Ως κομμάτι χαρακτηρίζουμε το κάθε θηλυκό στο οποίο θα θέλαμε να 'ξηγήσουμε το όνειρο. Οι συνήθεις πολεμικές ιαχές (ή μάλλον ψίθυροι) που ακούγονται στο θέμα ενός κομματιού είναι:

- Αχ αγάπη μου...
- Έλα στον παππού!
- Αούα!
- Υλικό στην Χ σου ώρα! (ανάλογα με την κατεύθυνση αλλάζει το Χ)

Να προσθέσω πως είναι αρκετά φαλλοκρατική λέξη-έννοια, αφού παρομοιάζει τις γυναίκες με πράγματα, σκεύη ηδονής και άλλα τέτοια σεξιστικά.

  1. Καλά ε, η Λάουρα είναι τρελό κομμάτι!!

  2. - Τσέκαρε ένα κομμάτι εκεί στο παγκάκι!
    - Ωχ... έχυσα λίγο...
    - Έλεος..Τι χυσαμόλας είσαι εσύ...

  3. - Πώς το βρίσκεις το γκομενάκι;
    - Αρκετά καλό κομμάτι...

βλ. και κόμματος, τεμάχιο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα κομμέ είναι μια διάλεκτος παρόμοια με τα ποδανά σε ό,τι αφορά τη χρήση της. H ίδια η λέξη είναι η κομμέ version της λέξης «κομμένα».

Και εδώ τα χρησιμοποιούμε για να μη μας πάρουν χαμπάρι, αλλά το θέμα παίζει αλλιώς εδώ. Παίρνουμε τη λέξη που θέλουμε και την κόβουμε στην πρώτη συλλαβή συνήθως, ή όπου αλλού βολεύει προς αποφυγή μπερδέματος. Άμα τα συνδυάσουμε με τα ποδανά στον προφορικό λόγο, τότε το αποτέλεσμα είναι απλά ούμπερ!

  1. Ο Τα(κης) είπε ότι θα φέρει το κο(κό –κόκα δηλαδή) το βρά(δυ) για να γίνει σκηνικό...

  2. — Παίζει ο σφαγμέ(νος) ο ά(σσος);;
    — Μόνο ο διπλός ο νόζις.

  3. Και μου λε(ει) η μεναγκό δε γουστά(ρω) και τέτοια... Ε, α γαμή και λε πουλέ της λέω. Λασκύ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η κλασσική κολλημένη-κολλώδης βρωμιά! Ξέρετε ποια, αυτή που υποβόσκει σε τηλεχειριστήρια του Playstation, στο ποντίκι του PC και γενικά σε πράματα που πιάνουμε συχνά χωρίς να τα καθαρίζουμε.

Άλλο ένα αγαπημένο σημείο της είναι οι πάτοι των σανδαλιών, εκεί όπου η σκόνη των δρόμων μαζί με τον ιδρώτα δημιουργούν αυτήν την μπιχλίτσαπου άμα την δει η γκόμενα σου θα αρχίζει να τρέχει ουρλιάζοντας!

  1. - Μπλιάχ...το ποντίκι έπιασε κοράτσα καθάρισε το..
    - Ναι ρε...κάτσε να βάλω σε μια λεκάνη λίγη χλωρίνη να το βουτήξω εκεί μέσα και θα γίνει τζιτζι!

  2. - Ρε βρομιάρη, καθάρισε τα σανδάλια σου ρε...μαύρα γίνανε από την κοράτσα!

Βλ. επίσης ούρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει είμαι υπερβολικά χαρωπός σε βαθμό που εκνευρίζω τους άλλους και μοιάζω με παραπληγικό, μόγγολο. H φράση μοιάζει να προέρχεται από τις κινήσεις παιδιών με ειδικές ανάγκες (σκεφτείτε το λίγο). Μπορούμε να πούμε σε κάποιον να κουνήσει αυτάκι άμα πει ένα ηλίθιο αστείο ή γελάει με κάτι που δε θα 'πρεπε. Είναι ψιλο-σκληρή έκφραση που συνοδεύεται από το κατάλληλο ύφος και το κούνημα του αυτιού μας για να δείξουμε στον άλλο πώς γίνεται.

  1. - Ο Μήτσος έσπασε το πόδι του...
    - ΧΑΧΑΧΑΧΑ! Α, τον μαλάκαααα! Καλά να πάθει! ΧΑΧΑ!
    - Ναι ρε ζώο, κούνα και αυτάκι βλάκα.

  2. - ...και λέει η ξανθιά, «μα εμένα δε μ αρέσει το πινγκ πονγκ» ΧΑΧΑΧΑ
    - Αστείο;
    - Πολύ!
    - Μπράβο. Κούνα και αυτάκι τώρα.

  3. ΚΟΥΝΑ Τ' ΑΥΤΑΚΙ από εδώ

  4. πολύ κούνημα βρε παιδιά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τζούρα του τσιγάρου (που έχει φτάσει σχεδόν μέχρι το φίλτρο), κατά την οποία το βάζουμε ανάμεσα στις αρχές του δείκτη και του μέσου, κλείνουμε τη χούφτα σφιχτά και ρουφάμε από την τρύπα που δημιουργήθηκε ανάμεσα στον αντίχειρα και τον δείκτη. Τέτοιες τζούρες παίρνουν συνήθως όσοι κάνουν οικονομία στα τσιγάρα.

Προφάνουσλυ η ονομασία έρχεται από την κούφια γροθιά που σχηματίζει ο χρήστης. Αρκετά θανατηφόρα τζούρα, οπότε με μέτρο.

- Τι κάνεις εκεί ρε;
- Κούφια. ...Oικονομική κρίση ψηλέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστό σχολικό παιχνίδι και ως «παλαμάκια».

Πώς παίζεται:

5 άτομα τουλάχιστον σχηματίζουν έναν κύκλο. Ένα τυχαίο άτομο χτυπάει μια φορά τις παλάμες (σα χειροκρότημα), ο διπλανός του (πχ από τα δεξιά) χτυπάει κι αυτός τις παλάμες του -και πάει λέγοντας, εκτός και αν χτυπήσει παλαμάκια δυο φορές, οπότε αλλάζει η φορά. Αν όμως χτυπήσει παλαμάκια κάποιος που δεν είναι η σειρά του, τότε το κλαίει. Οι υπόλοιποι του σκάνε σύννεφο, σφαλιάρες ή οποιαδήποτε τιμωρία ορίσουν από πριν.

Περιτεύει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη γλώσσα των τοξικομανών λιωμένο παγωτό είναι το αίμα της φλέβας μαζί με υγρή ηρωίνη το οποίο κυλάει στο χέρι. Ενδεχομένως τα Ξύλινα Σπαθιά αυτό να εννοούσαν στο ομώνυμο τραγούδι τους.

Σόρρυ κιόλας αλλά δεν έχω βρεθεί σε διάλογο τοξικομανών για να έχω σωστό παράδειγμα οπότε:

...λιωμένο παγωτό, κολλάει στο χέρι...

(από Khan, 04/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα εστιατόρια γρήγορου φαγητού McDonald's στην σλανγκομιλουμένη.

Από το Μακ Ντόναλντς > Μακ Ντο > μακντό.

Προφέρεται και μαΓκντό ή μακ, άμα είσαι έμπειρος.

  1. - Πάμε μακντό να τσιμπήσουμε κανα τσιζ (μπεργκερ);
    - Με ένα ευρώ; Φύγαμε!

  2. - Του 'πα να έρθει στις 6 έξω από τα μακ να πάμε να μιλήσουμε να δούμε άμα θα κάνουμε κατάληψη αύριο...

στο μπαλαούρο! (από BuBis, 30/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μουνόδουλος.

Ο τύπος που του τρέχουν τα σάλια για μουνιά και, τελικά, ή πηδάει μπάζα ή μένει καληνυχτάκιας. Κάπως τραγική φιγούρα που δεν του αξίζει απονομή σπεκ.

Πιό γενικά, μπορεί να χρησιμοποιθεί σαν βρισιά και για κάποιον που δεν περιγράφεται από τον παραπάνω ορισμό.

  1. Άντε ρε με τον μουνοσαλιάρη τον Τάκη! Δύο χρόνια είναι με το μπαζάκι... Την έχεις δει; Λες και την έχεις βάλει στην τοστιέρα! Μπρος πίσω σανίδα! Και είναι και ψωνισμένη... Απορώ τι της βρήκε...

  2. - Παιδιά πρέπει να φύγω, έχω να κάνω μια δουλειά...
    - Άσ'τα αυτά ρε μουνοσαλιάρη! Πάλι την Λίλιαν θα δεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη πασπαρτού που την χρησιμοποιούμε σε διάφορες καταστάσεις:

  • Όταν θέλουμε να δείξουμε οτι βαριόμαστε. (παράδειγμα 1)
  • Όταν θέλουμε να περιγράψουμε την κατάσταση κάποιου που είτε είναι χαβαλές ή πιωμένος και γενικά δε την πολυπαλεύει. (παράδειγμα 2)
  • Όταν θέλουμε να δείξουμε απαξίωση για κάποιο ζήτημα. (παράδειγμα 3)
  • Όταν δεν έχουμε τι άλλο να πούμε (παράδειγμα 4)

    Ενδεχομένως να έχει σχέση με το αρνητικό μόριο «μπα».

  1. - Πάμε για 'κανα σουβλάκι;
    - Μπάουα ρε... (Συνοδεύεται από χαμήλωμα του κάτω βλεφάρου με το δάκτυλο)

  2. - Ο Σάκης δε την παλεύει μία! Είναι τελείως μπάουα!

  3. - Ο Νίκος πήρε Playstation 3!
    - Μπάουα. Χέστηκα κιόλας.

  4. - Μπάουααααα...
    - Ε;;
    - Τίποτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified