Η ακατάδεκτη. H Diva. Φράση προερχόμενη από την θρυλική Λατινοαμερικανική σειρά «Carrusel», ηρωίδα της οποίας ήτο ανάμεσα σε άλλα παιδάκια και πλούσια ξανθογάλανη κορασίδα περί τα 10, ονόματι Maria Joaquina Villaseñor, η οποία απέρριπτε μετά βδελυγμίας τον ερωτευμένο συμμαθητή της Cirrilo, κυρίως διότι ο τελευταίος ήτο φτωχός και μαύρος.

- Τι λεει Μάκη; Το βαλες χέρι το Χριστινάκι ψε;
- Άσε με ρε μαλάκα.. Στα καλύτερα την πήγα και σημασία δεν με έδινε.. Με το 'παιζε Μαρία Χοακίνα...

(από jesus, 06/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται μόνο στον αόριστο. Λέξη πολλαπλής χρήσεως.

Περίπου συνώνυμη του πλετήκωσα αλλά με πιο παθητικό περιεχόμενο. Εκφράζει συνήθως δυσφορία, αλλά όχι απαραίτητα.

  1. Κάθε μέρα φακές... Ερέντηρα πιαααα...

  2. Πήγες που πήγες μέχρι τη Χιο... Ερέντηρες τουλάχιστον;

βλ. και έγκωσα, πλετήκωσα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του ανφάν γκατέ. Χαρακτηρίζει την τοπική κοσμική ιντελιγκέντσια, γνωστούς και ως μαϊντανούς, που συνωστίζονται σε όλα τα πάρτυ και τις κοσμικές εκδηλώσεις κυρίως εξαιτίας του δωρεάν μπουφέ.

- Ωραία πάει ρε Μάκη το πάρτυ της παρουσίασης του βιβλίου σου, πολύ κέφι.
- Τι ωραία ρε λακαμά; Που χει μαζευτεί όλο το ναφάν γκατέ, γαμώ την απλυσιά τους... Μισό ρε Μηνά...Ρεεε Ζουράρι... Ναι εσένα λέω... Άσε κάτω το μπούτι κοτοπούλου, 7 έφαγες... Πού τα βάζει ο πούστης...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποδηλώνει τον ευπρεπή άνθρωπο με συναίσθηση του γούστου και κυρίως της τάξης στο ντύσιμό του. Ξεχωρίζει από την άψογα χτενισμένη κουπ του και τα ασορτί κάλτσα-γραβάτα-μανικετόκουμπα-μαντήλι που συνηθίζει να φοράει (για άντρες) και την αρμονία των κοσμημάτων στις γυναίκες. Μπορεί να είναι μόνιμο ή ευκαιριακό φαινόμενο.

Ανώνυμη μάνα:

Είδες Νίτσα μου ο Μάκης της Γεωργίας που πήγε να ζητήσει την Μαρία από τις γονείς της; Κουρεμένος... ξυρισμένος... σιδερωμένος... με το κουστούμι του... με τα όλα του το χρυσό μου... Τρίγκα παπαρίγκα σου λέω... Όχι σαν τον δικό μου τον αχαϊρευτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τυχάρπαστος. Ο ένας και ο άλλος. Αδιάφορο ποιος είναι αυτός. Συνήθως φανερώνει ενόχληση ενώ συχνά αν δοθεί έμφαση στο δείξε χαρακτηρίζει κοσμική συγκέντρωση (ημι)celebrities.

  1. - Πώς πήγε η μέρα Μάκη μου;
    - Χάλια γυναίκα... Με τα 'πρηξαν σήμερα. Η μάνα μου, η μάνα σου, ο Αντώνης, η Ριτσα, ο πήξε, ο δείξε... Άλλη δουλειά δεν είχαν να κάνουν;

  2. - Καλό το πάρτυ που πήγες χτες, Μικέ;
    - Α Νώντα μου, σούπερ... Όλος ο καλός ο κόσμος ήταν εκεί... Ο Κωστας Σόμερ, ο Ερρίκος Πετιλόν, η Βάνα Μπάρμπα, ο πήξε, ο δείξε... όλοι εκεί σου λέω... έχασες που δεν ήρθες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι υπερβολικά ενεργητικός και πολυάσχολος με προφανή σκοπό να εντυπωσιάσω κάποιον.

Κάνω, ράνω, δείχνω τινά: είμαι περιποιητικός και προσφέρω υπηρεσίες προς κάποιον με τον ίδιο προφανή σκοπό.

  1. - Τον είδες Μάκη τον Bill Gates, ψε; Κύριος... Ήρθε, έκανε, έρανε, έδειξε κι έφυγε.

  2. - Πως πήγε ψε με το γκομενάκι, Μάκη;
    - Τζιφος φίλε. Στα καλύτερα την πήγα... Την έκανα, την έρανα, την έδειξα... Αυτή τίποτα... Καριόλες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαιρετικά σημαντική θέση σε εταιρία, αλλά μόνο γι' αυτόν που την κατέχει. Προκύπτει από τη φράση «Άι φέρ'» που το εκάστοτε αφεντικό παγίως απευθύνει προς τον υφιστάμενο του. Το παιδί για όλες τις δουλειές.

- Ρε συ Μάκη για πε' για τη νέα δουλειά, ναούμ...
- Α πολύ σημαντική και με ευθύνες. Είμαι eyefair του διευθυντή της Giant.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπήκω τινά. Επιδίδομαι σε ερωτικάς πράξεις διεισδύσεως μετά ετέρας.

- Ρε συ Μάκη, τι είναι αυτό το γκομενάκι εκει πέρα;
- Το Μαράκι; Δεν θυμάσαι ρε που την έμπηκε ο Γιάννος πέρσι;

Got a better definition? Add it!

Published

Υποδηλώνει το μακρύ ξύλο (συνήθως σκουπόξυλο) το οποίο αντικαθιστά το remote control τηλεοράσεως ή διβιδί σε περίπτωση απουσίας αυτού (λόγω παλαιότητας της τεχνολογίας), εξάντλησης των μπαταριών αυτού ή καταστροφής του.

Ο χρήστης μπορεί με το τελεκοντάρ από την επιθυμητή θέση και απόσταση του καναπέ να αλλάξει κανάλι ή γενικά να χρησιμοποιήσει όλες τις δυνατότητες που τα κομβία των ηλεκτρονικών συσκευών παρέχουν.

Ρε Μάκη... Αρχινάει το Lost. Δεν πιάνεις το τελεκοντάρ να βάλουμε ΑΝΤ1;

(από jorje26, 08/02/08)

Βλ. και τηλεκουμάντο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποείδος έντεχνης ελληνικής μουσικής γνωστό και ως έντεχνο λαϊκό. Η λέξη προέρχεται από τον χαρακτηριστικό ήχο που παράγουν τα μίνι πιατίνια που κραδαίνουν στα ακροδάκτυλα τα θηλυκά μέλη του σχετικού συγκροτήματος και με τα οποία πάγια συνοδεύουν τα τραγούδια του είδους.

Οι φαν του τσίγκιρι-τσίγκιρι αποτελούν το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στους κατσιμηχέσω και τους εντεχνindie. Οι ακούγοντες τσίγκιρι τσίγκιρι είναι πολίτες του κόσμου, αλλά εκτιμούν και την ελληνική παράδοση ως μέρος ενός παγκόσμιου πολυπολιτισμικού ψηφιδωτού το οποίο ο καπιταλισμός προσπαθεί να καταστρέψει επιβάλλοντας την ομοιομορφία, τα Mc Donalds και την αποτρίχωση.

Κύριοι εκφραστές : Θανάσης Παπακωνσταντίνου, Σωκράτης Μάλαμας, Λιζέτα Καλημέρη
Cult icon: Μάρθα Φρίντζηλα.

-Πω ρε φίλε... δισκάρα η καινούρια του Μάλαμα...

- Καλά ρε μαλάκα 30 χρονώ έφτασες, ακόμα τσίγκιρι-τσίγκιρι ακούς;

Δες και ντάπα ντούπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified