Είδος υποθέσεων με τις οποίες αρχίζει την καριέρα του ο νέος δικηγόρος.

Υποθέσεις που οι παλιότεροι δεν τις αναλαμβάνουν, είτε διότι είναι χαμένες από χέρι, είτε διότι δεν υπάρχει καμία ελπίδα είσπραξης και ο ατυχής επαγγελματίας τις αναλαμβάνει με ποσοστό.

- Με πήρε ο Μπατίρογλου στο τηλέφωνο και είπε ότι θέλει να συζητήσουμε για μια υπόθεση πολλών εκατομμυρίων.
- Ωχ, κατάλαβα, πάλι καμιά σκοτωμένη θέλει να σου φέρει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σεβαστό ποσό χρημάτων που ο ιδιοκτήτης απαιτεί μαύρα πριν από την κατάρτιση της μίσθωσης καταστήματος. Στα ένδοξα χρόνια του ελληνικού υπαρκτού σοσιαλισμού και στις αρχές της 10ετίας του 1990, που οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις γνώριζαν άνθιση και τα καταστήματα προς ενοικίαση είχαν μεγάλη ζήτηση, ήταν ευρέως διαδεδομένη πρακτική. Σήμερα αμφιβάλλω αν διατηρείται πουθενά. Πιθανά, ίσως, στους πολύ κεντρικούς δρόμους μεγάλης εμπορικότητας Αθήνας και Θεσσαλονίκης.

-Και πόσο είναι το ενοίκιο;
-200.000 δρχ. το μήνα και 2.500.000 αέρα.
-Ωραία, τον αέρα θα τον πληρώσω με επιταγή.
-Τι λε ρε φίλε, έχει κι άλλα έξυπνα παιδιά η μάνα σου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δικαίωμα καθ’ ύψος επέκτασης της οικοδομής, στις συμφωνίες αντιπαροχής μεταξύ οικοπεδούχων και εργολάβων, όπου το όλο οικόπεδο διαιρείται σε χιλιοστά, τα οποία θα αντιστοιχιστούν στα διαμερίσματα που θα χτιστούν.

Στην αντιπαροχή του οικοπεδούχου, ο εργολάβος γενναιόδωρα προσφέρει, εκτός από τα διαμερίσματα, και ένα ποσοστό του οικοπέδου, π.χ. 50/1000, ως αέρα, δηλ. το δικαίωμα αν αυξηθεί ποτέ ο συντελεστής δόμησης (που απαγορεύεται από το Σύνταγμα, αλλά ειδικά με τον Παπακωνσταντίνου Υπουργό Περιβάλλοντος να μην το αποκλείουμε κι αυτό) να χτίσει και άλλο όροφο. Πιο ποιητικά διατυπώνεται σε ορισμένα συμβολαιογραφικά έγγραφα ως «η αέρινη στήλη ύπερθεν της οικοδομής».

Και οι δύο παραπάνω περιπτώσεις μαρτυρούν τη συναλλακτική ευφυΐα της Ελληνικής φυλής και κοινωνίας, και το προχωρημένο στάδιο καπιταλιστικής ανάπτυξης της χώρας, εφόσον ενώ και οι πιο προοδευμένες χώρες ακόμη μάχονται να ιδιωτικοποιήσουν το νερό και ούτε που διανοούνται τον αέρα, στην Ελλάδα από τριακονταετίας τουλάχιστον ο αέρας είναι κανονικό αντικείμενο συναλλαγής, στην πρώτη μεν περίπτωση στον τομέα της παραοικονομίας, ενώ στη δεύτερη αντικείμενο λεπτομερών νομικών και φορολογικών ρυθμίσεων.

Σημειωτέον ακόμη, ότι οι δύο πιο πάνω περιπτώσεις αγοραπωλησίας αέρα δεν εμπίπτουν στο επιχειρηματικό αντικείμενο των αεριτζήδων, οι οποίοι εμπορεύονται αέρα κοπανιστό. Επιβεβαιώνεται δηλαδή και στον επιχειρηματικό τομέα το αδιαφιλονίκητο ιστορικό δεδομένο, πως όταν οι άλλοι ανακάλυπταν το κρέας εμείς είχαμε χοληστερίνη.

Εργολάβος: - Εγώ θα πάρω τα 2 καταστήματα του ισογείου, τα 2 διαμερίσματα του πρώτου και το υπόγειο και εσείς παίρνετε το ένα κατάστημα του ισογείου, τα 2 διαμερίσματα του δευτέρου και τον αέρα.

(από joe909, 08/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα πληρώνω, τα δίνω, τ' ακουμπάω. Επομένως και δωροδοκώ.

Δυσκολεύτηκα να το ταξινομήσω. Θα έλεγα «χαρακτηρισμοί πράξεων». Γιατί δεν είναι ούτε επαγγελματική αργκό.

- Καλά ρε και δεν είπε τίποτε για όλ' αυτά; Κάτω από τα μάτια του και δεν έβλεπε τίποτε; - Αφού σου λέω του τα χώσανε χοντρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χοντρό φτιάξιμο που προκαλείται από τη συνδυασμένη κατανάλωση αλκοόλ και ουσιών, ή και εν γένει κατάσταση βαρείας προχωρημένης μέθης.

Ξεκινήσαμε το μεσημέρι με τσίπουρα, μετά το γυρίσαμε στις μπύρες για να ξεπλυθεί το στόμα και ύστερα πήγαμε για τρίφυλλα. Ήπιαμε και κανα δυό γραμμές. Κατά το βραδάκι λέμε δεν πάμε και για κανένα ποτό; Τελείως τούρνα μιλάμε.

Για συνώνυμα της μέθης δες και λιάρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην αργκό των αλογομούρηδων, παίζω αέρα σημαίνει αγοράζω μετοχές χωρίς να έχω τα λεφτά, προσδοκώντας να καλύψω την τιμή αγοράς με τα κέρδη από τη μεταπώληση, εκμεταλλευόμενος το χρονικό περιθώριο που μου παρέχει η χρηματιστηριακή εταιρεία (3ήμερο, δεν ξέρω αν ήταν και περισσότερο το 1999) για να βάλω τα χρήματα στο λογαριασμό.

Ο αέρας είχε πολλαπλασιαστική επίδραση τόσο στη δημιουργία της χρηματιστηριακής φούσκας του 1999, όσο και στην εκρηκτικότητα του σκασίματός της. Εύλογο βεβαίως ν’ αντιληφθεί το γιατί, όχι μόνο ένας οικονομολόγος, αλλά οποιοσδήποτε έχει φουσκώσει ένα μπαλονάκι στη ζωή του:

α) ο αέρας τη φουσκώνει τη φούσκα, και

β) άμα τη φουσκώσεις πολύ η φούσκα σκάει.

Οι παίκτες του αέρα, αφού είχαν προσελκυσθεί στο χρηματιστήριο αυξάνοντας το ανύπαρκτο κεφάλαιό τους χάρη στο ανοδικό ράλι των μετοχών, κάποια στιγμή βρέθηκαν ν’ αγοράζουν με 30 και μετά τρεις ημέρες η μετοχή να είναι 29. Οπότε και μια μεγάλη μάζα παικτών βρέθηκαν να χρωστούν την αξία των μετοχών τους, την οποία αδυνατούσαν να πληρώσουν.

Υπάρχει ακόμη – και εδώ – και ο νόμιμος αέρας, το margin, μια πίστωση με τσιμπητό επιτόκιο που σου παρέχει η χρηματιστηριακή για αγορές μετοχών, δεσμεύοντας αντίστοιχο αριθμό μετοχών στο λογαριασμό σου. Κι εδώ, στο σπάσιμο της φούσκας, ο επενδυτής (ο λίγο πιο συγκρατημένος από τον αδίστακτο και αχαλίνωτο αλογομούρη, μια αλογοφατσούλα ας πούμε), ή θα έπρεπε να πουλήσει μετοχές ή να προσθέσει χρήματα στο λογαριασμό του.

Όπως καταλαβαίνεις, με τις ελαστικές και παραμορφωτικές του ιδιότητες, ο αέρας στάθηκε ένα εργαλείο χρήσιμο για τη μεγάλη εκείνη αρπαγή πλούτου, που αποτέλεσε ίσως και τον εναρκτήριο πυροβολισμό στη διαδικασία συνθλιβής της Ελληνικής μεσαίας τάξης, της οποίας τώρα ζούμε το μεγαλειώδες αποκορύφωμα. Οπότε τελικά, μπορεί να οριστεί ως το ανύπαρκτο χρήμα, το χρήμα στα ψέματα, χρήμα-μαϊμού.

Η ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ ΑΧΕ έχει άνοιγμα τριάντα δις αέρα, είναι για λουκέτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστική παραφθορά του τίτλου «πλανητάρχης» που απέδωσε στον Αμερικανό Πρόεδρο ο Ελληνικός τύπος επί εποχής νέας τάξεως.

Πρωτολανσαρίστηκε εν όψει των αμφιλεγόμενων ερωτικών περιπετειών του σαβουρογάμης Αμερικανού Προέδρου Bill Clinton με τη Monica Lewinski, ενώ και ο διάδοχός του George W. Bush Jr. ενέπνευσε πολλούς για την απονομή του ιδίου τίτλου, όχι λόγω ερωτικών κατορθωμάτων αλλά αποκλειστικά λόγω του κακού του χαρακτήρα. Νομίζω ότι και το «πλανητάρχης» αποτελεί ελληνικό ιδίωμα.

Kαρκίνος (22 Iουνίου - 22 Iουλίου) Τα ευαίσθητα Καρκινάκια, γεννημένα ντάλα καλοκαίρι, με την πουτανίτσα Σελήνη να τους ανεβοκατεβάζει τα γράδα, φουσκώνουνε και ξεφουσκώνουνε μέσα τους, σαν τα νερά του Ευρίπου. Συναισθηματική σταθερότης μηδέν, εξού και η αδικαιολόγητη πολλές φορές ισχυρογνωμοσύνη τους. Καλοί δικηγόροι οι Καρκίνοι, μπορούν να υπερασπίσουν με άνεση την άποψή τους, αλλά ταυτόχρονα με την ίδια άνεση και την ακριβώς αντίθετη. Το ρήμα που χαρακτηρίζει τον Καρκίνο είναι το «αισθάνομαι». Εκπρόσωπος του ζωδίου ο πλανηταρχίδης Τζορτζ Μπους. (Τζιμάκος, από εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οικογένεια πολιτικών ή μεγαλοκεφαλαιούχων, το κύτταρο της Ελληνικής άρχουσας τάξης.

Ξεκινώντας από τους πολιτικούς, η ιδιότητα αυτή στην Ελλάδα ήταν εξαπανέκαθεν κληρονομική. Στη μήτρα της κάστας των πολιτικών βρίσκουμε Φαναριώτες και κοτζαμπάσηδες, που φρόντισαν για την κληρονομική μεταβίβαση του επαγγέλματος στους απογόνους τους. Και μάλιστα η κληρονομικώ δικαίω μεταβίβαση της ιδιότητας του πολιτικού ζώου (κατ’ αντίθεση προς τη μάζα των ιδιωτών - idiots) ισχύει τόσο για τους πολιτευτές, τους στρατιώτες καθώς λέμε της παράταξης, όσο και για τους αρχηγούς.

Μιλώντας για αρχηγούς, ας μην έχουμε υπόψη μόνο τα πιο κραυγαλέα και πρόσφατα παραδείγματα, όπως Παπανδρέου, Καραμανλής, Μητσοτάκης, αλλά και τα παλιότερα, όπως Βενιζέλοι, Ράλληδες, Τρικούπηδες, Δεληγιάννηδες κ.α. (δες εδώ. Μεταπολεμικά βέβαια η οικογενειοκρατία φτάνει να ερμηνεύεται από τα κόμματα ως ονοματαλατρεία, απότοκο της προσωπολατρίας, ούτως ώστε να έχουμε τρεις και δύο πρωθυπουργούς με το ίδιο επώνυμο. Ας μη λησμονούμε όμως ότι και ο έτερος μεγάλος παίκτης της εξουσίας, Αντώνης Σαμαράς, από πολιτικό τζάκι προέρχεται.

Από την άλλη πλευρά υπάρχουν τα οικονομικά-επιχειρηματικά τζάκια, που κι αυτά κρατούν σφιχτά στα χέρια τους τον πλούτο της χώρας, ό,τι κρατάνε δηλαδή ως προμήθεια -διαχρονικά- για την εκποίηση των πόρων και του πλούτου της στο ξένο κεφάλαιο. Οικογένειες εφοπλιστών, βιομηχάνων, μεγαλοεργολάβων και τραπεζιτών. Που, με ελάχιστες παλιότερα εξαιρέσεις, ανήγαγαν την καταγωγή τους επίσης στους προεπαναστατικούς κατόχους του πλούτου, εφοπλιστές, εμπόρους και τσιφλικάδες.

Κύριο μέλημα του Ανδρέα Παπανδρέου κατά τη 10ετία του 1980 ήταν όχι να πολεμήσει, ελέγξει ή περιορίσει τα επιχειρηματικά τζάκια που βρήκε να κατέχουν τον πλούτο της χώρας, αλλά να δημιουργήσει μια γενιά από «νέα τζάκια», να προσθέσει, κοντά στα παλιά τζάκια, μια νέα γενιά συνεταίρων στην αρπαγή του εθνικού πλούτου, που ν’ αποτελεί και το οικονομικό και κοινωνικό έρεισμα του ΠΑΣΟΚ. Και αν ο πολιορκητικός κριός των νέων τζακιών Γιώργος Κοσκωτάς κατέληξε στη φυλακή κινδυνεύοντας (λέμε τώρα) να συμπαρασύρει και τον ηγέτη του ΠΑΣΟΚ, άλλα νέα τζάκια μακροημέρευσαν, με βέλτιστο παράδειγμα τον ιδιοκτήτη του Εθνικού μας προμηθευτή Σωκράτη Κόκκαλη.

Ο υιός Παπανδρέου δεν θα μπορούσε να υστερήσει, τουλάχιστον σ’ αυτό τον τομέα, καθώς είχε παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο και στη δημιουργία των νέων τζακιών της 10ετίας του '80. Σε πείσμα λοιπόν των συνθηκών κατάρρευσης, ή ίσως και χάρη σ’ αυτές, επιδιώκει και πάλι τη δημιουργία ορισμένων «νέων τζακιών» (δες εδώ κι εδώ).

Έτσι λοιπόν έχει προκύψει η διάκριση των τζακιών σε «παλιά» και «νέα», ενώ με τις επισημάνσεις στη σχετική αρθρογραφία ότι τα νέα τζάκια παλιώνουν (εδώ) και ότι σκάνε «νέα» νέα τζάκια, σε λίγο προφανώς η ταξινόμηση ενός τζακιού σε «νέο» ή «παλιό» θα είναι αντικείμενο εξειδικευμένης και επισταμένης μελέτης και θα χρειαστούν υποκατηγορίες. Σε τελευταία ανάλυση όμως αυτό δεν έχει παρά μόνον, ενδεχομένως, ιστορική σημασία. Σημασία έχει ποιος έχει το πάνω χέρι και καθορίζει τους όρους του παιχνιδιού.

Τα παραδείγματα, για να διευκολυνθεί η κατανόηση, παρατίθενται εμμέτρως.

Πολιτική

Αν δεν είσαι από τζάκι,
σύρε να’βρεις το Λαμπράκη.

Κάλλιο να’σαι από τζάκι
παρά με το Θεοδωράκη.

Είμαι παιδάκι έξυπνο και Αμερικανάκι
όλοι με θέλουν γι’ αρχηγό γιατ’ είμαι από τζάκι.

Οικονομία

Ρίξε ξύλα μες στο τζάκι
και μάζευε το παραδάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα σίγουρα, άνετα, οπωσδήποτε. Μάλλον και ο επιρρηματικός τύπος προέρχεται από το επίθετο, δηλ. «θα γίνει όπως μπαίνει το αεράτο καλάθι».

  1. - Καλά ρε συ και λες σε τρεισήμισι ώρες είμαστε Αθήνα;
    - Αεράτα!

  2. - Τα 'χει πάρει ο Ταπαίρνογλου στις συμβάσεις με τα υποβρύχια;
    - Αεράτα.

Δεν ξέρω γιατί το λήμμα μου θυμίζει αυτό το άζμα: (από allivegp, 15/07/11)

Δες και -άτος. Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαύρο άριστης ποιότητας που σε κάνει και βλέπεις τον Χριστό φαντάρο.

ρε δικέ μου τι δηλητήριο ήταν αυτό; Έχω κουδουνιάσει τελείως.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified