Το μακρύ και ενίοτε άχαρο πόδι.
Ρε, πάρε τις αρίδες σου από το τραπέζι! Τί το πέρασες εδώ μέσα;
Το μακρύ και ενίοτε άχαρο πόδι.
Ρε, πάρε τις αρίδες σου από το τραπέζι! Τί το πέρασες εδώ μέσα;
Got a better definition? Add it!
Τηλεοπτικός νεολογισμός που χρησιμοποιείται από τους παρουσιαστές ειδήσεων για να περιγράψει τις πρώτες ζέστες του Καλοκαιριού, οπότε και οι πρώτοι λουόμενοι γεμίζουν τις παραλίες. Ουσιαστικά αποτελεί δικαιολογία για να δείξουν υλικό αρχείου με τόπλες και μπικίνια για τους οφθαλμολάγνους τηλεθεατές.
Μίνι καύσωνας χτύπησε την Αττική και οι απελπισμένοι πολίτες ξεχύθηκαν στις κοντινές παραλίες. «Καυτές» παρουσίες στις δημοφιλείς πλαζ...
Got a better definition? Add it!
Παλαιού τύπου πιστόλι με πολλαπλές κάνες που στριφογυρίζουν, πρόδρομος του κανονικού πιστολιού τύπου «ρεβόλβερ». Παρότι γνωστή ήδη από το 15ο αιώνα, έγινε δημοφιλής κατά το 19ο αιώνα. Λόγω του μικρού του μεγέθους που έκανε εύκολη την απόκρυψη και τη χρήση τους, χρησιμοποιούνταν συχνά από πράκτορες, δολοφόνους και γυναίκες. Η λέξη αποτελεί ελληνοποίηση του Αγγλικού όρου «pepper-box». Λόγω της μη χρήσης πια όπλων τέτοιου τύπου δεν απαντάται στη σύγχρονη Ελλάδα.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Αβραάμ Λίνκολν εδολοφονήθη με πιπεριέρα τύπου Ντέριντζερ από τον Τζων Μπουθ.
Got a better definition? Add it!
Στην αργκό των μοτοσυκλετιστών (σε γ' πρόσωπο πάντα), αυτό που συμβαίνει όταν οι στροφές του κινητήρα δεν είναι ικανές να στηρίξουν την ανάλογη ταχύτητα και επέρχεται επιβράδυνση του οχήματος.
- Γιατί ρε μαλάκα έμεινες πίσω στη στροφή;
- Άσε, μου κρέμασε η τρίτη και μέχρι να κατεβάσω δευτέρα...
Got a better definition? Add it!
Το σαπιοκάραβο, ο σκυλοπνίχτης. Προέρχεται από τη ναυτική ορολογία που σημαίνει το εγκάρσιο διαχωριστικό του σκαριού (φρακτή ή διάφραγμα).
- Ταξιδέψατε καλά από τα Κύθηρα;
- Άσε ρε! Μας βάλαν σε ένα μπουλμέ άλλο πράμα! Ξερνούσαμε σε όλο το ταξίδι!
Got a better definition? Add it!
Δε με νοιάζει, γράφω κάτι στα παλιά μου τα παπούτσια. Παρόμοιο με το κλάιν μάιν.
- Ρε άμα σε πιάσουν χωρίς ασφάλεια θα φας τρελό πρόστιμο!
- Πουτς μάιν κλάιν. Δε με πιάνει κανένας εμένα με το Golf.
Got a better definition? Add it!
Ευχή να πεθάνεις πριν την ώρα σου και να παρευρίσκεται και η ίδια η μάνα σου στην κηδεία.
Ιδιαίτερα προσβλητικός και μακάβριος χαρακτηρισμός, εξ' ου και η σπανιότατη χρήση του.
- Θα μου δώσεις τα χρωστούμενα, αλλιώς ξέχνα το σπίτι σου. Θα σ'το φάω και αυτό μαζί με σένα!
- Που να σε φιλήσει η μάνα σου κρύο, τοκόγλυφε!
Βλ. και που να σε νεκροφιλήσουν αλλά και λοιπές ευχές: που να κολλήσεις γλίτσα από αλεπουδόψαρο!, που να ζητάς ψωλή και να μη βρίσκεις ούτε δάχτυλο, που να μείνεις αγάμητη!, που να μείνεις κουλός και καυλωμένος, που να μπουν ούλοι οι διαούλοι μέσα σου, που να ξεράσεις τα άντερα σου και τα συκώτια σου
Got a better definition? Add it!
Κουπί. Απαντάται ήδη σε βυζαντινές πηγές του 10ου αιώνα και πιο πρόσφατα στην αργκώ των λιμανιών. Βλ. και ξυλομηχανή.
Ρε, η βάρκα δεν έχει ξύλα, πώς θα τη βγάλουμε από το λιμάνι;
Got a better definition? Add it!
Το επάγγελμα του βαρκάρη και ενίοτε του ψαρά στην αργκώ της πιάτσας του Πειραιά. Προέρχεται από τον όρο ξύλα που σημαίνουν τα κουπιά.
- Εσείς τί κάνατε τότε στον Πειραιά;
- Ξυλομηχανή, κύριε δικαστά!
(γέλια στο ακροατήριο)
-Ησυχία! Τί ένοείτε κύριε μάρτυς;
- Να, μωρέ, βαρκάρης, ψαράς!
(από τη βιογραφία του ρεμπέτη Γ. Παπαιωάννου).
Got a better definition? Add it!
Τύπος απλής τροχαλίας που χρησιμοποιείται στα πλοία για το τέντωμα των ξαρτιών που στηρίζουν το κατάρτι. Η ονομασία προέρχεται από το κυκλικό σχήμα της συσκευής και τις τρεις ή τέσσερις τρύπες που αυτή φέρει που μοιάζουν με κουκούτσια καρπουζιού. Επισήμως λέγεται τρίοπης ή τέτροπης. Απαντάται και ως καρπούζι.
Χωρίς καρπουζάκια δεν υπάρχει περίπτωση να τεντώσεις καλά το κατάρτι και αργά ή γρήγορα θα σου μπατάρει.
Got a better definition? Add it!