Η μολότοφ... του Βορρά, τι άλλο να πεις.
- Πως τη λέτε ρε τη μολότοφ στη Σαλόνικα;
- Ξέρω 'γω ρε... μπουγάτσα με στουπί μάλλον.
Η μολότοφ... του Βορρά, τι άλλο να πεις.
- Πως τη λέτε ρε τη μολότοφ στη Σαλόνικα;
- Ξέρω 'γω ρε... μπουγάτσα με στουπί μάλλον.
Got a better definition? Add it!
Βασικά είναι επώνυμο, αλλά λόγω του γελοίου στο σχολείο το χρησιμοποιούσαμε μεταξύ μας, χαρακτηρίζοντας αγοράκια που σέρναν και ήθελαν να το βυθίσουν στη μηλόπιτα.
- Κοίτα ρε ο σπόρος, θέλει και να μαμήσει.
- Πού πα ρε, τσουτσουλικλή;!
Got a better definition? Add it!
Το εισήγαγε μια που πουλούσε χαλιά στην τηλιόραση, Μοιραράκη αϊ θίνκ, για να περιγράψει μια απόχρωση του κόκκινου και του μπορντώ ίσως.
Σας παρουσιάζω τώρα μια υπέροχη μπουχάρα, μπορδοροδοκόκκινη...
Got a better definition? Add it!
Αναγραμματισμός του ανεκδιήγητου μνημονιακού δημοσιοκάφρου.
- Άκουσες τις ειδήσεις για το μνημόνιο ρε;
- Όλο παπαριές λέει αυτός ο πορδοσάλτε!
Got a better definition? Add it!
Απ' το γνωστό gay στρουμφάκι (που έχει κοινά σημεία με τη στρουμφίτα), ο γλυκός σα μέλι, που του αρέσει λίγο το γαργάλημα από πίσω.
- Μελένιε, δε με λές... σ' αρέσει ο πουρές;
- Ε... άμα είναι κρύος!
- Ίσα μωρή στρουμφίτα.
Got a better definition? Add it!
Από το πιρούνι και την πιρουέτα, θέλοντας να δηλώσει τις κινήσεις μπαλέτου που λαμβάνουν χώρα σ' ένα τραπέζι με πειναλέους, τόσο στην ταχύτητα εκτέλεσης όσο και στην ακρίβεια των κινήσεων για να γεμίσει η μπάκα.
- Πάμε στον Τούρκο για μάσες το βράδυ.
- Ω ρε πούστη μου θα πέσουν κάτι πιρουνέτες!
Got a better definition? Add it!
Φάε αυτά, φάε τα, φά' τα, φατά. Απάντηση στο κλασικό: - σκατά... - φατά.
Πρωτοακούστηκε ίσως σε ελληνική ταινία, δε θυμάμαι ποια.
- Σκατά....!
- Φατά...!!
Got a better definition? Add it!
Σλανγκιά της φυλακής για την ηρωίνη, δόση σε μικρό σακουλάκι μπαλάκι, τουτέστιν σα βυζάκι. Όσες και όσοι είδαν το oz, θα το καταλάβουν.
- Μάγκες ήρθε η καινούργια παραλαβή..
- Πιάσε δυο βυζάκια!
Got a better definition? Add it!
Γνωστό από τη συνοικία (Μαρκόνι) της μαντάμ Σουσού του Ψαθά.
Κατ' επέκταση, όλες οι φτωχογειτονιές και ο λαουτζίκος που ζει σ' αυτές.
Πως ζεις ρε σ'αυτή τη γειτονιά, σκέτος μπίθουλας είναι.
Got a better definition? Add it!
Ο αυταράς. Με πεταχτά αυτιά σα λαλάγγια, τηγανίτες. Το λέγαμε πιτσιρίκια, έχω πολλά χρόνια να το ακούσω.
- Πάμε να παίξουμε μπάλα με τον Γιάννη;
- Ποιον Γιάννη ρε, το λαλάγγα;
Got a better definition? Add it!