Το μπραζίλιαν είναι το νέο κι απείρως πιο καβλιάρικο στρινγκ, η χαρά του κωλάκια.

Αφήνοντας κάποια κρίσιμα τετραγωνικά εκατοστά στην νοσηρή μας φαντασία, καθίσταται τα μάλα κωλακευτικότερο για τους γλουτούς από οποιαδήποτε συμβατική στρινγκαδούρα.

Αγαπάμε Βραζιλία.

1.
Έφερε πανικό στην παραλία η Ελεονώρα Μελέτη… κρεμασμένη ανάποδα φορώντας μαγιό μπραζίλιαν! (ΦΩΤΟ).

2.
Φορώντας ένα μπραζίλιαν μαγιό σε κόκκινες αποχρώσεις και ένα λευκό πουκάμισο, κατάφερε να κάνει τα αρσενικά να αναστενάζουν και τις γυναίκες να ζηλεύουν.

3.
Η σέξι δημοτική σύμβουλος με μπραζίλιαν μαγιό! Διαβα΄στε περισσότερα στο sportdog.gr

4.
Για κάθε χοντρή με μπραζίλιαν που φασώνεται παθιασμένα στη θάλασσα, υπάρχει μια ντίβα, χωρισμένη, ανορεξική απ' έξω που την καταριέται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά:
κατιμάς ο (ουσιαστικό) [ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :τουρκ.λ. katma = συμπληρωματικός] μικρό κομμάτι κρέας κατώτερης ποιότητας που προσθέτει ο κρεοπώλης στο ζύγισμα του καλού, για να καταναλωθεί κι αυτό. Αλλιώς κατμάς.

Μεταφορικά και σλαγκικά: Ό,τι μας περίσσεψε, με όλες τις εκφάνσεις της φράσης. Κάτι που σου πασάρουν υπούλως (σαν τον χασάπη ανωτέρω) ή επιλέγεις εξ ανάγκης (επειδή δεν έμεινε τίποτα καλύτερο, ή δεν σε παίρνει να ψωνίσεις καλύτερη ποιότητα λόγω τιμής). Κανείς δεν είπε ότι ο κατιμάς δεν τρώγεται - απλά είναι υποτιμημένος. Συχνά αναφέρεται σε ερωτικούς συντρόφους (Παραδείγματα 1, 2) ή σε παίκτες για διάφορα αγωνίσματα (Παράδειγμα 3).

Στον ερωτικό τομέα, η επιλογή του κατιμά λόγω ανάγκης, δεν αποτελεί απαραίτητα απόδειξη ότι κάποιος είναι σαβουρογάμης / σαβουρογάμα. Ίσα ίσα αποτελεί ένδειξη ότι το υποκείμενο είναι ευέλικτο και έχει αντιληφθεί ότι, λόγω νομοτελειακών καταστάσεων όπως η φυσική επιλογή, όποιο είδος δεν προσαρμόζεται στις συνθήκες είναι καταδικασμένο να εκλείψει.

Ο λαός είναι σοφός και το να ακολουθεί κανείς τις λαϊκές ρήσεις είναι σοφία. Στην περίπτωση επιλογής του κατιμά ακολουθείται το ρητό «Στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι».

Το υποκείμενο, για να αποφύγει τις συνέπειες των επιλογών του και την κοινωνική κατακραυγή μπορεί να ισχυριστεί ότι διετέλεσε μια εξυπηρέτηση, οπότε τελικά από δακτυλοδεικτούμενος με την κακή έννοια, γίνεται ήρωας.

Σχετικά λήμματα (μη εξαντλητική λίστα): σαβούρα, πατσαβούρα, πλέμπα, διπλοσάκουλο, τελειωμένος, γαμίκος κ.λπ.

Δεν πρέπει να συγχέεται με έννοιες όπως: Καπαμάς (φαγητό από κρέας με λάχανα), καπλαμάς (επικάλυμμα), κάτι μας... (-συνέβη, -βρήκε, -έτυχε κλπ ρήματα).

Παράδειγμα 1
- Καλά μωρέ Κατερίνα, είναι δυνατόν, πήγες με τον κουασιμόδα, τον τελειωμένοπου τα χει ρίξει σε όλες μας και έφαγε από όλες τον χυλό;
- Σοφία, δείξε σοφία κι άσε την κριτική. Αφού το ξέρεις, τα μισά καλά παιδιά είναι πιασμένα από πουτάνες και τρελές και τα μισά από τα υπόλοιπα είναι λούγκρες. Έκανα και 'γω τον συμβιβασμό μου με τον κατιμά, μέχρι να 'ρθει ο πρίγκιπας.
- Τον έβαλες να φοράει κολάν και καβάλα σε κανα άλογο για να σου 'ρθει η όρεξη;
- Ήπια πριν όλο το Βόσπορο και μετά περιορίστηκα στην ανάποδη καβαλαρία και στο πισωκολλητό. - Τι να σου πω ρε φιλενάδα, άντε και εις ανώτερα.

Παράδειγμα 2
- Γάμησες;
- Γάμησα...
- Λέγε ρε.
- Άσε.
- Λέγε λέμε! Ποια;
- Την Ποπάρα...
- Ε, όχι ρε πούστη εκεί ξέπεσες, στον κατιμά; - Μια εξυπηρέτηση ρε φίλε...
- Είσαι ήρωας κολλητέ, θα πας στον παράδεισο...

Παράδειγμα 3
Ο κατιμάς στον πάγκο, εκτός από τον Βάγγο. (από εδώ)

(από pavleas, 22/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ποδήλατο-μινιμαλιά, αποψιλωμένο από κάθε περιττό καβλιτζέκι: μονοτάχυτο, χωρίς ελεύθερο και (στην πιο ρεντ μπουλ εκδοχή του) χωρίς φρένα. Οι επιβαίνοντες αυτού αποκαλούνται φιξάδες.

Το συνήθως πολύχρωμo φιξάκι είναι το απόλυτο αστικό ποδήλατο με άποψη. Η οδική συμπεριφορά του διαφέρει παρασλάγγης από ό,τι γνωρίζαμε. Ελλείψει ελεύθερου δεν ρολάρει (όσο κινείσαι γυρνάνε τα πετάλια), πράγμα που αρχικά ξενίζει - ειδικά όταν τρέχεις σε κατηφόρα. Σού επιτρέπει ωστόσο να το οδηγήσεις και με την όπισθεν και να κάνεις κάθε είδους ποστιλίκια που κλείνουν το μάτι στην καγκουροφροσύνη.

Ελλείψει φρένων, τα πράματα είναι σκούρα. Ή επιβραδύνεις το πετάλι ή σκιντάρεις: μετατοπίζεις δηλαδής το κέντρο βάρους σου στον μπροστινό τροχό (μειώνοντας την πρόσφυση του πίσω τροχού) και μπλοκάρεις τον πίσω τροχό κοντράροντας τα πετάλια με τα πόδια σου. Στη συνέχεια επαναφέρεις το κέντρο βάρους σου στον πίσω τροχό, προκαλώντας ολίσθηση («skid»). Διαδικασία γρήγορη και επαναλαμβανόμενη, μέχρι να σταματήσει το πουτσύλατο ή να φας το κεφάλι σου (whichever comes first, που λένε και στα βραστοχώρια). Οι πιο ντικάφ φιξάδες πάντως τοποθετούν μπροστινό εφεδρικό φρένο, μην τρελαθούμε.

Τα φιξάκια πρωτοφορέθηκαν σε μεγάλα αστικά κέντρα παγκοσμίως από ψαγμένους κομιούτορες και ταχυμεταφορείς. Μοιραίως ξεφύτρωσε και στην χώρα μας η σχετική υποκουλτούρα, με όλα τα συμπαρομαρτούντα.

Εκ του αγγλικάνικου fixie.

1.
Να εύχεσαι να ναι μακρύς ο δρόμος (αν οδηγείς φιξάκι)

2.
Πλήθος πολύχρωμο μαζεμένο, αλλιώτικα ποδήλατα, πιό χρωματιστά και πιο όμορφα, ξέρετε το γεγονός ότι τα φιξάκια είναι μόδα και έχουν άλλο κοινό, οδηγεί τους κατασκευαστές να τολμήσουν χρωματικά.

3.
Το να έχεις φρένα στο fixie είναι φλωριά, γι'αυτό οι περισσότεροι φιξάδες δεν διαθέτουν φρένα.

4.
Aρέσουν στα κορίτσια οι φιξάδες; Μπαα! Απλώς τους κάνει εντύπωση το χωρίς φρένα ή τα ποδήλατα που έχουν ωραία χρώματα!

Πως να σκιντάρεις (από σφυρίζων, 18/11/13)Τυπικό φιξάκι (από σφυρίζων, 18/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εϊναι τα γνωστά καλαίσθητα σαντάλια που φοράνε ανεξαιρέτως όλοι οι Ινδο-Μπαγκλαντέσο-Αφγανο-Κουρδο-Ιρακινο-Αιγυπτιο-Ιρανο-Πακιστανοί που ζουν στη χώρα μας.

Φοριέται στο φανάρι, στο μηχανάκι, στο Σούπερ Μάρκετ, στο ποδήλατο, σπρώχνοντας το καροτσάκι με τα σκουπίδια...

Ιδιαίτερα με την παραδοσιακή «κελεμπία» και το μουστάκι α λα 1970, δίνουν στη χώρα μας μια ανάλαφρη πινελιά καλαισθησίας και οριεντάλ κουλτούρας.

Από τα Ολ Τάιμ Κλάσσικ αθλητικά παπούτσα της Αντίντας, τα οποία συνήθιζαν οι νέοι να φορούν χωρίς κάλτσες.

Είκοσι μέτρα μπροστά μου δυο Πακιστανοί και επειδή δεν είχε φρένα το παπί τους, σταματάνε με τα Πακιστάν Σμιθ! Και να ακούγεται και Σκουιιιιιιιιιιιιίκ!!! Μιλάμε για γαμώ τες σόλες. Και τους έφερε 3000 χλμ περπάτημα, και κολύμπι στον Έβρο, και ακόμα κάργα η γόμα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράγεται από την λέξη τσαχπίνης και την πορτογαλική κατάληξη -inio (μετάφραση -ούλης) που δηλώνει καταγωγή ή στυλ βραζιλιάνικο.

Χαρακτηρισμός για ποδοσφαιριστές που, ενώ φαινομενικά μιλάν στο τόπι, επί της ουσίας δεν ανταλλάσσουν ούτε καλημέρα, με τα παρακάτω γνωρίσματα. Η θέση τους βρίσκεται κοντά στη γραμμή του πλαγίου άουτ (σλανγκιστί «ασβέστης»), θεωρούνται διεμβολιστές και ωραίοι ντριπλέρ, και πάντα μα πάντα είναι κάτω του μετρίου και του αναμενόμενου.

Συνήθως κατάγονται από την Βραζιλία, αλλά όχι πάντα. Καθυστερούν όσο δεν πάει άλλο το παιχνίδι της ομάδας τους και, τις περισσότερες φορές, αντί να περνάν τον αντίπαλο τρώνε σαβούρντες περιμένοντας μάταια το κοράκι να σφυρίξει. Δεν δίνουν πάσα ούτε από το δεξί πόδι στο αριστερό. Τα βάζουν με τον κακό προπονητή που δεν τους εμπιστεύεται και οι περισσότεροι λένε για αυτούς «Αν είχε μυαλό αυτός θα έκανε καριέρα».

- Έμαθες τον καινούριο Βραζιλιάνο εξτρέμ που πήρε η ομαδάρα;
- Ναι μωρέ, σιγά τα λάχανα. Άλλος ένας τσαχπίνιο που θα μας ζαλίσει τα ούμπαλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το όργανο του διαβόλου, το γνωρίσαμε στο «Μουντιάλ 2010 Νότιος Αφρική» ©, αν και έχω την υποψία ότι το ίδιο όργανο είναι που κάνει όλη τη φασαρία και στα γήπεδα της Ισπανίας.

Οι Αφρικανοί φίλοι μας, λαός γεννημένος με τη μουσική στο DNA του, παίζουν τις βουβουζέλες τους και χορεύουν στις κερκίδες των γηπέδων. Συμπεριφορά άκρως αντι-ποδοσφαιρική και αντι-οπαδική. Πού είναι τα καπνογόνα και οι δυναμίτες που φτιάχνουν αυτή την καταπληκτική ατμόσφαιρα στα Ελληνικά γήπεδα!

Η βουβουζέλα λοιπόν είναι ένα «όργανο» που στο σχήμα μοιάζει με την τρομπέτα που έχουμε στο καρναβάλι και κάνουμε φασαρία αλλά 5-6 φορές σε μέγεθος (βλέπε εικόνες) και κάνει 5-6 φορές την φασαρία που κάνουν οι «σφυρίχτρες» του καρναβαλιού.

Ο ήχος που προκαλείται είναι εκκωφαντικός, μονότονος σπαστικός και καλύπτει ακόμη και τον ήχο από πολυβόλο 50άρι σε κατά ριπάς βολή. Ιδιαίτερα όταν τον ακούς επί 90 λεπτά οι επιπτώσεις είναι εγκεφαλική αιμορραγία και κώφωσης.

Θα μπορούσε να συγκριθεί με συναγερμό που χτυπάει ακριβώς δίπλα σου αδιάκοπα και ο ιδιοκτήτης του τον αγνοεί επί 90λεπτο.

Αν και οι γνώμες διίστανται για την ετυμολογία της λέξης, στην γλώσσα των Ζουλού βουβουζέλα σημαίνει «κἀνω ήχο βου-βου».

- Οι οπαδοί της Αγγλίας κατάφεραν για λίγο με τις φωνές τους να καλύψουν τον ήχο από τις βουμουζέλες αλλά η φασαρία συνεχίζεται...
- Ας ελπίσουμε κάποια στιγμή να κουραστούν να φυσάνε και να σταματήσουν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτελούν φανταστικά-κοροϊδευτικά συμπληρώματα διατροφής ευρέως διαδεδομένα στους κύκλους που συχνάζουν επίδοξα μπιλντέρια.

Αποδίδεται (η χρήση τους) με έναν ειρωνικό τόνο, σε αυτούς που καυχιούνται ότι «έχτισαν» το εν λόγω σώμα τους περνώντας αμέτρητες εργατοώρες στα γυμναστήρια, ενώ μια βδομάδα πριν είχαν το σώμα του Παναγιώτη (σώμα γνωστού τυροπιτούλη).

Εικάζεται λοιπόν ότι η απότομη αλλαγή αυτή οφείλεται στο κούμπωμα των ουσιών αυτών από τον εκάστοτε τσαρώφ των gym.

Πιάνοντας το χέρι του φίλου μας

- Τι έγινε μωρή ξεφτίλα, τουμπάνιασες σε μια βδομάδα μέσα; Τι πήρες, κοκταίηλ απο πρισμενολ και πριξτίν πάλι;
- Ρε μαλάκα ξεκόλλα, γαμιέμαι δυο μήνες στα βάρη!
- Έλα τώρα... μεταξύ μας μεταξά..

(από notheitis, 19/05/10)

Βλέπε και σταρχιδιαμόλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοροϊδευτικά, τα διάφορα στεροειδή, αμφεταμίνες και λοιπά αναβολικά που καταναλώνουν τα ντούκια.

Επίσης χρησιμοποιείται για να δηλώσει ταινίες που «βρωμάνε τεστοστερόνη» σε στιλ Rambo.

  1. (Στο γυμναστήριο)
    - Πω τον τυπά! Μαλάκα, με γυμναστική και διατροφή μόνο δεν γίνεσαι έτσι.. θα πνίγεται στις μπρουταλίνες!

  2. (Στο σινεμά)
    - Τί να δούμε ρε 'σεις:
    - Ψήνεστεγια ROCKY;;;
    - Πωωω! Μπρουταλίνη! Μέσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified