το γάμησα και ψόφησε, σε στυλ αρκετά αυτιστικό, όπως άλλωστε είναι και τα γκέιμζ με τις πίστες από όπου προέρχεται η έκφραση. Λέγεται και για ακραίες εξτραβαγκάντσες, και γενικά, όπως γράφει ο Pigman, για οποιαδήποτε υπερβολή μαλακίας ή άλλη υπερβολή. Συνήθως το τερματίζω.

1. Η Lady Gaga και τα κοστούμια: Αυτή τη φορά το τερμάτισε... Κάθε φορά η Lady Gaga προσπαθεί να ξεπερνάει τον εαυτό της με τις εκκεντρικές εμφανίσεις της, και αυτή τη φορά φαίνεται πως τα κατάφερε. Το high-tech κοστούμι που επέλεξε για να παρουσιαστεί στο πάρτι για το νέο της άλμπουμ ήταν ιπτάμενο! Λειτουργούσε με μπαταρίες, έμοιαζε με στολή αστροναύτη και είχε και όνομα: Volantis!

2. Το τερμάτισε το λαμόγιο : Δεν ήταν μίζα αλλά δωρεά!

3. Το ΦΕΚ της χρονιάς από το υπουργείο υγείας! Ο Άδωνις το τερμάτισε....

4. Ούτε σεμνά, ούτε ταπεινά, ούτε ηθικά, ούτε νόμιμα. Το τερμάτισε ο Μισέλ #free_liapis

Got a better definition? Add it!

Published

Κλέβω ένα λάχανο, δηλαδή ένα πορτοφόλι γεμάτο με χαρτονομίσματα. Κλασική παλιά αργκό των κλεφτών που έχει διασωθεί και σε παλιά λαϊκά τραγούδια και ρεμπέτικα. Βλ. και λαχανάς

Πάσα (Δ.Π.): ironick

εδω εισαι πορτοφολα;; να τον προσεχετε,ειναι πονηρος.σου λεει<<κοιτα εκει>> και στην ζουλα σου βουτα την πορτοφολα..
πηγε να το κανει και σε εμενα το κολπο,αλλα με την χαρα εμεινε..το πορτοφολι που λαχανεψε ειχε μονο κατι μετοχες ΟΤΕ,που μολις τις ειδε τις πεταξε με περιφρονηση... (Δες)

(από Khan, 13/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν η κατάσταση είναι απελπιστική και δεν επιδέχεται βελτίωση, χέσ' τα κι άσ' τα, άσ' τα - βράσ' τα.

Μεγεθυντικό: γάμα τα με κεφαλαία γράμματα

Πάσα (Δ.Π.): Vikar

  1. Γάμα τα φίλε γάμα τα, με κεφαλαία γράμματα, τελειώσανε τα θαύματα, από δικά μας σφάλματα. Τα λεφτά τα φάγανε, τα λεφτά τα πήρανε, κι όσοι μας χρωστάγανε ήρθαν και μας δείρανε. (Στίχοι εδώ).

2. Όλοι Γάμα τα στη χώρα της μπανανίας και των πλυντηρίων.

Got a better definition? Add it!

Published

Το σπέρμα στα καλιαρντά.

«Η Σαλονίκη είναι καραμποντού, γεμάτη από το ερωτικότερο τρεμόζουμο.» (Δήλωση Ηλία Πετρόπουλου δες).

Got a better definition? Add it!

Published

Τα βαφτίσια στα καλιαρντά, εκ του βακουλή που σημαίνει εκκλησία και στάμπα, δηλαδή σφράγισμα.

- Δεν ήξερα ότι τα είχε με εκείνο το αγλαρότεκνο.
- Καλέ ναι. Γνωρίστηκαν σε κάτι βακουλόσταμπα, που είχε παραστεί ο βακουλονταβατζής ο ίδιος! (Αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published

Κατά το ποδαρικό, είναι η πρώτη ψωλή που εγκαινιάζει ένα καινούργιο έτος.

apapa de pira kanena teknaki protoxroniatika, lete na moy pai asxima o xronos; prepi na kano oposdipote psolariko (Από το Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο βλάκας, ο ανόητος, ο άμυαλος ή και αυτός που τα έχει κάπως χαμένα, που είναι τρελός, έχει κάποιου είδους ψυχοπάθεια, είναι μαλάκας ή γιωτάς. Κυριολεκτικά σημαίνει αυτόν που το μυαλό του «φυγοδικεί», οπότε έχει φύγει πλέον από το κεφάλι του με αποτέλεσμα να το αφήσει κενό. Και η δίκη για τις μαλακίες του υποκειμένου, αν υποθέσουμε ότι λαμβάνει χώρα μια τέτοια δίκη, γίνεται ερήμην του κατηγορουμένου.

Τρίβιο: «Οι Μυαλοφυγόδικοι» ήταν τίτλος ξεκαρδιστικής κωμωδίας του 1988 του Γιώργου Μυλωνά με τον Χρήστο Βαλαβανίδη που μπορείτε να απολαύσετε εδώ.

Παραγγελιά μέσω Δ.Π.: Δεινόσαυρος.

1. Όταν οι οπαδοί και οι παίκτες μιας ομάδας πανηγυρίζουν στις αποτυχίες, το επόμενο βήμα είναι η κατρακύλα. [...] Το ακόμη χειρότερο είναι ότι κάποιος μυαλοφυγόδικος (παράγοντας; προπονητής;) ανάγκασε τους ποδοσφαιριστές να… ξαναβγούν στο τερέν αρκετή ώρα μετά τη λήξη, για να πάρουν μέρος στη… φιέστα!

2. Εντάξει διάβασα 2-3 μηνύματα σε προηγούμενες σελίδες σχετικά με τον Πρετεντέρη, ότι και καλά τελευταία τα χώνει στον ΓΑΠ και δεν πρέπει να τσουβαλιάζεται με τους λοιπούς πρασινοφρουρούς του Mega και έκλασα στο γέλιο. Άλλωστε πάντα είχα απορία ποιοί μυαλοφυγόδικοι αποτελούν αυτό το 20% των τηλεθεατών που καθημερινά επιλέγουν Mega για να ενημερωθούν. Το ακούσαμε κι αυτό...

3. Ο οπαδός της κου κλουξ κλαν και απολύτως μυαλοφυγόδικος εδώ και κάποια χρόνια, πάσχει από σύνδρομο καταδίωξης.

(από Khan, 04/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Υβριστική έκφραση που δηλώνει κάποιον ο οποίος ενώ βρωμάει και ζέχνει για το κακό ποιόν του χαρακτήρα του χρησιμοποιεί κάποια επίφαση πχοιότητας για να γίνει αρεστός ή, έστω, οριακά χωνευτός.

Όπως σημειώνει ο πασαδόρος στο Δ.Π. Professor, η έκφραση αποδίδεται στον τραγουδοποιό Διονύση Σαββόπουλο, ο οποίος φέρεται να την έχει χρησιμοποιήσει εναντίον του δημοσιογράφου Μάκη Τριανταφυλλόπουλου. Κυκλοφορούν, ωστόσο, δύο εκδοχές στο ιντερνέτι (βλ. 1ο παράδειγμα). Κατά την μία χρησιμοποιήθηκε η έκφραση κουράδα με βύσσινο, ενώ κατά την άλλη το κουράδα με κερασάκι.

Πάντως, κυρίως η έκφραση κουράδα με βύσσινο είναι διαδεδομένη, για να σημάνει κάποιον που μπλέκει τον πολύ σιχαμερό και αηδιαστικό χαρακτήρα του με κάτι γλυκό, ώστε να γλυκάνει το χάπι και να γίνει οριακά αποδεκτό.

Από την άλλη, υπάρχει και η έκφραση το κερασάκι στην κουράδα, που τρέπει την αντίστοιχη έκφραση το κερασάκι στην τούρτα. Πρόκειται κι εδώ για μια τελική λεπτομέρεια επίφασης, επιτήδευσης, αυταρέσκειας κι αυτοδικαίωσης, χρυσώματος του χαπιού που έρχεται να κατακλείσει ένα πολύ αηδιαστικό σύνολο και να δώσει τη χαριστική βολή στα νεύρα μας. Με άλλα λόγια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κερασάκι στην κουράδα είναι η πραγματική σημασία της συχνότερης έκφρασης το κερασάκι στην τούρτα που συνήθως έχει αρνητική σημασία.

Σχετικοάσχετα: σκατά με φράουλες, τούρτα.

1.α) Το τελευταίο καιρό, μου 'ρχεται στο νου μια παλιά αληθινή ιστορία, της οποίας υπήρξα -κι όχι μόνον εγώ, μα πάρα πολύς κόσμος- αυτήκοος μάρτυρας.
Σε κάποια εκπομπή του, ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος, (ήτανε τότε ακόμα στο ραδιόφωνο) είχε πει κάτι για τον Διονύση Σαββόπουλο, το οποίο, ο δεύτερος, το χε πάρει προσβλητικά. Δε θυμάμαι πια τι αφορούσε. Έτσι λοιπον ο Νιόνιος, μπαίνει το επόμενο πρωΐ στο στούντιο που κανε την εκπομπή του ο Μάκης και του λέει δυνατά καθαρά κι ήρεμα, έτσι ώστε να τον ακούσουν όλοι:
-«Κύριε Τριανταφυλλόπουλε, είστε μια κουράδα με βύσσινο» και γύρισε και βγήκε.

β) Διαβάζοντας το κείμενο, πριν το «στείλω» για δημοσίευση, θυμήθηκα την ατάκα του Σαββόπουλου προς τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο: «Είστε κουράδα με κερασάκι». Να ήταν μόνο ο Μάκης…

2.α) Τι ...πρωτότυπος, Θεέ μου. Και τα λέει και αυτάρεσκα, σαν να μην έχει πει ποτέ κανένας αυτές τις πιπες. Τυπικό δείγμα μικρού ανθρώπου που νομίζει οτι είναι κάποιος, και είναι απλώς μια κουράδα με βύσσινο.

β) Αυτή που μίλησε αρχικά για κουραμπιέδες είναι μια... κουράδα με βύσσινο.

3.α) Και το κερασάκι πάνω στην κουράδα : >>>Έως και 100.000 ευρώ θα πληρώνουν Ελληνες εργοδότες εάν εντοπίζονται στην εργασία τους αλλοδαποί με ελονοσία κατά τον έλεγχο των αρχών.

β) Το κερασάκι στην κουράδα! Μνμ απο επίμονο στάλκερ που με πολιορκεί καιρό με μνματα άουτ οφ δε μπλου!

Got a better definition? Add it!

Published

Μπανεύκολο πρωτοχρονιάτικο λολοπαίγνιο ως μια επιπλέον τροπή στα βασιλόπιτα, βασιλόπιτας, μπορεί να δηλώσει κάτι από τα παρακάτω: α) Τη φαντασίωση κάθε άντρα για στοματικό σεξ από σέξι αγιοβασιλίτσα, β) αυτό που συμβαίνει σε κάθε λογής τσιμπουκάδικα κατά την εορταστική περίοδο γύρω από την Πρωτοχρονιά όπου αυξάνει ο τζίρος, γ) σενάριο σε κίνκι Χ-mas porn, δ) παρτόλα, τ. όπου πίπες και χαρά η Βασίλω πρώτη, ε) τα αναγγελόμενα νέα μέτρα για μετά την Πρωτοχρονιά ενός νέου έτους, αυτά που πληρώνουμε κοντά στην Πρωτοχρονιά, όπως λ.χ. τέλη κυκλοφορίας και στ) γενικώς όλα αυτά που περιμένουμε καλώς να μας μπουν μαζί με το νέο χρόνο, ζ) ένας τρόπος με kitch value για να ονομάσεις την βασιλόπιτα, όταν είσαι εκνευρισμένος που σε κουβαλάνε σε μια βαρετή εκδήλωση, η) οποιαδήποτε πίπα σου τύχει Πρωτοχρονιά ανήμερα. Συχνά, όμως, θ) είναι απλό ορθογραφικό λάθος τ. πεοτείνω ή φροϋδικό σλιπάκι, καθώς στον γραπτό λόγο, ιδίως τον χειρόγραφο, αυτοί που γράφουν κατά την παλαιά ορθογραφία με δύο ταυ την βασιλόπιττα, είναι σαν να την γράφουν βασιλόπιπα (δες και δες).

  1. Βασιλόπιπα, ποστ κοινωνικής κριτικής από τον μπλόγκερ Old Boy.

  2. ΒΑΣΙΛΟΠΙΠΑ ή ΒΑΣΙΛΟΓΛΕΙΨΙΜΟ ;;;; !(AKOYΩ ΓΝΩΜΕΣ)! (Από το Φέισμπουκ).

  3. Στο χωριο του πατερα μου ειχαμε μια Βασίλω που επαιρνε απιστευτα τσιμπουκια. Η διασημη βασιλοπιπα. (Από το Τουίτερ)

(από Khan, 17/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Εκ του πολυτραγουδισμένου γαμοσλανγκοτέτοιου β' συστατικού -μούνα και του λαρδί, που σημαίνει «κομμάτι ζωικού λίπους, κυρίως χοιρινό, που διατηρείται και καταναλώνεται παστό ή καπνιστό» (δες). Ετυμολογικώς το λαρδί αποτελεί αντιδάνειο: < μεσαιωνική ελληνική λαρδί(ο)ν, υποκοριστικό του (ελληνιστική κοινή) λάρδος < λατινική lardum (=αλατισμένο/ παστωμένο κρέας) < αρχαία ελληνική λαρινός (=παχύς, λιπαρός).

Τη λέξη διασώζει η Ιωάννα Καρυστιάνη στο μυθιστόρημα Μικρά Αγγλία (εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1997) ως χρησιμοποιούμενη στην Άνδρο. Υποτίθεται ότι η ηρωίδα, η Μοσχούλα, ήταν σλανγκομούνα before it was cool και προσπαθούσε στα εφηβικά χρόνια της να κρυφακούει και να καταγράφει εν συνεχεία σλανγκιές, μεταξύ των οποίων και το λαρδομούνα.

Η σημασία της σλανγκιάς δεν μου είναι απολύτως σαφής. Αφενός φέρεται να σημαίνει μια γυναίκα που «έπιασε ξίγκι» στο μουνί της, λόγω πολυχρόνιας αγαμίας, -συνήθως επειδή ο άντρας της ήταν ναυτικός και έλειπε καιρό στα ξένα-, και που ωσεκτουτού είναι λιγωμένη για σεχ. Αφεδύο φαίνεται να συνδέεται γενικότερα με μια χοιρινή jouissance, να δηλώνει ζουμπουρλού με την καυλή έννοια ή λιπαρό και αφράτο μουνί. (Τα δύο βέβαια αλληλοσυμπληρώνονται). Ως γαμησιάτικο μπινελίκι χρησιμοποιείται και στη μοναδική του εμφάνιση στον γούγλη.

  1. Χίλιες σκούνες και μαούνες λιγωμένες λαρδομούνες (έκφραση που διασώζει η Ιωάννα Καρυστιάνη στο μυθιστόρημα Μικρά Αγγλία, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα 1997, σ. 101).

  2. Όταν η Μόσχα ήταν έντεκα δώδεκα και δεκατριών ακόμα, πονηρευόταν, την έτρωγε η περιέργεια, κι όποτε η μάνα της, αραιά και πού, έπαιρνε το πανεράκι με ό,τι άρραφτο κι έβαζε πλώρη για της Μούραινας ή όπου αλλού μαζεύονταν όλες και το ασυμμάζευτο στόμα πρώτη και καλύτερη, έβρισκε αφορμή να ορμήσει άξαφνα κι ό,τι αρπάξει το αυτί της, τα αντέγραφε σε μικροσκοπικά χαρτάκια και πρωταγωνιστούσε κατόπιν στην παρέα με Κατίνα, Κική, Μαρί, ο πούτσος του κατάρτι, εξήντα αρχίδια στο βαπόρι ίσον τριάντα άντρες πλήρωμα, λαρδομούνες επειδή πιάνανε εκεί ξίγκι, αμάλαγες μήνες και χρόνια, η Αργεντινή βγάζει τις καλύτερες κουβέρτες γιατί είναι μπουρδέλο και σκέφτονται μόνο το κρεβάτι κι επίσης το πολύ λεμόνι του νησιού ξινίζει το φιλί, καμιά φορά και το πουτί. (Ibid, σ. 24)

  3. Το πήρε κατάκαρδα που ο άντρας της, που θα ήταν τάχατες μαγκωμένος εσαεί στη φάκα της κιλότας της, δε θα γύριζε ποτέ, τζάμπα και ολόσωμο τάμα στη θαυματουργή εικόνα της Θεοσκέπαστης, ο άσωτος ένστολος σε στάση προσοχής, αραίωσε από μόνη της τις συγκεντρώσεις κι ένα απόγευμα ζήτησε συγγνώμη κι έκλεισε την πόρτα της, είχε χάσει οριστικά την ευρηματικότητά της σε ερωτόλογα και απαγορευμένα, σιωπηρά είχε παραδώσει τη σκυτάλη στη χήρα του Νικηφόρου που είχε κι αυτή περάσει προ πολλού το φράγμα των εκατό οκάδων, λαρδομούνα εκ γενετής μα με λιγότερο ταλέντο από της προκατόχου. (Ibid, σ. 130)

4. Αναμφίβολα, υπάρχουν πολλές επικίνδυνες ράτσες. Επιγραμματικά θα αναφερθώ:
- στον τραγικό φορτηγατζή, ο οποίος έχει περισσότερο το νου το στο φραπέ που ισορροπεί πάνω στο τιμόνι, ενώ εστιάζει στο δρόμο μόνο και μόνο για να σφυρίξει σε οποιαδήποτε γυναίκα δει, θεωρώντας ότι κάθε γυναίκα αισθάνεται κολακευμένη και σίγουρα θα ανοίξει τη πόδια της για να τη γαμήσει ένας άπλυτος τύπος που οδηγεί φορτηγό αν της φωνάξει «μανούλι μου», «να ήμουν κιλότα με γλώσσα», «τι βυζόθρες είναι αυτές μανάρα μου», «κούνα την κωλάθρα σου λαρδομούνα μου» και άλλα εξίσου τρυφερά.

Στο 1.07 "το μουνί της Γεωργίας Βασιλειάδου πασαλειμμένο με λαρδί είναι άσχημο" ως ένα κλικ λιγότερο εμετικό από το απόλυτο ξερνάντερο. (από Khan, 13/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified